Κρυμμένη στους πρόποδες των Ιουλιανών Άλπεων, της οροσειράς που μοιράζεται μεταξύ βορειοανατολικής Ιταλίας και Σλοβενίας, η Gorizia ανήκει σε εκείνες τις σπάνιες περιπτώσεις ενός προορισμού που συνδυάζει γραφικότητα, φύση και ιστορία, παραμένει όμως άγνωστος στους περισσότερους, ακόμη και στους ίδιους τους Ιταλούς. Με το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου να φέρνει τη διαίρεση της Γκορίτσια μεταξύ της μετα-Μουσολινικής Ιταλίας και της κομμουνιστικής Γιουγκοσλαβίας, τα «δύο μισά», οι δύο πόλεις που προέκυψαν το 1947 –η Gorizia στην Ιταλία και η Nova Gorica που αναπτύχθηκε στα εδάφη της σημερινής Σλοβενίας– αποτελούν εδώ και λίγες μέρες την πρώτη Πολιτιστική Πρωτεύουσας της Ευρώπης που ενώνει πόλεις δύο διαφορετικών χωρών.
Από τον Φεβρουάριο μια φιλόδοξη ατζέντα 600 πολιτιστικών δρώμενων ξεκίνησε και στις δύο πόλεις, με το ευρύ φάσμα της να περιλαμβάνει από εκθέσεις τέχνης και προβολές ταινιών ως live shows και μουσικές παραστάσεις. Το αισιόδοξο σύνθημα «GO! Borderless» καλεί όλους να δουν τη διαιρεμένη περιοχή ως μία πρωτεύουσα κι όχι σαν δύο πόλεις, που μπορεί να διαφέρουν δραματικά μεταξύ τους, αξίζει όμως να τις εξερευνήσουμε, ειδικά με αφορμή τη φετινή φιλοξενία του σπουδαίου ευρωπαϊκού θεσμού. Η μεν Gorizia με το άριστα διατηρημένο ιστορικό της κέντρο, επιδεικνύει την αυθεντικότητά της με τη μεσαιωνική αρχιτεκτονική, τα πλακόστρωτα σοκάκια και τα ζωηρά καφέ της, ενώ η Nova Gorica έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το παραπάνω σκηνικό, ως μια νέα πόλη μπρουταλιστικής αρχιτεκτονικής και ψηλών τσιμεντένιων κτηρίων, παρατεταγμένων σε σειρές και με μόνη χαριτωμένη νότα τα ζωηρά χρώματά τους, που ωστόσο κρύβουν αναπάντεχους κήπους, τοιχογραφίες και γκράφιτι σοσιαλιστικού ρεαλισμού.
Η παράξενη κοινή ιστορία, το ανύπαρκτο σύνορο
Σε αυτή την λιγότερο γνωστή γωνιά της Ευρώπης, μεταξύ Αδριατικής και Άλπεων, το Φραγκισκανικό μπαρόκ μοναστήρι Kostanjevica τυλίγεται από ροδόδεντρα και καστανιές κι ενσωματώνει την παράξενη ταυτότητα της νέας Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης. Από την κορυφή του λόφου όπου βρίσκεται και κοιτάζοντας κάτω, ατενίζεις ένα εκτεταμένο, ανομοιόμορφο αστικό συγκρότημα -μεσαιωνικό από τη μία πλευρά, μοντέρνο από την άλλη. Με μια πρώτη ματιά τίποτα δεν φανερώνει ότι η πόλη αυτή μοιράζεται μεταξύ δύο χωρών, της Ιταλίας και της Σλοβενίας. Κατηφορίζοντας μάλιστα διαπιστώνεις ότι μπορείς άνετα και ανεμπόδιστα να περάσεις από τη μια πλευρά στην άλλη. Για περισσότερο από μισό αιώνα, ένα οχυρωμένο σύνορο διέτρεχε την καρδιά της πόλης, κόβοντας την Γκορίτσια στα δύο και αποτελώντας το όριο μεταξύ της Δυτικής Ευρώπης και της Κομμουνιστικής Γιουγκοσλαβίας. Πώς όμως προέκυψε αυτή η περίεργη διαίρεση και γιατί η κατάσταση διαφέρει σήμερα;
