Από τις παραλίες του Αιγίου, μέσα από τοπία που θυμίζουν Τοσκάνη και από εκεί, μέσα από πανέμορφα χωριά, ποτάμια και χαράδρες με βράχους που θα ζήλευαν και τα Μετέωρα, ο μικρός αυτός κύκλος είναι ένα από τα καλύτερα διαφημιστικά trailer μίας Ελλάδας που επιμένει να ξαφνιάζει.
Αυτός ο κύκλος, ο μικρός, ο μέγας. Μόλις 50 και κάτι χιλιόμετρα χωρίζουν το Αίγιο από τα Καλάβρυτα, μέσω της Πτέρης. Πενήντα χιλιόμετρα μίας πανέμορφης διαδρομής, γεμάτης ασύλληπτες εναλλαγές, εκπλήξεις και καθηλωτικές εικόνες. Μία εκδρομή, που παρά την μικρή της διάρκεια (ούτε μιάμιση ώρα οδήγησης) ελίσσεται μέσα σε μία φοβερή θεατρικότητα από το επίπεδο της θάλασσας έως τα αλπικά τοπία, φτιάχνοντας τον δικό της μύθο ως μία από τις πιο εκλεκτικές ορεινές διαδρομές της χώρας μας.
Η εκκίνηση γίνεται από το Αίγιο, παίρνοντας την -τύποις- «εθνική οδό» Αιγίου-Καλαβρύτων. Ή και ανάποδα, από τα Καλάβρυτα προς το Αίγιο, για όποιον θέλει να ξεφύγει από την πεπατημένη του Διακοφτού και να γνωρίσει την ορεινή Αχαΐα στα καλύτερά της. Το πρώτο κομμάτι της ανηφόρας προς τα βουνά είναι και αυτό που έχει δώσει στον τόπο τον χαρακτηρισμό «Η Τοσκάνη της Ελλάδας». Χαμηλοί λόφοι γεμάτοι αμπέλια που απλώνονται γλυκά στις πλαγιές, με φόντο από την μία πλευρά τη θάλασσα και τα βουνά της Στερεάς Ελλάδας και από την άλλη τους ορεινούς όγκους της βόρειας Πελοποννήσου.
Ο δρόμος κερδίζει γρήγορα ύψος, περνώντας μέσα από μικρά χωριά κρεμασμένα πάνω από τον κάμπο του Αιγίου και τη ροή του ποταμού Σελινούντα, με απίστευτη θέα και εκείνη την ήρεμη αυτάρκεια του ελληνικού τρόπου. Τα αμπέλια -κυρίως με την ποικιλία του ροδίτη- πυκνώνουν ακόμα περισσότερο όσο ανηφορίζουμε, και κινούμενοι σε υψόμετρο από τα 300 έως τα 1000 μέτρα βρισκόμαστε πλέον στην επικράτεια των αμπελιών. Ένας χώρο που λόγω της σύστασης του εδάφους και του βόρειου προσανατολισμού του είναι ιδανικός για τη δημιουργία ενός από τους πιο πλούσιους και πιο όμορφους αμπελώνες της Ελλάδας.
Το χωριό Πυργάκι είναι και ο πρώτος σταθμός αυτής της πορείας. Χτισμένο σε ιδανική θέση, σε ένα πραγματικό VIP θεωρείο απέναντι στην θεαματική σκηνή που απλώνεται μπροστά του, είναι και η πιο πρόσφορη στάση για φαγητό, στη μοναδική ταβέρνα που λειτουργεί όλη την διάρκεια του χρόνου.
Από εκεί και πάνω αρχίζει η ανάβαση προς την Πτέρη, το πιο εμβληματικό χωριό της περιοχής, το επονομαζόμενο -για προφανείς λόγους- και «Μπαλκόνι του Θεού». Χτισμένο σε εξαιρετικό σημείο και ευνοϊκό προσανατολισμό, στα 1.100 μέτρα στις πλαγιές του όρους Κλωκός, η Πτέρη έχει μεγάλη ιστορία, φθάνοντας έως και την Ενετοκρατία. Αν και η πρόσβαση μέχρι σχετικά πρόσφατα ήταν εξαιρετικά δύσκολη, η Πτέρη, ανέπτυξε γρήγορα τη φήμη ενός τόπου που μπορούσε να προσφέρει βουνίσια αναψυχή στους ταξιδιώτες παλαιότερων εποχών. Ενώ και το ορεινό κλίμα της περιοχής, την έκανε προσφιλή προορισμό για όσους βασανίζονταν από τις αρρώστιες του αναπνευστικού. Στον μεσοπόλεμο μάλιστα υπήρχαν τουλάχιστον τρία ξενοδοχεία στα οποία φιλοξενήθηκαν, όπως φημολογείται, και αρκετοί επώνυμοι της εποχής, μεταξύ των οποίων η ασθενικής κράσης ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη αλλά και ο μεγάλος Άγγελος Σικελιανός.
