Το Ταίναρο ηχεί γνώριμο από τα σχολικά χρόνια, αφού είναι τότε που μαθαίνουμε ότι πρόκειται για το νοτιότερο άκρο όχι μόνο της ηπειρωτικής Ελλάδας, αλλά και όλης της Βαλκανικής Χερσονήσου. Στην πραγματικότητα, όμως, λίγοι έχουν φτάσει μέχρι εκεί προκειμένου να θαυμάσουν το απόκοσμο και αρχαίο του τοπίο, με τα απόκρημνα βράχια, τα ξέφρενα κύματα και τους υπήνεμους, φυσικά προστατευμένους όρμους.

18

Το ακρωτήρι βρίσκεται στο μεσαίο από τα τρία «πόδια» της Πελοποννήσου, ανάμεσα σε δύο θαλάσσιους κόλπους: από τη μία το βρέχει ο Μεσσηνιακός, από την άλλη ο Λακωνικός. Διοικητικά και γεωγραφικά ανήκει στο λακωνικό κομμάτι της Μάνης, έχοντας άμεσες σχέσεις με τους οικισμούς γύρω από τον όρμο Στέρνες (Πόρτο Στέρνες), 2 χιλιόμετρα βορειότερα.

Το Ταίναρο θα το ακούσετε να λέγεται και Κάβο Ματαπάς. Πρόκειται για όρο που διαδόθηκε μεν από τη νεότερη γλώσσα των ναυτικών (οι οποίοι ήδη από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας το χρησιμοποιούσαν ως μεζούρα μέτρησης θαλάσσιων αποστάσεων), μα έχει αρχαίες καταβολές, καθώς αντανακλά την ονομασία «Μεταπέα Άκρα» που μας είναι γνώριμη από τις πηγές.

Η πύλη του Άδη, τα ρωμαϊκά λουτρά και τα «αφανή νερά»

Για την αρχαία Ελλάδα η «Μεταπέα Άκρα» αποτελούσε πύλη εισόδου για τον κόσμο των νεκρών: είναι από εκεί, σύμφωνα με τους μύθους, όπου κατέβηκε ο Ηρακλής στον Άδη. Γι’ αυτό και στα ανατολικά του ακρωτηρίου μαρτυρείται ότι βρισκόταν ψυχοπομπείο μέσα σε σπήλαιο.

Αν γνωρίζουμε κάτι με βεβαιότητα, είναι ότι το Ταίναρο υπαγόταν στο ομώνυμο πόλισμα που είχε χτιστεί στο σημερινό Πόρτο Στέρνες. Οι παλιότεροι κάτοικοί του λάτρευαν τον Ήλιο, αλλά ως τα κλασικά χρόνια κυρίαρχος θεός ήταν πλέον ο Ποσειδώνας, ο οποίος διέθετε εδώ ένα διάσημο ιερό, που λειτουργούσε και ως νεκρομαντείο. Τα ερείπιά του είναι ακόμα ορατά, καθώς και επισκέψιμα.

Στα μεσαιωνικά χρόνια το Ταίναρο έγινε διαβόητο ορμητήριο πειρατών –με τα εμπορικά πλοία να το αποφεύγουν επιμελώς– ενώ κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου διεξήχθη η Ναυμαχία του Ταινάρου (Μάρτιος 1941) στα ανοιχτά του, μεταξύ του βρετανικού και του ιταλικού στόλου.

Το αρχαίο παρελθόν συνεχίζει να κάνει αισθητή την παρουσία του, δίνοντας μοναδικές διαστάσεις σε μια επίσκεψη στην ευρύτερη περιοχή. Κατά κύριο λόγο, βέβαια, αυτό οφείλεται στο θεσπέσιο και καλοδιατηρημένο ψηφιδωτό που είναι γνωστό ως «Αστέρι της Αριάς». Συνδυαστικά με την άγρια, μανιάτικη ομορφιά του χερσαίου τοπίου και με την παραλία της Αριάς –όπου μπορείτε να επιχειρήσετε και μια βουτιά, το καλοκαίρι– η παρουσία του εξασφαλίζει μια ξεχωριστή εμπειρία.

