Υπάρχουν τόποι που μοιάζουν να αιωρούνται μεταξύ ουρανού και γης. Το Καταφύγιο, σκαρφαλωμένο πάνω από τα Θεοδώριανα στην καρδιά των Τζουμέρκων, είναι ένας από αυτούς. Οι μυρωδιές της παράδοσης αναμειγνύονται με τον καθαρό αέρα του βουνού, δημιουργώντας μια αίσθηση που σε τυλίγει από την πρώτη στιγμή που διαβαίνεις το κατώφλι του. Σε αυτόν τον ξεχωριστό τόπο, οι φύλακες της παράδοσης έχουν ονόματα: Δημήτρης και Χαρούλα. Ένα ζευγάρι που εδώ και σχεδόν μια δεκαετία έχει μετατρέψει το Καταφύγιο σε προορισμό αυθεντικής γαστρονομικής και πολιτιστικής εμπειρίας.
Ρίζες βαθιές σαν τα έλατα
«Εδώ γεννήθηκα, εδώ μεγάλωσα», μας λέει ο Δημήτρης καθώς μας καλωσορίζει στο χώρο του. Τα μάτια του αντανακλούν την αγάπη για τον τόπο του -μια αγάπη που έχει μεταδώσει και στην οικογένειά του. Η Χαρούλα, με καταγωγή από τα Πράμαντα, άλλο ένα γραφικό χωριό της Ηπείρου, ήρθε στα Θεοδώριανα μετά το γάμο τους. «Ήταν σαν να επέστρεφα σπίτι, σε έναν τόπο που δεν ήξερα ότι μου έλειπε», μας εξομολογείται με ένα ζεστό χαμόγελο καθώς μας σερβίρει έναν αχνιστό καφέ. Το ζευγάρι έχει τρία ενήλικα παιδιά, τα οποία, παρά τις υποχρεώσεις της ζωής στην πόλη, επιστρέφουν συχνά στο χωριό. «Τα παιδιά μας έχουν το χωριό στο αίμα τους», λέει με περηφάνια η Χαρούλα. «Έρχονται όποτε μπορούν και βοηθούν στις δουλειές. Πιστεύω ότι το κάνουν όχι μόνο για εμάς, αλλά και για τους εαυτούς τους -είναι ο τρόπος τους να παραμένουν συνδεδεμένοι με τις ρίζες τους».
Μια αυλή με θέα το άπειρο
Φθάνοντας στο Καταφύγιο, επιλέγουμε να καθίσουμε στην υπαίθρια αυλή. Ο ήλιος της άνοιξης χαϊδεύει απαλά το δέρμα, ενώ το βλέμμα ταξιδεύει αχόρταγα στο πανόραμα που απλώνεται μπροστά μας. Οι κορυφές των Τζουμέρκων, άλλοτε τυλιγμένες στην ομίχλη, άλλοτε λουσμένες στο φως, συνθέτουν έναν πίνακα που καμία ανθρώπινη τέχνη δεν θα μπορούσε να αποτυπώσει με ακρίβεια.
«Αυτή η θέα δεν με κουράζει ποτέ», μας λέει ο Δημήτρης, ακολουθώντας το βλέμμα μας. «Κάθε μέρα, κάθε ώρα είναι διαφορετική. Το φως αλλάζει, τα χρώματα μεταμορφώνονται, τα σύννεφα δημιουργούν νέα σχήματα. Είναι ένα ζωντανό έργο τέχνης».
Η μαγεία της κουζίνας
Στην κουζίνα του Καταφυγίου, η Χαρούλα μεταμορφώνεται σε μαέστρο μιας συμφωνίας γεύσεων. Τα χέρια της, τραχιά από τη δουλειά αλλά ευλογημένα με το χάρισμα της δημιουργίας, κινούνται με ακρίβεια και αγάπη πάνω από κατσαρόλες και ταψιά. «Κάθε πρωί ξυπνάω και σκέφτομαι τι θα μαγειρέψω σήμερα», μας εξηγεί καθώς μας δείχνει την κουζίνα της. «Ανάλογα με την εποχή, διαλέγω τα υλικά μου. Την άνοιξη, τα άγρια χόρτα του βουνού είναι ο θησαυρός μου -τσουκνίδες, καυκαλήθρες, μυρώνια -όλα τους καταλήγουν σε πίτες που λιώνουν στο στόμα».
Οι πίτες της, με φύλλο που ανοίγει η ίδια, έχουν γίνει θρύλος στην περιοχή. Τυρόπιτες με τοπικά τυριά, χορτόπιτες με άγρια χόρτα, κολοκυθόπιτες με φρέσκο κολοκύθι και κιμαδόπιτες με αρωματικό κρέας αποτελούν μόνο την αρχή του γαστρονομικού ταξιδιού που προσφέρει. Τα λαδερά της -από μελιτζάνες ιμάμ και γεμιστά μέχρι φασολάκια και μπάμιες- είναι μάθημα παραδοσιακής μαγειρικής. Το αρνάκι στη γάστρα, σιγομαγειρεμένο με μυρωδικά του βουνού, και το κοκκινιστό κρέας, τόσο τρυφερό που λιώνει στο στόμα, συμπληρώνουν το μενού που αλλάζει καθημερινά, ανάλογα με την έμπνευση της στιγμής. Αλλά η αληθινή μαγεία συμβαίνει όταν η Χαρούλα αποφασίζει να φτιάξει γλυκά. Οι μυρωδιές της κανέλας, του μελιού και των εσπεριδοειδών πλημμυρίζουν τον χώρο, προκαλώντας μια αισθητηριακή εμπειρία που είναι αδύνατο να αντισταθείς.
