Κτισμένο στους πρόποδες του Πιρίν, και η πλέον «ηλιόλουστη» πόλη της Βουλγαρίας, το φημισμένο Σαντάνσκι αποτελεί διαχρονικά δημοφιλή προορισμό τόσο για τα ιαματικά νερά και τα πολυτελή spa που λειτουργούν εκεί, όσο και για την αγορά του και την τοπική γαστρονομία.
Το Σαντάνσκι διασχίζει ο ποταμός Σαντάνσκα Μπίστριτσα, παραπόταμος του Στρυμόνα, που χωρίζει την πόλη στα δύο και στις πάνω όχθες του εκτείνεται το γραφικό καταπράσινο πάρκο «Σβέτι Βράτς», για το οποίο είναι ιδιαίτερα περήφανοι οι ντόπιοι. Το πάρκο εντυπωσιάζει με τις όμορφες διαδρομές και τα μονοπάτια, καθώς και τους οργανωμένους χώρους αναψυχής, στον ίσκιο των αιωνόβιων πλατανιών και των 160 μεσογειακών δέντρων και φυτών που βρίσκονται διασκορπισμένα. Δύο κρεμαστές γέφυρες, σαν από παραμύθι, ενώνουν τις δύο όχθες του ποταμού, ενώ βορειότερα η τεχνητή λίμνη -με τις πάπιες και τους κύκνους- αποτελεί αγαπημένο σημείο ντόπιων και επισκεπτών που διασκεδάζουν με πολύχρωμα «ποδήλατα» μέσα στα νερά της.
Το πάρκο, που χρονολογείται από την εποχή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τότε που η πόλη ήταν ένα κεφαλοχώρι με την ονομασία Σβέτι Βράτς (Άγιοι Ανάργυροι), αποτελεί διαχρονικό σημείο αναφοράς, τόπο άθλησης, αναψυχής και χαλάρωσης καθώς και σημαντικών αθλητικών και πολιτιστικών εκδηλώσεων με τις σύγχρονες υποδομές (στάδιο, κολυμβητήριο, αμφιθέατρο κ.ά.) που λειτουργούν στο σημείο.
Το Σαντάνσκι, ονομάστηκε έτσι το 1949 προς τιμήν του εθνικού ήρωα των Βουλγάρων Γιάννε Σαντάνσκι που έδρασε στις αρχές του 20ου αιώνα, τότε που η περιοχή ήταν κομμάτι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Λόγω της θέσης της πόλης και των πολλών ιαματικών πηγών της, η ανθρώπινη παρουσία είναι πολύ παλιά και χάνεται στα βάθη των αιώνων. Από εδώ καταγόταν ο θρυλικός μονομάχος και επαναστάτης εναντίον της Ρώμης Σπάρτακος -κατά την αρχαιότητα ζούσε στην περιοχή το θρακικό φύλο των Μαίδων– χάλκινος ανδριάντας του οποίου δεσπόζει επιβλητικός στην κεντρική είσοδο της πόλης και δίπλα στον αυτοκινητόδρομο που συνδέει τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα με την βουλγαρική πρωτεύουσα Σόφια.
Για την ιστορία, ο Σπάρτακος ηγήθηκε μεγάλης επανάστασης δούλων κατά των Ρωμαίων στην Ιταλία, από το 73 π.Χ. έως το 71 π.Χ., όπου είχε οδηγηθεί αιχμάλωτος. Υπήρξε μία από τις μεγαλύτερες και μαζικότερες επαναστάσεις της αρχαιότητας και έμεινε στην ιστορία ως «Επανάσταση του Σπάρτακου» ή «Επανάσταση των Μονομάχων». Το όνομα του Σπαρτάκου φέρουν σήμερα η μεγαλύτερη συνοικία της πόλης, το στάδιο καθώς και κέντρα διασκέδασης και ξενοδοχεία.
