Το Λεωνίδιο, ένα γραφικό χωριό της Αρκαδίας, φημίζεται για την πλούσια παράδοσή του στην υφαντική τέχνη. Τα περίφημα τσακώνικα κιλίμια με τα πολύχρωμα γεωμετρικά σχέδια και τα φυτικά μοτίβα κοσμούν εδώ και αιώνες τα σπίτια της περιοχής, μεταφέροντας από γενιά σε γενιά τη μοναδική πολιτιστική κληρονομιά του τόπου. Η κυρία Μεταξία Χαντέλη, έμπειρη υφάντρα και γνώστρια της ιστορίας της τέχνης αυτής, μας ξεναγεί στο συναρπαστικό ταξίδι της υφαντικής στο Λεωνίδιο. Από την εισαγωγή της τέχνης από τη Μικρά Ασία τον 19ο αιώνα μέχρι τις σύγχρονες προσπάθειες διατήρησης και εξέλιξής της, η ιστορία της υφαντικής είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ταυτότητα και τον πολιτισμό της Τσακωνιάς.
Οι απαντήσεις είναι αποτέλεσμα συλλογικής εργασίας των δασκάλων της τσακώνικης υφαντικής. Πρόκειται για τις κυρίες, Βαγγελιώ Γεωργίτση, Άννα Λυσικάτου -Κουτίβα, Μεταξία Χαντέλη, Σοφία Καμβύση και Θωμαή Κορολόγου. Η κυρία Χαντέλη, ανέλαβε να επιμεληθεί ωστόσο την συζήτησή μας, και να μπουν τα διάφορα θέματα σε πλαίσιο. Η γενική Γραμματέας, η κυρία Ελένη Πουτσελά, μας υποδέχτηκε στο Αρχοντικό Τσούχλου, όπου αφού μας έδωσε πληροφορίες για το Αρχείο της Τσακωνιάς, αλλά και το κτήριο που φιλοξενεί την έκθεση και πραγματοποιούνται και τα μαθήματα, είχαμε τον χρόνο να φωτογραφήσουμε τα εκθέματα και τους αργαλειούς.
Ας εξερευνήσουμε λοιπόν, μαζί τα μυστικά αυτής της παραδοσιακής τέχνης, τις τεχνικές, τα υλικά και τα σύμβολα που κρύβονται πίσω από κάθε κιλίμι. Ας ανακαλύψουμε τη σημασία της για την τοπική κοινωνία και οικονομία αλλά και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα για τη διατήρηση και συνέχισή της. Η κυρία Χαντέλη μοιράζεται μαζί μας την αγάπη και το πάθος της για την υφαντική και μας εμπνέει να γίνουμε κι εμείς μέρος αυτού του συναρπαστικού ταξιδιού στην παράδοση και την τέχνη.
Πότε ξεκίνησε η παράδοση της υφαντικής στο Λεωνίδιο και πως εξελίχθηκε με την πάροδο των χρόνων;
Η τέχνη του τσακώνικου όρθιου αργαλειού, ήρθε από την Μικρά Ασία περί του 1870. Η Πολυξένη Δούνια ήρθε από το Αϊδίνι φέρνοντας μαζί της την τέχνη της υφαντικής των κιλιμιών, καθώς και σχέδια και χρώματα που δουλεύονταν σε σπίτια Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Η Πολυξένη έμαθε την τέχνη σε τέσσερες μαθήτριες. Πήρε μορφή οικοτεχνίας και με την πάροδο του χρόνου ανοίγει και δεύτερο εργαστήριο της Μαριγώς Μερικάκη με μαθήτριες, που και αυτές με την σειρά τους έστησαν στα σπίτια τους τους δικούς τους αργαλειούς. Μέχρι το 1990 περίπου το χτενάκι της υφάντρας δεν σταμάτησε να κτυπά τα νήματα και τα στημόνια. Στρώθηκαν όλα τα σπίτια με αυτό το τόσο όμορφο, ζεστό και ανθεκτικό κιλίμι. Ταξίδεψε σε όλα τα κοντινά χωριά και ακόμα πιο μακριά ως προίκα. Κινήθηκε και σε εμπορικά καταστήματα της Αθήνας.
Ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του όρθιου αργαλειού;
Τα βασικά χαρακτηριστικά του όρθιου αργαλειού είναι τα παρακάτω. Υφαίνονται μονοκόμματα. Δίνεις στο κιλίμι την επιθυμητή διάσταση χωρίς ενώσεις. Άρα γίνονται ανθεκτικά. Δεν έχουν πέλος. Στρώνονται και από τις δυο πλευρές. Υφαίνοντας μπορούν να δουλέψουν ανάλογα με το μέγεθος και δύο και περισσότερες υφάντρες και από τις δύο πλευρές.
Ποια είναι τα βασικά υλικά που χρησιμοποιούνται στην υφαντική του Λεωνιδίου;
Η ύλη που χρησιμοποιούσαν για την ύφανση του κιλιμιού είναι το μαλλί. Παλαιότερα την δεκαετία του ΄30 το στημόνι και το υφάδι ήταν από μαλλί προβάτου. Αργότερα, το στημόνι έγινε βαμβακερό και το υφάδι μάλλινο. Περιορισμένη ήταν η χρήση του μαλλιού από κατσίκι τράγο. Η ράχη του ζώου έδινε μακριά τρίχα και την προτιμούσαν, η κοιλιά μικρότερη τρίχα. Τον Μάιο κούρευαν τα πρόβατα και τα κατσίκια. Το μαλλί το έπλεναν με ζεστό νερό σε μεγάλα καζάνια. Πριν το ΄75 περίπου το έπλεναν στη θάλασσα. Αφού καθάριζε το έπλεναν και με γλυκό νερό να αφαιρεθεί το αλάτι. Το άπλωναν σε σκιά να στεγνώσει. Κατόπιν το έξεναν με τα δάκτυλα, αφαιρούσαν τα τελευταία φυτικά παράσιτα. Αυτό το καθαρό και ξασμένο μαλλί το λανάριζαν. Δηλαδή το περνούσαν ανάμεσα σε δύο σανίδες, όπου επάνω τους ήταν καρφωμένα μεταλλικές προεξοχές 5-10 πόντων, σαν πρόκες και τα χτένιζαν. Με αυτό το απαλό μαλλί δημιουργούσαν την τουλούπα και την προσάρμοζαν στην διχάλα της ρόκας. Με την βοήθεια του αδραχτιού το μαλλί μετατρεπόταν σε νήμα.
Και πώς συνεχιζόταν αυτή η διαδικασία;
Η επόμενη κίνηση είναι να φτιάξουν το νήμα θηλιά και να βαφτεί. Παλαιότερα, έβαφαν τα νήματα με φυτικές βαφές. Χρησιμοποιούσαν φλοιό καρυδιού για καφέ χρώμα, φύλλα μουριάς για χρυσαφί, φύλλα κρεμμυδιού, μολόχα, τσουκνίδα, σκλήθρο, μέλεγο για το μαύρο, ριζάρι για το κόκκινο, σπάρτο για το κίτρινο. Λουλάκι για τις αποχρώσεις του μπλε. Από το κογχύλι πορφύρα (μεμβράνη) έβαφαν το κόκκινο πορφυρό. Την εποχή που δεν υπήρχαν αυτά τα φυτά ή την είχαν φτιάξει και φυλάξει βράζοντας το νερό με το φυτό ή είχαν αποξηράνει στον ήλιο το φυτό και το διατηρούσαν. Ο άλλος τρόπος βαφής, είναι με χρωστικές βαφές του εμπορίου. Έβραζαν νερό σε καζάνια, έριχναν την μπογιά, το σπίρτο ή την ποτάσα. Κατόπιν το μαλλί. Έμενε στο ζεστό νερό όσο χρειαστεί να πάρει το ποθητό χρώμα.
