Τελειώνει ποτέ το καλοκαίρι; Αν δεν μπουν τα πρώτα κρύα, απαντάμε όχι. Κι αν νοσταλγούμε τα νησιά, στα οποία δεν μπορούμε να πάμε πριν από «του χρόνου», έχουμε την δυνατότητα να ξεφυλλίσουμε έξι αγαπημένα, διαχρονικά ελληνικά μυθιστορήματα που μας πάνε απευθείας στις αγαπημένες μας παραλίες και περατζάδες των νησιών που τόσο αγαπάμε.
Στην μυσταγωγική Κρήτη με τον «Καπετάν Μιχάλη» (Ελευθερία ή Θάνατος) του Νίκου Καζαντζάκη
Το εμβληματικό έργο του σπουδαίου συγγραφέα διαδραματίζεται στο Ηράκλειο και η δράση του τοποθετείται κατά τον ξεσηκωμό της Κρήτης το 1889. Κεντρικός ήρωας είναι ο καπετάν Μιχάλης, ο πατέρας του Καζαντζάκη, ένας άγριος και ανυπότακτος πολεμιστής, που έχει ορκιστεί να είναι μαυροντυμένος, αξύριστος και σκυθρωπός μέχρι να ελευθερωθεί η Κρήτη. Ο Καζαντζάκης τονίζει την απροθυμία της Δύσης να συνδράμει τους Κρητικούς για να μη διαταράξει το status quo της περιοχής, καθώς και στην αδυναμία της μητέρας Ελλάδας να αντιδράσει ουσιαστικά. Αυτή τους η αντίδραση, οδηγεί ορισμένους Κρητικούς, μεταξύ αυτών και τον καπετάν Μιχάλη, να εκφράσουν την έλλειψη εμπιστοσύνης τους προς αυτές, καθώς και να υποστηρίξουν ότι πρέπει να βασιστούν στη δική τους γενναιότητα για να επέλθει η ένωση. Ένας ύμνος στην ιερή σημασία της αυτοθυσίας και της αφοσίωσης σε ένα ιδανικό μέχρι τέλους μας φέρνουν λίγο άρωμα παλιάς Κρήτης που πρέπει να διαβάσουμε έχοντας κατά νου ότι γράφτηκε μια άλλη εποχή, με άλλα ιδανικά και πεποιθήσεις. Ας αφεθούμε στην μαγεία του Καζαντζάκη αργοπίνοντας την ρακή μας.
Στην αριστοκρατική Άνδρο με την «Μικρά Αγγλία» της Ιωάννας Καρυστιάνη
Μικρά Αγγλία έλεγαν την Άνδρο ακριβώς γιατί υπήρξε ένα νησί το οποίο τόλμησε, για καιρό, να αντιπαρατεθεί στην αυτοκρατορική δόξα της θαλασσοκράτειρας Μεγάλης Βρετανίας. Η πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος, η Όρσα, αναγκάζεται να παντρευτεί έναν καραβοκύρη, ζώντας με τον φλογερό, ανεκπλήρωτο έρωτα για τον Σπύρο, ο οποίος θα επιστρέψει μετά από χρόνια θριαμβευτής για να παντρευτεί τη μικρή της αδελφή, Μόσχα.
Η αφήγηση της δεξιοτέχνισσας των περιγραφών Καρυστιάνη περιγράφει ανάγλυφα τους ενδιαφέροντες ήρωες, αλλά καταφέρνει και να μας δείξει το νησί με τα ανεμοδαρμένα βράχια, τα τρεχούμενα νερά και τα εκστατικά βυσσινοχώραφα. Το βλέμμα των ηρώων, σκληρό και γεμάτο ανομολόγητα μυστικά, συναντιέται με τον ορίζοντα σε μια σημαντική στιγμή για την ελληνική λογοτεχνία. Να δείτε και την ταινία σε σκηνοθεσία Παντελή Βούλγαρη.