Τα σημάδια της χιλιόχρονης ιστορίας -και όχι μόνο- του Σαντάνσκι, είναι εμφανή σε πολλά σημεία. Στο οργανωμένο Αρχαιολογικό Μουσείο, ο επισκέπτης θα έχει μια πλήρη εικόνα της πορείας της πόλης, στο χρόνο και στο χώρο, ενώ θα εντυπωσιαστεί με τους χώρους του, που «ενώνονται» με τα θεμέλια της πρωτοχριστιανικής βασιλικής του Αγίου Ιωάννη (4ος-5ος αιώνας μ.Χ.) με τα εντυπωσιακά ψηφιδωτά που είναι διακοσμημένα με ψάρια και πουλιά. Έξω από το μουσείο, ξεχωρίζει τμήμα της αρχαίας κεντρικής οδού της πόλης και στοά παλαιοχριστιανικού συγκροτήματος.
Πίσω από το αρχαιολογικό μουσείο ξεχωρίζει η -μερικώς ανακατασκευασμένη- επισκοπική βασιλική (5ος αιώνας μ.Χ.), με πανέμορφη εσωτερική αρχιτεκτονική, κίονες κορινθιακού ρυθμού, βωμό με σκηνές από το Ευαγγέλιο, αίθριο, καθώς και πολύχρωμα ψηφιδωτά αλλά και το -μοναδικό του είδους στην Βουλγαρία– βαφτιστήριο. Το μνημείο ανακατασκευάστηκε πρόσφατα με ευρωπαϊκούς πόρους και αποτελεί πλέον σημαντικό αξιοθέατο για την πόλη. Τόσο το Αρχαιολογικό Μουσείο όσο και η παρακείμενη Επισκοπική Βασιλική περιλαμβάνονται στην λίστα με τα 100 κορυφαία τουριστικά αξιοθέατα της Βουλγαρίας.
Η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου (1861) αποτελεί νεότερο μνημείο της πόλης από την εποχή της λεγόμενης βουλγαρικής αναγέννησης. Αποτελεί αντίγραφο, σε μικρότερο μέγεθος, του καθεδρικού ναού Αλέξανδρου Νιέφσκι της Σόφιας και ενώ ξεχωρίζουν οι αγιογραφίες του και το τέμπλο.
Ενδιαφέρον έχει επίσης το μοναστήρι των Αγίων Κοσμά και Δαμιανού, μέσα σε ένα καταπράσινο περιβάλλον 2 χιλιόμετρα νότια της πόλης, που χρονολογείται τον 14ο αιώνα. Σύμφωνα με την παράδοση εδώ έζησαν και θεράπευαν οι άγιοι αδερφοί Κοσμάς και Δαμιανός, ενώ στο μοναστήρι οφείλει την αρχική του ονομασία η πόλη (Σβέτι Βράτς).
Το Σαντάνσκι εκτός από την ηλιοφάνειά του και το υγιεινό του κλίμα -παλαιότερα λειτουργούσαν σανατόρια στην πόλη- φημίζεται και για τις δεκάδες ιαματικές του πηγές, που τα νερά τους -με θερμοκρασία μεταξύ 42-81°C- χρησιμοποιούνται τόσο για θεραπευτικούς λόγους όσο για χαλάρωση και αναψυχή. Το ιαματικό νερό, που είναι ζεστό, ελαφρώς μεταλλικό, καθαρό, διαυγές και ευχάριστο στη γεύση, ενδείκνυται από τους ειδικούς στην πρόληψη και τη θεραπεία διαφόρων ασθενειών του αναπνευστικού συστήματος, ανάρρωση μετά από πνευμονία, χρόνιες παθήσεις των αρθρώσεων, ρευματικά, παθήσεις του νευρικού συστήματος κ.ά.
Οι ιαματικές πηγές της πόλης ήταν γνωστές ακόμη από την αρχαιότητα, με Ρωμαίους και Βυζαντινούς στη συνέχεια να κοσμούν την πόλη με λαμπρά συγκροτήματα λουτρών, στα οποία βεβαίως απολάμβαναν αξιωματούχοι και όχι μόνο. Σήμερα, στο Σαντάνσκι λειτουργούν οργανωμένα κέντρα ευεξίας και spa που προσφέρουν εξαιρετικές υπηρεσίες.