Σήμερα πώς γίνεται;
Σήμερα στο εμπόριο βρίσκουμε εξαιρετικής ποιότητας μαλλιά, βαμμένα, έτοιμα να τα υφάνουμε. Αυτό βοηθάει στην παραγωγή, στην οικονομία ενός κιλιμιού. Η αυθεντικότητα, η διαφορά, η οικολογική συνείδηση, τα χρώματα που δεν τα δίνει η χημεία, τα δίνει μόνο η φύση και η έμπειρη υφάντρα που θα ζυγίσει και θα ζεστάνει το νερό στο καζάνι με «το μάτι». Το μπεζ του χαμομηλιού, το μουντό κίτρινο του καρυδιού, καμιά χρωστική δεν θα το προσφέρει.
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά σχέδια και μοτίβα που συναντάμε στα υφαντά του Λεωνιδίου και τι συμβολίζουν;
Τα πρώτα σχέδια που ήρθαν στο Λεωνίδιο σύμφωνα με τα λόγια παλιών υφαντριών ήταν ο κίλικας. Το κιλίμι ήταν λουρωτό, δηλαδή υφαίνονταν φαρδιές λωρίδες σε τρία χρώματα εναλλάξ. Συνήθως, μπεζ, βυσσινί, μαύρο. Ο κίλικας στρωνόταν στα πρόχειρα δωμάτια. Τα πρώτα σχέδια ήταν γεωμετρικά. Αργότερα ήρθαν λουλουδάτα από Βαλκανικές χώρες, καθώς εκεί πήγαιναν οι έμποροι από την Τσακωνιά. Το σχέδιο «χεράκι» ήταν το πιο διαδεδομένο σχέδιο σε διάφορες εκδοχές. Χεράκια που σχημάτιζαν λωρίδες, ρόμβους μικρούς και μεγάλους. Κάθε τσακώνικο σπίτι έχει ένα τέτοιο σχέδιο. Ο δίσκος (λουλούδι ιβίσκος), ο πανσές, το Αμερικάνικο, του Τσούχλου (όνομα οικογένειας επιφανών), το κορδονάκι, το πλακάκι, η σκιά, το περαστό, οι ακτίνες, το βυζαντινό. Αυτά τα σχέδια στρώνονταν στη σάλα.
Η μπορντούρα, μπορεί να είναι μονή ή διπλή ή και περισσότερες. Θα περιβάλλει το κύριο κεντρικό μοτίβο και θα το βάλει σε κάδρο. Τα σχέδια είναι συγκεκριμένα. Τουβλάκι, μαίανδρος, ποταμάκι, βουνό, ευθείες, κληματαριά, καντηλέρι κλπ. Διάδρομοι. Τρείς διάδρομοι σχηματίζουν ένα Π και στρώνεται στην κρεβατοκάμαρα, στις τρεις πλευρές του κρεβατιού. Ταγάρια με μοτίβα παρμένα από κιλίμια, με λωρίδες λεπτές ή παχιές. Οι πάντες θα στολίσουν τον τοίχο. Όλα τα παραπάνω σχέδια είναι παρμένα από τη φύση (ο ήλιος, ο πανσές), από βυζαντινά μοτίβα, από τη φαντασία και την προκοπή των υφαντριών.
Τα παραπάνω σχέδια τα συναντάμε σε όλο τον κόσμο, από την μια άκρη ως την άλλη, σε διάφορες παραλλαγές. Η ανταλλαγή των σχεδίων της υφάντρας δημιουργεί μια επικοινωνία με την άκρη της γης. Δεν θυμάμαι κάποια προσπάθεια εξήγησης των μοτίβων από τους συντοπίτες μου. Σήμερα, ψάχνοντας στο διαδίκτυο, βρίσκουμε για όλα τα μοτίβα μια εξήγηση. Καλοτυχία, πλούσια παραγωγή καρπών, ευτυχία, για βασκανία κλπ.
