Η Σιθωνία είναι τόπος μαγευτικός και ειδυλλιακός. Μεγάλο της ατού, το θαλάσσιο μέτωπό της, με τις πανέμορφες παραλίες, που την καθιστούν ιδανικό τουριστικό προορισμό. Υπάρχουν όμως και κρυμμένοι θησαυροί στη χερσόνησο, που αξίζει να ανακαλύψεις. Όπως τρία χωριά – διαμάντια, με κοινά χαρακτηριστικά τη γραφικότητα και την αισθητική, που κρατάνε ψηλά τη σημαία της αυθεντικότητας και δεν τα βρέχει το κύμα.
Από τα ομορφότερα χωριά της Χαλκιδικής, ο Παρθενώνας, βρίσκεται πέντε χιλιόμετρα πάνω από το Νέο Μαρμαρά και αν μη τι άλλο διαθέτει σπάνια φυσική ομορφιά και ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική. Ανηφορίζοντας, από το Νέο Μαρμαρά προς το χωριό, ανάμεσα σε ελαιώνες και πεύκα, με τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο να θέλει προσοχή, λόγω στενότητας και στροφών, φθάνουμε σε έναν άλλο κόσμο. Περιτριγυρισμένος από πυκνή βλάστηση και χτισμένος αμφιθεατρικά, στα τριακόσια πενήντα μέτρα υψόμετρο, ο Παρθενώνας βρίσκεται ξαπλωμένος στις αγκάλες του βουνού Ίταμος και είναι μέρος ξεχωριστό.
Καταρχάς έχει, και με τη βούλα (με προεδρικό διάταγμα στα τέλη της δεκαετίας του ‘70), χαρακτηριστεί παραδοσιακός οικισμός. Τα σπίτια του λοιπόν, διώροφα ως επί το πλείστον και πετρόκτιστα, σωζόμενα ή αναστηλωμένα, παραπέμπουν στην περίφημη μακεδονίτικη αρχιτεκτονική. Αυστηροί περιορισμοί δεν επιτρέπουν παρεκκλίσεις. Ό,τι αναπαλαιώνεται υπακούει στη συγκεκριμένη λογική.
Περιδιαβαίνοντας τα λιθόστρωτα σοκάκια του Παρθενώνα βρίσκεσαι σε άλλη εποχή. Ο τόπος σε καλεί να τον ανακαλύψεις. Παντού πεύκα, συκιές, λιόδεντρα, πλατάνια και πικροδάφνες. Ανεβαίνοντας λίγο ψηλότερα, η θέα σε καθηλώνει. Στο βάθος ο Τορωναίος κόλπος και το νησάκι «Κέλυφος» με τις βραχώδεις, απότομες ακτές του και τον πλούσιο υποβρύχιο κόσμο του. Αν μάλιστα βρεθείς εκεί ώρα ηλιοβασιλέματος, μιλάμε για μαγεία. Το καφέ μπαρ «Παρθενόπολη» και η ταβέρνα του «PAUL» εκεί κοντά δίνουν γεύση στην εμπειρία.
Το χωριό διαθέτει και Λαογραφικό Μουσείο, το οποίο είναι πέτρινο και δίπατο. Κτίριο του 1908 που παλιά ήταν σχολείο και τώρα προσφέρει γνώση, με το ιστορικό υλικό που φιλοξενεί από φωτογραφίες μέχρι αργαλειούς, υφαντά και εργαλεία. Εκθετήριο λαογραφίας και ιστορίας, για να μας μάθει την παλιά ζωή, μίας μικρής κοινότητας. Επιφορτισμένα με την εύρυθμη λειτουργία του μουσείου, τα μέλη του Πολιτιστικού Συλλόγου «Ο Παρθενών» λειτουργούν εθελοντικά και οργανώνουν την επίσκεψη σε αυτό, κατόπιν συνεννόησης. Η σελίδα του συλλόγου στο facebook ή το mail (parthenon1985@gmail.com) είναι ένας ενδεδειγμένος τρόπος για την επίσκεψή σας εκεί.
Ακριβώς μπροστά από το μουσείο βρίσκεται ο ιστορικός ναός του Αγίου Στέφανου. Τέτοια γειτνίαση συνηθιζόταν παλαιότερα στα χωριά. Πίστη και γνώση πήγαιναν μαζί. Πρόκειται για τυπική τρίκλιτη βασιλική εκκλησία, από τις παλιές της Χαλκιδικής, που ξαναχτίστηκε το 1837 και διαθέτει υπέροχο ξυλόγλυπτο τέμπλο και περίτεχνη ξύλινη οροφή.
Ο Παρθενώνας, διαθέτει υπέροχους ξενώνες, καφέ και λίγες ταβέρνες. Παράλληλα, λειτουργεί ως ορμητήριο για λάτρεις της φύσης και της άθλησης, που αρέσκονται στην ορεινή ποδηλασία, την πεζοπορία και τις εξερευνήσεις στα σκιερά, δροσερά μονοπάτια στις πλαγιές του Ίταμου.