Σήμερα, το χωριό διατηρεί κάποια από την παλιά του αίγλη, έχοντας περάσει διά πυρός και σιδήρου. Ιδίως της πυράς, η οποία την ακολουθεί σε τακτά χρονιά διαστήματα, είτε σε παλαιότερους χρόνους, είτε πρόσφατα. Με σκοτεινό αποκορύφωμα το 2007, όταν η μεγάλη φωτιά της Αιγιάλειας κατέστρεψε ολοκληρωτικά το εκπληκτικού κάλλους δάσος που κάλυπτε ολόκληρη την περιοχή. Έτσι, η συνέχεια της διαδρομής, από την Πτέρη και πάνω, γίνεται πλέον μέσα σε ένα αποψιλωμένο τοπίο, που σε τίποτα δεν θυμίζει τη διαδρομή όπως ήταν πριν δύο δεκαετίες. Και όλα αυτά παρά τις φιλότιμες αλλά -φευ!- αργές προσπάθειες της φύσης να ανακάμψει από αυτή την καθολική καταστροφή.
Ανηφορίζοντας μετά την Πτέρη, ο δρόμος κινείται πλέον σε ένα εντελώς ορεινό πεδίο, φθάνοντας αρκετά ψηλά, πάνω από τα 1.400 μέτρα, πριν αρχίσει να κατηφορίζει προς την πίσω πλευρά του βουνού. Εκεί στα ψηλά, το τοπίο έχει αλλάξει ολοκληρωτικά. Η θέα προς τον Πατραϊκό κόλπο είναι πλέον μία ανάμνηση. Και μπροστά ανοίγεται η θάλασσα των βουνών, των αμέτρητων κορυφών που δημιουργούν ο Ερύμανθος, το Παναχαϊκό και ο Χελμός.
Μέσα σε αυτό το καθηλωτικό τοπίο, ξεπετάγονται ξαφνικά κρυμμένα μέσα στην πυκνή βλάστηση και το διαρκές παιχνίδισμα του δρόμου, μικρά χωριά. Ονόματα όπως Πετσάκοι, Κορφές, Δροσάτο, Γουμένισα. Μικροί οικισμοί με ελάχιστους ή και καθόλου κατοίκους τον χειμώνα, όταν και αποτελούν το προσφιλές θέμα των αποκλεισμένων χωριών της Αχαΐας μετά την επέλαση των κλισέ και του «χιονιά». Το κάθε ένα από αυτά σε καλεί για μία μικρή στάση και εξερεύνηση, με τους Πετσάκους να ξεχωρίζουν χάρη στην μεγάλη εκκλησία τους και την πανέμορφη πλατεία με τον κλασικό πλάτανο.
Ο δρόμος πλέον κατηφορίζει σταθερά μέχρι την διασταύρωση της εθνικής οδού Καλαβρύτων -Πατρών. Εκεί, παίρνουμε τον δρόμο προς τα Καλάβρυτα, όπου φθάνουμε περνώντας μέσα από το πολύ όμορφο οροπέδιο, ιδίως τώρα την άνοιξη που όλα είναι ανθισμένα και πράσινα.
Για εκείνους που ο τελικός προορισμός δεν είναι τα Καλάβρυτα αλλά θέλουν να συνεχίσουν τη βόλτα και να επιστρέψουν στο σημείο αφετηρίας, υπάρχουν δύο εναλλακτικές προτάσεις. Κεντρικό σημείο αυτών των προτάσεων είναι το χωριό Πλατανιώτισσα, το οποίο προσεγγίζεται είτε από τη Ζαχλωρού είτε επιστρέφοντας λίγο πίσω στον δρόμο που ήρθαμε και παίρνοντας τη διασταύρωση προς Σκεπαστό.
Η Πλατανιώτισσα είναι γνωστή κατά κύριο λόγο για ένα πολύ ιδιαίτερο εκκλησιαστικό προσκύνημα. Πρόκειται για την «Παναγία την Πλατανιώτισσα», η οποία έχει αναπτυχθεί ως κανονικός ναός μέσα στον άδειο κορμό ενός τεράστιου πλατάνου (στην ουσία είναι τρεις πλάτανοι που έχουν φυτρώσει σε ένα ενιαίο σύμπλεγμα) στον οποίο μπορούν να χωρέσουν κοντά στα 20 άτομα. Σήμερα, ο επισκέπτης μπορεί να περιηγηθεί στον χώρο και να γευθεί υπέροχο παραδοσιακό φαγητό με θέα το ποτάμι, στις τρεις ταβέρνες που λειτουργούν όλο τον χρόνο.
