Δεν είναι πολλοί οι προορισμοί στην Ελλάδα που δεν τους έχει επηρεάσει η άκρατη τουριστική ανάπτυξη, θετικά ή αρνητικά. Ένας από αυτούς τους τόπους είναι και η περιοχή του Πάρνωνα, είτε μιλάμε για τα ορεινά του τμήματα, είτε για τα παραλιακά.
Ανέκαθεν, βέβαια, αυτή η νότια περιοχή της Αρκαδίας ήταν δύσβατη και δύσκολα προσεγγίσιμη. Μάλιστα, μόλις κάποια χρόνια πριν δεν έφτανες εδώ με αυτοκίνητο ή έφτανες με πολύ κόπο. Με αποτέλεσμα το Λεωνίδιο να εξυπηρετείται καλύτερα από την ακτοπλοϊκή γραμμή του Αργοσαρωνικού που πέρναγε από Ύδρα και Σπέτσες, φτάνοντας μέχρι την Πλάκα (το επίνειό του).
Ακόμα και τώρα, όταν ξεκίνησα προς τον Πάρνωνα περνώντας από το Άστρος Κυνουρίας και διασχίζοντας όλη την ακτογραμμή μέχρι το Λεωνίδιο –με τον δρόμο κρεμασμένο στο βουνό πάνω από τη θάλασσα– βρήκα το ταξίδι κουραστικό, παρότι σίγουρα αποζημιώνεσαι από την ομορφιά του τοπίου και των παραλιών που βρίσκεις με μικρές κατεβασιές. Όμως δεν γίνεται να τα έχεις όλα: και ησυχία και αυθεντικότητα και ιδιωτικότητα και άνεση και μακριά από τα στίφη των τουριστών. Τα καλά κόποις κτώνται.
Πρώτη στάση στο Λεωνίδιο, λοιπόν, με τον συγκλονιστικό κοκκινόβραχο στο πίσω μέρος του –κάθετος, λες κι αγκαλιάζει και προστατεύει τη μικρή πόλη. Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια έχει γίνει και παγκόσμιος αναρριχητικός προορισμός, διαθέτοντας εκατοντάδες διαδρομές, που φέρνουν εκεί χιλιάδες επισκέπτες από όλον τον κόσμο (κυρίως τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο, Οκτώβριο και Νοέμβριο). Προσφέροντας έτσι μια ουσιαστική οικονομική ένεση στο τουριστικό προϊόν της περιοχής.
Το Λεωνίδιο διαθέτει και αρχοντόσπιτα τόσο παλιά, ώστε κάποια από αυτά είδαν τους πολεμιστές της Επανάστασης του 1821 να αγωνίζονται για την απελευθέρωση της χώρας. Πολλά, είτε με ευθύνη του δήμου, είτε των κληρονόμων, είναι πλέον επισκέψιμα. Η περιήγηση σε στέλνει σε άλλους ιστορικούς και ηρωικούς χρόνους.
Την καλοκαιρινή περίοδο η περιοχή σφύζει από ζωή
Επίνειο του Λεωνιδίου είναι όπως είπαμε η Πλάκα, με τον ντόκο, το λιμανάκι (όπου κάποτε έπιαναν τα πλοία) και τη γοητευτική βοτσαλωτή παραλία παραδίπλα, αλλά και με τα ταβερνάκια που θα δείτε αραδιασμένα στα μουράγια και το ποταμάκι που χύνεται στη θάλασσα. Παραθεριστές μαζεύονται βέβαια και λίγο δεξιότερα, στα Πούλιθρα, με την τεράστια παραλία –κι αυτή βοτσαλωτή, πεντακάθαρη κι απάνεμη, με ταβερνάκια και εστιατοριάκια.
Μη διστάσετε να ακολουθήσετε έναν δρόμο γεμάτο στροφές, που φεύγει από τα Πούλιθρα με προορισμό την παραλία του Φωκιανού. Ακολουθεί μία διαδρομή μέσα από χαράδρες και βουνά, η οποία φτάνει στην κορύφωσή της σε ένα απίστευτο οροπέδιο, κατάφυτο με χαμηλή βλάστηση. Περνάει όμως και από το Πηγάδι: ένα γλυκύτατο και απομονωμένο ορεινό χωριό, από όπου φτάνει κατόπιν στη θάλασσα, μέσω ενός συγκλονιστικού κατεβάσματος.