O «παράδεισος» του shopping
O κεντρικός πεζόδρομος, στον ίσκιο πανύψηλων δέντρων στις δύο πλευρές του, αποτελεί το πλέον εμπορικό σημείο της πόλης. Οι λάτρεις του shopping θα βρουν έναν μικρό «παράδεισο» με καταστήματα όλων των ειδών που δεν έχουν να ζηλέψουν σε τίποτα αντίστοιχα μεγαλύτερων πόλεων.
Ο δρόμος καταλήγει στο φημισμένο Interhotel Sandanski, το οποίο είναι από τα μεγαλύτερα και παλαιότερα συγκροτήματα στη νοτιοδυτική Βουλγαρία και κτίστηκε στη «δύση» του κομμουνιστικού καθεστώτος που επικράτησε στη χώρα μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έως το 1990.
Ένα άλλο ξενοδοχείο της ίδιας εποχής, το «Sveti Vrach Hotel», είχε κτιστεί για τις διακοπές στελεχών του πάλαι ποτέ ισχυρού βουλγαρικού κομμουνιστικού κόμματος. Αν και μάλλον ο ισχυρός άνδρας της Βουλγαρίας Τοντόρ Ζίβκοφ δεν φαίνεται να κοιμήθηκε ποτέ εκεί, πάντα υπήρχε σε ετοιμότητα μια πολυτελής σουίτα σε περίπτωση που επισκεπτόταν την πόλη. Στους χώρους του ξενοδοχείου, που εξακολουθεί να θυμίζει εποχή 1980, υπάρχει μικρό μουσείο με αντικείμενα που σχετίζονται με την εποχή του κομμουνιστικού καθεστώτος.
Στην ντόπια κουζίνα, με έντονο βαλκανικό χρώμα, ξεχωρίζει το χοιρινό κότσι, ζητήστε το ως «κούτσε», το οποίο σερβίρεται σε ξύλινη τάβλα μαζί με άλλες ποικιλίες κρεάτων και αλλαντικών όπως το παραδοσιακό «Σιουτζούκ» (λουκάνικο). Υπάρχει μεγάλη ποικιλία από ορεκτικά και σαλάτες (όπως «Κόπονε» και «Λουτενίτσα»), ενώ ξεχωριστό είναι το ντόπιο κόκκινο κρασί που θα συνοδεύσει τις γαστρονομικές σας απολαύσεις. Στην πόλη θα βρείτε και εστιατόρια με ελληνική κουζίνα. Το κρασί αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ιστορίας του τόπου, από την αρχαιότητα έως τις μέρες μας.
Το Σαντάνσκι αποτελεί σημείο εξόρμησης προς τον ορεινό όγκο του Πιρίν, με το φημισμένο χιονοδρομικό κέντρο του Μπάνσκο, στο οποίο οδηγούν οργανωμένα μονοπάτια για τους λάτρεις της πεζοπορίας ή της ορειβασίας για ψηλότερα υψόμετρα.
Η πόλη, που αριθμεί 25 χιλιάδες κατοίκους, απέχει 27 χιλιόμετρα από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα και τον μεθοριακό σταθμό του Προμαχώνα. Για την διέλευση των συνόρων απαιτείται μόνο αστυνομική ταυτότητα, μεγάλο μέρος των κατοίκων γνωρίζει να μιλάει ελληνικά, ενώ στην τοπική αγορά γίνονται -σχεδόν στο σύνολο- αποδεκτά και ευρώ (2 λέβα/1 ευρώ). Στον κεντρικό πεζόδρομο, λειτουργεί οργανωμένο Κέντρο Τουριστικών Πληροφοριών.
Διαβάστε ακόμα:
Μελένικο: Μια μικρή πόλη με βυζαντινό αέρα, μόλις 32 χλμ. από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα