Αν και η ιστορική περιοχή της Παλαιστίνης βρίσκεται στη Μέση Ανατολή, συνήθως δεν τη σχετίζουμε με ερήμους. Ωστόσο έχει κι αυτή το δικό της μερίδιο σε τέτοια τοπία. Στα ανατολικά της Ιερουσαλήμ, για παράδειγμα, απλώνεται η Έρημος της Ιουδαίας (γνωστή και ως Ερημιά του Ιούδα), η οποία κατηφορίζει προς τη Νεκρά Θάλασσα. Σύμφωνα βέβαια με τη νυν πολιτική διαίρεση, μόνο ένα μέρος της ανήκει στο Ισραήλ –το άλλο εντοπίζεται εντός των ορίων της Δυτικής Όχθης, όπου εδρεύουν οι αρχές των Παλαιστινίων.
Στην επικράτεια λοιπόν που υπάγεται στη Δυτική Όχθη, σε ένα σημείο μεταξύ της Βηθλεέμ και της Νεκράς Θάλασσας, απολαμβάνοντας επιβλητική θέα στην κοιλάδα Kidron, βρίσκεται το μοναστήρι του Αγίου Σάββα –η «Ἱερὰ Λαύρα τοῦ Αγίου Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου», όπως είναι ο πλήρης, επίσημος τίτλος του ή, εναλλακτικά, «Mar Saba», όπως το αποκαλούν οι αραβόφωνοι κάτοικοι της περιοχής ή/και όσοι το επισκέπτονται από τη γειτονική Συρία. Αντίστοιχα, τους μοναχούς του τους αποκαλούν Σαββαΐτες.
Πρόκειται για ένα πολύ παλιό και ιδιαιτέρως φημισμένο μοναστήρι, το οποίο ακολουθεί την οικεία σε μας εκδοχή του Χριστιανισμού. Μάλιστα, θεωρείται μία από τις σημαντικότερες μονές της Ορθοδοξίας εκτός Ελλάδας.
Το παμπάλαιο μοναστήρι της ερήμου
Όπως δείχνει το όνομά του, το μοναστήρι τιμά τον Σάββα τον Ηγιασμένο. Μια σημαντική φιγούρα των πρώτων χριστιανικών αιώνων, με κύρος και πνευματική ακτινοβολία που έφτασε έως και την Κωνσταντινούπολη της εποχής, ο οποίος καταγόταν μεν από την Καππαδοκία, μα έδρασε στην Παλαιστίνη από το 457 έως τον θάνατό του το 532, σε ηλικία 94 ετών.
Ανάμεσα λοιπόν στα συνολικά έξι μοναστήρια που ίδρυσε στην περιοχή, συγκαταλέγεται και η εν λόγω μονή, η οποία ξεκίνησε να λειτουργεί το 483, αρχικά σε μια σπηλιά αφιερωμένη στον Άγιο Νικόλαο, αντανακλώντας το ενδιαφέρον του κτήτορά της για τον ερημητισμό. Στους αιώνες που ακολούθησαν έζησαν εκεί κι άλλες σπουδαίες μορφές της ορθόδοξης πίστης – π.χ. ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός– με τις πρώτες δυσκολίες να εμφανίζονται το 614: σύμφωνα με τις πηγές, ο Άγιος Σάββας δέχτηκε τότε επίθεση για πρώτη φορά, από τους Πέρσες, η οποία άφησε 44 μοναχούς νεκρούς.
Παρ’ όλα αυτά, το μοναστήρι άντεξε και κατά την κυριαρχία των Περσών στην Παλαιστίνη και έπειτα των Αράβων (από το 638), υποφέροντας μόνο κατά περιόδους. Κατά τα λοιπά, έγινε σεβαστό από τους Μουσουλμάνους κατακτητές, ενώ φαίνεται ότι είχε καλές σχέσεις και με τους Σταυροφόρους στο διάστημα που υπαγόταν στο Βασίλειο της Ιερουσαλήμ, ιδιαίτερα κατά την περίοδο που στον θρόνο αυτού βρισκόταν η Μελισσάνθη (1131-1161). Αιτία, βέβαια, ήταν ότι, με το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων εξόριστο (το αντικατέστησε Λατινικό Πατριαρχείο, από το 1099 ως το 1187), οι Φράγκοι λόγιζαν τον εκάστοτε ηγούμενο του Αγίου Σάββα ως ηγέτη των Ορθόδοξων Χριστιανών της επικράτειάς τους.
