Πλούτος. Φυσικός, ιστορικός, αρχαιολογικός, παραγωγικός και υπέροχα εικαστικός σε τοπία και εναλλαγές, η ευρύτερη περιοχή των εκβολών του Αχελώου ποταμού δε θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από πιο ταιριαστή λέξη.
Η ομορφιά της πορείας ενός ποταμού, από τη γέννησή του στις πηγές, ανάμεσα σε βουνοκορφές και σε υψόμετρα αλπικά, αναζητώντας κατόπιν τον δρόμο του ανάμεσα σε λόφους και κορφές, μέχρι την τελική του διαδρομή σε μέρη πεδινά και, με τη βοήθειά του, εύφορα, μοιάζει με ταξίδι στις απαρχές της ζωής του πλανήτη μας. Πως κάτι τόσο μικρό όσο λίγες σταγόνες νερό που αναβλύζουν από μία σχισμή γεωλογική, χαράσσουν υδάτινους δρόμους, προσελκύοντας τη ζωή στις όχθες τους, δημιουργώντας ανάγλυφα και τοπία βγαλμένα από συγγραφείς παραμυθένιων ιστοριών.
Αφήνω πίσω μου, μετά από κάμποσες ημέρες σε σημεία πιο ορεινά, από την Πίνδο μέχρι τις τεχνητές λίμνες, την περιοχή γύρω από την πόλη του Αγρινίου. Περνώντας το φαράγγι της Κλεισούρας με την, χτισμένη μέσα στο βράχο, Ιερά Μονή της Παναγίας Ελεούσας, με ιστορία που ξεκινά από το 1700, στρίβω δεξιά, έχοντας στα αριστερά μου τη βόρεια όχθη της λιμνοθάλασσας του Αιτωλικού. Κατευθύνομαι στο δάσος Φράξου, κοντά στο χωριό Λεσίνι. Το δάσος είναι ένας οικολογικός παράδεισος, πυκνός σε βλάστηση και με μεγάλο πληθυσμό πανίδας, ένα φυσικό μνημείο της οικολογικής ιστορίας του τόπου. Το μονοπάτι για περιήγηση δεν είναι πολύ μακρύ, λίγο λιγότερο από 3,5 χιλιόμετρα, αλλά είναι ικανό να γεμίσει τον επισκέπτη με ηρεμία και μια αίσθηση απομόνωσης. Ασημόλευκες, ασημοϊτιές πνιγμένες από αναρριχητικά φυτά, κυκλάμινα, άγριες φρέζιες καθώς και διάφορα είδη θάμνων συνθέτουν το Δάσος Φράξου το οποίο ανακηρύχθηκε το 1985 Διατηρητέο Μνημείο της Φύσης.
Πίσω στις όχθες του Αχελώου, η εικόνα μοιάζει κάπως μονότονη, αν δεν ήταν τόσο υπέροχα υγιής, παραγωγική και βιταμινούχα. Δάση ολόκληρα, χειροποίητα με πορτοκαλεώνες και άλλα δέντρα εσπεριδοειδών, εκτάσεις που μοιάζουν ατελείωτες, όπου και να γυρίσει να κοιτάξει κανείς. Ο Λάμπρος Λιαπίκος είναι τρίτη γενιά καλλιεργητών εσπεριδοειδών από τη Γουριά Μεσολογγίου. Με περιμένει σε μια γωνιά του δρόμου, κάπου ανάμεσα στις «γύρες του Αχελώου», όπως αποκαλούν οι ντόπιοι τις στροφές της ροής του. Ακολουθώ το παπί το οποίο οδηγεί με ευκολία ενσωματωμένου ηλεκτρονικού πλοηγού προς το χωράφι προορισμού μας. Έχω την αίσθηση πως, αν με παρατήσει ξαφνικά κάπου εδώ, οπουδήποτε, ή αν χαθούμε με κάποιο τρόπο, δε θα βρω ποτέ το δρόμο της εξόδου από τα πανομοιότυπα δρομάκια ανάμεσα στους πορτοκαλεώνες.
