Χαριά μπορεί να υπάρχει και στην Ηλεία (κοντά στον Πύργο), εδώ όμως αναφερόμαστε στη Χαριά της Λακωνίας: ένα χωριό στα ιστορικά εδάφη της Μάνης, το οποίο μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα προβεβλημένο από το ταξιδιωτικό ρεπορτάζ της ιντερνετικής εποχής, όμως είναι αρκούντως οργανωμένο ώστε να προσφέρει μια αυθεντικά ρουστίκ εμπειρία στους επισκέπτες του. Όπως και υπέροχη θέα στη θάλασσα, η οποία βρίσκεται μόλις 2 χιλιόμετρα πιο πέρα, δίνοντας έτσι μια πρώτης τάξης ευκαιρία να θαυμάσετε τον ήλιο να δύει με φόντο τον κόλπο του Διρού.
Αρκετοί από όσους έρχονται ως εδώ, βέβαια, τείνουν να πιστέψουν ότι η μικρή, ήσυχη Χαριά είναι απλώς ένα τμήμα του πιο γνωστού χωριού Πύργος Διρού –με τους περίφημους μανιάτικους πύργους, που έχουν χαρακτηριστεί και επισήμως ως διατηρητέα μνημεία. Κι αυτό γιατί η μεταξύ τους απόσταση ανέρχεται σε μόλις 1,5 χιλιόμετρο.
Ωστόσο η Χαριά είναι αυτόνομος οικισμός, χτισμένος σε υψόμετρο 190 μέτρων στο τοπικό βουνό Προφήτης Ηλίας (πιο γνωστό στους ντόπιους ως Σαγιάς ή και ως «Σαγγιάς», μερικές φορές), το οποίο θεωρείται κομμάτι του κάτω τμήματος της επιβλητικής οροσειράς του Ταϋγέτου. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011, το χωριό έχει 63 κατοίκους.
Ο Πέτρος Αραπάκης και ο πύργος της οικογένειάς του
Η ίδρυση της Χαριάς χάνεται στον χρόνο: δεν έχουμε επαρκείς πηγές ώστε να προσδιορίσουμε την παλαιότητά της ή τις ρίζες της ονομασίας της. Ωστόσο είμαστε σίγουροι ότι στην περιοχή της υπήρχε κατοίκηση κατά τα χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, γιατί οι τοπικές εκκλησίες του Αγίου Θεόδωρου και του Αγίου Γεωργίου χρονολογούνται με ασφάλεια στον 12ο αιώνα.
Περισσότερα πράγματα γνωρίζουμε από τον 19ο αιώνα, αφενός λόγω της συμμετοχής του χειρούργου Ηλία Αραπάκη στην Επανάσταση του 1821, αφετέρου λόγω της δράσης του εγγονού του, Πέτρου Αραπάκη. Γεννημένος στη Χαριά το 1879, ο τελευταίος ήταν αποδεδειγμένα ο πρώτος άνθρωπος που μπήκε στο άγνωστο μέχρι τότε σπήλαιο της Βλυχάδας (1903), πριν βρεθεί στο Λονδίνο, όπου σπούδασε εμποροπλοίαρχος. Λίγο μετά σχεδίασε κι έναν ναυτικό χάρτη που (λέγεται ότι) θεωρήθηκε ιδιαιτέρως αξιόπιστος.
Εκείνο που τον έκανε διάσημο, όμως, ήταν η απόφασή του να πραγματοποιήσει τον γύρο του κόσμου, προκειμένου να κερδήσει ένα στοίχημα που έβαλε με δύο άλλους εμποροπλοιάρχους, ότι οι Έλληνες ήταν ο καλύτερος ναυτικός λαός στον πλανήτη. Για τον σκοπό αυτό απέπλευσε τον Μάιο του 1910 από το Burrureg της δυτικής Αυστραλίας, επιβαίνοντας στο μικρό ιστιοφόρο «Πανδώρα», ιδιοκτησία της γυναίκας του Cecilia Adams. Μαζί του ήρθε και ο ένας από τους δύο εμποροπλοιάρχους με τους οποίους στοιχημάτισε, ο Άγγλος John Blythe.
Η ναυτική ιστορία κατέγραψε ότι υπήρξαν οι πρώτοι άνθρωποι που περιέπλευσαν το ακρωτήριο Χορν της Νοτίου Αμερικής κινούμενοι από τη δύση προς την ανατολή (Ιανουάριος 1911), έστω κι αν υπέστησαν ζημιές κάνοντάς το, που τους ανάγκασαν να σταθμεύσουν για επισκευές στα νησιά Φώκλαντ. Από εκεί, κατόπιν, κατόρθωσαν κι έφτασαν στη Νέα Υόρκη, όπου έγιναν δημοφιλές θέμα στις εφημερίδες της εποχής.
