Σε μια πλαγιά του όρους Κοτύλιο, στην ορεινή Αρκαδία στεκόμαστε με δέος μπροστά στον αριστουργηματικό ναό του Επικούριου Απόλλωνα, μνημείο UNESCO από το 1986. Υστερα παίρνουμε το δρόμο για το πετρόκτιστο, ιστορικό χωριό της Ανδρίτσαινας που απλώνεται στις υπώρειες του Λυκαίου, ιερού όρους των Αρκάδων.
Περιοχή: Δυτική Αρκαδία. Ορος: Κοτύλιο. Υψόμετρο: 1.131. Θέα: Πανοραμική. Η πρώτη φορά που αντιλήφθηκα το μεγαλείο ιότητα του ναού του Επικούριου Απολλωνα ήταν στο βίντεο του σκηνοθέτη Jean-Daniel Pollet που γυρίστηκε το 1964, και το 1965 βραβεύτηκε στη Μπιενάλε του Παρισιού. Τα ασπρόμαυρα πλάνα δείχνουν τον μεγάλο σε μήκος, ναό να δεσπόζει στο βραχώδες τοπίο των Βασσών όπως στην αρχαιότητα. Η δεύτερη φορά, ήταν όταν διάβασα πως πρόκειται για το πρώτο αρχαίο Ελληνικό μνημείο που κέρδισε διεθνή αναγνώριση το 1986, όταν συμπεριλήφθηκε στα Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Έναν χρόνο αργότερα φυλακίστηκε μέσα στο προστατευτικό του στέγαστρο. Μια λύση που θεωρήθηκε τότε προσωρινή, αλλά αναγκαία. Μετά από τόσα χρόνια, το σπουδαίο μνημείο περιμένει ακόμη να ελευθερωθεί.
Ο «Παρθενών της Πελοποννήσου»
Στα 13 χιλιόμετρα από εδώ που βρισκόμαστε απλώνονται τα ερείπια της αρχαίας Φιγαλείας. Εκεί, γύρω στον 7ο αιώνα ιδρύθηκε το πρώτο ιερό προς τιμή του Απόλλωνα. Οι Φιγαλείς ίδρυσαν νέο ναό προς τιμήν του Απόλλωνα όταν το 659 π.Χ. κατάφεραν να πάρουν πάλι πίσω την πόλη από τους Σπαρτιάτες που την είχαν καταλάβει. Τον λάτρευαν πλέον ως Επικούριο -αρωγό τους δηλαδή. Το 429 π.Χ. η λατρεία συνεχίστηκε γιατί θεώρησαν ότι ο θεός τους έσωσε από έναν θανατηφόρο λοιμό. Το 600 και το 500 π.Χ. ο αρχαϊκός ναός πέρασε από μια ή δύο οικοδομικές φάσεις, στις οποίες οι αρχαιολόγοι θεωρούν ότι μπορεί να ανήκουν αρχιτεκτονικά μέλη που έχουν βρεθεί.
Και κάπως έτσι φθάνουμε στον μεγαλοπρεπή ναό των κλασικών χρόνων που υψώνεται μπροστά μας και αρνείται να μπει στο «κάδρο» των φωτογραφιών χωρίς παραμόρφωση, αφού είναι στριμωγμένος μέσα στο στέγαστρο που δεν μας επιτρέπει πιο μακρινές λήψεις. Ακόμη κι έτσι δικαιώνει τον τίτλο «ο Παρθενών της Πελοποννήσου».
Σύμφωνα με τον περιηγητή Παυσανία που πέρασε από εδώ τον 2ο αιώνα, ο «περικαλλής ναός» ήταν δημιούργημα του Ικτίνου, αρχιτέκτονα του Παρθενώνα της Ακρόπολης. Υπήρξε, κατά τη γνώμη του, ο δεύτερος σε κάλλος και αρμονία στην Πελοπόννησο, μετά από τον ναό της Αθηνάς Αλέας στην Τεγέα.