Είναι αρχές Ιουλίου και η παραγωγή βρίσκεται περίπου στο 50% της σοδειάς του έτους, μού λέει ο Λάμπρος καθώς μανουβράρω με την καθοδήγησή του το αυτοκίνητο ανάμεσα στα φορτωμένα δέντρα. Ναβαλίνες, Βαλέντσια, Μανταρίνια Νόβα και Κλιμεντίνες γεμίζουν τα πλούσια σε φύλλωμα δέντρα, χρωματίζοντάς τα μέχρι τη συγκομιδή στις αρχές Οκτωβρίου. Η εγγύτητα των δέντρων στο ποτάμι είναι πολύ σημαντική για την ωρίμανση των καρπών, έτσι ώστε, ένα υγιές δέντρο να δίνει μέχρι και 450 -500 κιλά φρούτα.
Οι όχθες του Αχελώου, όπως είναι φυσικό, φιλοξενούν πολλά χωριά, όμορφα, πλούσια και περιποιημένα στην όψη. Η πεδιάδα είναι γεμάτη καλλιέργειες, με δραστηριότητα διαρκή. Μεγάλα αγροτικά μηχανήματα μοιράζονται τις εργασίες ανάλογα στην εποχή του χρόνου μην αφήνοντας ποτέ την αίσθηση της απραξίας στην ευρύτερη περιοχή. Το έδαφος είναι απίστευτα εύφορο, η όψη της γης είναι υγιέστατη, η πρωτογενής παραγωγή είναι εδώ στα καλύτερά της. Η κάτοψη μοιάζει με χαρτί μιλιμετρέ έτσι όπως είναι μοιρασμένα και κομμένα τα χωράφια, συνεχίζοντας μια παράδοση αιώνων.
Η συγκεκριμένη περιοχή της Αιτωλοακαρνανίας, είναι και η πατρίδα της «σταχτοπούτας των ελληνικών κρασοστάφυλων», όπως αποκάλεσε τη Μαλαγουζιά η χημικός, οινολόγος ιστορικός και λάτρης του Ελληνικού Αμπελώνα, Σταυρούλα Κουράκου Δραγώνα. Η ιστορία της Μαλαγουζιάς έχει καταγραφεί για πρώτη φορά εδώ στα τέλη του 19ου αιώνα. Στην πορεία όμως, με την εκτενή άρδευση της πεδιάδας και τη στροφή των αγροτών σε πιο προσοδοφόρες καλλιέργειες, εκείνη την εποχή, η Μαλαγουζιά παρά λίγο να εκλείψει. Η σωτηρία της ξεκίνησε το 1970 από τον οινοποιό Βαγγέλη Γεροβασιλείου στην Επανωμή, στο δρόμο που συνδέει τη Θεσσαλονίκη με τη Χαλκιδική, σε εδάφη εύφορα και κατάλληλα για την ευδοκίμηση της συγκεκριμένης ποικιλίας. Έκτοτε λίγοι θυμούνται την πρώτη καταγωγή της, εδώ στους δρόμους του Αχελώου ποταμού, κοντά στον αρχαιολογικό χώρο των Οινιαδών.
Η επίσκεψη στον αρχαιολογικό χώρο, ανήκει στις στάσεις τις επιβεβλημένες στον ταξιδιώτη της περιοχής. Η αρχαία πόλη στο λόφο που σήμερα ονομάζεται Τρίκαρδος υπήρξε η δεύτερη σε μέγεθος και σπουδαιότητα πόλη των Ακαρνάνων μετά τη Στράτο. Ο αρχαιολογικός χώρος με έκταση περίπου 1.400 στρεμμάτων αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα δείγματα οργάνωσης και οχύρωσης των πόλεων της Αιτωλίας και της Ακαρνανίας, αλλά και του ευρύτερου ελλαδικού χώρου. Ένα καπέλο, ένα μπουκάλι νερό, αντιηλιακή κρέμα στα χέρια και στο λαιμό, συνδυάζονται με τις μυρωδιές από το στεγνό χώμα, τα ξερόχορτα, τους λίθους των σωζόμενων κτισμάτων και τη θέρμη την οποία εκπέμπουν μέσα στο ζεστό καλοκαιρινό πρωινό.
