H πόλη των Γιαννιτσών, σχεδόν 56 χλμ. βορειοδυτικά της Θεσσαλονίκης κρύβει έναν πολύτιμο θησαυρό ιστορίας και πολιτισμού που κάθε επισκέπτης αξίζει να ανακαλύψει. Για αιώνες και κατά την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τα Γιαννιτσά υπήρξαν ιερός τόπος για τους μουσουλμάνους, κάτι που τα καθιστά ξεχωριστά στην ιστορία της Ελλάδας. Σήμερα, τα διασωζόμενα μουσουλμανικά μνημεία της πάλαι ποτέ «Γενιτσέ Βαρντάρ», δηλαδή «Νέο Βαρδάρη», ή απλά «Γενιτζέ» των Οθωμανών, προσφέρουν την ευκαιρία για ένα μοναδικό ταξίδι πίσω στο χρόνο. Τότε που η πόλη ήταν κορυφαίο κέντρο θρησκευτικής και πολιτικής σημασίας στα Βαλκάνια. Η μοναδική ατμόσφαιρα αυτών των μνημείων κάνει τα Γιαννιτσά έναν κρυμμένο προορισμό γεμάτο, ιστορία και μυστικά.
Από «Βαρδάριον»…«Γενιτζέ»
Η φήμη της πόλης ως ιερού τόπου οφείλεται στον Γαζή Εβρενός Μπέη (1330-1417). Τον Οθωμανό στρατηγό που συνέβαλε στην κατάκτηση όχι μόνο της Μακεδονίας, αλλά και μεγάλου τμήματος της Βαλκανικής. Ο ίδιος ίδρυσε την πόλη στα τέλη του 14ου αιώνα, αν και νεότερα αρχαιολογικά στοιχεία μαρτυρούν πως στην ίδια θέση προϋπήρχε οικισμός με την ονομασία «Βαρδάριον». Ωστόσο, όταν ο Γαζή Εβρενός, επέλεξε τα Γιαννιτσά ως κέντρο της εξουσίας του, την κόσμησε με μεγάλα και λαμπρά δημόσια κτίρια κάνοντας την σημείο αναφοράς. Μετά το θάνατό του και επειδή ο Εβρενός θεωρούνταν ευσεβής μουσουλμάνος και μεγάλος κατακτητής για την αυτοκρατορία, η πόλη χαρακτηρίστηκε «ιερή» και μάλιστα το μαυσωλείο του Γαζή Εβρενός, που διασώζεται έως τις μέρες μας, αποτέλεσε σημαντικό θρησκευτικό προσκύνημα για τους απανταχού μουσουλμάνους. Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος που ο 1912, κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο, οι Οθωμανοί υπερασπίστηκαν την πόλη από την ορμή των Ελλήνων, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Σήμερα, στην πόλη των Γιαννιτσών, σώζονται εννέα οθωμανικά μνημεία, εκ των οποίων τα έξι βρίσκονται σε ένα τόξο που αποτελούν μια νοητή διαδρομή που μεταφέρουν τον επισκέπτη πίσω στο χρόνο. Μπαίνοντας στην πόλη, από τον κεντρικό δρόμο που οδηγεί στην Έδεσσα, η ματιά πέφτει αρχικά στο ερειπωμένο Μεγάλο Τζαμί απέναντι από τα ΚΤΕΛ (οδός Βενιζέλου). Γνωστό και τζαμί του Ισκεντέρ Μπέη, χτίστηκε γύρω στο 1510-1511, από το δισέγγονο του Γαζή Εβρενός. Είναι ένα εντυπωσιακό σε όγκο και μέγεθος κτίριο, που όμως υπέστη καταστροφές κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και από την χρήση του τα νεότερα χρόνια ως εκκοκκιστήριο βάμβακος. Ωστόσο, όπως έχει ανακοινωθεί από το Υπουργείο Πολιτισμού, δρομολογείται η αποκατάσταση του μνημείου και η ένταξή του στο δίκτυο των οθωμανικών μνημείων των Γιαννιτσών.
