Συνάντησα για πρώτη φορά τη Ναταλία Χαντζή το 2018, όταν είχα βρεθεί για ρεπορτάζ στο πολυτελές ξενοδοχειακό συγκρότημα Αvaton Luxury Villas Resort, μέλος του διεθνούς ομίλου Relais & Châteaux, στα Νέα Ρόδα στη Χερσόνησο του Άθω. Καθώς έβλεπα να με πλησιάζει ένα πολύ νέο κορίτσι αισθάνθηκα κάπως αμήχανα, αφού είχα ζητήσει να μιλήσω με τον διευθυντή του resort. Συστηθήκαμε, δήλωσα την ιδιότητά μου ως ταξιδιωτικός ρεπόρτερ και δήλωσε τη δική της ως Γενικός Διευθυντής της μονάδας.
Αν σήμερα είναι 27 ετών, τότε θα ήταν μόλις 24 ετών. Στην ξενάγηση στο συγκρότημα και στη συζήτηση που ακολούθησε, η σιγουριά, η άνεση και ο επαγγελματισμός της ήταν μια έκπληξη για εμένα σε σχέση με το νεαρό της ηλικίας της. Δεν ήξερα τότε πως μόλις ένα χρόνο πριν σε ηλικία 23 ετών, είχε αποκτήσει τον τίτλο της νεότερης (πιθανότατα) General Manager ενός Relais & Châteaux ξενοδοχείου.
Ούτε βεβαίως μπορούσα να φανταστώ πως μόνον τρία χρόνια αργότερα, θα συναντιόμαστε και πάλι, αυτήν τη φορά για να μου δώσει συνέντευξη επειδή βρέθηκε στην ελληνική λίστα «30 under 30» του Forbes που περιλαμβάνει τους πιο επιτυχημένους νέους κάτω των 30 ετών.
Τίποτα δεν είναι τυχαίο λοιπόν και όλα έχουν τη λογική εξήγησή τους. Ποιά είναι αυτή; Στην περίπτωση της Ναταλίας Χαντζή, είναι η δουλειά. Μου λέει «Όταν με καλούσε στο τηλέφωνο ο παππούς μου για να δει τι κάνω του έλεγα “καλά παππού, είμαι στη δουλειά” και πάντα μου έλεγε “μπράβο, η δουλειά είναι υγεία!”. Αυτή είναι μία από τις φράσεις με τις οποίες πορεύομαι».
Είχε κάποιο μέντορα που τη βοήθησε να φθάσει σε αυτήν την τόσο σημαντική αναγνώριση; Η απάντησή της έρχεται άμεσα και αυθόρμητα. «Πραγματικά είμαι πολύ ευτυχισμένη και ικανοποιημένη για αυτήν την αναγνώριση και σας λέω αμέσως πως η οικογένειά μου είναι πάντα ο καλύτερος σύμμαχος σε όλους τους τομείς της ζωής μου. Με μεγάλωσαν με στόχο να είμαι πάντα ανεξάρτητη οξύνοντας διαρκώς την κρίση μου. Μεγάλωσα έχοντας πρότυπο τον πατέρα μου. Κάναμε οικονομικές και πολιτικές συζητήσεις και παίρναμε από κοινού αποφάσεις από τότε που ήμουν ακόμα στο δημοτικό. Οι συζητήσεις για το επιχειρείν δεν λείπανε ποτέ από το οικογενειακό τραπέζι. Ο πατέρας μου μεγάλωσε από μικρός βοηθώντας στην βιοτεχνία του παππού μου και έτσι η δουλειά έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής του και αυτό το έχει περάσει και σε μένα και στον αδερφό μου».
Όταν την ρωτώ τί έγραψε ακριβώς το Forbes για αυτήν, μου αναφέρει ήσυχα και χωρίς καμία έπαρση το δικό της success story που είναι και το success story της οικογενειακής της επιχείρησης. «Αναφέρθηκε στο Avaton Luxury Hotel & Villas επισημαίνοντας ότι το 2017 ήταν η πρώτη ελληνική εταιρεία που συμμετείχε στο πακέτο δώρων που δίνεται στους υποψήφιους των Oscars, κερδίζοντας μια θέση στα τηλεοπτικά δίκτυα και τα περιοδικά όλου του κόσμου. Επίσης αναφέρθηκε στο γεγονός ότι το Avaton Luxury Hotel & Villas σε μόλις 3 χρόνια λειτουργίας κατόρθωσε να γίνει μέλος του διεθνούς ομίλου Relais & Châteaux και ότι εγώ, σε ηλικία 23 ετών, απέκτησα τον τίτλο της νεότερης (πιθανότατα) General Manager ενός Relais & Châteaux ξενοδοχείου. Συνέχισε αναφέροντας την περιβαλλοντολογική πολιτική της μονάδας η οποία καθιστά το Avaton πρωτοπόρο στον τομέα των διεθνών συμπράξεων στη ξενοδοχειακή αειφορία καθώς συνεργαζόμαστε με παγκόσμιες και εθνικές ΜΚΟ όπως η Slow Food, η Ethic Ocean, Αρκτούρος κ.ά».
