Όπως και τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα, το καταπράσινο νησί της Κω χαρακτηρίζεται από μεσογειακό κλίμα με ήπιες θερμοκρασίες, καθώς και από τυπικούς, αιγαιοπελαγίτικους ανέμους, πλούσιους σε μεταλλικά στοιχεία. Tα οποία θεωρούνται ιδανικά για την καλλιέργεια της αλόης βέρα –του φυτού που είναι γνωστό στη χώρα μας και ως «φαρμακευτική αλόη».
Η 100% βιολογικής καλλιέργειας αλόη βέρα από την Κω συνδυάζεται με φυσικό χυμό πορτοκαλιού ή ροδιού, δημιουργώντας έτσι ένα αγνό συμπλήρωμα διατροφής, ιδανικό για την ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος. Επιπλέον, η ίδια βιολογική αλόη βέρα χρησιμοποιείται και για την παραγωγή χειροποίητων μαρμελάδων εμπνευσμένων από παραδοσιακές συνταγές, π.χ. με σύκο, βερίκοκο, ρόδι, φραγκόσυκο κ.ά.
Και, ασφαλώς, δεν χρειάζονται συστάσεις για το κλασικό φυσικό τζελ από αλόη, το οποίο έχει αποδειχθεί ιδανικό για ηλιακά εγκαύματα. Προσφέρονται επίσης κι άλλα φυσικά προϊόντα περιποίησης προσώπου και σώματος, που περιλαμβάνουν εκχυλίσματα μελιού, μα και ευεργετικά βότανα της γης της Κω. Η οποία φιλοξενεί, βέβαια, και το επισκέψιμο βιολογικό αγρόκτημα όπου παράγεται η εν λόγω αλόη βέρα, στην περιοχή Ασφενδιού – Πυλί.
Η ιστορία πίσω από το brand «Pandrosia»
Όλα ξεκίνησαν πριν μερικά χρόνια, το 2012, όταν ο πατέρας της Κρυσταλλένιας, Παύλος Δρόσος, αποφάσισε να καλλιεργήσει στα κτήματα τους, στο Πυλί της Κω, το «θαύμα της φύσης» (όπως το αποκαλούν) που λέγεται αλόη. Συνολικά, λοιπόν, αφιέρωσαν 120 στρέμματα, όπου καλλιεργούν βιολογική αλόη και άλλα ιπποκρατικά βότανα. Με βάση αυτά, έπειτα, παράγουν προϊόντα διατροφής και περιποίησης, για υγεία, ομορφιά και ευεξία.
«Επομένως έτσι ξεκίνησαν όλα κι εγώ το 2018, αφού είδα ότι είχε μεγαλώσει πάρα πολύ η καλλιέργειά μας και η παραγωγική δυνατότητα, αποφάσισα μαζί με τον πατέρα μου να δημιουργήσουμε την Pandrosia», μας είπε η Κρυσταλλένια, συμπληρώνοντας ότι «ουσιαστικά φτιάξαμε μια μονάδα παραγωγής και επεξεργασίας του τελικού προϊόντος κι έτσι δημιουργήσαμε το brand και τη γκάμα προϊόντων του».
Στο αμέσως προηγούμενο στάδιο, το κτήμα ήταν φάρμα αλόης –το έλεγαν και «Aloe Farms», μάλιστα. Αρχικά, ο Παύλος Δρόσος προσπάθησε να διαθέσει την πρώτη ύλη με το όνομά του, για την παραγωγή της οποίας έκαναν πολύ καλή δουλειά: δεν χρησιμοποιούσαν π.χ. χημικά και φυτοφάρμακα. Όμως η ζήτηση από τα εργοστάσια παραγωγής αυξάνει πάντα την τιμή της πρώτης ύλης. Επίσης, τέτοιες μονάδες παραγωγής δεν ενδιαφέρονταν και τόσο για την ποιότητα της πρώτης ύλης που παρήγαγε το κτήμα τους. Έτσι, επειδή δεν υπήρχε ικανοποιητική απορρόφηση της πρώτης τους ύλης, αποφάσισαν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους και να δημιουργήσουν δική τους μονάδα επεξεργασίας αλόης.
«Πλέον, είναι μια μονάδα που διαθέτει όλα τα στάδια παραγωγής, μέχρι το τελικό προϊόν. Κάτι πολύ σημαντικό, γιατί έτσι διασφαλίζουμε την ποιότητα από την αρχή μέχρι τη διάθεση του τελικού προϊόντος», συνεχίζει η Κρυσταλλένια, «Επιπλέον, αυτή η αλυσίδα παραγωγής που δημιουργήσαμε όχι μόνο εγγυάται την ποιότητα, αλλά είχε και αποτελέσματα: είμαστε πλέον σε βιολογικά καταστήματα, σε φαρμακεία και σε ξενοδοχεία σε όλη την Ελλάδα, καθώς και στα duty free των αεροδρομίων της χώρας. Κι, εκτός αυτού, βρισκόμαστε και σε 11 χώρες του εξωτερικού. Άρα πηγαίνουμε πάρα πολύ καλά, είμαστε μια startup που έχει αναπτυχθεί ταχύτατα». Εδώ να σημειωθεί ότι τις περισσότερες εξαγωγές τις κάνουν στην Ελβετία, στη Γερμανία και στην Αυστρία.
Η ζωή πριν την Pandrosia
Πριν το 2012, ο Παύλος Δρόσος ασχολούταν με μια άλλη οικογενειακή επιχείρηση, η οποία δεν είχε να κάνει καθόλου με το κομμάτι της καλλιέργειας και της επεξεργασίας της αλόης –είχε να κάνει περισσότερο με θέματα κατασκευής. Από χόμπι, λοιπόν, ιδιαίτερα από τη στιγμή που ο αδερφός της ανέλαβε την πρώτη οικογενειακή επιχείρηση, η Κρυσταλλένια ασχολήθηκε με την παραγωγή αλόης.
Συμπλήρωσε λοιπόν στη συνέντευξή μας ότι «έχω ως αντικείμενο σπουδών τα μαθηματικά: το διδακτορικό μου είναι πάνω σε ελέγχους ποιότητας και ανάλυσης δεδομένων υψηλής διάστασης, οπότε κάνουμε τα AI –που είναι γνωστά πια– ενώ διδάσκω και ως λέκτορας στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Όλο αυτό σε σχέση με την «Pandrosia» ξεκίνησε λόγω της αγάπης και της «τρέλας» του πατέρα μου. Επειδή άρχισε δηλαδή να μεγαλώνει πολύ ο ίδιος το κτήμα του, είπαμε να κάνουμε κάτι δικό μας, επειδή τον αγαπάω πολύ και τον έβλεπα πώς προσπαθούσε να πετύχει. Το πιο συγκινητικό ήταν όταν είδαμε τα προϊόντα μας στο ράφι του φαρμακείου ή του βιολογικού καταστήματος. Ήταν πολύ μεγάλος ο κόπος να στήσεις μονάδα παραγωγής, να καταφέρεις να βγάλεις ένα προϊόν, να κάνεις το packaging, να το προωθήσεις».
Διαβάστε ακόμα:
Αμοργός: Ο μικρός μέγας βοτανόκηπος του Αιγαίου
Κως: Οι καλύτερες εμπειρίες εκτός πόλης
Μυροβόλος Χίος: Βότανα, Παράδοση και Καινοτομία