Δεν είναι εύκολο να φτάσεις στην Όαση της Σίβα. Πρόκειται για ταξίδι ζωής, είναι δηλαδή εμπειρία που αξίζει κανείς να τη βιώσει μία φορά, για πολλούς λόγους: ταξιδιωτικούς, πολιτισμικούς, φυσιολατρικούς, ιστορικούς.
Η όαση, γνωστή και ως Όαση του Άμμωνος Ρα, βρίσκεται στην Αίγυπτο, κοντά στα σύνορα της χώρας με τη Λιβύη, πραγματικά στο κέντρο της ερήμου. Ο οικισμός είναι εγκατεστημένος μέσα σε μία φυσική λεκάνη του εδάφους, 20 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Αριθμεί γύρω στους 25.000 κατοίκους, οι οποίοι είναι Βέρβεροι (κατά κύριο λόγο): μιλούν μια δική τους γλώσσα που την αποκαλούν Σίβι κι έχουν αναπτύξει έναν ιδιαίτερο πολιτισμό.
Φτάσαμε εδώ προσκεκλημένοι από έναν φίλο μας, τον Λάκη. O οποίος μένει χρόνια, πια –και σχεδόν μόνιμα– στην Αλεξάνδρεια, η οποία απέχει περίπου 600 χιλιόμετρα από την όαση. Παράλληλα, όμως, ο Λάκης έχει φτιάξει σπίτι και σε αυτό το απομονωμένο μέρος του πλανήτη.
Η διαδρομή μας ξεκίνησε λοιπόν από τη στιγμή που προσγειωθήκαμε στο αεροδρόμιο της Αλεξάνδρειας, όπου μας περίμενε ο Λάκης. Φορτώσαμε τα πράγματά μας στο αυτοκίνητο αλλά, πριν ξεκινήσουμε, αποφασίσαμε να περάσουμε από το διαμάντι του σύγχρονου πολιτισμού που φιλοξενείται στην πόλη –τη Νέα Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας. Έπειτα βάλαμε μπροστά για το μεγάλο ταξίδι προς την Όαση Σίβα.
Φτάνοντας στην όαση
Από τα 600 χιλιόμετρα του ταξιδιού τα μισά περίπου τα διανύει κανείς μέσα στην έρημο, ωστόσο τα υπόλοιπα ακολουθούν μια σχετικά παραθαλάσσια διαδρομή. Δεξιά μας, δηλαδή, κάποιες φορές βλέπαμε τη Μεσόγειο –άλλες πάλι όχι. Πόλεις και ξενοδοχειακά συγκροτήματα μας κρατούσαν συντροφιά.
Στα 300 χιλιόμετρα μια στροφή προς τα αριστερά μάς έριξε σε μία ατελείωτη, απίστευτη ευθεία. Η Σαχάρα δεν ήταν όπως την είχαμε φανταστεί, με αμμόλοφους και άμμο: αντιθέτως, αποδείχθηκε κακοτράχαλη και αφιλόξενη, γεμάτη πέτρες. Η κίνηση στον δρόμο δεν είναι αμελητέα, χωρίς όμως να δημιουργεί και κάποιο σοβαρό πρόβλημα. Σε αρκετά σημεία της διαδρομής υπάρχουν μικρά μαγαζιά και καντίνες, από τα οποία μπορείτε να προμηθευτείτε σνακ, χυμούς και νερό.
Σε αυτήν την πορεία συναντούσαμε λεωφορεία, εμπορικά αυτοκίνητα που μετέφεραν προϊόντα και λίγα ΙΧ. Η οδήγηση είναι αρκετά κουραστική, γιατί η απέραντη ευθεία δημιουργεί νωθρότητα –ακόμα και υπνηλία. Γι’ αυτό και εναλλασσόμασταν στο τιμόνι, ώστε το εγχείρημα να γίνει όσο το δυνατόν πιο ξεκούραστο.
Η άφιξη στη Σίβα συνδυάστηκε με ένα μοναδικό σκηνικό. Η εικόνα μας άφησε άφωνους: μία τεράστια όαση γεμάτη φοίνικες και ελιές στη μέση μιας απέραντης ερήμου, μία λίμνη με όχθες μήκους αρκετών χιλιομέτρων κι ένα χωριό βγαλμένο από μια παλιά, διαφορετική εποχή. Οι δρόμοι –πότε χωμάτινοι και πότε ασφαλτοστρωμένοι– είναι γεμάτοι άμμο, ενώ ως προς τα χρώματα επικρατούν το ανοιχτό καφέ της ερήμου, το σκούρο του εδάφους και το πράσινο του φοίνικα. Όλα δε τα σπίτια είναι χτισμένα από το χώμα της περιοχής.
