Θα σας πω ένα μυστικό. Οι Κερκυραίοι όταν βρίσκονται μακριά από το νησί και θέλουν να νιώσουν κοντά τους τον τόπο τους κλείνουν τα μάτια. Το πρώτο πράγμα που τους έρχεται στο μυαλό δεν είναι η εικόνα του περίφημου καμπαναριού του Άη Σπυρίδωνα, πολιούχου της Κέρκυρας, ούτε η γεύση της τσιτσιμπίρας με την οποία μεγάλωσαν από τα παιδικά τους χρόνια, δεν είναι καν η αίσθηση των πρώτων βουτιών στα παγωμένα νερά της Παλαιοκαστρίτσας. Το πρώτο πράγμα που τους έρχεται στο νου είναι οι μελωδίες των φιλαρμονικών, οι νότες που έχουν ποτίσει τα πράσινα «σκούρα» -όπως λέμε τα παντζούρια στο νησί-, οι όπερες που πλημμυρίζουν τα καντούνια στις λιτανείες, οι μουσικές που ξεχύνονται στην Άνω Πλατεία στις ζωντανές, καλοκαιρινές εμφανίσεις.

10

Το νησί διαθέτει 17 Φιλαρμονικές Εταιρείες. Η «μάνα των φιλαρμονικών» δεν είναι άλλη από τη «Φιλαρμονική Εταιρεία Κέρκυρας» ή πιο γνωστή ως «Παλαιά» καθώς είναι η πρώτη που ιδρύθηκε στο νησί, στις 12 Σεπτεμβρίου 1840 αλλά ταυτοχρόνως είναι και ο παλαιότερος μουσικοεκπαιδευτικός οργανισμός στην Ελλάδα. Η Φιλαρμονική Εταιρεία Κέρκυρας αποτελείται από τη μπάντα με τα πνευστά και κρουστά όργανα και από τη συμφωνική ορχήστρα.

Αφορμή της ίδρυσης της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κέρκυρας υπήρξε η άρνηση από την πλευρά των Βρετανών κατακτητών -η Κέρκυρα βρισκόταν υπό βρετανική κατοχή έως τις 21 Μαΐου 1864 ημερομηνία που προσαρτήθηκε στην Ελλάδα- να επιτρέψει τη συμμετοχή τιμητικού στρατιωτικού αγήματος και μπάντας στις θρησκευτικές τελετές του νησιού από τον Αύγουστο του 1837.

Στην καλλιτεχνική ηγεσία της «Παλαιάς» ξεχωρίζει η μορφή του Νικόλαου Χαλικιόπουλου Μάντζαρου. Ο συνθέτης που μελοποίησε τον «Ύμνο εις την Ελευθερία» του Διονυσίου Σολωμού, η πρώτη στροφή του έργου αποτελεί τον εθνικό μας ύμνο, διετέλεσε πρώτος καλλιτεχνικός διευθυντής της μη κερδοσκοπικής εταιρείας. Η μπάντα πρώτη απέδωσε τον εθνικό ύμνο το 1864 και ήταν η μοναδική μη στρατιωτική μπάντα που συμμετείχε στην τελετή λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων και στην απονομή των επάθλων στους νικητές, όπου ανακρούσθηκαν ο Εθνικός και ο Ολυμπιακός Ύμνος. Άλλωστε ο από το 1889 επίτιμος Καλλιτεχνικός Διευθυντής της Παλαιάς Φιλαρμονικής Σπύρος Σαμάρας, είχε λάβει την επίσημη παραγγελία της σύνθεσης του «Ολυμπιακού Ύμνου» που θα ακουγόταν κατά τη σύγχρονη αναβίωσή τους στην Αθήνα. Ο συνθέτης και αρχιμουσικός Ιωσήφ Καίσαρης, ο οποίος τελικά ενορχήστρωσε τον «Ολυμπιακό Ύμνο» του Σαμάρα, ήταν απόφοιτος της Παλαιάς Φιλαρμονικής. Το ιδιόγραφο της ενορχήστρωσης του Ιωσήφ Καίσαρη εκτίθεται μάλιστα στο Μουσείο Μουσικής της Παλαιάς.