Γύρω στο 1500, κατόπιν, οι συνεχείς επιδρομείς των Βεδουίνων οδήγησαν τη μονή σε ερήμωση, από την οποία σώθηκε το 1504, όταν πέρασε στον έλεγχο των Σέρβων, που χάρη στις πλούσιες δωρεές των Ρώσων κατάφεραν να το διοικήσουν αυτόνομα από το Πατριαρχείο των Ιεροσολύμων. Τη δεκαετία του 1630, όμως, το Πατριαρχείο μπόρεσε κι εξαγόρασε τον Άγιο Σάββα, εκμεταλλευόμενο τη χρεωκοπία των Σέρβων κατόχων του, που πλήρωσαν ακριβά το εκτεταμένο οικοδομικό πρόγραμμα στο οποίο ενεπλάκησαν. Ωστόσο δεν είναι σε αυτό που οφείλεται η σημερινή, κτιριακά μεγαλοπρεπής εικόνα: αντιθέτως, χρονολογείται στα μέσα του 19ου αιώνα και έγινε δυνατή χάρη στον σημαίνοντα ευεργέτη Ιωάσαφ από την Κρήτη.
Στις μέρες μας, όπως είπαμε, το μοναστήρι χαίρει πολύ μεγάλου σεβασμού σε διεθνές επίπεδο, όντας ευρέως αναγνωρισμένο ως ένα από τα παλιότερα χριστιανικά ιδρύματα σε ολόκληρο τον κόσμο, αλλά και ως μια πνευματική όαση μέσα στο επιβλητικό τοπίο της Ερήμου της Ιουδαίας. Επιπλέον, θεωρείται κοιτίδα του τελετουργικού τυπικού που εφαρμόζουν και οι σύγχρονοι ναοί της Ελλάδας, αφού ήταν εκεί όπου γεννήθηκε, σε πρωταρχική μορφή. Η κεντρική του εκκλησία είναι μονόκλιτη βασιλική με τρούλο, χτισμένη τον 6ο αιώνα, ενώ στην αυλή υπάρχει μια χαρακτηριστική φοινικιά, την οποία η παράδοση θέλει φυτεμένη από τον ίδιο τον Άγιο Σάββα, κατά την ίδρυση του μοναστηριού.
Λόγω της παλαιότητάς της, βέβαια, η μονή διατηρεί με ζήλο τα παλιά μοναστηριακά τυπικά, που για πολλούς μοιάζουν υπερβολικά και ξεπερασμένα πια, στους μοντέρνους μας καιρούς. Ως εκ τούτου, εξακολουθεί να αποτελεί άβατο για τις γυναίκες, στις οποίες η είσοδος επιτρέπεται μονάχα στην πύλη του Άγιου Σάββα. Εκεί, εάν το επιθυμούν, μπορούν να προσκυνήσουν τα λείψανα του αγίου –τα οποία είχαν υφαρπάξει οι Σταυροφόροι, μα επέστρεψε το Βατικανό το 1965– και να λάβουν αγίασμα και λάδι.
Πώς θα έρθετε στον Άγιο Σάββα
Το μοναστήρι είναι εύκολα προσβάσιμο, αν φροντίσετε να ξεκινήσετε από τη Βηθλεέμ (η οποία υπάγεται στην παλαιστινιακή αρχή της Δυτικής Όχθης, σημειώστε, όχι στο Ισραήλ) και διαθέτετε δικό σας αυτοκίνητο: η απόσταση ανέρχεται σε περίπου 20 χιλιόμετρα και δεν θα σας πάρει πάνω από μισή ώρα οδήγησης για να φτάσετε. Θα κατευθυνθείτε ανατολικά, προς την κωμόπολη Beit Sahour –η πλειονότητα του πληθυσμού της ακολουθεί το ελληνορθόδοξο δόγμα– όπου θα συναντήσετε πολύ κατατοπιστικές πινακίδες.
Εναλλακτικά, αν δεν έχετε δικό σας όχημα, υπάρχει και η επιλογή να πάρετε ταξί από τη Βηθλεέμ. Σας συμφέρει να διαπραγματευτείτε για ένα ταξίδι τρίωρης διάρκειας με επιστροφή (όπως συχνά κάνουν οι τουρίστες), για το οποίο θα κληθείτε να πληρώσετε γύρω στα 150 ισραηλινά σεκέλ, δηλαδή περίπου 40 ευρώ. Πριν ξεκινήσετε, ωστόσο, ενημερωθείτε για τα ωράρια του μοναστηριού –γιατί κλείνει για λίγο, όταν οι μοναχοί μαζεύονται για το μεσημεριανό τους γεύμα– ενώ λάβετε υπόψη πως τις παραδοσιακές ημέρες της νηστείας (Τετάρτη και Παρασκευή) τείνει να μη δέχεται επισκέπτες.
Διαβάστε ακόμα:
Εϊλάτ: Το παραθαλάσσιο θέρετρο του Ισραήλ που προσφέρεται για χειμερινές εκδρομές
Ιορδανία: Ένα ταξίδι-οδηγός στη χώρα του παραμυθιού και της ερήμου
Hurghada: Γαλάζια νερά και σαφάρι με φόντο τα αριστουργήματα της αρχαίας Αιγύπτου