Γνωστά και ως Spätkauf, όπως ήταν η αρχική τους ονομασία, μία λέξη που στα γερμανικά σημαίνει κάτι παραπλήσιο του μαγαζιού που μένει ανοικτό μέχρι αργά το βράδυ – αν όχι ολόκληρο το βράδυ -, τα μικρά Spätis στη γερμανική πρωτεύουσα αποτελούν ένα από τα χαρακτηριστικότερα σημεία σε ολόκληρη την πόλη, ένα σποτ που κρατά ζωντανή την ατμόσφαιρά του ανατολικού Βερολίνου, όντας για τους Γερμανούς ότι είναι για εμάς τα περίπτερα, για τους Αμερικανούς τα νεοϋορκέζικα κιόσκια και για τους Γάλλους οι παριζιάνικες ταμπακιερίες.
Εκτός από σύμβολο μίας πόλης, όμως, τα Spätis, φορτωμένα με κουλ, βερολινέζικη ακαταστασία, αναψυκτικά, ποτά κάθε είδους, σνακ, σοκολάτες, τσιγάρα, εφημερίδες, ακόμα και «γρήγορα» φαγητά, υπήρξαν το τελευταίο διάστημα για τους κατοίκους του Βερολίνου κάτι ακόμα πιο σημαντικό: Έγιναν σημεία συνάντησης και παράλληλα μικρά «κέντρα» τροφοδοσίας τις δύσκολες ημέρες της πανδημίας και των συνεχόμενων lockdowns, όταν το κλείσιμο των μπαρ, των clubs και των εστιατορίων της πόλης δημιούργησε μία αιφνίδια απομόνωση, μία συνθήκη δύσκολη που όλοι ζήσουμε στις περισσότερες χώρες του πλανήτη.
Για όποιον έχει περάσει έστω και λίγες ημέρες στο Βερολίνο είναι σαφές. Ότι αυτή η πολυπρόσωπη, ενδιαφέρουσα πόλη, η οποία αποτελεί σπάνιο παράδειγμα σε ολόκληρο τον κόσμο καθώς κατάφερε να αναγεννηθεί ολόκληρη από τις στάχτες τόσο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου όσο και από μία βαθιά διχαστική διχοτόμηση πολλών ετών, δεν μπορεί να ζήσει, δεν μπορεί καν να υπάρξει, αν δεν «παρτάρει». Απ’ άκρη σε άκρη, από τους την πολυσύχναστη Alexanderplatz μέχρι το εναλλακτικό Kruetzberg και από τη στιλάτη Unter den Linden μέχρι το Postdam το Βερολίνο χορεύει, τραγουδάει, κοινωνικοποιείται, ζει την κάθε μέρα και νύχτα σε έναν ξέφρενο ρυθμό χαράς και δημιουργικότητας.
Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που οι φούρνοι και τα μαγαζιά που πωλούν τυρί και κρασί δίνουν τον παλμό της καθημερινότητας στη Γαλλία, έτσι τα Spätis αποτελούν ζωτικής σημασίας καταστήματα για τη βερολινέζικη πραγματικότητα και, πιθανότατα, αυτός είναι ο λόγος που υπάρχουν τόσα πολλά. Για την ακρίβεια σε ολόκληρη την πόλη θα βρει κανείς περισσότερα από 900 τέτοια μαγαζάκια, τα οποία, υπάρχουν σχεδόν σε κάθε δρόμο της πρωτεύουσας. Και ενώ στη μεγάλη πόλη της βόρειας Γερμανίας τα μαγαζιά έχουν (πάντα είχαν) ένα εξαιρετικά αυστηρό ωράριο λειτουργίας, κλείνοντας συχνά από τις 7 το απόγευμα, τα αγαπημένα Spätis μοιάζει να διατηρούν ένα ολότελα δικό τους καθεστώς, μένοντας ανοικτά μέχρι πάρα πολύ αργά, εξού και η ιδιαίτερη ονομασία τους. Αυτή η πολιτική διατηρήθηκε ακόμα και κατά τη διάρκεια των lockdowns, τη στιγμή που σχεδόν κάθε άλλο μαγαζί του Βερολίνου ήταν κλειστό. Αμέσως, μία νέα, κοινωνική συνθήκη γεννήθηκε με εκατοντάδες κόσμου να επισκέπτεται το πιο κοντινό του κατάστημα για να αγοράσει μπύρα αξίας μόλις ενός ευρώ ή κρασί και πατατάκια και να περάσει το βράδυ σε κάποιο παγκάκι με την παρέα του. Πραγματικά τον περασμένο χειμώνα τα Spätis ήταν το μοναδικό σημείο στο Βερολίνο όπου όλα έδειχναν να λειτουργούν κανονικά, σαν κομμάτι ενός κόσμου που αρνούνταν πεισματικά να αποδεχθεί τη διαφορετική ζωή που έφερε μαζί της η πανδημία.
