Δεν είναι να απορείς που η καρδιά του Gucci -δηλαδή το μουσείο Gucci, το πωλητήριο με τα εκλεκτά αντικείμενα και η Osteria-εστιατόριο Gucci- χτυπάει εδώ στη Φλωρεντία και μάλιστα στην εντυπωσιακή Piazza della Signoria, απέναντι από τον Περσέα του Τσελίνι και το αντίγραφο του Δαβίδ του Μικελάντζελο, αφού εμπνέεται από το αναγεννησιακό χρώμα και άρωμα της πόλης.
Τα πάντα εδώ είναι μελετημένα ώστε να εγείρουν όλες τις αισθήσεις, σαν ένας ανθισμένος κήπος από σπάνια λουλούδια της Τοσκάνης από τα οποία εμπνεύστηκε ο πρωτοποριακός καλλιτεχνικός διευθυντής του οίκου Gucci Αλεσάντρο Μικέλε για να δημιουργήσει όχι μόνο τα αρώματά του αλλά και το όλο κόνσεπτ Gucci Garden που δεσπόζει σε μια από τις πιο φημισμένες πλατείες του κόσμου. Το κόνσεπτ περιλαμβάνει όλες τις οργανικές λειτουργίες του οίκου που στεγάζονται στο εντυπωσιακό παλάτι που χτίστηκε στα μέσα του 14ου αιώνα -Palazzo della Mercanzia- τόσο το Μουσείο Gucci, το οποίο ξετυλίγει όλη την ιστορία των 100 χρόνων του οίκου που γιορτάζονται φέτος όσο και το εντυπωσιακό πωλητήριο με τα σπάνια αντικείμενα αλλά και την Osteria Gucci, δηλαδή το εστιατόριο που φέρει την υπογραφή ενός από τους κορυφαίους σεφ του κόσμου, βραβευμένου με τρία αστέρια, του Μάσιμο Μποτούρα.
Στόχος του καλλιτεχνικού διευθυντή του Gucci, Αλεσάντρο Μικέλε είναι να αναγεννηθούν εδώ, σε ένα κέντρο αστείρευτης ομορφιάς όλες οι αισθήσεις, και να κινητοποιηθεί απόλυτα το βλέμμα, κάτι που εκφράζεται με το τεράστιο μάτι που κοσμεί το ροζ μπάνερ που καλύπτει τους τοίχους του εντυπωσιακού Palazzo della Mercanzia, το οποίο δείχνει να ξαναποκτά έτσι ζωή και νόημα στην πόλη που γέννησε την Αναγέννηση και αποτέλεσε το κέντρο του οίκου που ξεκίνησε ακριβώς από εδώ.
Δεν είναι επομένως τυχαία τα ανθέμια, τα πουλιά και τα λουλούδια που χρησιμοποιεί διαρκώς ο Μικέλε στις δημιουργίες Gucci, και τα οποία αναφέρονται στον ανθισμένο αναγεννησιακό κόσμο του κατεξοχήν φιλοσόφου της Αναγέννησης Λουκρητίου -εξου και η δημιουργία ολόκληρης αίθουσας στο μουσείο που λέγεται De Rerum Natura δίπλα σε μια άλλη που φέρει το ελληνικό όνομα «Εφήμερα»- ενώνοντας το αναγεννησιακό παρελθόν της Φλωρεντίας με τις ποπ εμμονές του καλλιτεχνικού διευθυντή. Αλλά σε όλες αυτές τις παράξενες ιδέες, αναπόσπαστα συνδεδεμένες με το μεγάλο όραμα για την αναγεννησιακή έκρηξη και την μπαρόκ υπερβολή που έφερε τον μέχρι πρότινος μινιμαλιστικό Gucci στην πρώτη γραμμή, ο Μικέλε βρήκε ιδανικούς συμμάχους την κριτικό τέχνης και πανεπιστημιακό Μαρία Λουίζα Φρίζα αλλά και τον διευθύνοντα σύμβολο του οίκου Μάρκο Μπιτσάρι ο οποίος του έδωσε το ελευθέρας να κάνει τα όνειρά του πραγματικότητα.