Μπορείτε να μας περιγράψετε τη διαδικασία παραγωγής ενός παραδοσιακού υφαντού;
Διαλέγουμε το σχέδιο του υφαντού, συγκεντρώνουμε όλα τα υλικά (βαμβακερό στημόνι και νήμα μάλλινο) και ξεκινάμε. Ιδιάζουμε τον αργαλειό. Είναι μια διαδικασία που το στημόνι θα τοποθετηθεί στον αργαλειό. Σε εξωτερικό χώρο μπήγουμε δυο σιδερένιους πασσάλους στο έδαφος. Με το στημόνι σχηματίζουμε οκτάρια μεταξύ των δύο πασσάλων. Με συγκεκριμένες κινήσεις η υφάντρα παίρνει το στημόνι από τους πασσάλους και τα τοποθετεί στον αργαλειό. Οριζόντια κυλινδρικά ξύλα θα στερεώσουν την αρχή και το τέλος του στημονιού. Τα δύο οριζόντια δοκάρια του αργαλειού λέγονται παλικάρια και στηρίζονται στον τοίχο και στο δάπεδο. Πολύ δύσκολη διαδικασία, δεν πρέπει να μπερδευτούν τα στημόνια. Απαιτεί εμπειρία και δύναμη. Ο αργαλειός μπορεί να φτάνει τα πέντε μέτρα. Θέλει το δικό του δωμάτιο, μεγάλο και φωτεινό.
Τα μικρότερα υφαντά;
Μικρότερα υφαντά υφαίνονται σε απλό ξύλινο σπανιότερα μεταλλικό τελάρο. Αφού σφίξουμε τα στημόνια, περνάμε ένα ξύλο ανάμεσά τους, λεπτό τύπου καλάμι και κάνουμε την σταύρωση. Ένα στημόνι είναι μπροστά στο καλάμι και ένα πίσω. Η υφάντρα με τα δάκτυλα της, χωρίς σαΐτα περνάει το νήμα στα στημόνια. Ένα παίρνει, ένα αφήνει. Αφού σχηματιστούν δύο τρείς σειρές χτυπάει με δύναμη το με το χτενάκι. Το χτενάκι είναι ένα ξύλινο συνήθως ή μεταλλικό εργαλείο. Έχει σχήμα Γ που καταλήγει σε σιδερένια δόντια 5-7 εκατοστών. Άλλο εργαλείο είναι το ψαλίδι. Όταν τελειώσει το υφαντό, κόβουμε το στημόνι είκοσι πόντους από το τελείωμα και το δένουμε κόμπους. Ύστερα, κάνουμε σχέδια χιαστί για να δείξει πιο όμορφο.
Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν σήμερα οι άνθρωποι που ενδιαφέρονται για την ύφανση στο Λεωνίδιο και για τη διατήρηση αυτής της παράδοσης;
Η μεγαλύτερη πρόκληση σήμερα, για τους ελάχιστους που ενδιαφέρονται για την τέχνη, είναι ότι η τέχνη σβήνει. Αργοσβήνει από την δεκαετία του ΄80 περίπου. Οι λόγοι είναι πολλοί. Θα αναφέρουμε μερικούς. Στο εμπόριο κυκλοφορούν οικονομικότερα χαλιά και μοκέτες, που είναι ευκολότερα στη χρήση, ελαφρά, πλένονται. Το τσακώνικο κιλίμι, καλό είναι να μην πλυθεί γιατί ξεβάφει. Το περνάμε με νερόξυδο, αφαιρούνται οι σκόνες και γυαλίζει. Έχει μεγάλο κόστος υλικών. Σήμερα, ένα κιλό νήμα κοστίζει 25-30 ευρώ. Η χρονοβόρα διαδικασία της ύφανσης ανεβάζει την τιμή. Ένα τετραγωνικό μέτρο απαιτεί περίπου από οκτώ ως δέκα ημέρες εργασίας. Ανάλογα με το σχέδιο. Δυστυχώς, το κιλίμι μια μικρή μερίδα το θεωρεί παλαιομοδίτικο. Άρα δεν το προτιμά. Ευτυχώς, υπάρχει μερίδα γυναικών, μικρή και αυτή, που προσπαθεί να σώσει την τέχνη.