Ανηφορίζοντας προς το κέντρο, επί της οδού Στράντζης, στη δεξιά πλευρά του δρόμου βρίσκεται το Οθωμανικό Λουτρό. Είναι το μοναδικό δημόσιο κτίριο που είχε χτιστεί επί των ημερών του Γαζή Εβρενός (τέλη 14ου αιώνα), μαζί άλλα λαμπρά οικοδομήματα, και διασώζεται έως τις μέρες μας αν και αναμένει και αυτό την αποκατάστασή του. Πρόκειται για ένα διπλό χαμάμ, με ξεχωριστές εισόδους για άντρες και γυναίκες, με χλιαρά και ζεστά δωμάτια, όπως και αίθουσες αποδυτηρίων. Το μνημείο δεν είναι αναστηλωμένο και δεν είναι επισκέψιμο.
Συνεχίζοντας ξεχωρίζει επιβλητικό το πιο σημαντικό οθωμανικό μνημείο της πόλης, με εξαιρετική ιστορική και πολιτιστική αξία. Ο λόγος για το Μαυσωλείο του Γαζή Εβρενός, που χτίστηκε το 1417 μετά τον θάνατό του και γρήγορα εξελίχθηκε σε τόπο προσκυνήματος για τους μουσουλμάνους. Αποτελείται από δύο ορθογώνιους χώρους και κοσμείται με τρεις μικρούς τρούλους. Στο εσωτερικό του ανακαλύφθηκε τάφος που εικάζεται πως ανήκει στον ίδιο τον Γαζή Εβρενός, γεγονός που προσδίδει μεγαλύτερη ιστορική σημασία στο μνημείο. Στο εσωτερικό εκτίθεται και μία ενεπίγραφη πλάκα που αναφέρει την ακριβή χρονολογία θανάτου του Γαζή Εβρενός: Τετάρτη, 17 Νοεμβρίου 1417. Το μνημείο λειτουργεί σήμερα από τον δήμο Γιαννιτσών, ως χώρος πολιτιστικών δραστηριοτήτων.
Πιο πάνω από το Μαυσωλείο δεσπόζει το σήμα κατατεθέν της πόλης. Ο Πύργος Ρολογιού που χτίστηκε τον 18ο αιώνα από τον Σερίφ Αχμέτ Εβρενόσογλου, απόγονο του Γαζή Εβρενός, και ξεχωρίζει για την ιστορική και αρχιτεκτονική αξία του. Είναι τετράγωνης κάτοψης και αποτελείται από τρία κύρια τμήματα: τη βάση, τον κορμό και τη στέγη. Η βάση είναι λιθόκτιστη, ενώ ο κορμός είναι πλινθόκτιστος και επιχρισμένος με κονίαμα, προσδίδοντας στο κτίριο την ιδιαίτερη εμφάνισή του. Η στέγη του πύργου διαμορφώνεται σε ξύλινο, κωνικό πυργίσκο, μέσα στον οποίο βρίσκονταν οι δύο καμπάνες του ρολογιού.
Στην ανατολική όψη του πύργου βρίσκεται εντοιχισμένη μαρμάρινη επιγραφή, η οποία αναφέρει ότι ο πύργος κατασκευάστηκε το 1753-4 από τον Σερίφ Αχμέτ, για να τιμήσει τους γονείς του και το Ισλάμ. Ο πύργος δεν χρησιμοποιήθηκε μόνο ως ωρολόγιο αλλά και ως παρατηρητήριο. Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ο πύργος υπέστη ζημιές, που αποκαταστάθηκαν.
Βόρεια του Πύργου του Ρολογιού, οδός Αγίου Γεωργίου, βρίσκεται ο Τουρμπές. Πρόκειται για ένα τετράγωνο σε κάτοψη κτίσμα, καλυμμένο με τρούλο που εδράζεται σε οκταγωνικό τύμπανο. Το μνημείο, γνωστό και ως «Μαυσωλείο του Αχμέτ Μπέη Εβρενόσογλου», αποτελείται από δύο ορόφους που δεν επικοινωνούν μεταξύ τους, με την πρόσβαση στον επάνω όροφο να γίνεται μέσω ξύλινης κλίμακας στη βόρεια πλευρά. Το κτίριο είναι χτισμένο με πωρόλιθους και πλίνθους, μιμούμενο το βυζαντινό πλινθοπερίκλειστο σύστημα, ενώ ο τρούλος είναι πλίνθινος. Δέκα τοξωτά παράθυρα επιτρέπουν το φυσικό φως να διαχέεται στον χώρο, προσδίδοντας μια αίσθηση πνευματικότητας. Παρόλο που ο Τουρμπές έχει ταυτιστεί με το μαυσωλείο του Αχμέτ Μπέη, ο τάφος του σημαντικού αυτού Μπέη βρίσκεται πιθανότατα στο Τζαμί του Σεΐχη Ιλαχή στο πρώην στρατόπεδο Καψάλη.