Η παραλία του Φωκιανού είναι η μοναδική της περιοχής, με ελάχιστα κτίσματα τα 2-3 ταβερνάκια που προσφέρουν ξαπλώστρες και ομπρέλες σε έναν ιδιαίτερα κλειστό κόλπο, ο οποίος μοιάζει παραδεισένιος. Δίπλα της, αν προχωρήσετε στον μικρό χωματόδρομο προς τα αριστερά (όπως βλέπουμε τη θάλασσα), θα συναντήσετε έναν ακόμα μικρό κολπίσκο με καταπράσινα, πεντακάθαρα νερά και ήρεμα βράχια. Θα σας παραπέμψει σε διακοπές άλλων εποχών.
Ο παραποτάμιος δρόμος του Λεωνιδίου, τώρα, αφήνει την πόλη με κατεύθυνση τα ορεινά χωριά του Πάρνωνα. Μάλιστα, βγαίνοντας προς τα εκεί, θα συναντήσετε και ταμπέλες γραμμένες στα τσακώνικα, έχοντας από κάτω τη μετάφραση στα νεοελληνικά. Η τσακώνικη κατάγεται από τη Δωρική διάλεκτο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και μετρά ακόμα αρκετούς ομιλητές στο νότιο αυτό κομμάτι της Αρκαδίας.
Η περιοχή λεγόταν Τσακωνιά και σήμερα Κυνουρία
Το ανάγλυφο της περιοχής είναι σκληρό και μάλλον ξεκομμένο από την υπόλοιπη Πελοπόννησο. Εδώ ζούσαν οι Τσάκωνες, πληθυσμός κτηνοτρόφων και χτιστών, που έστηναν τα χωριά τους στη βάση του ελατόδασους και τον χειμώνα τα εγκατέλειπαν, καταφεύγοντας σε πιο ήπια χειμαδιά.
Ο Πάρνωνας, εντωμεταξύ, έχει δημιουργήσει ένα σύμπλεγμα μοναδικό. Το ποικιλόμορφο ανάγλυφό του σχηματίζεται από πανέμορφα οροπέδια, πλήθος αλπικών βουνοκορφών, φαράγγια απαράμιλλης και άγριας ωραιότητας, βαθιές χαράδρες και κοιλάδες. Πηγές, τρεχούμενα νερά και τρία ποτάμια-χείμαρροι πηγάζουν από τις πλαγιές της οροσειράς, καταλήγοντας στον Αργολικό Κόλπο: ο Τάνος, ο Βρασιάτης και ο Δαφνώνας. Ψηλότερη κορυφή του είναι η Μεγάλη Τούρλα (ή Κρόνιο), με υψόμετρο 1.936 μέτρων.
Με εξαίρεση τις ψηλές κορυφές του, ο Πάρνωνας είναι βουνό με πλούσια βλάστηση, που ακόμη και στις εκτάσεις του που καλύπτονται από πουρνάρια δείχνει καταπράσινο. Κατά τα λοιπά εδώ αναπτύσσονται πολλά δάση, αποτελούμενα από μαύρη πεύκη, κεφαλληνιακή ελάτη, μηλόκεδρους, βελανιδιές, πλατάνια, καστανιές και χαρουπιές.
Αλλά ας έρθουμε στη διαδρομή
Ο δρόμος που πήραμε από το Λεωνίδιο συνεχίζει με στροφές δίπλα στην κοίτη του ποταμού για αρκετό διάστημα, σε ένα υποβλητικό τοπίο γεμάτο χαράδρες και κάθετους γκρεμούς. Κάποια στιγμή το βλέμμα πέφτει στην κρεμασμένη και χτισμένη μέσα στο βράχο Ιερά Μονή της Παναγίας της Ελώνης, η οποία λειτουργεί από το 1688. Δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς κατάφεραν να χτίσουν όλο αυτό το συγκρότημα μέσα σε ένα τόσο σπηλαιώδες σημείο. Η θέα από χαμηλά είναι εντυπωσιακή. Λίγα χιλιόμετρα μετά, ο δρόμος στρίβει αριστερά, επιτρέποντάς σου να φτάσεις στην πύλη του μοναστηριού.
Φεύγοντας από τη μονή, το πρώτο χωριό που συναντά κανείς είναι ο Κοσμάς, με τη μεγάλη πλατεία και τις σκιές από τα πλατάνια τριγύρω της, τα ζαχαροπλαστεία, τα καφέ και τα ταβερνάκια. Τα καλντερίμια του και τα πέτρινα (δίπατα, συνήθως) σπίτια είναι χτισμένα από τη φαιά πέτρα του Πάρνωνα, η οποία υπάρχει παντού σε αφθονία.