Το Αστέρι της Αριάς έχει άμεση σχέση με τα λεγόμενα «αφανή νερά» του Ταινάρου. Κατά τα χρόνια της ρωμαϊκής κυριαρχίας, δηλαδή, οι προστατευμένοι από τους ισχυρούς ανέμους όρμοι λίγα μίλια πιο πάνω από το ακρωτήρι έγιναν λιμάνια καταφυγής πλοίων. Έτσι, δίπλα ακριβώς στην παραλία της Αριάς, διαμορφώθηκε ένας καλά εξοπλισμένος ναυτικός σταθμός.

Ο σταθμός στηριζόταν σε εμπόριο πόσιμου νερού. Μάλιστα, σε ένα από τα παρακείμενα καταλύματα είχε διαμορφωθεί και ολόκληρη αίθουσα λουτρού, με το σωζόμενο ψηφιδωτό να αποτελεί τμήμα του δαπέδου. Κάτι τέτοιο, φυσικά, προϋποθέτει εξαιρετικές υποδομές συλλογής όμβριων υδάτων, γιατί στο Ταίναρο δεν υπάρχουν καθόλου τρεχούμενα νερά. Δεν τις έχουμε βρει, ωστόσο τις εικάζουμε, με δεδομένη και την επιδεξιότητα των Ρωμαίων στην ανέγερση υδραγωγείων.

Ο περίφημος φάρος

Ο φάρος που δεσπόζει στο Ταίναρο θεωρείται ένας από τους πιο επιβλητικούς σε όλη την Ελλάδα. Είναι οικοδόμημα Γάλλων τεχνικών, χτισμένο από πέτρα πάνω σε πλάτωμα στους φυσικούς βράχους του ακρωτηρίου, με ύψος 16 μέτρων. Ξεκίνησε να λειτουργεί το 1887 και ανακαινίστηκε το 1930.

Το 1984 στήθηκε εκεί αυτόματο φωτιστικό μηχάνημα, οπότε εγκαταλείφθηκε από τους τελευταίους του φαροφύλακες. Το κτίσμα αναπαλαιώθηκε το 2008 και έκτοτε φυλάσσεται από προσωπικό του Πολεμικού Ναυτικού. Κάθε τρίτη Κυριακή του Αυγούστου η πρόσβαση στο κοινό είναι ελεύθερη, λόγω της Παγκόσμιας Ημέρας Φάρων.

Πώς θα πάτε στο Ταίναρο

Ο μοναδικός τρόπος να φτάσετε στο Ταίναρο είναι πεζοπορώντας σε ένα μονοπάτι που πολλοί θεωρούν ως το πιο ενδιαφέρον της «μέσα» Μάνης. Είναι προσιτό και σε αρχάριους (δεν υπάρχουν σημαντικές υψομετρικές διαφορές) κι έχει συνολικό μήκος 2,2 χιλιόμετρα –υπολογίστε ότι θα φτάσετε στον φάρο μέσα σε 50 λεπτά, ξεκινώντας από το χωριό Κοκκινόγεια.

Τα Κοκκινόγεια θα τα βρείτε στο τέλος του δρόμου Αρεόπολης-Ταινάρου. Το σηματοδοτημένο, χωμάτινο μονοπάτι ξεκινά από την εκκλησία των Αγίων Ασωμάτων, περνώντας δίπλα ακριβώς από την παραλία της Αριάς με το ρωμαϊκό ψηφιδωτό. Η γύρω φύση είναι τυπική της Μάνης: βάτα με αγκάθια, θυμάρι, χαμηλή βλάστηση, στουρναρόπετρες και καθόλου σκιά, οπότε φροντίστε να έχετε καπέλο, καλό αντηλιακό και άφθονο νερό. Η θέα, όσο πορεύεστε προς το Ταίναρο, θα σας αποζημιώσει.

Αν έχετε όρεξη για περισσότερη πεζοπορία θα πρέπει να βρείτε το (κάπως δυσδιάκριτο) μονοπάτι στη θέση Σπακωτό, λίγο πριν τον Φάρο. Ακολουθώντας το, θα φτάσετε στον οικισμό Μιανές.

Διαβάστε ακόμα:

Ρωμαϊκό Υδραγωγείο Νικόπολης: Tο αρχαίο θαύμα που αξιοποίησε τις πηγές του ποταμού Λούρου

Δρακόλιμνη Σμόλικα: Γαλανά νερά και άγριες ορχιδέες στην καρδιά του δεύτερου ψηλότερου βουνού της Ελλάδας

Κοτζά Ορμάν: Το μεγάλο παραποτάμιο δάσος της βόρειας Ελλάδας που θυμίζει ζούγκλα