Ο ναός που αντικρύζουμε χρονολογήθηκε γύρω στο 420 π.Χ. Oι καινοτομίες που εφαρμόστηκαν στην εξωτερική και εσωτερική μορφή και διαμόρφωση του χάρισαν ξεχωριστή θέση στην ιστορία της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής. Όπως λένε οι ειδικοί, συνδυάζει πολλά αρχαϊκά χαρακτηριστικά επηρεασμένα από τη συντηρητική παράδοση των Αρκάδων, με νέα γνωρίσματα της κλασικής εποχής: Εξωτερικά έχει δωρικό ρυθμό, εσωτερικά επικρατεί ο ιωνικός, ενώ οι κίονες στολίζονται με κορινθιακού τύπου κιονόκρανα. Μια άλλη καινοτομία είναι πως δεν έχει τον συνηθισμένο σε ναούς της Αρκαδίας προσανατολισμό από ανατολή προς δύση, αλλά από βορρά προς νότο.
Έχει 6 κίονες στις στενές και 15 στις μακρές πλευρές κι αυτό τον κάνει πιο επιμήκη, όπως συνέβαινε στους αρχαϊκούς ναούς. Στην εξωτερική του πλευρά είχε τοποθετηθεί μια δωρική ζωφόρος με μετόπες χωρίς διακόσμηση, και τρίγλυφα. Το κύριο διακοσμητικό στοιχείο του μνημείου ήταν η ιωνική ζωφόρος πάνω από τους ιωνικούς ημικίονες. Το μήκος της είναι 31 μέτρα και την αποτελούν 23 μαρμάρινες πλάκες, που θεωρούνται αριστουργήματα γλυπτικής τέχνης. Αναπαριστούν δυο αγαπημένα θέματα των αρχαίων: Στις 12 από αυτές την Αμαζονομαχία και στις υπόλοιπες 11 την Κενταυρομαχία. Γλύπτης της ζωφόρου ίσως ήταν ο Παιώνιος που φιλοτέχνησε το περίφημο άγαλμα της Νίκης στην Ολυμπία.
Τις πανύψηλες κολώνες συνδέουν και συσφίγγουν στιβαρές σκαλωσιές. Αντί να είναι κομπάρσοι, πρωταγωνιστούν. Σε ενοχλούν, όσο κι αν ξέρεις ότι είναι αναγκαίες. Σε μια από τις πινακίδες της αρχαιολογικής υπηρεσίας θα διαβάσουμε για τα διαδοχικά έργα αναστήλωσης που ξεκίνησε η Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία (1902-1908) και συνεχίστηκαν το 1965-66. Το μεγαλύτερο και πιο ολοκληρωμένο έργο έγινε από την Επιτροπή Συντήρησης Ναού Επικούριου Απόλλωνα μεταξύ 1975-2015.
Πώς έφτασε η κλεμμένη ζωφόρος στο Βρετανικό μουσείο
Ο Ικτίνιος ναός του Επικούριου Απόλλωνα παρέμεινε στην αφάνεια έως το 1765, οπότε ταυτίστηκε από τον Γάλλο αρχιτέκτονα J. Bocher. Η πρώτη ανασκαφή έγινε το 1812 από κάποιους «αρχαιόφιλους» επιστήμονες που εξασφάλισαν άδεια από τον Βελή-πασά, Τούρκο διοικητή της Πελοποννήσου.
Τότε ήλθαν στο φως οι 23 πλάκες της αριστουργηματικής ιωνικής ζωφόρου και η φήμη για την ανακάλυψή τους ταξίδεψε στην Ευρώπη. Δυστυχώς, ταξίδεψε και η ίδια η ζωφόρος. Οι μαρμάρινες πλάκες φυγαδεύτηκαν μαζί με άλλα τμήματα γλυπτών στα παράλια του Ιονίου και στη Ζάκυνθο για να καταλήξουν στο Βρετανικό μουσείο που τις αγόρασε σε δημοπρασία. Εκτίθενται εκεί από το 1815. Ελάχιστη παρηγοριά είναι πως το 1963 το Βρετανικό Μουσείο χάρισε στην Ελλάδα 23 γύψινα εκμαγεία από τις πλάκες της ζωφόρου, που βρίσκονται στη Δημόσια Ιστορική Βιβλιοθήκη της Ανδρίτσαινας.