Τρώγοντας στη συνέχεια στο εστιατόριο που βρίσκεται στο ίδιο ακριβώς κτήριο, όπου απολαμβάνουμε μερικές από τις επικές γεύσεις της Osteria, σερβιρισμένες όλες σε λουλουδάτα σερβίτσια Gucci, η υπεύθυνη του μαγαζιού, ντυμένη με ένα απίστευτο βελούδινο σακάκι με λουλούδια -τι άλλο;- υπογραφής Μικέλε, μας εξηγεί πώς οι εκλεκτικές συγγένειες γέννησαν αυτό τον όμορφο, μικρό παράδεισο του Gucci Garden: εν ολίγοις πώς ο διευθύνων σύμβουλος του Gucci Μάρκο Μπιτσάρι όχι μόνο συνεργάστηκε στενά με τον εμπνευστή του project Αλεσάντρο Μικέλε αλλά κάλεσε τον πρώην συμμαθητή του και παιδικό του φίλο Μάσιμο Μποτούρα, να αναλάβει την αλυσίδα με τα εστιατόρια της Osteria, και να φτιάξει έτσι ένα μικρό, σχεδόν πριβέ εστιατόριο τριάντα θέσεων στο ισόγειο του κτηρίου Gucci και με ένα κρυφό χώρο για κλειστά δείπνα στον πρώτο όροφο. Ο Μικέλε «έντυσε» με τις δημιουργίες του -σακάκια και ποδιές με λουλούδια για τα γκαρσόνια- τους υπαλλήλους, εμπνεύστηκε το ντεκόρ και την καταπράσινη, επίσης, αίθουσα, γεμάτη από καθρέφτες και χρυσές πλακέτες με τα οικόσημα των Μεδίκων και με τους αφορισμούς από το περίφημο Conzona de sette pianeti, το οποίο συνδέεται άμεσα με όλο αυτό το βιταλιστικό κόνσεπτ του Gucci Garden. Οι υπεύθυνοι του Gucci μας παραπέμπουν, επίσης, στα ασημένια αγαλματίδια από τη δεκαετία του 50 του Βιτόριο Ακορνέρο που είναι ο πρώτος που συνέδεσε τον οίκο με τους ανθισμένους κήπους, τα ζώα και την συμβολική εικόνα της Αναγέννησης.
Με αυτή την ιδέα παίζει τώρα, στα χνάρια του Μικέλε, και ο Μποτούρα μαζί με τη συνεργάτη του και κεντρική σεφ της οστερία Μεξικανή Καρίμ Λόπεζ επιλέγοντας να ονομάσουν τα πιάτα είτε «ανθισμένο κόσμο κάτω από τη θάλασσα», όπως χαρακτηριστικά αποκαλούν την ιδιόμορφη γιαπωνέζικη σούπα Chawanmushi ή «Ανθισμένο κήπο», όπως λέγεται η πανδαισία γλυκών που φέρνουν πάνω σε ένα πλατό στο τέλος του δείπνου. Το εστιατόριο έχει πάντως αποσπάσει ήδη ένα αστέρι και πολύ καλή φήμη ανάμεσα στους κριτικούς αποτελώντας πλέον ένα γαστρονομικό σημείο αναφοράς σε μια πόλη που ξέρει από καλό φαγητό. Όνειρο, πάντως, του Μποτούρα και των υπεύθυνων του Gucci ήταν να δημιουργήσουν μια πραγματική Οστερία, με τα υλικά της Τοσκάνης, και με καθόλου τουριστικό κόνσεπτ σε μια από τις πιο τουριστικές πλατείες του κόσμου όπως είναι η Piazza della Signoria. Και τα κατάφεραν: έφεραν τα καλύτερα φρέσκα υλικά της περιοχής της Τοσκάνης και έφτιαξαν περίτεχνα πιάτα, βασισμένα όμως σε λαϊκές αναφορές όπως αρμόζει σε μια γνήσια οστερία όπως την πάστα ντομάτας και ελιάς, το κοφτό μακαρονάκι, τον μπακαλιάρο.
Όλα αυτά όμως τα αναβάθμισαν με μια υψηλή γαστρονομική σφραγίδα και τα συνόδευσαν με μια λίστα κρασιών πρώτης γραμμής. Ο σομελιέ του μαγαζιού μάς μιλάει με περηφάνια για τα chianti της περιοχής αφού, πρώτα, μας έχει ανοίξει ένα πανέμορφο, λευκό Blanc de Morgex et de la Salle από τη Valee d’aoste εξηγώντας μας πώς ο δροσερός αέρας που έρχεται από τις Άλπεις κάνει καλό στα προστατευμένα αυτά αμπέλια στην κοιλάδα Αόστα, στην πιο βορειοδυτική πλευρά της Ιταλίας, ακριβώς στα σύνορα με τη Γαλλία ώστε να βγαίνει το εξαιρετικό αυτό βιολογικό κρασί. Όλα άλλωστε τα προϊόντα, όπως μας εξηγούν, στην Osteria Gucci είναι βιολογικά και από την ευρύτερη περιοχή της Τοσκάνης -ακόμα και ο κιμάς που χρησιμοποιούν στα μπέργκερ τους. Όσο για την ερώτηση τού τι δουλειά έχει το μπέργκερ στο ακραιφνώς ιταλικό μενού -το οποίο σερβίρεται στο χαρακτηριστικό ροζ χάρτινο κουτάκι της Osteria Gucci- η απάντηση είναι ότι στον Μποτούρα αρέσει πάντα να παίζει. Είναι, μάλλον, η λαϊκή πινελιά ενός εκλεκτού καλλιτέχνη. «Γυρνώντας τον κόσμο η κουζίνα μας δεν μπορεί να μην εμπνέεται από ο, τι βλέπουμε και δοκιμάζουμε» έχει σχολιάσει σχετικά ο ίδιος.