Η Παλαιά Φιλαρμονική έχει ταυτιστεί με το μοναδικό, για τα ελληνικά δεδομένα, κερκυραϊκό Πάσχα. Το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής όλοι οι Κερκυραίοι περιμένουν να ακούσουν από την Παλαιά το Adagio του Ιταλού συνθέτη Tomaso Albinoni (Βενετία 1671-1751) σε διασκευή και ενοργάνωση του Δημήτρη Κάφυρη κατά τη διάρκεια της περιφοράς του Επιταφίου της Μητρόπολης στα καντούνια της πόλης. Το επόμενο πρωί, δηλαδή το Μεγάλο Σάββατο, παραδοσιακά πραγματοποιείται και η περιφορά του επιταφίου του Αγίου Σπυρίδωνα, εκεί που η Παλαιά θα παίξει τον Amleto, απόσπασμα από την όπερα που συνέθεσε ο επίσης Ιταλός Franco Facciο.

Το πόσο σημαντικές είναι αυτές οι δύο στιγμές τόσο για τους ίδιους τους μουσικούς όσο και για την κερκυραϊκή κοινωνία το δείχνει αρχικά το πλήθος των μουσικών που συμμετέχει στις περιφορές παίζοντας αυτά τα δύο αριστουργήματα. Το δυναμικό της Παλαιάς μπορεί να φτάσει και να ξεπεράσει την Μεγάλη Παρασκευή και το Μεγάλο Σάββατο τα 300 άτομα. Μουσικοί που άνθισαν στην Παλαιά και πλέον ζουν εκτός Κέρκυρας, είτε στην Αθήνα ή σε κάποιο άλλο μέρος της Ελλάδας είτε στο εξωτερικό, επιστρέφουν αυτές τις ημέρες στο νησί και ενσωματώνονται στη μπάντα για να συμμετέχουν στις περιφορές των Επιταφίων. Ο διεθνούς φήμης 31χρονος σολίστας του κλαρινέτου και μαέστρος Διονύσης Γραμμένος, με εμφανίσεις στα Carnegie Hall της Νέας Υόρκης, Berliner Philharmoniker, Amsterdam Concertgebouw, Barbican Center του Λονδίνου, Vienna Konzerthaus και Cité de la musique στο Παρίσι, έχει πει σχετικά: «Αν και έχω καιρό να παίξω με την Παλαιά στους επιτάφιους της Μεγάλης Παρασκευής και του Μεγάλου Σαββάτου, θυμάμαι ότι την τελευταία φορά, που ήταν κάποια χρόνια πριν, την ώρα που συντονιστήκαμε όλοι μαζί στο ίδιο βήμα, παίζοντας όλοι μαζί την ίδια μουσική, ήταν σαν να βρέθηκα σε χρονομηχανή κι ένιωσα σαν να είμαι πάλι μικρό παιδί. Η Φιλαρμονική σε μαθαίνει τη μαγεία της σύμπραξης».

Η κ. Έλσα Καρύδη, που παίζει και διδάσκει σαξόφωνο στη μπάντα της Παλαιάς Φιλαρμονικής και είναι υπεύθυνη του μουσείου, θυμάται με συγκίνηση τη χρονιά που οι κάτοικοι της συνοικίας του Αγ. Αντωνίου στην πόλη της Κέρκυρας μάζεψαν υπογραφές για ένα τρυφερό αίτημα, «Καθώς η περιφορά του Επιταφίου της Μητρόπολης συνολικά διαρκεί πάνω από δύο ώρες είναι φυσικό να υπάρχουν πολύ σύντομες μουσικές παύσεις ώστε οι μουσικοί να ξεκουραστούν γιατί είναι αδύνατον να παίζεις πνευστό όργανο για τόσες ώρες συνεχόμενα. Τύχαινε μια από τις παύσεις να πέφτει σταθερά ενώ περνούσαμε από την συνοικία του Αγ. Αντωνίου. Οι κάτοικοι που δημιουργούν εκεί μια πολύ κατανυκτική ατμόσφαιρα κλείνοντας πάντα όλα τα φώτα των σπιτιών τους μάζεψαν υπογραφές ζητώντας μας να παίζουμε το Adagio όταν περνούμε από εκεί, το περιμένουν έναν ολόκληρο χρόνο. Πώς μπορείς να αρνηθείς μια τέτοια παράκληση; Είναι πολύ συγκινητικό».