Το πρώτο πράγμα που εντυπωσιάζει είναι ο σχετικά μικρός λοφίσκος στο κέντρο του χωριού, ο οποίος μοιάζει σαν λιωμένη τούρτα. Κάτι που δεν απέχει πολύ από την αλήθεια. Στην περιοχή, δηλαδή, δεν βρέχει ποτέ. Έτσι, όταν έβρεξε το 1923, η χωμάτινη πόλη έλιωσε (κυριολεκτικά), με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί αυτός ο λόφος. Τον οποίον κι άφησαν εκεί ως μνημείο.
Γύρω λοιπόν από αυτό το λιωμένο απομεινάρι χτίστηκε έπειτα η καινούρια πόλη, πάλι με τα ίδια υλικά. Φυσικά από τότε δεν έχει βρέξει ποτέ. Επόμενη ευχάριστη έκπληξη, το σπίτι του φίλου όπου φιλοξενηθήκαμε: μια πανέμορφη κατασκευή στις όχθες της λίμνης, πλήρως ενταγμένη στο περιβάλλον, χτισμένη κι εκείνη από άμμο, πλίνθους, φοίνικες και νερό –τα ντόπια υλικά που δίνουν μια αίσθηση ένωσης με το χώμα.
Η λατρεία του φίλου μας για τις τέχνες και τον πολιτισμό, αλλά και η βαθιά κουλτούρα του, βοήθησαν στη δημιουργία μιας συγκλονιστικά γήινης «βίλας». Με πισίνα, με νερό από τη λίμνη και με χειροποίητα έπιπλα από κοκοφοίνικα απίστευτης καλαισθησίας. Επιπλέον, η θέα από εδώ είναι συγκλονιστική: η λίμνη συνήθως μένει ακίνητη και μοιάζει σαν να μπορείς να την περπατήσεις. Στο νερό της καθρεφτίζεται ό,τι υπάρχει γύρω, με απόλυτη ακρίβεια. Κάπως έτσι, οι ορεινοί όγκοι, ο ουρανός και το φεγγάρι πρωταγωνιστούν σε μια εξωπραγματική αντανάκλαση. Μάλιστα, αν η σελήνη είναι ολόγιομη, εσείς θα βλέπετε δύο φεγγάρια: ένα στον ουρανό κι ένα στα στάσιμα νερά της λίμνης.
Οι ρυθμοί στην πόλη, πάλι, διακρίνονται από μια ζεν χαλαρότητα, η οποία σε παρασύρει χωρίς να το καταλάβεις. Η πλειονότητα των κατοίκων της όασης χρησιμοποιεί γαϊδούρια για τις μετακινήσεις –πολλές φορές με κάρα, ώστε να μεταφέρουν κι άλλα άτομα. Υπάρχουν επίσης ποδήλατα, καθώς και λίγα μηχανάκια. Στο κέντρο του χωριού, επίσης, θα δείτε μαγαζιά με τα απολύτως χρειαζούμενα. Συνήθως σε ένα τέτοιο κατάστημα υπάρχουν προϊόντα σούπερ μάρκετ, εργαλεία, είδη σπιτιού κ.ά. Σε κάθε γειτονιά, επίσης, βρίσκεται κι ένα καφέ, αλλά και κάποιο εστιατόριο ή ταβέρνα.
Τα μουσουλμανικά ήθη είναι αυστηρότατα στην όαση. Εδώ δεν θα δείτε ζευγαράκια να περπατάνε αγκαλιά, ούτε κορίτσια χωρίς συνοδεία, ούτε και ευρωπαϊκά ντυσίματα. Όλοι φορούν κελεμπίες. Οι γυναίκες μένουν συνήθως περιορισμένες στο σπίτι, ενώ όσες δουλεύουν έξω φορούν αυστηρές μπούρκες, με μια πολύ μικρή σχισμή για τα μάτια. Οι ανύπαντρες φορούν εξίσου αυστηρές μαντήλες. Παρ’ όλα αυτά οι άνθρωποι εδώ δεν είναι καθόλου επιθετικοί –το αντίθετο, είναι ανοιχτόκαρδοι και φιλόξενοι. Αγαπούν δε ιδιαίτερα τους Έλληνες, καθώς το πέρασμα του Μέγα Αλέξανδρου έχει αφήσει την ιστορική του σφραγίδα.
Τι αξίζει να δείτε
Το Όρος των Νεκρών ήταν το πρώτο που είδαμε όσον αφορά τα ιστορικά και αρχαιολογικά ευρήματα της περιοχής. Στην κορυφή του λειτουργούσε μια νεκρόπολη, διαθέτοντας αμέτρητες κρύπτες, καθώς εδώ συνήθιζαν να θάβουν τους νεκρούς. Από την κορυφή του βουνού η θέα στο τριγύρω τοπίο είναι εξαιρετική.