Από τον Κοσμά πήρα έναν δρόμο που βγάζει στο Πλατανάκι και από εκεί στο Πολύδροσο ή Τζίτζινα. Επίσης πανέμορφο χωριό της περιοχής, πετρόκτιστο όπως τα περισσότερα, το οποίο αρθρώνεται σε δύο πλαγιές μιας χαράδρας. Εδώ μπορείς να μείνεις και να φας, μιας και υπάρχουν υποδομές. Επιβάλλεται βέβαια μια επίσκεψη στη Μονή των Αγίων Αναργύρων, μέσα στις πλαγιές του Πάρνωνα –είναι πανέμορφη και εντυπωσιακή. Αλλά και το εκκλησάκι του Άη Γιάννη σε προκαλεί να το επισκεφθείς, χτισμένο ως είναι μέσα σε μια σπηλιά, απέναντι από το χωριό Πρυτανείο.
Από εδώ αξίζει να κάνετε βόλτα στα κοντινά Βέρεια, αλλά και στους Αγριάνους: ένα καλοσυντηρημένο, γλυκύτατο χωριό, με ωραιότατη πλατεία με την εκκλησία της και τον αιωνόβιο πλάτανό της, αλλά και με δύο ταβερνάκια που τα λειτουργούν κτηνοτρόφοι της περιοχής. Η διαδρομή συνεχίζει έπειτα προς Καστάνιτσα –ένα πανέμορφο κεφαλοχώρι της Κυνουρίας με πετρόκτιστα καστρόσπιτα, έτοιμα θαρρείς να αντιμετωπίσουν πάσης φύσεως εισβολή.
Κατόπιν φτάνεις σε χωριά και σε οικισμούς που καθένα έχει τη δική του ομορφιά, όλα όμως δείχνουν γοητευτικά και είναι έτοιμα να σε φιλοξενήσουν, αν το επιθυμείς. Η Σίταινα, ο Πλάτανος –όνομα και πράγμα, μιας και περιβάλλεται με εκατοντάδες αιωνόβια πλατάνια, ενώ διαθέτει και σοκάκια όπου δεν μπαίνει αυτοκίνητο– ο Χάραδρος δίπλα του, το Κορακοβούνι και οι υπέροχοι καταρράκτες της Λεπίδας, στο ομώνυμο φαράγγι.
Δίπλα τους βρίσκεται το χωριό του Αγιάννη και λίγο μετά η εντυπωσιακή Μονή Μαλεβής, τεράστια και επιβλητική. Γύρω της υπάρχει δάσος δενδρόκερδου μοναδικό στην Ευρώπη, το οποίο έχει χαρακτηρισθεί σαν διατηρητέο μνημείο της φύσης και έχει ενταχθεί στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Natura 2000, με καθεστώς προστατευόμενης περιοχής. Μοναδικής ομορφιάς είναι όμως και το καστανόδασος της Καστάνιτσας, καθώς και το δρυόδασος Σέλας της Σίταινας.
Στην πορεία της επιστροφής
Αρχίζοντας έπειτα την πορεία επιστροφής, από τον Αγιάννη υπάρχει δρόμος που σε βγάζει στον Άγιο Πέτρο –άλλο ένα κεφαλοχώρι, από τα πρώτα που απέκτησαν τουριστική κίνηση στην περιοχή. Εκεί κοντά και οι διάσημες Καρυές: πετρόκτιστο, πανέμορφο και ζωντανό χωριό, που σε υποδέχεται με τους τρεις αιωνόβιους πλάτανους του Μενέλαου (ο θρύλος τους θέλει να φυτεύτηκαν από τον ομηρικό βασιλιά της Σπάρτης) και το ομοίωμα των Καρυάτιδων του Ερεχθείου της Ακρόπολης των Αθηνών, αφού ένας ακόμα τοπικός μύθος λέει ότι οι Καρυάτιδες νύμφες ξεκίνησαν από εδώ. Σίγουρα πάντως εκκινούν πολλά σηματοδοτημένα μονοπάτια, στις δικές μας ημέρες, τα οποία αξίζει και να ανακαλύψετε και να περιδιαβείτε.
Επόμενο αξιόλογο σημείο της διαδρομής είναι το χωριό καταγωγής του Σταύρου Νιάρχου: η Βαμβακού, την οποία κι έχει αναλάβει να αναβιώσει το Ίδρυμα Σταύρου Νιάρχου, μέσα από το πρόγραμμα Vamvakou Revival. Aρκετοί κάτοικοι έχουν επιστρέψει, ενώ ομάδα από το πρόγραμμα έχει ήδη κάνει πολλά, μετατρέποντας π.χ. το σχολείο του χωριού σε τεχνολογικό και πολιτιστικό κέντρο. Περιλαμβάνεται επίσης μια σειρά δράσεων ανάδειξης των προϊόντων της περιοχής, που έχει ήδη ξεκινήσει. Από τη Βαμβακού, μέσα από τα Βρέσθενα, ο δρόμος θα σας βγάλει στα Σελλασία και από εκεί επιστροφή στη βάση μας.