Η παλιά Νικήτη, καθώς απλώνεται καλά φωλιασμένη, κρυμμένη σχεδόν σε χαράδρα, βρίσκεται δύο χιλιόμετρα μακριά, από τη Νέα Νικήτη, που είναι ένας παραθαλάσσιος και πολύβουος θερινός τουριστικός προορισμός. Η ανάγκη των κατοίκων να φύγουν από το παράκτιο μέτωπο και να μετακινηθούν κάπου ασφαλέστερα, για να αποφύγουν τις συχνές πειρατικές επιδρομές, οδήγησε στην δημιουργία του χωριού τον 14ο μ.Χ. αιώνα. Με βάση μαρτυρίες και τη σχετική έρευνα φαίνεται πως η συγκεκριμένη περιοχή υπήρξε μοναστηριακό μετόχι.
Η παλιά Νικήτη επιβίωσε πριν και μετά την πτώση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας υπήρξε γνωστό κεφαλοχώρι της Χαλκιδικής. Μετά την απελευθέρωση του 1912 συνέχισε να ανθίζει, όμως η σταδιακή μετακίνηση των κατοίκων της χαμηλότερα, προς το θαλάσσιο μέτωπο, σιγά σιγά έφερε την παρακμή της. Ο οικισμός αναγεννήθηκε στα τέλη του περασμένου αιώνα και αναζωογονήθηκε χάρη στο ενδιαφέρον ντόπιων και αλλοδαπών, που την ανακάλυψαν εκ νέου.
Το Παλαιό Χωριό Νικήτης, με τη «σφραγίδα» του Υπουργείου Πολιτισμού έχει χαρακτηριστεί ως «ιστορικός τόπος» και βάσει νόμου, χρήζει προστασίας, ως αναπόσπαστο μέρος της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Η πρόσβαση από την τουριστική νέα Νικήτη, είναι πολύ γρήγορη και εύκολη. Το πράσινο και η πέτρα που κυριαρχούν στο ευλογημένο αυτό μέρος, τα λιθόκτιστα σπίτια, τα περίτεχνα και καλοδιατηρημένα ή φρεσκοσυντηρημένα (με τις στρογγυλές χαρακτηριστικές καμινάδες τους), τα στενά όμορφα καλντερίμια, οι πλακοστρωμένες πλατείες, τα πλατάνια, οι φροντισμένες αυλές, οι πέτρινες βρύσες και η λαϊκή αρχιτεκτονική της Χαλκιδικής σε όλο της το μεγαλείο, συνθέτουν μοναδικό πάζλ ανεπιτήδευτης γραφικότητας.
Πρώτο σημείο αναφοράς, ξεκινώντας από τα ψηλώματα, ο κοιμητηριακός πλέον, ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Χτισμένος τον 16ο αιώνα, με σπάνιες τοιχογραφίες που δυστυχώς ο χρόνος τις έφθειρε και σώζονται υπολείμματα τους. Αμέσως μετά, κατηφορίζοντας, συναντάμε τον ιερό ναό του Αγίου Νικήτα, θεμελιωμένος το 1867, δεσπόζει μεγαλοπρεπής και λιτός. Πρόκειται για τρίκλιτη βασιλική, η οποία ανοικοδομήθηκε το 1950, με τις δεσποτικές εικόνες στο τέμπλο να είναι έργο του ζωγράφου Γιώργου Παραλή.
Ακριβώς δίπλα από την εκκλησία του Αγίου Νικήτα θα συναντήσουμε το Λαογραφικό Μουσείο. Πρόκειται για διατηρητέο κτίριο του 1870, που φιλοξενούσε το παλιό δημοτικό σχολείο του χωριού. Ανακαινισμένος χώρος, φωτεινός και ευήλιος, με πολλά και διαφορετικά αντικείμενα που συνδιαλέγονται άψογα με το αντίστοιχο αρχειακό υλικό, με εμπεριστατωμένες πληροφορίες και με μοντέρνα φωτογραφική απεικόνιση, αφηγείται με τον τρόπο του ιστορίες για τον οικισμό και τη ζωή της παλιάς Νικήτης. Επτά ημέρες την εβδομάδα (10 με 12 το πρωί και 6 με 9 το απόγευμα), με εισιτήριο 3 ευρώ (τα παιδιά έως 12 ετών δεν πληρώνουν), μπορεί κανείς να δει ντοκουμέντα μίας άλλης εποχής.
Συνεχίζοντας τον κατήφορο, για να ξαποστάσουμε, να δροσιστούμε και να χαλαρώσουμε, όλοι οι δρόμοι οδηγούν στην κεντρική πλατεία. Βαθύσκιωτος αιωνόβιος πλάτανος, γραφικά καφέ και ταβερνάκια στα πέριξ της πλατείας και η κοσμική ζωή του χωριού εδώ βρίσκει την κύρια έκφρασή της. Μαζί με τους διάσπαρτους παραδοσιακούς ξενώνες όλο το πακέτο αναψυχής, δροσιάς και ηρεμίας είναι πλήρες.