Στην υποβλητική Πάτμο με την «Γραμμή του Ορίζοντος» του Χρήστου Βακαλόπουλου
Μια 32χρονη γυναίκα, η Ρέα Φραντζή, βρίσκεται σε μια μεταιχμιακή στιγμή της ζωής της: έχει μόλις χωρίσει –χωρίς να ξέρει γιατί– και καταφεύγει στην Πάτμο, στο μυσταγωγικό νησί της Αποκάλυψης, όπου καταδύεται σε έναν επώδυνο απολογισμό ζωής. Σαρκασμός, νοσταλγία, ένα sui generis λογοτεχνικό σύμπαν που αποκαλύπτει αλλιώς την Πάτμο και την χρησιμοποιεί, με όλο το νοηματικό της βάρος, για να αναδείξει τον ψυχισμό μιας καταπληκτικής ηρωίδας. Παρά το ότι η παρουσία του νησιού είναι έντονη μες στις σελίδες του βιβλίου, υπάρχει ένα απόσπασμα, πασίγνωστο στους μύστες, που αποτελεί ίσως ό,τι συναρπαστικότερο έχει γραφτεί για την Κυψέλη:
«Παλιά υπήρχαν τρία μέρη στον κόσμο· η Κυψέλη, η Ελλάδα και ο πλανήτης Γη. Τώρα βγαίνουν και λένε ότι ο κόσμος είναι ένας, όμως λένε ψέματα κι αυτό φαίνεται στα μάτια τους.
Ήταν πάρα πολύ δύσκολο να είσαι κάτι στην Κυψέλη κι έτσι πολλοί ήθελαν να γίνουν κάτι στην Ελλάδα που φαίνεται ότι ήταν πιο εύκολο ενώ μερικοί κατάλαβαν το κόλπο κι άρχισαν να λένε ότι αυτοί δεν αξίζουν για την Ελλάδα, αξίζουν μόνο για τον πλανήτη Γη. O πλανήτης Γη έκανε προπαγάνδα στην Ελλάδα, της έβαζε συνεχώς την ιδέα ότι αυτός είναι το καλύτερο μέρος στον κόσμο και με τη σειρά της η Ελλάδα πίεζε την Κυψέλη να της αναγνωρίσει τα πρωτεία. Όμως, η Κυψέλη δεν είχε κανέναν να πιέσει κι έτσι, μια φορά κι έναν καιρό, η Κυψέλη υποχρέωνε τον εαυτό της να είναι το καλύτερο μέρος στον κόσμο και η Έρση ήταν υποχρεωμένη να είναι η ωραιότερη χωρίς να χρησιμοποιεί τη φωτογένεια. Αργότερα όμως, που όλοι οι άνθρωποι έγιναν φωτογραφίες και ο πλανήτης Γη πήρε την ονομασία τηλεόραση η Κυψέλη εξαφανίσθηκε από προσώπου γης και η Έρση πήγε να μείνει στα βόρεια προάστια και το καλοκαίρι αγόρασαν σπίτι με τον άντρα της τον δημοσιογράφο στη Σαντορίνη και μαύριζαν».
Στην αξέχαστη Σαντορίνη με το «Μέσ’ απ’ τις ζωές των άλλων» της Κώστιας Κοντολέων
Η Σαντορίνη σε αυτό το μυθιστόρημα δεν παρουσιάζεται ειδυλλιακή, με το ηλιοβασίλεμά της και γραφική. Αποκαλύπτεται στις πραγματικές της διαστάσεις, μέσα δηλαδή από τις ζωές των ηρώων του βιβλίου. Τέσσερις γυναίκες από την ίδια οικογένεια πρωταγωνιστούν με κοινή μοίρα. Τέσσερις γενιές που ορίζονται από το πεπρωμένο, από τις κοινωνικές συμβάσεις που προδιαγράφονται στις κλειστές κοινωνίες, από την καταπίεση που εξασκείται στην ψυχοσύνθεσή τους, από τις ανυποψίαστες αλήθειες που γκρεμίζουν τα όνειρά και από τη διάψευση των προσδοκιών τους. Είναι η Ροδάνθη, η Φωτεινή, η Δέσπω, η Πέτρα και η ζωή τους στη Σαντορίνη σκληρή και απρόβλεπτη, ενώ η συγγραφέας δεν τους χαρίζεται, παραδίδοντάς μας ένα μυθιστόρημα που δύσκολα ξεχνάμε αφού το διαβάσαμε. Οι διακοπές μας στο ηφαιστειακό νησί δεν ήταν ποτέ οι ίδιες μετά την καταβύθιση σε αυτό το ανάγνωσμα.