Αυτό που πραγματικά σε συνεπαίρνει, όμως, είναι όταν ακολουθήσεις τον μικρό, ήσυχο ασφαλτόδρομο (για τα λίγα αυτοκίνητα που κυκλοφορούν στη Σίβα), ο οποίος ξεκινάει από το κέντρο της πόλης και καταλήγει σε ένα λοφάκι. Εδώ βρίσκεται το διάσημο Μαντείο του Άμμωνος Διός η Άμμωνος Ρα, στο οποίο έφτασε και ο Μέγας Αλέξανδρος το 321 π.Χ. –μετά από πορεία 8 ημερών στην έρημο– προκειμένου να ζητήσει τη συμβουλή του. Σύμφωνα με τους ιστορικούς που τον συνόδευσαν, το Μαντείο του επιβεβαίωσε τη θεϊκή του υπόσταση, λέγοντάς του ότι ήταν πράγματι ο νόμιμος Φαραώ της Αιγύπτου.
Σήμερα, η ανάβαση στο Μαντείο γίνεται από ένα μονοπάτι ίδιο με εκείνο που ανέβηκε τότε και ο βασιλιάς της Μακεδονίας. Η ενέργεια της περιοχής, αλλά και η αίσθηση ότι πατάς στις ίδιες πέτρες που πάτησε κάποτε ο θρυλικός στρατηλάτης, αποβαίνει συγκλονιστική. Η δε θέα από την κορυφή του Μαντείου προς όλη την υπόλοιπη όαση είναι υπέροχη.
Ένας διαφορετικός προορισμός
Το βέβαιο είναι πως ένα ταξίδι ως εδώ θα σας γνωρίσει έναν τρόπο ζωής πολύ μακρινό από τον δικό μας. Αξίζει λοιπόν να κάτσετε σε κάποιο καφέ, ώστε να παρακολουθήσετε την καθημερινότητα του οικισμού, με τα κάρα που πηγαινοέρχονται ζεμένα στα γαϊδουράκια, έχοντας νεαρούς οδηγούς και τα κοριτσόπουλα συνήθως στοιβαγμένα πίσω. Για το βράδυ, τώρα, δεν υπάρχουν ιδιαίτερες επιλογές, εκτός από φαγητό σε κάποια ταβέρνα ή στο ξενοδοχείο σας. Υπάρχει μόλις ένα μπαράκι.
Από την άλλη, η Σίβα διαθέτει πολλά ξενοδοχεία, μιας και ο τουρισμός συνεχώς αναπτύσσεται στην περιοχή. Οι τιμές είναι καλές για τα δικά μας βαλάντια: στην υψηλή σεζόν ξεκινούν από 30€ το δίκλινο και φθάνουν έως τα 120. Πάντως δεν θα δυσκολευτείτε να βρείτε κατάλυμα.
Ένα από τα πιο ξεχωριστά ξενοδοχεία είναι το Adrère Amellal. Η διαμονή σε αυτό το εξαιρετικά φιλικό στο περιβάλλον συγκρότημα αποδεικνύεται εμπειρία ζωής, έστω κι αν το δίκλινο κοστίζει κάτι παραπάνω από 100 ευρώ. Η επιχείρηση εδρεύει στις όχθες της λίμνης, απέναντι από την πόλη. Εδώ το ρεύμα δεν παράγεται ηλεκτρικά, ενώ γίνεται και προσπάθεια να μην υπάρχουν υλικά που να έχουν υποστεί επεξεργασία, δηλαδή χρήση κάποιας ενέργειας. Όλα είναι φτιαγμένα από πλίνθους, φοίνικες και ξύλο, ενώ ο φωτισμός γίνεται με κεριά.
Χάρη στον φίλο μας τον Λάκη εξασφαλίσαμε μια ξενάγηση στο ξενοδοχείο κι ένα δείπνο, μιας και δεν επιτρέπονται επισκέπτες πέραν των πελατών. Ήρθαμε βράδυ και παρκάραμε αρκετά μακριά. Για να φτάσουμε εκεί, έπειτα, ακολουθήσαμε έναν διάδρομο που τον «ζωγράφιζαν» εκατοντάδες λάμπες θυέλλης. Η ξενάγηση ήταν μία αξέχαστη εμπειρία.