Κάθε επίσκεψη σε αρχαιολογικό χώρο, γίνεται αυτόματα ένα ταξίδι εκεί πίσω, στα χρόνια της κανονικής ζωής της πόλης, του θεάτρου, των οχυρών αλλά και, όπως συμβαίνει εδώ, στα νεώρια, το ναυπηγείο των Οινιαδών, αφού η κοίτη του Αχελώου βρίσκονταν ακριβώς εδώ και τα πλοία έφθαναν μέχρι αυτό το σημείο στους αρχαίους χρόνους. Η ανασκαφή του θεάτρου των Οινιαδών ξεκίνησε το 1900 από τον Αμερικανό αρχαιολόγο B. Powell, αλλά ολοκληρώθηκε μόλις στο τέλος της δεκαετίας του ΄90 από τον Δρ. Λάζαρο Κολώνα (προϊστάμενο τότε της ΣΤ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Πατρών). Το θέατρο είναι ζωντανό, υποδεχόμενο πολιτιστικές εκδηλώσεις, παραστάσεις και συναυλίες κάθε καλοκαίρι προσελκύοντας κόσμο από την Ελλάδα αλλά και επισκέπτες από το εξωτερικό.
Φθάνοντας πια στο τέλος του ταξιδιού, η μυρωδιά του ιωδίου αλλά και της θαλασσινής αύρας του Ιονίου, μπλέκονται με το χώμα, την κοπριά από τα λιγοστά οικόσιτα κοπάδια τα οποία βρίσκονται διάσπαρτα στις ατέλειωτες ευθείες των δρόμων αριστερά και δεξιά του ποταμού και της υγρασίας από τα ποτισμένα χωράφια. Το νερό μπλέκει διαρκώς στην εικόνα με τις στενές λωρίδες γης που το οριοθετούν. Η αντανάκλαση του ουρανού στα λεία σαν καθρέφτες λιμνάζοντα ύδατα, διπλασιάζουν τον ορίζοντα και τα χρώματά του.
Στον καθρέφτη του αυτοκινήτου θολώνει ο δρόμος που μένει πίσω από τα σύννεφα σκόνης που δημιουργεί η κίνησή του. Κάθε σημείο και μια στάση θαυμασμού του φυσικού τοπίου. Κάθε στροφή και μια νέα γωνία λήψης. Τα everglades του δέλτα του Αχελώου είναι το απόλυτο πάντρεμα της κατάληξης του γλυκού νερού στην αλμυρή αγκαλιά του πελάγους. Στις αμμουδερές παραλίες του Οικολογικού Πάρκου της Σκρόφας επωάζονται ειρηνικά τα αβγά της Καρέτα -Καρέτα και η νήσος Οξεία απέναντι σηματοδοτεί την περιοχή της Ναυμαχίας της Ναυπάκτου, η οποία έλαβε χώρα στις 7. Οκτωβρίου του 1571.
Πριν δύσει ο ήλιος της σημερινής ζεστής ημέρας, προλαβαίνω να οδηγήσω τα χιλιόμετρα μέχρι το δυτικό κομμάτι των εκβολών, προς το Διόνι, περνώντας διαδοχικά από τα αρδευτικά κανάλια με τα, σοσιαλιστικού τύπου, κτίσματα των αντλιοστασίων, το ψαροχώρι του Πεταλά, με τις κατασκευές επάνω στο νερό και τα χρωματιστά σπίτια και να καταλήξω στη στενή λωρίδα αμμουδερής γης, στο τέλος του δρόμου, πάνω στην ώρα για το μεζέ και το ουζάκι Μεσολογγίου.
Διαβάστε ακόμα:
6 στάσεις για φαγητό από τις πηγές έως τις εκβολές του Αχελώου ποταμού