Κοντά στη Βαμβακού, εντωμεταξύ, βρίσκεται και το καταφύγιο του Πάρνωνα –στη θέση Αρνόμουσγα, σε υψόμετρο 1.420 μέτρων. Το καταφύγιο δεν διαθέτει ρεύμα, έχει όμως τζάκι, σόμπα και οργανωμένη κουζίνα με γκάζι για μαγείρεμα, καθώς και εσωτερικές τουαλέτες. Νερό παρέχεται από φυσική πηγή (λέγεται κι αυτή Αρνόμουσγα), σε απόσταση 200 μέτρων. Λόγω της μηδενικής φωτορύπανσης, μάλιστα, η περιοχή θεωρείται ιδανική για ερασιτέχνες αστρονόμους, οι οποίοι κάθε χρόνο μαζεύονται εδώ και πραγματοποιούν αστροπαρατηρήσεις. Από εδώ ξεκινάει και η διαδρομή για τη Μεγάλη Τούρλα.
Διαμονή
Δύο αρχοντικά στο Λεωνίδιο που θα σας βάλουν στην ατμόσφαιρά του είναι το «Αρχοντικό Χιώτη», με πισίνα και σπα και το «Αρχοντικό Χατζηπαναγιώτη», μέσα στα σοκάκια της κωμόπολης. Στα Πούλιθρα το «Βυζαντινό» μοιάζει να είναι το καλύτερο κατάλυμα της περιοχής, ενώ στα Τζίτζινα το «Πρυτανείο» θεωρείται πόλος έλξης και λόγω της θέσης του, αλλά και για τα δωμάτιά του και τη γενικότερη φιλοξενία του.
Στον Άγιο Πέτρο ο «Μαλεβός» συνεχώς βελτιώνεται, ανακαινίζοντας και τον εξωτερικό του χώρο, πράξη που τον μετέτρεψε σε ένα από τα πιο συμπαθητικά καταλύματα της περιοχής. Στο χωριό Βαμβακού, πάλι, το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος είναι έτοιμο να σας φιλοξενήσει στη «Ρούγα» του, με υψηλού επιπέδου παροχές.
Φαγητό
Αυτό που αξίζει τον κόπο γαστρονομικά στην περιοχή είναι να δοκιμάσει κανείς τις πρώτες ύλες, που είναι όλες εξαιρετικές. Κι αυτό, φυσικά, αφορά και την περίφημη τσακώνικη μελιτζάνα, αλλά και τα αρνιά και τα κατσίκια ελευθέρας βοσκής, τα κοκόρια, τις γκόγκες (φρέσκο χειροποίητο ζυμαρικό), τα αποξηραμένα χόρτα και τα ολόφρεσκα ψάρια. Όλα αυτά τα υλικά θα τα απολαύσετε μαγειρεμένα στα παρακάτω μέρη.
Στο καφέ-εστιατόριο «Βουρέικο», που έχει αναβιώσει το Ίδρυμα Νιάρχου στη Βαμβακού. Στον «Ναύαρχο», στην εντυπωσιακή πλατεία του Κοσμά, κάτω από τα πλατάνια. Στο «Κουκουνάρι» στα Τζίτζινα, όπου η Ιφιγένεια βάζει τη δική της σφραγίδα στη ντόπια κουζίνα, καθώς και στον «Bazaro», δίπλα στην πλατεία του Αγίου Πέτρου.
Κινούμενοι παραλιακά, θα βρείτε το «Μυρτώο» στα Πούλιθρα με ψαγμένη κουζίνα και λίστα μπύρας και κρασιού, τη «Μητρόπολη» στο Λεωνίδιο –η καλύτερη ελληνική κουζίνα της περιοχής– και την «Ταβέρνα του Ψαρά» στην Πλάκα. Παντού, βέβαια, πρωτοστατεί η τσακώνικη μελιτζάνα, ενώ και τα θαλασσινά έρχονται ολόφρεσκα στο τραπέζι σας.
Διαβάστε ακόμα:
Ανοιξιάτικη περιήγηση στην Αρκαδία -H εμπειρία της εξερεύνησης ενός μυθώδους τόπου
Ένα καφενείο όπου φτιάχνετε μόνοι σας τον καφέ σας στην Ορεινή Αρκαδία -Βγαλμένο από ελληνική ταινία