Στην ατμοσφαιρική Σύρο με την «Μεγάλη Χίμαιρα» του Καραγάτση
Τολμηρό, ανατρεπτικό, αλλιώτικο. Έγινε πάλι viral το ανεπανάληπτο αυτό ελληνικό μυθιστόρημα, μιας που ο πρωταγωνιστής του Maestro Χριστόφορος Παπακαλιάτης το διάβαζε στην εξαίσια εκείνη σκηνή στην βάρκα, πάνω στα καταγάλανα νερά των Παξών. Μόνο που εδώ έχουμε ένα ταξίδι, απολαυστικό και πονεμένο συγχρόνως, στη Σύρο. Το βιβλίο που γράφτηκε το 1936 φωτίζει την ζωή της Γαλλίδας Μαρίνας Μπαρέ, η οποία γνωρίζεται με τον καπετάνιο Γιάννη Ρεΐζη σε κάποιο από τα ταξίδια του και αποφασίζει να τον ακολουθήσει στη Σύρο. Εκεί, προσπαθεί να συμφιλιωθεί με τους δαίμονές της και να γιατρέψει τα τραύματά της στη συριανή ομορφιά-μια αντίθεση που κάνει ακόμα πιο έντονες τις περιγραφές του συγγραφέα. Η τραγωδία της Μαρίνας λένε πως αφορά, στην πραγματικότητα, την πραγματική ιστορία που κρύβεται πίσω από το Κόκκινο Σπίτι στο αρχοντικό Επισκοπείο και στοιχειώνει ακόμα τους Συριανούς. Ο Καραγάτσης περιγράφει μια ιστορία αγάπης και παθών, με αλησμόνητους ήρωες και σχεδόν αισθησιακή πένα. Η Σύρος μέσα από τα μάτια μιας ξένης γυναίκας απλώς συγκλονίζει.
Στην κοσμοπολίτικη Μύκονο με τις «Διακοπές στη Μύκονο» του Γιάννη Μαρή
«Οι διακοπές στη Μύκονο» ανήκουν στη χρυσή χρονιά του Γιάννη Μαρή, το 1956. Αφήγηση σε τρίτο πρόσωπο, σε στιλ αμερικάνικου νουάρ, απολαυστικότατο. Καλοκαίρι, Αύγουστος, Μύκονος μιας άλλης εποχής. Ο πρωταγωνιστής, ένας ζιγκολό ουσιαστικά, τιμωρείται επειδή δεν τηρεί τις αρχές του μέχρι τέλους, μιας που ερωτεύεται την εικοσάχρονη Λία Καραπάνου. Φλερτάρουν και κάνουν παρέα καθημερινά στις παραλίες. «Ήταν ευτυχισμένη να βρίσκεται δίπλα σε αυτόν τον όμορφο, δυνατό άντρα, κάτω από τον χρυσό ήλιο. Ήταν αυτό που δεν έπρεπε να τού τύχει. Και του έτυχε. Η Λία ήταν ερωτευμένη μαζί του κι αυτός τώρα το ήξερε πως την αγαπούσε. Ήταν γεμάτος απόγνωση και ταυτόχρονα ευτυχία». Το κεντρικό μέρος όπου διαδραματίζεται το μυθιστόρημα είναι το υπέροχο Ξενοδοχείο «ΛΗΤΩ» της Μυκόνου, που εκείνη την εποχή δέσποζε με την πολυτέλεια και ομορφιά του. Επίσης, η υπόλοιπη πλοκή εκτυλίσσεται σε αρκετά μέρη όπως: ο Άγιος Στέφανος, η Αλευκάντρα, η Παραπορτιανή, η Μεγάλη Άμμος και η Άνω Μέρα του νησιού. Μια ιστορία αγάπης και θανάτου με φόντο την πανέμορφο Μύκονο μια άλλη δεκαετία που δεν επιστρέφει, αλλά ευτυχώς καταγράφηκε αριστοτεχνικά από έναν μετρ της γραφής.
Διαβάστε ακόμα:
Πάτμος: Αρχοντική, επιβλητική, γαλήνια