Αφού έμειναν ένα διάστημα στην αμερικάνικη μεγαλούπολη, οι δύο φίλοι απέπλευσαν με στόχο να φτάσουν στο Λονδίνο κι από εκεί να μπουν στη Μεσόγειο Θάλασσα, πλέοντας ως τον Πειραιά. Έπειτα το πλάνο ήταν να διέσχιζαν τη διώρυγα του Σουέζ, ώστε να ολοκλήρωναν το ταξίδι τους μέσω Ινδικού Ωκεανού, επιστρέφοντας στην Αυστραλία. Ωστόσο ο Ατλαντικός αποδείχθηκε πολύ ζόρικη υπόθεση για το μικρό ιστιοφόρο: έπειτα από τον Μάρτιο του 1911, όταν τους συνάντησε ένα υπερωκεάνειο στα ανοιχτά της Ισπανίας, δεν ξανάκουσε ποτέ κανείς για τον Αραπάκη και τον Blythe.
Η οικογένειά του συνέχισε την πορεία της, από εκεί και πέρα. Ο αδερφός του, μάλιστα, ο Ιωάννης Αραπάκης έγινε ονομαστός γιατρός στην Αθήνα του Μεσοπολέμου και διατέλεσε και δήμαρχος Καλλιθέας από το 1933 ως το 1941. Σε νεότερα χρόνια, πάλι, ο εντυπωσιακός και εξαίσια διατηρημένος πύργος της οικογένειάς τους αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα για όσους ανακάλυψαν αυτή την πλευρά της λακωνικής Μάνης –χάρη κυρίως στην τουριστική ανάδειξη των περίφημων Σπηλαίων του Διρού. Στις μέρες μας λειτουργεί πλέον ως ξενοδοχείο. Επιπλέον, ένα από τα νεότερα ξενοδοχεία που άνοιξε στο χωριό ονομάστηκε «Πανδώρα», τιμώντας έτσι το πλοίο του Πέτρου Αραπάκη.
Πώς θα έρθετε στη Χαριά
Η Χαριά βρίσκεται πολύ κοντά στην Αρεόπολη, η οποία απέχει μόλις 4 χιλιόμετρα. Από την Καλαμάτα απέχει 80 χιλιόμετρα και θα σας πάρει γύρω στη 1,5 ώρα για να φτάσετε εδώ. Αν πάλι ξεκινήσετε απευθείας από την Αθήνα, θα χρειαστεί να διανύσετε 280 χιλιόμετρα. Θα ακολουθήσετε την εθνικό οδό προς Τρίπολη κι από εκεί θα βγείτε στην έξοδο 10 (προς Τεγέα και Σπάρτη), κινούμενοι έπειτα προς Γύθειο και Αρεόπολη. Αφού προσπεράσετε την τελευταία με κατεύθυνση τα Σπήλαια Διρού θα στρίψετε δεξιά απέναντι από το βενζινάδικο της BP και δεν θα αργήσετε να δείτε το χωριό. Συνολικά υπολογίστε ότι το ταξίδι θα διασκέσει περίπου 3,5 ώρες.
Φτάνοντας στη Χαριά, όπως είπαμε, δεν θα δυσκολευτείτε να βρείτε υποδομές για διαμονή. Πέρα από το ξενοδοχείο που λειτουργεί στον Πύργο Αραπάκη και το προαναφερθέν κατάλυμα «Πανδώρα», θα βρείτε λ.χ. και τον όμορφο παραδοσιακό ξενώνα «Καταφύγι». Το χωριό προσφέρει και μερικά ακόμα αξιοθέατα, όπως λ.χ. τον Πύργο Σούμπαση ή τις βυζαντινές εκκλησίες του Αγίου Θεόδωρου (η οποία είναι μονοκάμαρη) και του Αγίου Γεωργίου, ενώ οι φίλοι της πεζοπορίας αξίζει να ακολουθήσουν το ιστορικό μονοπάτι Αρεόπολη-Χαριά-Πύργος Διρού. Σημειώστε ωστόσο ότι εδώ δεν υπάρχουν ταβέρνες, οπότε για φαγητό θα πρέπει να φροντίσετε να μεταβείτε είτε στην Αρεόπολη, είτε στον Πύργο Διρού.
Διαβάστε ακόμα:
Διρός: Το σπήλαιο της Μάνης με τους θεαματικούς σταλακτίτες, που το διασχίζεις με βάρκα
Κρεμαστή: Ένα γραφικό χωριό μέσα στα πεύκα και στα έλατα της ορεινής Λακωνίας
Αποσκιερή Μάνη: Πυργόσπιτα, συγκλονιστικές θάλασσες και άγρια ομορφιά