Υπέροχος τόπος, απλωμένος σε λόφο, σε υψόμετρο 100 μέτρα, ο Άγιος Νικόλαος, με μακραίωνες ιστορικές αναφορές και ξεχωριστή, «παλιομοδίτικη» φυσιογνωμία, απέχει περίπου 115 χιλιόμετρα από τη νύφη του Θερμαϊκού και ομορφαίνει τη Σιθωνία. Περικυκλωμένος από πευκοδάση και ελαιώνες, σε περίοπτη θέση, αγναντεύοντας τον Σιγγιτικό κόλπο και τη χερσόνησο του Άθω, το χωριό έχει ζωή από τα βυζαντινά χρόνια, αν και η ευρύτερη περιοχή φαίνεται να κατοικήθηκε από τα προϊστορικά χρόνια.
Την ονομασία του την οφείλει στη μικρή μονή του Αγίου Νικολάου του Χρυσοκαμάρου, που ήταν μετόχι της μονής Ξενοφώντος του Αγίου Όρους. Απομεινάρια μάλιστα του εκεί βυζαντινού οχυρού συγκροτήματος (που βρίσκονται στο ακρωτήρι, στο βορινό άκρο της παραλίας της Τρανής Αμμούδας, 4 χιλιόμετρα από τον οικισμό), διασώζονται μέχρι τις μέρες μας.
Κεραμοσκεπές, πέτρα και ξύλο κυρίαρχα, εκτεταμένες και άψογες αναπαλαιώσεις, λιθόστρωτα σοκάκια και μικρά παραδοσιακά μπαλκόνια με τις γλάστρες τους, περιγράφουν τον Άγιο Νικόλαο, που συνεχώς επιδιώκει και πετυχαίνει να ενισχύσει την παλιά του παραδοσιακή οντότητα και να αποκτήσει μία διευρυμένη, παλιάς κοπής προσωπικότητα.
Περιδιαβαίνοντας τον οικισμό, συναντάς σπίτια που αναγέρθηκαν υπό την επιρροή του μακεδονίτικου ρυθμού αλλά και του Αγίου όρους και μετρούν την ύπαρξη τους από τον 19ο αιώνα. Κάπου στο ιστορικό κέντρο συναντάς και το Τσεκουρέικο, το οποίο είναι διώροφο αρχοντικό κτίσμα του 1907, που αν και εγκαταλελειμμένο, στέκει επιβλητικό και περήφανο.
Επίκεντρο της κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής, η πράσινη, ζωντανή, πολυσύχναστη, με διακριτικό συντριβάνι και λιθόστρωτη, πλατεία του χωριού, που περιζώνεται από ταβέρνες, καφέ, μπαρ. Παράλληλα, αποτελεί το σημείο αναφοράς για ψώνια, αφού πολλά τοπικά καταστήματα γύρω και κοντά σε αυτή, πωλούν είδη λαϊκής τέχνης, κεραμικά και κοσμήματα.
Δίπλα της η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, εντυπωσιακή και επιβλητική, είναι η μεγαλύτερη όλων. Η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, που υπάρχει από τον 19ο αιώνα με μνημείο των πεσόντων στον προαύλιο χώρο της και το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου το οποίο είναι ταπεινό και μόνο, λίγο έξω και πιο ψηλά, νοτιοδυτικά από το χωριό, είναι επίσης θρησκευτικοί προορισμοί για τον επισκέπτη.
Ο Άγιος Νικόλαος με περισσότερους από 2000 κατοίκους, έχει ως επίνειο τον όρμο Παναγιάς, που είναι μικρό λιμανάκι, στα 3 χιλιόμετρα απόσταση και αποτελεί το ορμητήριο για περιηγήσεις σε μερικές από τις δημοφιλέστερες παραλίες της Χαλκιδικής.
Σαν καρποστάλ αλλοτινών εποχών, που η παράδοση συναντά την απλότητα, τη χαλαρότητα, τη ξεγνοιασιά, το απέριττο και το σαγηνευτικό. Αν αναζητήσετε αυτή την ιδανική συνθήκη ως επισκέπτες και ταξιδευτές, ας έχετε υπόψη ότι τα τρία αυτά χωριά της Σιθωνίας , την ικανοποιούν στο απόλυτο.
Διαβάστε ακόμα:
Value for money ψαροφαγία στη Σιθωνία
Οι καλύτερες ταβέρνες της Χαλκιδικής – Από την Κασσάνδρα μέχρι την Σιθωνία και την Ουρανούπολη
Άφυτος: Το χωριό που ξεχωρίζει στο πρώτο πόδι της Χαλκιδικής