Υπάρχουν προγράμματα ή πρωτοβουλίες για την προώθηση και διάδοση της υφαντικής τέχνης του Λεωνιδίου στις νεότερες γενιές;
Kατά καιρούς πρωτοβουλίες του Δήμου δημιούργησαν τμήματα υφαντικής. Έβαλαν και αυτές το λιθαράκι τους στη συντήρηση της τέχνης. Σήμερα, το Αρχείο Τσακωνιάς, σύμμαχος της παράδοσης, του πολιτισμού και φυσικά της υφαντικής, προσπαθεί να κρατήσει ζωντανή την υφαντική. Το 2016 δημιούργησε το εργαστήριο υφαντικής. Δασκάλες η Βαγγελιώ Γεωργίτση, βοηθός η Μαρία Βλάμη. Είκοσι περίπου μαθήτριες ξεκινήσαμε με κέφι και ζήλο να ζωντανέψουμε, να συντηρήσουμε και να εξελίξουμε την υφαντική. Άλλες τόσες μαθήτριες και μαθητές Δημοτικού Σχολείου και Γυμνασίου έχουν μάθει να υφαίνουν. Στην πορεία του χρόνου υπήρχαν απώλειες μαθητριών. Αν και με την πάροδο του χρόνου τα τμήματα μειώθηκαν, έμαθαν να υφαίνουν αρκετές κυρίες και αν κληθούν στο μέλλον να δείξουν θα ξέρουν να το κάνουν. Επίσης, θα ήθελα να αναφέρω ότι υπάρχουν πολλές γυναίκες που ξέρουν την τέχνη. Όμως, δεν την εξασκούν. Οι αργαλειοί είναι ανενεργοί ή πετάχτηκαν.
Πραγματοποιούνται εκθέσεις;
Το Αρχείο Τσακωνιάς διοργανώνει τουλάχιστον τρείς εκθέσεις ετησίως στο αρχοντικό Τσούχλου όπου βρίσκεται και το εργαστήριό μας. Αυτή η έκθεση περιλαμβάνει παμπάλαια κιλίμια προσφορά συμπολιτών μας, κιλίμια που έχουμε βρει στα σκουπίδια γιατί πάλιωσαν. Αυτά τα πεταγμένα αριστουργήματα είναι για μας μάθημα. Παρατηρούμε τα σχέδια, τα χρώματα, κλπ. Υπάρχουν υφαντά από καινούριες μαθήτριες. Πιστά αντίγραφα παλαιοτέρων και τροποποιημένα.
Διδάσκονται μαθήματα και για τους επισκέπτες;
Το καλοκαίρι, δημιουργούνται τμήματα για τους παραθεριστές και επισκέπτες στην περιοχή. Υπάρχει ενδιαφέρον από όλες τις ηλικίες. Εικαστικοί, καλλιτέχνες επισκέπτονται, θαυμάζουν, μας συμβουλεύουν. Ορισμένοι επιστρέφουν και τους μαθαίνουμε να υφαίνουν. Το αρχείο ταξιδεύει με τα έργα του σε άλλες πόλεις, σε διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις, σε εκθέσεις και μεταδίδει, ανταλλάσσει και εμπνέεται από άλλους τόπους. Ορισμένα υφαντά, παλαιά σχέδια τα ψηφιοποιήσαμε. Μεγάλη διευκόλυνση για την υφάντρα. Εκπαιδευτικοί ντόπιοι ή όχι, με τους μαθητές τους εκπαιδεύονται θεωρητικά και έρχονται πιο κοντά με την τέχνη. Τηλεοπτικές εκπομπές, ντοκιμαντέρ, ηλεκτρονικά site μας επισκέπτονται συχνά. Το τσακώνικο υφαντό ταξιδεύει μέσω της εικόνας και του λόγου στην άκρη της γης.
