Κάθε φορά που κατέβαινα από την Απείρανθο στην παραθαλάσσια Μουτσούνα σε διάφορα σημεία της διαδρομής, έβλεπα τεράστιες σκουριασμένες κολώνες να στηρίζουν τα απομεινάρια ενός εντυπωσιακού εναέριου σιδηροδρόμου.
Απομεινάρια μίας εποχής που η σμύριδα αποτέλεσε πηγή πλούτου για το νησί και για τους κατοίκους του. Ένα πέτρωμα που κρύβει το υπέδαφος της Νάξου, με κύριο του χαρακτηριστικό την σκληρότητά του. Αποτέλεσε για πολλές δεκαετίες βασική πρώτη ύλη στη βιομηχανία για την κατασκευή αντιολισθητικών δαπέδων με τη μορφή κόκκων, αλλά και λειαντικό άλλων μετάλλων, γυαλιού, ξύλου, και διαφόρων πετρωμάτων. Ωστόσο, η εξέλιξη της τεχνολογίας περιόρισε την αναγκαιότητά του, αντικαθιστώντας το με άλλα τεχνητά υλικά, με αποτέλεσμα σήμερα η ζήτηση για σμύριδα να έχει περιοριστεί στο ελάχιστο.
Μοναδικό στην Ελλάδα
Πάμε όμως να πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή. Στην περιοχή Αργοκοίλι της Νάξου, ανάμεσα στην Απείρανθο και την Κόρωνο, είναι το μοναδικό μέρος της χώρας μας, στο οποίο τα σπλάχνα της γης έχουν κρυμμένο αυτό το πέτρωμα. Μάλιστα, η σμύριδα της Νάξου θεωρείται κορυφαίας ποιότητας σε όλο τον κόσμο. Η εξόρυξη και η εμπορία της σμύριδας, από την εποχή της Τουρκοκρατίας, ήταν αποκλειστικό προνόμιο των κατοίκων έξι χωριών της ορεινής Νάξου. Το προνόμιο της εξόρυξης ισχύει και σήμερα, όπου πλέον οι λιγοστές ποσότητες εξορύσσονται από τους ντόπιους σμυριδεργάτες.
Η αξιοποίηση της σμύριδας
Ήδη από την αρχαιότητα, η σμύριδα, γνωστή ως Ναξία Πέτρα, χρησίμευε λόγω της σκληρότητάς της στην κατασκευή εργαλείων και στο σμίλεμα του ναξιώτικου μαρμάρου. Τα περίφημα κυκλαδίτικα ειδώλια που δημιουργήθηκαν από ναξιακό μάρμαρο σμιλεύτηκαν και κομμάτια της σμύριδας και χάρισαν στον ευρωπαϊκό πολιτισμό κάποια από το ομορφότερα δημιουργήματά του.
Στην νεότερη εποχή, τις πρώτες αναφορές τις συναντάμε την περίοδο από το 1625 μέχρι και το 1700. Οι Ενετοί φεουδάρχες που κυριαρχούσαν στο νησί, ήταν εκείνοι που είχαν δικαίωμα εκμετάλλευσης. Από το 1721, όταν καταργήθηκαν αυτά τα προνόμια, το δικαίωμα εκμετάλλευσης, πέρασε στις κοινότητες, οι οποίες με τη σειρά τους ενοικίαζαν σε εμπόρους τη δυνατότητα εξόρυξης του μεταλλεύματος.
Αυτό συνέβαινε μέχρι το 1824, όταν η λεγόμενη τότε Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδας, πήρε το δικαίωμα αυτό από τις κοινότητες και παραχωρούσε η ίδια αυτές τις άδειες, λαμβάνοντας τα αντίστοιχα χρηματικά ποσά. Με την ίδρυση του ελληνικού κράτους, η σμύριδα είναι τόσο σημαντικό υλικό, που έφτασε να αποτελεί ένα από τα κυριότερα εξαγωγικά προϊόντα, μαζί με τον καπνό και τη σταφίδα. Παράλληλα, εξορύσσεται και διατίθεται σύμφωνα με το νόμο αποκλειστικά από το ελληνικό κράτος και μέσω του ελληνικού μονοπωλίου.