Ως το 1918 η περιοχή ήταν μέρος της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, διοικούμενη από τη Βιέννη. Με την ήττα της Αυστρίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, περιήλθε στην Ιταλία, που όταν με τη σειρά της ηττήθηκε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δέχθηκε την εισβολή Γιουγκοσλάβων παρτιζάνων και κατακτήθηκε τελικά από τους νικηφόρους Δυτικούς Συμμάχους. Για αρκετά χρόνια η τύχη της περιοχής εκκρεμούσε, με τους Σλάβους και τους Ιταλούς οι οποίοι συνυπήρχαν για αιώνες να αποτελούν πλέον δύο ιδεολογικά αντίπαλα έθνη που διεκδικούν την ίδια έκταση. Η αμήχανη και μάλλον αδέξια λύση δόθηκε από τη Δυτική Συμμαχία το 1947, χαράσσοντας ένα σύνορο διαμέσου της διεκδικούμενης περιοχής, αφήνοντας το μεγαλύτερο μέρος της Γκορίτσια στην Ιταλία και την ενδοχώρα στη Γιουγκοσλαβία. Όπως και με το Τείχος του Βερολίνου, η άστοχη διχοτόμηση χώρισε κοινότητες με πολύχρονη ιστορία, γειτονιές που συνυπήρχαν αρμονικά, ακόμη και οικογένειες, επιβάλλοντας έναν αμήχανο συμβιβασμό.
Το γαλήνιο Φραγκισκανικό Μοναστήρι που αξίζει μια επίσκεψη για την ιστορική βιβλιοθήκη και την κρύπτη όπου ενταφιάστηκε ο τελευταίος Βουρβόνος βασιλιάς της Γαλλίας, Κάρολος Ι΄, και που για αιώνες αποτελούσε ιερό καταφύγιο από διαφορετικά καθεστώτα –τους Αψβούργους της Αυστρίας, τους φασίστες της Ιταλίας, τους ναζί της Γερμανίας και τους κομμουνιστές της Γιουγκοσλαβίας- έγινε σύμβολο αυτής της διαίρεσης. Κατέληξε στη Γιουγκοσλαβία και με τη διάλυσή της το 1991 στο νέο κράτος της Σλοβενίας. Με την είσοδο της τελευταίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2004 και με τη Συνθήκη Schengen τρία χρόνια μετά, το σύνορο φάνηκε ακόμη πιο ανούσιο κι η αποκλεισμένη για μισό αιώνα Ιταλία απείχε πλέον μόνο 5΄με τα πόδια. Και πολύ εύστοχα, με την επιλογή της διττής πόλης ως Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2025, ανάγεται σε υπόδειγμα διασυνοριακής επαναπροσέγγισης, συμφιλίωσης και συνεργασίας, που γεφυρώνει τις ιστορίες του χθες με τα όνειρα για το μέλλον.
Η περιήγηση στις δύο εκ διαμέτρου αντίθετες πόλεις
Μια περιήγηση μεταξύ των δύο αστικών περιοχών αποκαλύπτει εύκολα πώς η πόλη που αποκαλούνταν «Η Ανιψιά της Αυστρίας» έφτασε να αναφέρεται ως το «Ιταλικό Βερολίνο». Ξεκινώντας από την ιταλική πλευρά, διαπιστώνει αμέσως κανείς τους λόγους για τον πρώτο χαρακτηρισμό: ευχάριστο κλίμα, ειδυλλιακά πάρκα, εγγύτητα στη θάλασσα και άριστα κρασιά. Εντύπωση προκαλεί στον επισκέπτη πόσο ήσυχη και άθικτη στο πέρασμα του χρόνου παραμένει η Gorizia με τη σχεδόν αινιγματική ατμόσφαιρα. Εδώ δεν υπάρχουν φανταχτερές αλυσίδες καταστημάτων, τα μοντέρνα κτήρια είναι ελάχιστα, η κίνηση οχημάτων είναι αξιοσημείωτα μικρή και όλα σε προδιαθέτουν να την εξερευνήσεις σε χαλαρούς ρυθμούς.