Η λίμνη
Από τα εντυπωσιακότερα πράγματα της Σίβα είναι η μεγάλη λίμνη δίπλα στην πόλη. Με το αυτοκίνητο και μέτρια ταχύτητα χρειάζεστε 20 με 30 λεπτά για να κάνετε τον γύρο της. Το νερό έχει βάθος μόλις 20 πόντους, αλλά δεν στερεύει ποτέ διότι τροφοδοτείται από περίπου 300 πηγές. Με τη σειρά της, έπειτα, η λίμνη γίνεται απαραίτητη για το πότισμα των κηπευτικών και των ελαιόδεντρων των κατοίκων. Οποιαδήποτε ώρα της ημέρας κι αν κάνετε την παραλίμνια βόλτα σας, η ομορφιά του τοπίου είναι καθηλωτική.
Επόμενο αξιοθέατο ήταν η Πηγή της Κλεοπάτρας: μια μεγάλη, στρογγυλή στέρνα, με πέτρινο τοίχο. Ο μύθος αναφέρει ότι εδώ έκανε το μπάνιο της η φημισμένη βασίλισσα της αρχαίας Αιγύπτου. Βουτήξαμε για λίγο στα πράσινα και με χώματα νερά, μα βγήκαμε με κοκκινίλες από τσιμπήματα άγνωστων υδρόβιων εντόμων. Ευτυχώς στη συνέχεια απολαύσαμε ένα δροσερό τσάι στο διπλανό καφενείο, το οποίο χαρακτηριζόταν από όμορφη, παραδοσιακή διακόσμηση.
Η επόμενη περιήγησή μας έγινε στην Αλμυρή Λίμνη, με την υψηλή περιεκτικότητα σε αλάτι. Εδώ η αίσθηση είναι παρόμοια με εκείνη της Νεκράς Θάλασσας: η άνωση που δημιουργεί το αλάτι κάνει το σώμα να επιπλέει χωρίς καμιά προσπάθεια. Όταν στέγνωσε το νερό πάνω μας, βέβαια, το αλάτι κόλλησε στο δέρμα για ώρες.
Βόλτα στους αμμόλοφους
Αν βρεθείτε ποτέ στη Σίβα, αξίζει οπωσδήποτε μια βόλτα με το τζιπ στην έρημο και στους αμμόλοφους, μερικά χιλιόμετρα μακριά από την όαση –κοντά στα λιβυκά σύνορα.
Το σκηνικό εδώ είναι εξωπραγματικό. Το τοπίο σεληνικό, καθώς, όσο φτάνει το μάτι, βλέπει απέραντη άμμο, με το ανάγλυφο να σχηματίζεται από λόφους όπου τα χρώματα αλλάζουν ανάλογα με τις σκιές. Οι οδηγοί των τζιπ «παίζουν» μαεστρικά με τις ανωμαλίες του εδάφους, τόσο για να εντυπωσιάσουν, όσο και για να «φοβίσουν» τους τουρίστες.
Η εμπειρία μας έμεινε αξέχαστη. Όμως αυτό που θα θελήσετε να μην τελειώσει ποτέ είναι όταν σας αφήνουν να περιπλανηθείτε σε αυτό το απόκοσμο τοπίο με τα πόδια (κι αν θέλετε χωρίς παπούτσια). Το ανέβασμα στους λόφους, οι κατεβασιές στις μικρές χαράδρες τους, οι κουτρουβάλες στις πλαγιές προσφέρουν μία μοναδική επαφή με την έρημο.
Μετά από αυτό ακολούθησε περιπλάνηση σε λίμνες διάσπαρτες στο ξερό, αμμώδες τοπίο, καθώς και βουτιές σε κρύα ή ζεστά νερά. Τέλος, μια βόλτα στην περιοχή με τα κοράλλια που είναι απρόσμενα σπαρμένα εδώ κι εκεί αρκούσε για να αποδείξει ότι κάποτε η Σαχάρα ήταν θάλασσα.
Στο φινάλε αυτού του υπέροχου ταξιδιού το μυαλό μας ήταν γεμάτο από σπάνιες εικόνες, συναρπαστικές στιγμές, αξέχαστες εμπειρίες. Φεύγοντας, ξέραμε ότι αφήσαμε ένα μικρό κομμάτι του εαυτού μας στην Όαση της Σίβα. Και περιμένουμε να ξαναγυρίσουμε για να το πάρουμε.
Διαβάστε ακόμα:
Σεϋχέλλες: Οδοιπορικό σε έναν επίγειο παράδεισο –Oι εμπειρίες δίπλα στην απεραντοσύνη του ωκεανού
Μαλδίβες: Ο κορυφαίος φωτογράφος των εξωτικών νησιών είναι Έλληνας
10 εντυπωσιακά κάστρα στη Σκωτία για μια μοναδική εμπειρία διαμονής