Αν και μικρό χωριό, μακριά από τους μεγάλους και πιο διάσημους προορισμούς της ορεινής Αρκαδίας, το Ψάρι έχει αποκτήσει αναγνωρισιμότητα χάρη στο ασυνήθιστο όνομά του –δεν είναι παράλογο, άλλωστε, αφού ψάρια και βουνά σίγουρα δεν πάνε μαζί.
Το Ψάρι των Τρικολώνων, όπως το λέει και η πινακίδα που θα δείτε μπαίνοντας στον οικισμό (λόγω του παλιού, καταργημένου πια Δήμου Τρικολώνων, στον οποίον άνηκε διοικητικά ως το 2010), είναι χτισμένο σε υψόμετρο 750 μέτρων, στις νοτιοδυτικές παρυφές του Μαινάλου. Η ευρύτερη περιοχή παραμένει γνωστή με το ιστορικό όνομα Γορτυνία, ενώ βρισκόμαστε πολύ κοντά στο τρίγωνο των φημισμένων τουριστικών προορισμών Βυτίνα-Στεμνίτσα-Καρύταινα. Ο σημερινός του πληθυσμός ανέρχεται σε 51 μόνιμους κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2011.
Αν και το χωριό είναι μικρό, όπως δείχνουν και τα πληθυσμιακά στοιχεία, έχει βγάλει κατά καιρούς διάφορες διακεκριμένες προσωπικότητες. Για παράδειγμα, τον Γεώργιο Παπούλια –που διατέλεσε πρέσβης και Υπουργός Εξωτερικών στο μεταίχμιο του 1989 με το 1990– ή την Αγγελική Παπούλια, πρωταγωνίστρια στη συζητημένη ταινία του Γιώργου Λάνθιμου «Κυνόδοντας», η οποία υπήρξε υποψήφια και για βραβείο Όσκαρ.
Πλακόστρωτα σοκάκια, βρύσες και παραδοσιακά σπίτια
Η περιοχή όπου βρίσκεται το Ψάρι δείχνει να κατοικείται ήδη από την αρχαιότητα. Πιθανολογείται, μάλιστα, ότι εκεί στεκόταν η πολίχνη Παρώρεια των αρχαίων Αρκάδων, την οποία αναφέρει και ο Παυσανίας –στη θέση που οι σύγχρονοι κάτοικοι λένε «Άγιος Γεώργιος», ανάμεσα στο Ψάρι και στο γειτονικό Παλαμάρι. Ο Παυσανίας, βέβαια, γράφει ότι είχε ήδη εγκαταλειφθεί όταν πέρασε, καθώς ο πληθυσμός της μετέβη στη Μεγαλόπολη. Κάποιες τοπικές διηγήσεις, όμως, θέλουν ένα τμήμα του να παρέμεινε εκεί, αποτελώντας, με τους αιώνες, τον πυρήνα του σημερινού οικισμού.
Κάτι τέτοιο, ωστόσο, παραμένει ανεπιβεβαίωτο. Και το ίδιο ισχύει και για αναφορές που θέλουν το χωριό να λεγόταν όντως Παρώρεια παλιότερα, πριν επικρατήσει το Ψάρι. Αν και η σημερινή εκκλησία του Αγίου Γεωργίου χρονολογείται στον 13ο αιώνα –και μπορεί, λοιπόν, να υποδηλώνει κατοίκηση στην περιοχή– η πρώτη γραπτή αναφορά σώζεται στα απομνημονεύματα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ο οποίος το αναγράφει ως «Ψάρη» και τοποθετεί εκεί μια μάχη με τους Τούρκους.
Συνήθιζε μάλιστα να καταφεύγει στον οικισμό, όμως κάποια φορά τον πρόδωσαν οι καλόγεροι της μονής του Αγίου Ιωάννη και φυγαδεύτηκε τελευταία στιγμή. Επέστρεψε λοιπόν αργότερα και, ως εκδίκηση, έκαψε το μοναστήρι. Η διήγηση επιβεβαιώνεται και από τα ερείπιά του, που παραμένουν και σήμερα ορατά σε έναν λόφο στα πέριξ, σε θέση που οι ντόπιοι ξέρουν ως «Παλαιόβρυση».
Εντωμεταξύ, η γραφή «Ψάρη» που χρησιμοποιεί ο Κολοκοτρώνης έχει οδηγήσει στη θεωρία ότι το παράδοξο όνομα του χωριού δεν οφείλεται στα ψάρια, αλλά προέκυψε από παλιότερο τοπωνύμιο, τύπου «στου Ψάρη» –εικάζεται, μάλιστα, ότι επρόκειτο για έναν εκτροφέα αλόγων με γκριζωπό (ψαρί) χρώμα. Η γενική θεώρηση μοιάζει λογική, ως προς τις επιμέρους λεπτομέρειες, όμως, δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι.
Όσοι φτάνουν στο σημερινό Ψάρι, πάντως, βρίσκουν έναν ήσυχο προορισμό με ήπια ανάπτυξη, ο οποίος προσφέρεται για ανοιξιάτικες εκδρομές, αφού είναι στα καλύτερά του όταν υποχωρεί το χειμωνιάτικο κρύο και πρασινίζει η γύρω φύση του Μαινάλου, δίνοντας την ευκαιρία για βόλτες στο δάσος και στα νερά της περιοχής. Αλλά και το ίδιο το χωριό είναι όμορφο, γεμάτο όπως είναι με πλακόστρωτα σοκάκια, βρύσες και πετρόχτιστα, παραδοσιακά σπίτια, τα οποία απηχούν την αρκαδική αρχιτεκτονική του 19ου αιώνα. Το δε υψόμετρο στο οποίο είναι χτισμένα προσφέρει και υπέροχη θέα προς το Λύκαιο Όρος.