Οι Αρχαίοι Έλληνες εμπνέουν
Εκτός όμως από το εστιατόριο και το πωλητήριο του Gucci, που βρίσκεται ακριβώς δίπλα επικοινωνώντας με αυτό με εσωτερικές πόρτες, όπου μπορεί κανείς να βρει όλα τα αντικείμενα της σειράς Gucci Garden -από θήκες κινητού μέχρι stationary αλλά και πορσελάνινα σερβίτσια, το κεντρικό σημείο αναφοράς είναι το μουσείο Gucci που βρίσκεται στο ίδιο κτήριο. Στα πάντα υπάρχει, εννοείται, η σφραγίδα του Μικέλε ο οποίος είναι υπεύθυνος και για το στήσιμο και την αφήγηση που ακολουθούν οι μόνιμες και περιοδικές εκθέσεις. Παρατηρώντας κανείς τις δημιουργίες του Μικέλε θα έχει σίγουρα εντοπίσει τα αρχαιοελληνικά ονόματα σε συνδυασμό με φιγούρες από καρτούν και εντυπωσιακά, τεράστια logos, μια διόλου τυχαία παράξενη συνεύρεση, αποτέλεσμα των δικών του επιρροών και διαβασμάτων. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι έχει διαβάσει επισταμένα τους αρχαιοελληνικούς μύθους τους οποίους συνδύασε με τις ποπ πινελιές -και αυτές επιλέγει ως το βασικό σήμα κατατεθέν του Μουσείου.
«Τα αρχαιοελληνικά ονόματα και επίθετα έρχονται πρώτα στο νου μου γιατί ξέρω ότι ενέπνευσαν και τους Αναγεννησιακούς καλλιτέχνες της περιοχής» έχει πει σε συνέντευξή του. «Προέρχονται από διάφορα μυθικά πρόσωπα της αρχαίας μυθολογίας και μας ταξιδεύουν σε άλλους κόσμους. Προσωπικά με βοήθησαν να βρω τον δικό μου δρόμο στον Gucci, όταν ανέλαβα, ως δικοί μου χάρτες αφήγησης της ζωής». Μπορεί λοιπόν να δει κανείς στο Μουσείο Gucci μια αίθουσα να λέγεται για παράδειγμα «Το λιβάδι του Γανυμήδη» και άλλη «Σέραπις». Στην αίθουσα μάλιστα «Σέραπις» σε περιμένει μια έκπληξη όπως ένα εντυπωσιακό μεταλλικό παραλληλεπίπεδο (έχει μάλιστα ταμπέλα με την ελληνική ονομασία) από όπου ξεπετάγεται ένας μηχανισμός που αναδεικνύει τις περίτεχνες δημιουργίες που είχε φτιάξει ο Μικέλε για διάφορες σταρ όπως η Μπγιορκ, η Φλόρενς ή η Λάνα ντελ Ρέι παραπέμποντας άμεσα σε αντίστοιχους περίτεχνους μηχανισμούς που χρησιμοποιούσαν στην Αναγέννηση στα θέατρα. Όλη βέβαια η λογική είναι άμεσα συνυφασμένη με την μπαρόκ και αναγεννησιακή εποχή -αγαπημένες αναφορές του Μικέλε- καθώς πρόθεσή του, όπως λέει ο ίδιος, είναι να φτιάχνει καλλιτεχνικές δημιουργίες που μας προκαλούν «σοκ», «μαγεία» και «θάμβος».
Αντίστοιχα εντυπωσιακές είναι οι δημιουργίες που επέλεξε ο Μικέλε για να κοσμήσουν τις αίθουσες του Μουσείου, πάντα με τη δική του ανατρεπτική ματιά, αποτίνοντας μάλιστα φόρο τιμής στον προηγούμενο καλλιτεχνικό διευθυντή καθώς μια ολόκληρη αίθουσα είναι αφιερωμένη στον Τομ Φορντ. Εδώ θα βρει επίσης κανείς τη σπάνια σειρά του οίκου με τις τσάντες bamboo ενώ στην «Αίθουσα του ταξιδιώτη» θα δει τις εντυπωσιακές βαλίτσες Gucci, που αποτέλεσαν το σήμα κατατεθέν της οικογένειας Gucci και κάθε φιλόδοξου jet-setter της εποχής που αφηγείται και η σχετική ταινία που βγαίνει στις αίθουσες αυτές τις μέρες. Gucci παντού και για πάντα.