Το άριστα διατηρημένο ιστορικό κέντρο είναι εξάλλου συμπαγές -μπορείς να το περπατήσεις μέσα σε μισή ώρα- και βέβαια απίστευτα γραφικό, με αρχιτεκτονικά διαμάντια που υπογράφουν ονόματα σαν του Nicolò Pacassi (αριστούργημά του είναι το παλάτι Schönbrunn στη Βιέννη). Δικό του έργο είναι το Attems-Petzenstein, που στεγάζει τη γεμάτη συναρπαστικά έργα Πινακοθήκη -από τα πορτρέτα Biedermeier του Giuseppe Tominz ως τη φουτουριστική τέχνη του Tullio Crali, και με την τρέχουσα έκθεση «Andy Warhol, Beyond Borders» να διαρκεί ως τις 4 Μαΐου. Το αυστριακό παρελθόν της πόλης είναι εμφανές και στα Palazzo Coronini Cronberg και Palazzo Lantieri, το δεύτερο μάλιστα διαθέτει μια συλλογή αυθεντικών επίπλων του 19ου αιώνα.
Από την πόλη δεν λείπουν ούτε τα μουσεία. Ξεκινήστε από το Museo della Grande Guerra, που αφηγείται το ρόλο της Γκορίτσια κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με τους σφοδρούς βομβαρδισμούς που υπέστη και το σημαντικό σε ανθρώπινες ζωές κόστος της απελευθέρωσής της να της προσδίδουν έναν ακόμη χαρακτηρισμό, ως «la città maledetta -η καταραμένη πόλη». Το μουσείο βρίσκεται στον χαμηλό λόφο όπου δεσπόζει το μεσαιωνικό κάστρο της Gorizia, οχυρωματικό έργο του 11ου αιώνα που ανακαινίστηκε από τους Βενετούς πέντε αιώνες αργότερα. Οι εκθέσεις που φιλοξενεί αναβιώνουν τη ζωή και την ιστορία της πόλης κατά το μεσαίωνα, με αναφορές σε απροσδόκητα γεγονότα, όπως το ότι στα οχυρωματικά έργα του κάστρου συμμετείχε ο Edmond Halley που ανακάλυψε τον ομώνυμο κομήτη. Σε διαφορετικό ύφος το Μουσείο Μόδας και Εφαρμοσμένων Τεχνών, είναι αφιερωμένο στην ιστορία των υφασμάτων και της εξέλιξης του ενδυματολογικού κώδικα, από την παράδοση της περιοχής στην ύφανση του μεταξιού την εποχή της Μαρίας Θηρεσίας ως τις συλλογές καθημερινών και επίσημων ενδυμάτων από το 1700 ως το 1900, και με ιδιαίτερη έμφαση στην περίοδο από το 1890 ως τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Απαραίτητες και οι στάσεις στις δύο πλατείες της πόλης. Αξιοθέατο από μόνη της, η Piazza della Transalpina ή Trg Evrope –στα ιταλικά και τα σλοβενικά αντίστοιχα- είναι το σημείο από όπου παλιά περνούσε ο διαχωριστικός φράχτης συρματοπλέγματος. Πλέον για τους επισκέπτες αποτελεί το πιο πολυφωτογραφημένο σημείο της πόλης, όπου όλοι στέκονται με το ένα πόδι στην Ιταλία και το άλλο στη Σλοβενία. Πάνω από όλα η πλατεία αποτελεί σύμβολο ενότητας και ειρηνικής συνύπαρξης, διατηρώντας ζωντανή τη μνήμη του παρελθόντος, ενώ ενεργό ρόλο θα παίξει στα πλαίσια του φιλοξενούμενου θεσμού, αποκαλύπτοντας την πλούσια κοινή κληρονομιά και εμπνέοντας τη διασυνοριακή πολιτιστική ανάπτυξη.
Στη δε Piazza della Vittoria, αφού θαυμάσετε τον επιβλητικό μπαρόκ Καθεδρικό του Αγίου Ιγνατίου σε τυπικό κεντροευρωπαϊκό μπαρόκ ρυθμό, με τους χαρακτηριστικούς κρεμμυδόσχημους θόλους των πύργων του και δείτε τα ρομαντικά παστέλ ανάκτορα της πλατείας, θα πιάσετε θέση σ’ ένα από τα εστιατόρια και τα café, όπως στην ηλιόλουστη βεράντα του Mama Angela και θα απολαύσετε μια στιγμή αυθεντικής ιταλικής ευζωίας: είναι η ώρα για να δοκιμάσετε ένα ποτήρι από τα περίφημα κρασιά της περιοχής -Collio, Carso, Isonzo, Schioppettino- και κάποια από τα ρουστίκ πιάτα της βασισμένης στο κρέας κουζίνας, που όμως σερβίρονται με περισσή ιταλική φινέτσα σε γεμάτα ντόπιους στέκια.
Περνώντας στην πλευρά της Nova Gorica το σκηνικό αλλάζει άρδην. Ο θεμέλιος λίθος της νεότερης πόλης της Σλοβενίας τέθηκε στις 13 Ιουνίου 1948 και μέσα στο κλίμα μεταπολεμικής ευφορίας δόθηκε το πράσινο φως για την ανέγερση του νέου αστικού ιστού, ο σχεδιασμός του οποίου ανατέθηκε στους επιφανέστερους Σλοβένους αρχιτέκτονες της εποχής. Φυσικά επικράτησε η μπρουταλιστική αρχιτεκτονική και τα σοβιετικού ρεαλισμού κτήρια που στερούν από τη Nova Gorica τη γραφικότητα και τη γοητεία της ιταλικής πλευράς. Ωστόσο η πόλη διαθέτει ευχάριστα πάρκα και μάλιστα έχει το δικό της ξεχωριστό χαρακτηρισμό ως η «Πόλη των Ρόδων», με τις τριανταφυλλιές να μοιάζουν να ξεπηδούν από παντού. Ούτε από εδώ λείπει η ζωηρή καλλιτεχνική σκηνή, με ποικίλα θέατρα, γκαλερί, μουσεία και το Πανεπιστήμιο της Nova Gorica που συνεισφέρει με το δικό του τρόπο στο πολιτιστικό της προφίλ.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα εμπειρία αποτελεί το project στο πλαίσιο του GO! 2025 που ονομάζεται «Λαμπερή αόρατη πόλη -Sijoče nevidno mesto» και διοργανώνεται από το MoTA -Museum of Transitional Art, καθώς ρίχνει φως στο πως θα έμοιαζε η Nova Gorica αν τα αρχικά σχέδια του αναγνωρισμένου Σλοβένου αρχιτέκτονα Ravnikar δεν είχαν απορριφθεί λόγω των πολιτικών και ιδεολογικών αλλαγών μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στόχος του εικαστικού δρώμενου είναι να ζωντανέψει ένα όραμα που δεν υλοποιήθηκε ποτέ, αποκαλύπτοντας άγνωστες πτυχές της ιστορίας που εξακολουθούν να επηρεάζουν τη ζωή και την καθημερινότητα στη σλοβενική πλευρά της πόλης.
Το στοιχείο που κάνει πάντως την περιοχή να ξεχωρίζει το εξοχικό τοπίο που περιβάλλει και τις δύο πόλεις, άλλοτε τραχύ κι άλλοτε με απαλούς λόφους και φάρμες, κάνει δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι αυτός ο γαλήνιος τόπος υπήρξε ένα από τα πιο αιματηρά πεδία πολέμου κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πλέον η περιοχή ανήκει κυρίως σε αμπελοκαλλιεργητές και ιδιαίτερα η περιοχή της κοιλάδας Vipava όπου παράγονται κάποια από τα καλύτερα ιταλικά κρασιά όπως ο λευκός οίνος Collio, είναι δημοφιλής προορισμός για τους λάτρεις του κρασιού. Όσοι φτάνουν ως εδώ μπορούν επίσης να συνδυάσουν πεζοπορίες ή ποδηλασίες στη φύση με οινογνωσία στην κοντινή οινοπαραγωγική περιοχή Goriška Brda, ή να φτάσουν ως την κοιλάδα Soča, διάσημη για τα σμαραγδένια νερά του ποταμού Soča και τα υδάτινα σπορ σε αυτόν.
Όσοι πάντως βρεθείτε στην Gorozia μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου, μη χάσετε την ευκαιρία να επισκεφθείτε το Βοτανικό Κήπο Luciano Viatori, μόλις τρία χιλιόμετρα από την πόλη, ο οποίος ονομάζεται και Κήπος των Αζαλεών, καθώς φιλοξενεί 500 περίπου είδη που πανέμορφου λουλουδιού. Μαζί με τις αζαλέες, ροδόδεντρα, καμέλιες και μανόλιες πλαισιώνουν ένα δίκτυο καλοσχεδιασμένων μονοπατιών, ο περίπατος στο οποίο διαρκεί μια ώρα και ειδικά την άνοιξη είναι μαγευτικός.
Προτάσεις για φαγητό και διαμονή
Η κουζίνα τη Gorizia όπως είναι αναμενόμενο, αποτελεί μια μίξη ετερόκλητων επιρροών και κατά βάση περιλαμβάνει χορταστικά πιάτα με κύριο συστατικό το κρέας. Θα τα απολαύσετε σε στέκια όπως το Ristorante Rosenbar και η Trattoria Alla Luna, γεμάτα φιλικούς ντόπιους, σε περιβάλλον αυθεντικό κι ανεπιτήδευτο, με λογικές τιμές. Για να δοκιμάσετε τους τοπικούς οίνους, κάντε μια στάση στην Osteria Vecia Gorizia ή στο Al Chiostro Bistro, αν και σε όλα γενικά τα εστιατόρια θα βρείτε τα κρασιά της περιοχής. Η έκπληξη στο κομμάτι της εστίασης έρχεται από τη Nova Gorica και το βραβευμένο με αστέρι Michelin εστιατόριο Dam, που προσφέρει μια μοντέρνα εκδοχή της σλοβενικής κουζίνας, και για το οποίο καλύτερα να έχετε κάνει κράτηση, ενώ για κάτι πιο χαλαρό το Fabrika κινείται στη λογική της gastropub, με εκτενές μενού και μπύρες από μικροζυθοποιίες της περιοχής.
Αξιόλογη πρόταση διαμονής στη Γκορίτσια στην οποία θα φτάσετε με τρένο από τη Βενετία –διάρκεια ταξιδιού 2-3 ώρες, κόστος μονής διαδρομής από 14,40€-, αποτελεί το Grand Hotel Entourage που στεγάζεται στο επιβλητικό Palazzo Strassoldo. Το ξενοδοχείο φέρει το όνομα της βασιλικής συνοδείας του βασιλιά Καρόλου Ι΄ που διέμενε στο ανάκτορο όταν ο βασιλιάς εξορίστηκε στην Gorizia και διατηρεί το ροκοκό μεγαλείο του, συνδυάζοντας μια ευχάριστα παλιομοδίτικη αίσθηση με ατμόσφαιρα ζεστασιάς και θαλπωρής. Πολύ καλή σχέση ποιότητας/τιμής με το κόστος ανά διανυκτέρευση σε δίκλινο δωμάτιο να ξεκινά από τα 90€ με πρωινό.
Διαβάστε ακόμα:
Στην Γκορίτσια της Ιταλίας και στην «απέναντι» Νόβα Γκόριτσα της Σλοβενίας