Βγαίνοντας έξω από το στέγαστρο θα περιηγηθούμε σε μια μεγάλη καταπράσινη έκταση με διάσπαρτα άνδηρα. Περιλαμβάνουν δομικό υλικό από τον ναό που συγκεντρώθηκε, ταξινομήθηκε και τοποθετήθηκε εκεί στη διάρκεια των έργων αναστήλωσης μεταξύ 1975-2015.
(Για τη διασφάλιση της ακρίβειας των ιστορικών στοιχείων έχουμε αξιοποιήσει και το site του ΥΠ.ΠΟ).
Μια πέτρινη πολιτεία κτισμένη αμφιθεατρικά
Ερχόμενοι από τον Επικούριο Απόλλωνα θαυμάζουμε την πιο φωτογενή πλευρά της Ανδρίτσαινας που απλώνει τα αμφιθεατρικά κτισμένα σπίτια της σε υψόμετρο 760 στις πλαγιές του Λυκαίου, του ιερού όρους των Αρκάδων. Αν και ανήκει στην Ηλεία, το τοπίο γύρω είναι καθαρά αρκαδικό.
Διασχίζουμε το χωριό, τα περισσότερα μαγαζιά είναι κλειστά, οι μικρές πλατείες άδειες, ο κόσμος λιγοστός. Κτισμένο δεξιά και αριστερά του δρόμου -όπως συμβαίνει και σε δεκάδες άλλα της Πελοποννήσου- μοιάζει να μην έχει εμφανές επίκεντρο. Κι ας διαθέτει μια ωραία κεντρική πλατεία με πλατάνια. Είναι κι αυτή πάνω στη ραχοκοκαλιά όπου συγκεντρώνονται όλες οι δραστηριότητες, ορατές στα μάτια των περαστικών που ενίοτε μποτιλιάρονται στα στενά περάσματα. Ας μην το αδικούμε -άλλωστε βρεθήκαμε εδώ μια καθημερινή του χειμώνα. Και από ό,τι θα μας πουν αργότερα οι ντόπιοι, η Ανδρίτσαινα παίρνει ζωή κυρίως το Πάσχα και τον Αύγουστο.
Παρκάρουμε κοντά στην Τρανή Βρύση, δροσιζόμαστε, την παρατηρούμε: Κτισμένη το 1724 θεωρείται από τις πιο παλιές της Πελοποννήσου. Εχει 4 κρουνούς και βρίσκεται στο τρίστρατο όπου στα παλιά χρόνια κατέληγαν τα ξημερώματα οι κανταδόροι. Δεν είναι η μοναδική, το χωριό κοσμούσαν και πολλές ακόμη βρύσες, όπως του Στένι, του Ρισβάνη, το Αγιονέρι και άλλες πολλές που καταστράφηκαν.
Απέναντι από εμβληματική κρήνη δεσπόζει η μεγάλη τρισυπόστατη εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Είναι τρίκλιτη βασιλική με τρούλο και πέντε κίονες κορινθιακού ρυθμού σε κάθε πλευρά. Κτίστηκε πάνω σε βυζαντινή εκκλησία των Εισοδίων της Θεοτόκου, εγκαινιάστηκε το 1882, έπαθε ζημιές με τους σεισμούς του 1965 και αναστηλώθηκε για να λειτουργήσει ξανά από το 1976. Στη γειτονιά των Μουρμουρέικων βρίσκεται ο ναός του Αγίου Θεράποντα, ή Αγιοθαράπου, όπως τον έλεγαν οι παλιοί. Κατά την παράδοση ήταν ο πρώτος ναός της Ανδρίτσαινας -άλλωστε αναφέρεται στην απογραφή των Ενετών του 1700. Κάηκε από τους στρατιώτες του Ιμπραήμ, ξαναφτιάχτηκε στον ίδιο ρυθμό, ως σταυροειδής με τρούλο, και το 1953 επισκευάστηκε ξανά.
Περπατώντας στις γειτονιές θα δούμε τα παλιά αρχοντόσπιτα που θεωρείται πως κτίστηκαν από Λαγκαδινούς, Ηπειρώτες και Ιταλούς τεχνίτες. Είναι κεραμοσκεπή φτιαγμένα από πέτρα και ξύλο, με μεγάλη μαστοριά.