Ίσως κάποιος αναρωτηθεί πώς γίνεται να υπάρχει πελατεία για όλα αυτά τα μαγαζιά, ειδικά από τη στιγμή που τα Spätis έχουν έναν τόσο ξεκάθαρο χαρακτήρα και μοιάζουν τόσο μεταξύ τους. Το μεγάλο τους μυστικό κρύβεται στη διαφορετική ταυτότητα που καταφέρνει να διατηρεί το καθένα από αυτά, ανάλογα με τη γειτονιά στην οποία βρίσκεται. Για παράδειγμα, υπάρχουν Spätis που πωλούν φρούτα κα λαχανικά γιατί αρκετοί από τους κατοίκους της γειτονιάς αναζητούσαν αντίστοιχα προϊόντα. Από την άλλη, κάποια Spätis που βρίσκονται κοντά σε σημεία με έντονη νυχτερινή ζωή έχουν διαθέσιμες ακόμα και ντισκομπάλες και αξεσουάρ για ολονύχτιο clubbing.
Καθώς τα μαγαζιά αυτά συχνά ανήκουν σε πρόσφυγες που έχουν εγκατασταθεί στο Βερολίνο από διάφορες χώρες του κόσμου, ο παράγοντας της εθνικής ταυτότητας είναι εξίσου σημαντικός. Έτσι, στην τουρκοκατοικημένη περιοχή του Kruetzberg τα μικρά Spätis πωλούν τούρκικα γλυκά και τούρκικη λεμονάδα, ενώ αντίστοιχα υπάρχουν αρκετά μαγαζιά με τουριστικό χαρακτήρα, όπου θα βρείτε μπλουζάκια με στάμπα «Ι love Berlin», καρτ ποστάλ και μαγνητάκια.
Έχοντας τις ρίζες τους πίσω στο 1950 με το όνομα «Spätverkaufsstellen» (στα ελληνικά «μέρη που μένουν ανοικτά μέχρι αργά») τα Spätkauf, και αργότερα σκέτο Spätis, ήταν μόλις 100 πριν από την πτώση του τείχους και ήταν όλα συγκεντρωμένα στην ανατολική πλευρά. Μέχρι το 1989 οι κάτοικοι του δυτικού Βερολίνου, εάν ήθελαν να αγοράσουν μπύρα ή τσιγάρα αργά το βράδυ έπρεπε να πάνε μέχρι το κοντινότερο βενζινάδικο, εκεί όπου υπήρχε πληθώρα τέτοιων αγαθών. Με την ενοποίηση της πόλης, όμως, τα Spätis άρχισαν να εμφανίζονται παντού, σαν μία μικρή αλλά σημαντική παρακαταθήκη της ανατολικής μεριάς στο σύγχρονο Βερολίνο.
Και είναι επιβεβαιωμένο πέρα από κάθε αμφιβολία: Οι Βερολινέζοι λατρεύουν τα Spätis τους. Με πολλά να έχουν στο πεζοδρόμιο, ακριβώς μπροστά από την είσοδο, μικρούς πάγκους και τραπεζάκια, αυτά τα μαγαζιά με τις νέον ταμπέλες να αναβοσβήνουν «πονηρά» μέσα στη νύχτα δεν είναι απλά το μέρος απ’ όπου μπορείς να αγοράσεις ανά πάσα στιγμή το καθετί . Είναι ένα hot σημείο συνάντησης μίας ολόκληρης γειτονιάς, ένα μαγαζί που μπορείς να πιάσεις συζήτηση με τον ιδιοκτήτη και τους υπόλοιπους θαμώνες και ένα αυθεντικό βερολινέζικο «καταφύγιο» μέσα στο οποίο κανείς δε νιώθει πια μόνος.