Η γύρω περιοχή είναι αρκετά προσεγμένη και υπάρχουν επίσης χώροι αναψυχής και εστιατόρια για όσους έχουν φθάσει εκεί πεινασμένοι (και δεν βρουν εμπρός τους κάποια από τα πολλά λεωφορεία με προσκυνητές που πηγαίνουν εκεί).
Από την Πλατανιώτισσα υπάρχουν δύο δρόμοι να κατέβει κανείς προς το Αίγιο. Προτείνουμε εκείνον που ξεκινά από τον χώρο πάρκινγκ του προσκυνήματος και κατηφορίζει προς τη θάλασσα από την Κάτω Πτέρη. Ο ασφαλτοστρωμένος αυτός δρόμος ακολουθεί την ροή ποταμού Κερυνίτη (με αρκετή ροή νερού την άνοιξη), και περνά μέσα από ένα εκπληκτικής ομορφιάς στενό φαράγγι. Βγαίνοντας από το φαράγγι το σίγουρο είναι ότι θα μείνετε έκπληκτοι από αυτό που θα αντικρύσετε. Στην μία πλευρά του δρόμου υψώνονται τα «Μετέωρα της Πελοποννήσου», ένας τεραστίων διαστάσεων γεωλογικός σχηματισμός από κάθετα βράχια εκατοντάδων μέτρων, σε τόνους του καφέ και του κόκκινου. Οι βράχοι κρέμονται -κυριολεκτικά- πάνω από τα κεφάλια των οδηγών που κινούνται σε αυτό το κομμάτι του δρόμου και η -απαραίτητη- στάση θα σας προκαλέσει δέος.
Έχοντας περάσει και από αυτή την μεγαλοπρεπή κορύφωση της διαδρομής, ο δρόμος μας οδηγεί πλέον στην διασταύρωση με την παλιά εθνική Κορίνθου-Πατρών, όπου ο καθένας αποφασίζει αν θα επιστρέψει στο σημείο αφετηρίας στο Αίγιο ή αν θα ακολουθήσει τις οδηγίες για να βγει πολύ εύκολα στον αυτοκινητόδρομο και να βρεθεί μέσα σε λιγότερο από μιάμιση ώρα στην Αθήνα.
Η ανάβαση στην Πτέρη και τα ορεινά της Αχαΐας δεν είναι απλά μία αισθητική διαπαιδαγώγηση. Είναι μαζί και μία άσκηση στην μοναδική ικανότητα της Ελλάδας να μπορεί να ενώνει σε μία στενή λωρίδα ασφάλτου, τις κορυφώσεις του τρόπου και του τόπου της με τις χαμηλές στιγμές μιας καταιγιστικής καταστροφής όπως αυτή του 2007. Αυτός ο κύκλος, ο μικρός και ο μέγας, έχει πολλά να σας διδάξει. Αφήστε τον να σας μιλήσει. Και τίποτε πια δεν θα είναι το ίδιο.
Tips
–Αποστάσεις:
Αίγιο Καλάβρυτα μέσω Πτέρης: 53 χιλιόμετρα, περίπου 1,5 ώρα.
Αίγιο – Πτέρη – Καλάβρυτα – Πλατανιώτισα – Αίγιο: 96 χιλιόμετρα, περίπου 3 ώρες.
-Η καλύτερη εποχή για την συγκεκριμένη διαδρομή είναι η άνοιξη και νωρίς το καλοκαίρι. Αλλά και αργά το φθινόπωρο όταν η παλέτα των χρωμάτων στρέφεται προς το κίτρινο. Οι δρόμοι είναι ασφαλτοστρωμένοι και σε σχετικά καλή κατάσταση, αν και σε αρκετά σημεία στενοί. Τον χειμώνα τα πράγματα δυσκολεύουν, γιατί τα χωριά αυτά είναι δύσβατα ακόμα και για τα συνεργεία της Περιφέρειας, με ελάχιστους έως καθόλου κατοίκους, οπότε η διαδρομή απαιτεί οπωσδήποτε τετρακίνητο, αλυσίδες και σύνεση.
-Η προσφορά σε επιλογές για φαγητό και διαμονή σε αυτή την διαδρομή δεν είναι μεγάλη. Η πιο γνωστή ταβέρνα, με καλό φαγητό και λειτουργία όλο τον χρόνο είναι ο «Γρηγόρης» στο Πυργάκι. Διαθέτει εκπληκτική θέα προς τη θάλασσα, πολύ καλά κρέατα και μαγειρευτά. Υπάρχουν επίσης οι τρεις ταβέρνες στην Πλατανιώτισσα που λειτουργούν όλο τον χρόνο και προσφέρουν τις τυπικές λύσεις για φαγητό μετά από μία εκδρομή. Το καλοκαίρι τα πράγματα βελτιώνονται σε κάποιο βαθμό, καθώς το δίπολο «πλάτανος-πλατεία» δουλεύει σε κάθε χωριό, και το τοπικό καφενείο να φροντίζει με την ελληνική απλότητά του να γεμίσει κάθε πεινασμένο στομάχι. Για ύπνο υπάρχει ένα κατάλυμα με δωμάτια στην Πτέρη, όμως η διαδρομή αυτή είναι ένα πέρασμα, οπότε όσοι την προσπαθήσουν, σημαίνει ότι έχουν ήδη προορισμό κάποιο ξενοδοχείο στα Καλάβρυτα ή στο Αίγιο.