Ποια είναι η διαχρονική σημασία της υφαντικής για την τοπική κοινωνία και οικονομία του Λεωνιδίου;
Το τσακώνικο υφαντό είναι μέρος του πολιτισμού μας. Είναι η ταυτότητά μας, άρρηκτα συνδεδεμένο με την Τσακωνιά. Είναι ο πολιτισμός μας. Είναι μοτίβα που ήρθαν μετά το μέσω του 17ου αιώνα στην περιοχή μας. Οι παλαιότερες γενιές τα φιλοξένησαν, τα ύφαναν ξανά και ξανά για αιώνες. Τα μετέδωσαν από γενιά σε γενιά. Χρέος μας, σκοπός μας και χαρά μας, να συντηρήσουμε τα παλιά, να υφάνουμε καινούρια και να εξελίξουμε την τέχνη, να αφήσουμε το στίγμα μας στις επόμενες γενιές. Η τοπική κοινωνία, δεν αγοράζει χαλιά, καθώς όλα τα σπίτια έχουν τουλάχιστον ένα κιλίμι και πολλά μικρότερα κομμάτια. Αγοραστές μπορεί να είναι Έλληνες του εξωτερικού, κυρίως Τσάκωνες και τουρίστες. Αυτή τη στιγμή, μία υφάντρα, δεν μπορεί να κερδίσει τα προς το ζην.
Μπορείτε να μας δώσετε παραδείγματα ξεχωριστών ή εμβληματικών υφαντών του Λεωνιδίου και την ιστορία τους;
Κάθε κιλίμι είναι μοναδικό, ξεχωριστό για τον ιδιοκτήτη του. Έχει στερηθεί για να το αποκτήσει. Στα μεσαία οικονομικά στρώματα ίσως να ήταν το ακριβότερο απόκτημα του σπιτιού. Αν ρωτήσεις την ιστορία κάθε κιλιμιού η απάντηση θα είναι «είναι προίκα μου, είναι προίκα της γιαγιάς μου». Στο σπίτι, στους γάμους στις κηδείες, στις γιορτές ακόμα και αν ήταν καλοκαίρι το κιλίμι θα ήταν στρωμένο. Μεγάλο κιλίμι εξήντα οκάδων στρώθηκε σε λειτουργίες του ναού Αγίου Κωνσταντίνου στον Πειραιά. Η Μαριγώ Μερικάκη, η οποία άνοιξε την δεύτερη κατά σειρά οικοτεχνία παραγωγής κιλιμιών, συμμετείχε σε εκθέσεις στο Παρίσι και στη Λιέγη. Σε έκθεσή της στην Αθήνα, θαυμασμό προκάλεσε το έργο της που απεικόνιζε την ναυμαχία του Τραφάλγκαρ. Η πτώση του Ναυάρχου Νέλσον ήταν σαν ζωγραφικός πίνακας. Πάνω στα κιλίμια γράφονται τα αρχικά γράμματα της ιδιοκτήτριας.
Ποιες είναι οι προοπτικές για το μέλλον της υφαντικής στο Λεωνίδιο και τι μπορεί να γίνει για την περαιτέρω ανάπτυξη και προώθησή τους;
Το μέλλον της υφαντικής στο Λεωνίδιο είναι δυσοίωνο. Υφάντρες δεν εξασκούν το επάγγελμα γιατί δεν υπάρχει ζήτηση στην ελληνική αγορά. Σχολές εκμάθησης της τέχνης και προώθησης των υφαντών θα πρέπει να στηρίξουν την περιοχή μας.
Διαβάστε ακόμα:
Μέσα στον εμβληματικό Πύργο Τσικαλιώτη στο Λεωνίδιο
Γιατί το Λεωνίδιο έχει γίνει πόλος έλξης επισκεπτών από όλο τον κόσμο
Ένας φούρνος, ένας αιώνας: Ένα γαστρονομικό τοπόσημο στο Λεωνίδιο