Πολλά χρόνια πριν όταν η Παλαιά, σε μια τάση ανανέωσης του ρεπερτορίου της Μεγάλης Παρασκευής «τόλμησε» να παίξει σε ένα-δύο σημεία της διαδρομής όχι το “Adagio” αλλά τον «Πόνο της Μάνας» του Κάφυρη, οι Κερκυραίοι που είχαν συγκεντρωθεί στα Μουράγια αλλά και στα βόλτα κοντά στην εκκλησία του Αγ. Βασιλείου θορυβήθηκαν καθώς περίμεναν έναν χρόνο να ακούσουν το πιο κλασικό Adagio. Όταν μάλιστα την επόμενη ημέρα μαθεύτηκε ότι η Παλαιά έπαιξε κανονικά το Αdagio όταν περνούσε από το Λιστόν δημιουργήθηκε ένα μίνι-σκάνδαλο που συζητιόταν για 2-3 ημέρες στην πόλη μέχρις ότου να ξεπεραστεί από την επικαιρότητα των επόμενων ημερών. Αυτό το ανεκδοτολογικού ύφους αλλά πραγματικό περιστατικό είναι ενδεικτικό της κερκυραϊκής βουρλισιάς (όπως λέμε την ιδιορρυθμία ή και την τρέλα στο νησί), που δείχνει το πώς η Κέρκυρα δεν είναι παρά ένα μικρό γαλατικό χωριό όταν έρχεται η συζήτηση στα της μουσικής παράδοσης και των φιλαρμονικών.

Για όλα τα παραπάνω καταλαβαίνετε ότι δεν πρέπει να παραλείψετε να επισκεφτείτε το Μουσείο της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κέρκυρας, που στεγάζεται στο κτίριο της Παλαιάς στην οδό Νικηφόρου Θεοτόκη και συγκεκριμένα στο νούμερο 10, μια ανάσα από το περίφημο Λιστόν, όπου στεγάζεται μια σειρά από σπουδαία εκθέματα που σχετίζονται όχι μόνο με τη λειτουργία της μπάντας αλλά και την μουσική ιστορία του τόπου και της Ελλάδας. Από τα εκθέματα που ξεχωρίζουν είναι το πιάνο του Νικόλαου Χαλικιόπουλου Μάντζαρου, την α’ έκδοση του Ύμνου εις την Ελευθερίαν και η παρτιτούρα από εμβατήριο που τραγουδήθηκε από τη νεολαία της Κέρκυρας κατά την ιταλική εκδοχή ως η πρώτη εκδήλωση αντίστασης εναντίον των κατακτητών.

Όσα νιώθω για την ύπαρξη της Παλαιάς Φιλαρμονικής, τα συμπυκνώνει σε λίγες αλλά μεστές σκέψεις ο Σπύρος Προσωπάρης, διευθυντής των σχολών της Παλαιάς και αρχιμουσικός της μπάντας, υπογραμμίζοντας τη συγκινητική αφοσίωση των μελών της μπάντας που μετέχουν αφιλοκερδώς στο σχήμα: «Έχουμε 2-3 φορές την εβδομάδα πρόβες. Ακόμη και κατά τη διάρκεια της θερινής σεζόν υπάρχουν επαγγελματίες από τον τουριστικό κλάδο που κλείνουν το μαγαζί νωρίτερα για να έρθουν να παίξουν στην μπάντα. Όμως το πιο μαγικό που συμβαίνει στη φιλαρμονική είναι η ένωση των γενεών: έχουμε παππού, κόρη και εγγονό που παίζουν στη μπάντα. Για μένα το πιο σημαντικό απ’ όλα δεν είναι η ίδια η μουσική ως Τέχνη και ως εκπαίδευση αλλά το μέσο για να μάθουν όσοι συμμετέχουν στην μπάντα να δρουν ομαδικά και να λειτουργούν ως κοινωνία, πράγμα τόσο σημαντικό στην εποχή μας που η αποξένωση είναι κυρίαρχη. Μέσα στη φιλαρμονική βλέπω τις σχέσεις που αναπτύσσονται, ζευγάρια να δημιουργούνται και να κάνουν τη δική τους οικογένεια. Πέρα από αυτές τις οικογένειες, έχουμε την ευρύτερη, μεγάλη οικογένεια της φιλαρμονικής στην οποία περιλαμβάνονται οι μουσικοί μας, όπου κι αν βρίσκονται εντός και εκτός Ελλάδας, οι γονείς των παιδιών που διδάσκονται, οι οικογένειες των μουσικών που παίζουν, οι φίλοι και οι υποστηρικτές της. Το χειροκρότημα και τη στήριξη των φίλων της φιλαρμονικής τα εισπράττουμε με πολύ μεγάλη συγκίνηση. Η Παλαιά είναι μια τεράστια οικογένεια με αμέτρητα μέλη. Αυτή η αίσθηση της οικογένειας είναι που κρατάει ζωντανή τη Φιλαρμονική μέσα στους αιώνες».