Οι ιστορικές μνήμες διατηρούνται ολοζώντανες στην Ανδρίτσαινα, μεταξύ αυτών και ο ρόλος που έπαιξε ο Πρωτοφιλικός Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος, που καταγόταν από εδώ. Ο ανδριάντας που έστησαν οι συντοπίτες του κοντά στο σπίτι του χρονολογείται από το 1932.
Το λαμπερό παρελθόν που κρύβεται στις σελίδες της ιστορίας
Μελετητές θεωρούν ότι η Ανδρίτσαινα εμφανίστηκε ως οικισμός το 900 μ.Χ. και ότι ανήκε διοικητικά στους Δεσπότες του Μυστρά, ωστόσο γραπτώς αναφέρεται πρώτη φορά στο Χρονικό του Μορέως. Μια άλλη άποψη είναι ότι ως πόλη -και μάλιστα περιτειχισμένη- εμφανίζεται το 1302.
Σύμφωνα με την τοπική παράδοση πήρε το όνομά της από τη χήρα κάποιου Αντρίκου Μουρμούρη που ήταν ο πρώτος της οικιστής. Το χάνι της Αντρίκαινας -που έμεινε να λέγεται Ανδρίτσαινας -έγινε πολύ γνωστό στους διαβάτες. Σιγά σιγά ήρθαν άνθρωποι από γύρω περιοχές, έκτισαν σπίτια γύρω από το χάνι και έτσι συγκροτήθηκε η πρώτη γειτονιά, τα Μουρμουρέικα. Σταδιακά έφτασαν τις 20.
Επί Ενετοκρατίας η Ανδρίτσαινα έγινε πολιτικό, εμπορικό και θρησκευτικό κέντρο. Το 1700 λειτουργούσαν εμπορικά καταστήματα, εργαστήρια, υφαντουργεία, βυρσοδεψεία. Το 1769 οι κάτοικοι πήραν μέρος στα Ορλωφικά και ως αντίποινα ο οικισμός κάηκε από τους Αρβανίτες. Η δεύτερη καταστροφή έγινε από τα στρατεύματα του Ιμπραήμ το 1826, ως αντίποινα για το ρόλο που έπαιξαν οι αγωνιστές του στην Επανάσταση του ’21.
Όμως η Ανδρίτσαινα ξανασήκωσε ψηλά το κεφάλι. Ανθισε ξανά στον μεσοπόλεμο -μεταξύ 1924-1940- και μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο. Αρωγός, όπως των αρχαίων Φιγαλιαίων, έγινε ο Επικούριος Απόλλωνας που προσέλκυε χιλιάδες επισκέπτες. Λειτούργησαν πολλές σχολές: ταπητουργική, τυροκομική, κοπτικής-ραπτικής, έως και χοροδιδασκαλείο. Υπήρχαν βιβλιοπωλεία, ραφτάδικα, κουρεία, σιδηρουργεία, κασσιτεροποιεία (γανωματάδικα), σαγματοποιεία (σαμαρτζίδικα), καπελάδικα. Υπήρχαν τρεις μύλοι και ένα μεταλλείο που έβγαζε μαγγάνιο. Οργανώνονταν χοροεσπερίδες και οι κυρίες ράβονταν με υφάσματα που έκαναν εισαγωγή από το εξωτερικό.
Λόγω της μεγάλης τουριστικής κίνησης αλλά και του Παζαριού που συγκέντρωνε κόσμο από όλη την περιοχή, λειτουργούσαν «ξενοδοχεία ύπνου», κρασοπουλιά και ταβέρνες όπου μαγείρευαν στη φουφού. Η Ανδρίτσαινα ήταν από τα πρώτα χωριά που απέκτησαν τυπογραφείο -το πρώτο μάλιστα ήταν χειροκίνητο, λειτούργησε το 1892. Από το 1926 και μετά υπήρξαν κι άλλα. Η ιστορική εφημερίδα Νέος Ορίζων, μάλιστα, εκδίδεται ακόμη ανελλιπώς.
Πρωτιές καταγράφηκαν και στον τομέα της εκπαίδευσης: έγγραφα αποδεικνύουν ότι σχολείο στην Ανδρίτσαινα λειτούργησε από το 1783. Το 1843 στα δημοτικά σχολεία αρρένων και θηλέων προστέθηκε Ελληνικό Σχολείο (Σχολαρχείο). Η έφεση των κατοίκων προς τη γνώση ώθησε τον Κωνσταντίνο Αγαθόφρωνα Νικολόπουλο να δωρήσει στον δήμο τη σπουδαία συλλογή του που φιλοξενεί η Δημοτική Ιστορική Βιβλιοθήκη.