Δυτικά, στο κέντρο περίπου του μεγάλου πεζόδρομου της πόλης, οδός Παύλου Μελά, διασώζεται η Οικία του Εμίν Μπέη. Πρόκειται για ένα νεοκλασικό οίκημα, αρχών του 20ού αιώνα, το οποίο ήταν η κατοικία του τελευταίου απογόνου του Γαζή Εβρενός που διοίκησε την περιοχή μέχρι το 1912, του Εμίν Μπέη.
Βορειοδυτικά στο πρώην στρατόπεδο Καψάλη, διασώζεται μισοερειπωμένο το Τζαμί Αχμέτ, που κτίστηκε τον 15ο αιώνα, με μονό τρούλο. Το τέμενος θεωρείται χώρος ταφής του Αχμέτ Μπέη ή Σεΐχη Ιλαχή που θεωρούνταν σπουδαίος λόγιος της ίδιας εποχής. Ο μιναρές χρησιμοποιήθηκε τα νεότερα χρόνια ως στρατιωτικό παρατηρητήριο. Ο δήμος Γιαννιτσών διεκδικεί το χώρο του πρώην στρατοπέδου για αποκατάσταση του μνημείου μαζί με το παρακείμενο λουτρό του Αχμέτ Μπέη, αρχές 16ου αιώνα, που επίσης στέκει ερειπωμένο.
Τέλος, ένα από τα λιγότερο γνωστά ιστορικά κτίσματα στα Γιαννιτσά, μοναδικό πανελλαδικά, είναι το οθωμανικό ιπποφορβείο, ο κεντρικός ταχυδρομικός σταθμός αλλαγής αλόγων. Πρόκειται για κτίσμα ορθογώνιο, λιθόκτιστο, με σιδερένιες θύρες στις μακρές πλευρές. Χτίστηκε τον 18ο αιώνα και είχε τη δυνατότητα να στεγάσει 16 ταχυδρομικά άλογα, Βρίσκεται στην είσοδο της πόλης και είναι ημιερειπωμένο.
Αν και έχει περάσει ένας σχεδόν αιώνας από τότε που οι Τούρκοι εγκατέλειψαν την περιοχή και Έλληνες πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, την Ανατολική Θράκη και την Ανατολική Ρωμυλία εγκαταστάθηκαν, η οθωμανική κληρονομιά των Γιαννιτσών αποτελεί μοναδικό κεφάλαιο στην ιστορία της Μακεδονίας, προσφέροντας μια γέφυρα ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν της περιοχής. Παράλληλα, η κληρονομιά αυτή λειτουργεί αναπτυξιακά αφού τα τελευταία χρόνια αυξάνεται η επισκεψιμότητα από την Τουρκία, με το ενδιαφέρον να είναι μεγάλο από Τούρκους που φτάνουν στην πόλη για να δουν μνημεία που είναι συνδεδεμένα με ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τόσο το Υπουργείο Πολιτισμού όσο και ο δήμος Γιαννιτσών, αντιλαμβανόμενοι τη δυναμική αυτή, προχωρούν σε προγράμματα αποκατάστασης και ανάδειξης των μνημείων που έχουν διασωθεί.
Διαβάστε ακόμα:
Δισπηλιό: Ο οικισμός της Καστοριάς όπου ζωντανεύει η καθημερινότητα των προϊστορικών χρόνων
Παλαιός Άγιος Αθανάσιος: Στις πλαγιές του Βόρα και στην «Αράχωβα» της Μακεδονίας