«Η πορτοκαλόπιτα είναι το αγαπημένο των πελατών μας», μας λέει με συνωμοτικό χαμόγελο. «Το μυστικό είναι στο πορτοκάλι -πρέπει να είναι φρέσκο και ζουμερό. Χρησιμοποιώ και το ξύσμα για πιο έντονο άρωμα». Η καρυδόπιτα της, πλούσια σε καρύδια και αρωματισμένη με γαρίφαλο, έχει την τέλεια ισορροπία μεταξύ υγρασίας και αφράτης υφής. Αλλά το γαλακτομπούρεκο είναι ίσως το αριστούργημά της – τραγανό φύλλο που περικλείει μια κρέμα τόσο βελούδινη που γλιστρά στο στόμα σαν όνειρο, αρωματισμένη με βανίλια και περιχυμένη με ένα σιρόπι που δεν είναι ούτε πολύ γλυκό ούτε πολύ ελαφρύ.
Μουσικές νότες και αναμνήσεις
Καθώς η μέρα προχωρά και οι σκιές μακραίνουν, ο Δημήτρης βγάζει το μπουζούκι του. Τα δάχτυλά του, σκληρά από την εργασία στο βουνό, μαλακώνουν καθώς αγγίζουν τις χορδές. Οι πρώτες νότες ενός παραδοσιακού σκοπού γεμίζουν τον αέρα, μεταφέροντάς μας σε άλλες εποχές. «Η μουσική είναι η ψυχή της Ηπείρου», μας λέει ανάμεσα στα τραγούδια. «Κάθε σκοπός, κάθε μελωδία έχει τη δική της ιστορία – χαρές, λύπες, έρωτες, ξενιτιά, επιστροφή. Είναι η ιστορία του τόπου μας συμπυκνωμένη σε νότες».
Η φωνή του, βαθιά και συναισθηματική, αφηγείται τραγούδια που έχουν περάσει από γενιά σε γενιά. Παρατηρώ τα μάτια της Χαρούλας να γυαλίζουν καθώς παρακολουθεί τον σύζυγό της -ίσως να θυμάται τις πρώτες τους στιγμές μαζί, τα γλέντια, τους γάμους και τα πανηγύρια όπου αυτές οι μελωδίες έπαιζαν τη δική τους καθοριστική σημασία.
Μια δεκαετία προσφοράς
Εδώ και σχεδόν δέκα χρόνια, ο Δημήτρης και η Χαρούλα έχουν μετατρέψει το Καταφύγιο σε ένα κομμάτι της ψυχής των Θεοδώριανων. Είναι ένας χώρος συνάντησης, ένα καταφύγιο με την κυριολεκτική έννοια του όρου για ντόπιους και επισκέπτες. «Αυτό που κάνουμε είναι τρόπος ζωής. Είναι ο τρόπος μας να διατηρήσουμε ζωντανό το χωριό, να κρατήσουμε τις παραδόσεις, να δείξουμε στους επισκέπτες τι σημαίνει πραγματική ηπειρώτικη φιλοξενία» σημειώνει ο Δημήτρης στο Travel.gr.
Ο χώρος τους, προσεγμένος σε κάθε λεπτομέρεια, συνδυάζει τη ζεστασιά ενός παραδοσιακού καταλύματος με τις ανέσεις που αναζητά ο σύγχρονος ταξιδιώτης. Πέτρα και ξύλο κυριαρχούν στη διακόσμηση, με αντικείμενα λαϊκής τέχνης να προσθέτουν χαρακτήρα και προσωπικότητα σε κάθε γωνιά. Καθώς ο ήλιος βυθίζεται πίσω από τις βουνοκορφές των Τζουμέρκων, βάφοντας τον ουρανό σε αποχρώσεις πορτοκαλί και μωβ, συνειδητοποιώ ότι το Καταφύγιο είναι ένας προορισμός από μόνος του: εδώ ο χρόνος αποκτά διαφορετική διάσταση, οι γεύσεις θυμίζουν παιδικά καλοκαίρια και οι μελωδίες αφηγούνται ιστορίες αιώνων.
Ο Δημήτρης και η Χαρούλα, με την αυθεντικότητα και την αγάπη τους για τον τόπο τους, έχουν δημιουργήσει ένα καταφύγιο για την ψυχή, ένα μέρος όπου μπορείς να έρθεις ως ξένος αλλά να φύγεις σαν φίλος, με την υπόσχεση ότι θα επιστρέψεις. Γιατί κάποιοι τόποι σε καλούν πίσω, ξανά και ξανά, μέχρι να γίνουν μέρος της δικής σου ιστορίας.
Φεύγοντας από τα Θεοδώριανα, παίρνω μαζί μου όχι μόνο τις γεύσεις των φαγητών και τις εικόνες του τοπίου, αλλά και τη ζεστασιά αυτών των ανθρώπων που επέλεξαν να παραμείνουν πιστοί στις ρίζες τους, προσφέροντας σε όλους εμάς μια γεύση από την αληθινή Ήπειρο, αυτή που δεν βρίσκεται στους τουριστικούς οδηγούς, αλλά ζει στις καρδιές των ανθρώπων της.
Διαβάστε ακόμα:
Από τα Πράμαντα στην Πύλη: Ταξίδι με άξονα τα Τζουμέρκα