Το 1959 ο ΕΟΤ θα επιλέξει το χωριό για να δημιουργήσει ένα από τα Ξενία του (Θεοξένια σήμερα). Φέρει την υπογραφή της ομάδας του Άρη Κωνσταντινίδη με επικεφαλής την Κ. Διαλεισμά. Το μεγάλο μοντέρνο κτίσμα αντλεί έμπνευση από την παράδοση και έχει μεγάλους κοινόχρηστους χώρους.
Το Λαογραφικό Μουσείο και η Δημόσια Ιστορική Βιβλιοθήκη
Ακριβώς πάνω από τηn Tρανή Βρύση βρίσκεται το ενδιαφέρον Λαογραφικό Μουσείο όπου θα μάθουμε πολλά για το σπουδαίο παρελθόν του οικισμού. Ιδρύθηκε από τον «Εξωραϊστικό Σύλλογο Γυναικών Ανδρίτσαινας» το 1981. Περιλαμβάνει περίπου 4.000 εκθέματα και στεγάζεται στο τριώροφο αρχοντικό του Γεωργίου Κανελλοπούλου του 1847, που δωρίστηκε στον σύλλογο από την τελευταία απόγονο της οικογένειας. Μεταξύ πολλών άλλων θα δούμε την πλήρη οικοσκευή του σπιτιού, παραδοσιακές φορεσιές, ένα παλιό κουρείο κ.α.
Την επόμενη μέρα θα ξεναγηθούμε στην καταπληκτική Δημόσια Ιστορική Βιβλιοθήκη της Ανδρίτσαινας. Είναι μια από τις σημαντικές ιστορικές βιβλιοθήκες της Ελλάδας και υπάγεται στο Υπουργείο Παιδείας. Αφετηρία της δημιουργίας της αποτέλεσε η συλλογή του Κωνσταντίνου Αγαθόφρωνα Νικολόπουλου που περιλαμβάνει 6.500 σπάνιους τόμους. Αργότερα δωρήθηκε η συλλογή 4.500 τόμων του Ευάγγελου Καλλανιώτη. Στην αίθουσα με το όνομά του θα αντικρίσουμε απλωμένα στους τοίχους τα περίφημα αντίγραφα της ιωνικής ζωφόρου που κοσμούσε τον ναό του Επικούριου Απόλλωνα. (www.andritsainalibrary.gr).
Διαμονή και φαγητό
Ξενοδοχείο Αρχοντικόν (26260 22401 και στο facebook).
Πέτρινο κτίριο με αυλές και δωμάτια που έχουν παραδοσιακή διακόσμηση. Υπάρχει σάλα για πρωινό. Λειτουργεί όλο το χρόνο.
Θεοξένια (22260 22219)
To πρώην Ξενία είναι ανοιχτό από την 1η Απριλίου ως τα Χριστούγεννα. Έχει γίνει πλήρης ανακαίνιση σε 13 δωμάτια (από τα 27 στα οποία έγινε η αρχική ανακαίνιση). Υπάρχει μεγάλη αίθουσα πρωινού, μπαρ και βεράντες.
Για φαγητό μπορείτε να καθίσετε στον εστιατόριο Συνταγές Μαγειρικής (ανοίγει από Παρασκευή-Κυριακή), και σερβίρει μαγειρευτά και ψητά. Επίσης, στο Πεύκο, με σπιτικά μαγειρευτά και της ώρας. Για καφέ, γλυκό, ποτό και κοκτέιλ υπάρχει ο πολύ ωραία διακοσμημένος Κόκκινος Μύλος.
Διαβάστε ακόμα:
Αποστολή στην Καρύταινα: Το κάστρο, το «σπίτι του Κολοκοτρώνη» κι ένα μυθικό γεφύρι
Κλειτορία Αχαΐας: Καταπράσινο τοπίο με φόντο τις ομορφιές του Χελμού
8 μυθικές εμπειρίες στον Όλυμπο με φόντο τα σύννεφα και το άπειρο