-Η καλοκαιρινή απόδραση από τα μπάνια του λαού προς τη δροσιά των βουνών είναι ένα must για τους γνώστες της περιοχής. Μακριά από τη φασαρία της παραλίας και με τουλάχιστον 10 βαθμούς (μείον και την υγρασία) κάτω από τα πλατάνια και τα νερά, τα χωριά αυτά είναι μία εύκολη απόδραση από τα τετριμμένα. Ακόμα και για τον ταξιδιώτη της Πατρών-Αθηνών, που θέλει να κάνει μία διαφορετική στάση για να ξεσκάσει, η μισή ώρα δρόμος μέχρι την αναζωογονητική αύρα της Πτέρης δεν είναι και τόσο μεγάλη παράκαμψη. Και σίγουρα θα τον ανταμείψει με πολύ όμορφες αναμνήσεις.
-Κάποια Σαββατοκύριακα του χρόνου ο δρόμος χρησιμοποιείται ως ειδική διαδρομή σε αγώνες αυτοκινήτου. Καλό θα ήταν να ενημερωθείτε αν ο δρόμος είναι κλειστός. Αν πάλι είστε από αυτούς που απολαμβάνουν τη χαρά της οδήγησης, η Πτέρη (ή Φτέρη για τους «φίλους») είναι μία διαδρομή που πρέπει να κάνετε έστω και μία φορά στη ζωή σας.
Η καλοκαιρινή «Γιορτή του Κρασιού»
Κάθε χρόνο, στο δεύτερο μισό του Αυγούστου, η Αιγιάλεια δημιουργεί ένα ξεχωριστό φεστιβάλ για να προσφέρει τη χαρά της ανακάλυψης και της βιωματικής σχέσης με τον οίνο, τα αμπελουργικά της τοπία, τη γαστρονομία, τον πολιτισμό καθώς και άλλες δραστηριότητες στην περιοχή. Τα Οινοξένεια είναι μία πολυήμερη πολιτιστική και γαστρονομική διαδρομή στα τοπία και τις γεύσεις της Αιγιαλείας, στον πλούτο της αμπελοοινικής παράδοσης, τον πολιτισμό και τη φιλοξενία της περιοχής, με μία πλειάδα εκδηλώσεων υψηλής αισθητικής αξίας και γαστρονομικές εμπειρίες. Ενημερωθείτε για το πρόγραμμα στην ιστοσελίδα oinoxeneia.gr.
Το Αχαϊκό Χωριό
Σε υψόμετρο περίπου 1.300 μέτρων, μερικά χιλιόμετρα μετά την Πτέρη και στο τέλος ενός βατού χωματόδρομου, βρίσκεται ένα πολύ ενδιαφέρον θεματικό πάρκο, το «Αχαϊκό Χωρίο», χτισμένο μέσα στην αλπική ζώνη του Κλωκού (είναι μάλλον και ο χώρος φιλοξενίας που βρίσκεται στο μεγαλύτερο υψόμετρο στην χώρα μας). Φτιαγμένος από την λελογισμένη τρέλα και το μεράκι του ιδιοκτήτη και της οικογένειάς του, ο χώρος λειτουργεί ως παιδική κατασκήνωση το καλοκαίρι, ενώ τον χειμώνα μετατρέπεται σε ένα πρότυπο ξενοδοχείο αγροτουρισμού, με δεκάδες δραστηριότητες και φιλοξενία σε μερικά πολύ όμορφα ξύλινα σπιτάκια μέσα σε ένα τοπίο άγριας ομορφιάς και πλήρους απομόνωσης. Τα Σαββατοκύριακα του χειμώνα δέχεται και επισκέπτες για καφέ και φαγητό, οπότε αξίζει να την βάλετε στο πρόγραμμα των ορεινών ανακαλύψεών σας.
Διαβάστε ακόμα:
Πλατανιώτισσα, το χωριό με την εκκλησία μέσα στον κορμό ενός θεόρατου δέντρου
Ζαχλωρού: Σαββατοκύριακο στο ήσυχο χωριό της ορεινής Αχαΐας
Ταξίδι στα Καλάβρυτα: Καλό φαγητό και διαδρομές στο πανέμορφο φαράγγι του Βουραϊκού