Οι κάτοικοι των χωριών που είναι ενταγμένα στη λίστα των σμυριδοχωρίων, έχουν αποκλειστικό δικαίωμα να μαζεύουν και να εξορύσσουν τη σμύριδα αντί συγκεκριμένου ποσού που τους καταβαλλόταν από την ποσότητα που θα παραδίδουν. Στο πέρασμα των ετών και καθώς τα επιφανειακά αποθέματα εξαντλήθηκαν ξεκίνησαν να ανοίγουν στοές οι οποίες έφταναν σε βάθος μέχρι και 250 μέτρα.
Εγγύηση για τα δάνεια του κράτους
Αξίζει να σημειωθεί ότι το 1898, τα καθαρά κέρδη από την εμπορία του προϊόντος λειτούργησαν ως εγγύηση του ελληνικού κράτους προς τους δανειστές, ενώ κατά την Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς η σμύριδα ήταν απαραίτητη για τις πολεμικές βιομηχανίες, όσοι εργάζονταν στην εξόρυξη απαλλάχθηκαν από τη στράτευση.
Η κατασκευή και η πορεία του εναέριου
Ο εναέριος που συναντάμε σήμερα σε αυτή την πλευρά του νησιού και ξεκινά από τα βουνά της Νάξου και καταλήξει στο μικρό λιμανάκι της Μουτσούνας, κατασκευάστηκε το 1925. Πρόκειται για ένα είδος τελεφερίκ, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για την μεταφορά της σμύριδας και αποτέλεσε ένα μεγάλο για την εποχή έργο. Αποτελείτο από 5 σταθμούς φόρτωσης, 72 χαλύβδινους πυλώνες, ύψους μέχρι και 50 μέτρα, κεκλιμένα επίπεδα και μηχανοστάσια. Από την έναρξη της διαδρομής μέχρι και το λιμανάκι της Μουτσούνας διένυε απόσταση 15 χιλιόμετρα, έχοντας τη δυνατότητα να μεταφέρει μέχρι και 15 τόνους σμύριδας την ώρα. Το 1982, τα βαγονέτα σταμάτησαν να κινούνται και από τότε μένουν να αιωρούνται σε διάφορά σημεία της διαδρομής. Είναι λες και ο χρόνος έχει παγώσει εκεί, 40 σχεδόν χρόνια, ενώ το 1989, το σύστημα κηρύχθηκε διατηρητέο, ως δείγμα της νεότερης βιομηχανικής ιστορίας της Ελλάδας.
Ωστόσο, μέχρι και σήμερα, δεν έχει γίνει καμία ουσιαστική προσπάθεια διάσωσής του. Σταδιακά, οι πυλώνες διαλύονται και οι κουβάδες καταστρέφονται. Ένα σημαντικό κεφάλαιο της ιστορίας του τόπου κινδυνεύει να χαθεί, ενώ θα μπορούσε να λειτουργήσει με πολλαπλά οφέλη για την ισόρροπη τουριστική ανάπτυξη αυτού του ορεινού τμήματος του νησιού, αλλά και της ανατολικής Νάξου.
Αντίστοιχα, διατηρητέες είναι και οι «μπίγες», οι γερανοί που βρίσκονται στην προβλήτα της Μουτσούνας, καθώς και τα κτήρια της διοίκησης που βρίσκονται εκεί.
Μία από τις ομορφότερες διαδρομές που μπορεί να κάνει ο επισκέπτης στο ανατολικό τμήμα του νησιού καταλήγει στον μαγευτικό όρμο της Μουτσούνας με τις σιδηροδρομικές γραμμές των βαγονέτων με τα σημεία εκφόρτωσης και το άγαλμα του σμιριδεργάτη που κοσμεί την αυλή του ζυγιστηρίου και του κτηρίου της διοίκησης.
Διαβάστε ακόμα:
H άλλη Νάξος -Μια διαδρομή μέσα από γραφικούς οικισμούς