Πως θα περιέγραφε το διευθυντικό της στυλ η μόνη «under 30» στη λίστα Forbes στην κατηγορία Hospitality; «Στα ξενοδοχεία πρέπει να υπάρχει ιεραρχία, πειθαρχία, σύστημα και πολύ καλή οργάνωση ώστε όλα τα τμήματα και όλοι να λειτουργούν και να εξυπηρετούν τους φιλοξενουμένους με τον πιο γρήγορο και αποτελεσματικό τρόπο. Μέσα σε αυτό το σύστημα εργασίας που έχουμε δημιουργήσει συμμετέχω ενεργά στην καθημερινή διαχείριση έτσι ώστε να βελτιωνόμαστε συνεχώς, να κατανοώ άμεσα αν κάτι δεν λειτουργεί σωστά και τι πρέπει να αλλάξει. Συνεπώς θα έλεγα ότι το διευθυντικό μου στυλ είναι ένα μείγμα affiliative και bureaucratic. Η πρόκληση είναι μεγάλη κυρίως λόγω της πολυπλοκότητας των εργασιών και του μεγάλου εύρους προσφερόμενων υπηρεσιών (spa, επισιτισμός, housekeeping, maintenance, kids club, rent a car, σκάφη, κλπ.) αλλά και του διαφορετικού μορφωτικού και κοινωνικού υπόβαθρου που έχουν μεταξύ τους οι εργαζόμενοι».
Της ζητώ να μου δώσει το στίγμα του συγκροτήματος που διευθύνει και το οποίο ας σημειωθεί πως απευθύνεται σε ένα ειδικό και πολύ απαιτητικό ελληνικό και διεθνές κοινό: «Το Avaton Luxury Hotel & Villas άνοιξε τις πόρτες του το 2015 στα Νέα Ρόδα στη χερσόνησο του Άθω στη Χαλκιδική. Το 2017 έγινε μέλος του διεθνούς ομίλου της Relais & Châteaux που αποτελείται από 600 ξενοδοχεία που εξειδικεύονται στην γαστρονομική αριστεία.
Απευθυνόμαστε σε λάτρεις της γαστρονομίας, της θάλασσας και του πολιτισμού που αναζητούν προσωποποιημένες υπηρεσίες υψηλού επιπέδου και μοναδικές εμπειρίες που θα τους μείνουν αξέχαστες.
Το Avaton σήμερα αποτελείται από 36 πολυτελή δωμάτια, σουίτες και βίλες εκ των οποίων οι περισσότερες διαθέτουν ιδιωτική πισίνα. Μέσα στο 2022 θα επεκταθεί με 20 νέα δωμάτια και σουίτες».
Η συζήτηση έρχεται αναπόφευκτα στον ελληνικό τουρισμό, στις προκλήσεις του, στις αλλαγές που ετοιμάζονται αν δεν είναι ήδη εδώ.
Πως θα περιγράφατε τον σύγχρονο ταξιδιώτη και τα αιτήματά του; «Ο τουρισμός αλλάζει με γοργούς ρυθμούς τα τελευταία χρόνια. Αυτή η αλλαγή επιταχύνθηκε ακόμα περισσότερο μετά την πρώτη χρονιά της πανδημίας.
Ο σύγχρονος ταξιδιώτης είναι πολύ καλά πληροφορημένος, αναζητά μοναδικές εμπειρίες για τις διακοπές του και όχι απλά ήλιο και θάλασσα. Θέλει να βιώσει την αυθεντικότητα κάθε τόπου και να λειτουργήσει μέσα στον προορισμό σαν ντόπιος ανακαλύπτοντας κρυμμένους θησαυρούς (γαστρονομικούς, πολιτισμικούς, φυσικούς κ.α).
Δεν προγραμματίζει πολύ νωρίς το ταξίδι του, κάνει όλες τις κρατήσεις του (για αεροπορικά, ξενοδοχείο, transfer, bar και εστιατόρια) online και επηρεάζεται κυρίως από τα social media και την γνώμη προηγούμενων επισκεπτών. Επιλέγει καταλύματα με αισθητική ταυτότητα και δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην περιβαλλοντική και κοινωνική τους δράση. Κατά την διάρκεια της διαμονής του στο κατάλυμα θέλει να κάνει χρήση της τεχνολογίας έτσι ώστε να έχει γρήγορη, αποτελεσματική πληροφόρηση και προσωποποιημένο service όπου και αν βρίσκεται οποιαδήποτε στιγμή».
Αναρωτιέμαι κάποια στιγμή αν ζώντας ή ίδια από μέσα τον τουρισμό σε high end επίπεδο, κρίνει πως τα βήματα ανάπτυξης, εξέλιξης, γίνονται προς τη σωστή κατεύθυνση.
Είσαστε αισιόδοξη για το τουριστικό μέλλον της Χαλκιδικής και γενικότερα της Ελλάδας; «Αν και τα τελευταία χρόνια δημιουργούνται μονάδες με γνώμονα τις ανάγκες του σύγχρονου επισκέπτη, υπάρχει μεγάλο περιθώριο εξέλιξης καθώς η πλειοψηφία των τουριστικών μονάδων βασίζονται στο μοντέλο του tour operator based, μαζικού τουρισμού προηγούμενων δεκαετιών. Η ανατολική Χαλκιδική έχει κρατήσει ως ένα βαθμό έναν αυθεντικό χαρακτήρα και τα τελευταία δύο χρόνια υπάρχουν λίγοι άνθρωποι που προσπαθούν να σχεδιάσουν κάποιες δραστηριότητες αποκλειστικά γύρω από αυτή την αυθεντικότητα. Γίνονται και κάποιες νέες αξιόλογες μονάδες αλλά η προσπάθεια θα πρέπει να ενταθεί τα επόμενα χρόνια προς την σωστή κατεύθυνση προσπαθώντας ταυτόχρονα να διορθώσουμε λάθη παλαιότερων δεκαετιών. Είναι καθήκον όλων μας, όσοι ασχολούμαστε με τον τουρισμό στην Ελλάδα, να παρακολουθούμε από πολύ κοντά τις παγκόσμιες τάσεις και εξελίξεις και να αναβαθμίζουμε συνεχώς το ελληνικό τουριστικό προϊόν για να πάρει η βαριά βιομηχανία της χώρας μας την θέση που της αξίζει στον παγκόσμιο τουριστικό χάρτη. Αν εξελιχθούμε προς αυτή την κατεύθυνση το μέλλον του ελληνικού τουρισμού θα είναι λαμπρό».
Σε ένα χώρο όπως η Χερσόνησος του Άθω, που δεν διακρίνεται για την τουριστική ανάπτυξη υψηλού επιπέδου (με κάποιες εξαιρέσεις ασφαλώς), η Ναταλία Χαντζή έκανε τη διαφορά. Μπορούμε να μοιραστούμε την ελπίδα της για ένα λαμπρό μέλλον του ελληνικού τουρισμού αν γίνουν τα αναγκαία βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση και να ευχηθούμε κάθε επιτυχία στην ίδια και στους υπόλοιπους “30 under 30” Έλληνες της λίστας Forbes, στον τομέα όπου ο καθένας επιτηδεύεται.
*Η Ναταλία Χαντζή κατάγεται από τη Θεσσαλονίκη. Πήγε σχολείο στο Κολλέγιο Ανατόλια όπου συμμετείχε σε Model United Nations conferences σε όλο τον κόσμο (Χάγη, Harvard κ.α) και στο European Youth Parliament εκπροσωπώντας την Ελλάδα. Στη συνέχεια σπούδασε Business Management στο Brunel University London. Μετά τις σπουδές της ασχολήθηκε με το Avaton Luxury Hotel & Villas και πριν ένα χρόνο η οικογένεια Χαντζή ίδρυσε την εταιρεία Avaton Hotel Management με στόχο τη βοήθεια και την υποστήριξη των ιδιοκτητών ξενοδοχείων και βιλών ώστε να βελτιώσουν και να αναπτύξουν