Επιπλέον αξιοθέατο, όμως, είναι και το πρόσφατο Μουσείο Δημοτικής Εκπαίδευσης (καθημερινά 09.00-17.00, κατόπιν συνεννόησης στα 27910-27161 & 6908 347 871), το οποίο στεγάζεται στο ανακαινισμένο, πέτρινο Δημοτικό Σχολείο του Ψαριού, που έπαψε να λειτουργεί το 1987. Το εκθεσιακό υλικό αφορά όλη την ιστορία της δημοτικής εκπαίδευσης από την ίδρυση του Νεοελληνικού κράτους έως τη δεκαετία του 1980.
Διαμονή-καφές-φαγητό
Παρά το μικρό του μέγεθος και την ησυχία που το διακρίνει συγκριτικά με τους κοντινούς, διάσημους προορισμούς της ορεινής Αρκαδίας, το Ψάρι δεν έχει αδιαφορήσει για την ήπια ανάπτυξη, όπως είπαμε και προηγουμένως. Ερχόμενοι, έτσι, θα βρείτε υποδομές για διαμονή, όπως λ.χ. τη βίλα 3 υπνοδωματίων «Arcadianis Villa at Psari», με ωραία βεράντα και θέα στο χωριό.
Κύριος μοχλός της ανάπτυξης, ωστόσο, είναι η «Αρκαδιανή», οικοδομημένη σε μια όμορφη τοποθεσία έκτασης 10 στρεμμάτων, στην αρχή του χωριού. Πρόκειται για ένα από τα λίγα πιστοποιημένα πολυλειτουργικά αγροκτήματα της χώρας μας, η οποία ξεκίνησε ως πολυχώρος από το 2004, με κύριο μέλημα την ανάδειξη και προβολή του αρκαδικού τρόπου ζωής.
Φτάνοντας εδώ, λοιπόν, θα βρείτε μια επισκέψιμη βιοτεχνία που παράγει γλυκά του κουταλιού με φρέσκα φρούτα, τραχανά, χυλοπίτες, καρυδοκουραμπιέδες και πολλά ακόμα καλούδια, ενώ θα μπορέσετε να ξεναγηθείτε και στα βιολογικά της περιβόλια, να δείτε τους παραδοσιακούς ξυλόφουρνους ή να συμμετάσχετε σε μια ποικιλία οικολογικών δράσεων: δενδροφυτεύσεις, καθαρισμός ρεμάτων, μπόλιασμα άγριων δέντρων κ.ά.
Υπάρχει επίσης μουσειακός χώρος έκθεσης σκευών και μικροεργαλείων κουζίνας από το 1900, υπαίθριο θέατρο 300 θέσεων για τη διενέργεια πολιτιστικών εκδηλώσεων, αλλά και μέριμνα για περιβαλλοντολογικές ξεναγήσεις στοχευμένες στα παιδιά ή για οργανωμένες επισκέψεις στο προαναφερθέν βυζαντινό εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου. Ακόμα πιο ιδιαίτερο αξιοθέατο, όμως, είναι η βιβλιοθήκη της «Αρκαδιανής», όπου φιλοξενούνται 650 σπάνια βιβλία μαγειρικής, χρονολογούμενα στον 19ο αιώνα, καθώς και 1.500 νεότεροι τίτλοι.
Βασικός πόλος έλξης των επισκεπτών του Ψαριού, ωστόσο, παραμένει το εστιατόριο του χώρου, οι «Νοστιμιές της Γιαγιάς», με τις βεράντες, τη θέα προς την Καρύταινα και το καταπληκτικό φαγητό. Εδώ θα δοκιμάσετε σπιτικές, παραδοσιακές συνταγές, παρασκευασμένες με ποιοτικές πρώτες ύλες, όλες από ντόπιες μαγείρισσες.
Πώς θα έρθετε στο Ψάρι
Το Ψάρι απέχει 17 χιλιόμετρα από τη Μεγαλόπολη και 11 χιλιόμετρα από τον φημισμένο ορεινό προορισμό της Στεμνίτσας, που είναι χτισμένη βέβαια ψηλότερα στο Μαίναλο. Κοντινότερο χωριό είναι η Σύρνα, στα 5 χιλιόμετρα. Αν ξεκινήσετε από την Τρίπολη, πάλι, υπολογίστε γύρω στα 50 χιλιόμετρα ώσπου να φτάσετε εδώ, τα οποία θα διανύσετε σε περίπου 45 λεπτά.
Η οδική πρόσβαση είναι πολύ εύκολη μέσω της επαρχιακής οδού Μεγαλόπολης-Στεμνίτσας και η διαδρομή μαγευτική, ειδικά αν διαλέξετε να έρθετε άνοιξη ή καλοκαίρι, όταν τα πάντα είναι πράσινα. Άλλωστε ανεβαίνετε στους πρόποδες του Μαίναλου, τόπο με φημισμένο φυσικό κάλλος.
Διαβάστε ακόμα:
Λιμποβίσι: Το χωριό του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στην πανέμορφη «καρδιά» της ορεινής Αρκαδίας
Κοσμάς: Το καταπράσινο, παραδοσιακό χωριό που «ζωντανεύει» κάθε άνοιξη
Άγιος Νικόλαος Σίντζας: Το μοναστήρι που ξεπροβάλλει από μια επιβλητική σπηλιά