Χιλιάδες επισκέπτες βάζουν κάθε χρόνο στο πρόγραμμά τους μια επίσκεψη στην πολύχρωμη Παλιά Πόλη της Ξάνθης, αλλά και στη σύγχρονη, που είναι γεμάτη ζωντάνια. Αμέτρητα είναι τα αξιοθέατα σε όλο τον νομό, με κορυφαία τα Στενά του Νέστου, τη λίμνη Βιστωνίδα, τα αρχαία Άβδηρα και τη Ροδόπη με το δάσος Χαϊντούς και τους καταρράκτες του Λειβαδίτη.
Η Παλιά Πόλη της Ξάνθης
Λιθόστρωτα σοκάκια και μικρές πλατείες. Σπίτια με νεοκλασική ή με οθωμανική αρχιτεκτονική. Σαχνισιά, περίτεχνα μπαλκόνια και κιγκλιδώματα, διακοσμητικά στοιχεία σε πορτοπαράθυρα και μπαλκόνια, κήποι με λουλούδια, πολύχρωμες τοιχοποιίες. Εκκλησιαστικά μνημεία. Δεκάδες καφέ και μπαράκια, εστιατόρια, ταβέρνες. Και η οδός Ορφέως που βουίζει σαν κυψέλη καθώς φοιτητές, τουρίστες, οικογένειες, ζευγάρια και παρέες γεμίζουν τα τραπεζάκια καθημερινά.
Κτισμένος στους πρόποδες της Ροδόπης, λίγο πιο χαμηλά από τα υπολείμματα του τείχους της ακρόπολης της βυζαντινής πόλης της Ξάνθειας, ο παραδοσιακός οικισμός της Ξάνθης έχει κριθεί διατηρητέος και προστατεύεται από το 1976. Είναι ένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικό παράδειγμα της οικιστικής οργάνωση των Ελλήνων την εποχή της Ύστερης Οθωμανοκρατίας. Καθοριστικός παράγοντας στην εξέλιξή του ήταν οι πληθυσμιακές ομάδες που ήρθαν ως πρόσφυγες από τη βόρεια και την ανατολική Θράκη, τον Πόντο, την Ήπειρο, τη Μακεδονία, την Κρήτη, τη Μικρά Ασία και την πρώην ΕΣΣΔ, δημιουργώντας ένα πολύμορφο παζλ πολιτισμών. Μια πολύχρωμη πόλη που αποτελεί υπαίθριο μουσείο αλλά διατηρεί τη ζωντάνια της και πρωτοστατεί στην καθημερινότητα της Ξάνθης.
Η αστική τάξη του 19ου αιώνα, λόγω του εμπορίου των καπνών, ανέπτυξε ισχυρούς δεσμούς με σημαντικές μητροπόλεις της ανατολικής Ευρώπης, όπως η Βουδαπέστη, η Κωνσταντινούπολη, η Οδησσός, η Βιέννη, η Τεργέστη. Τα αισθητικά πρότυπα που απέκτησαν οι πλούσιοι Ξανθιώτες προς τα τέλη του αιώνα και από τις χώρες της κεντρικής Ευρώπης εκφράστηκαν στην αρχιτεκτονική των δημόσιων και ιδιωτικών αστικών οικοδομημάτων. Η επιρροή από την ιταλική αρχιτεκτονική, μάλιστα, υπήρξε ιδιαίτερα έντονη.
Τα περισσότερα κτίρια που βλέπουμε σήμερα κατασκευάστηκαν μετά από τους δυο μεγάλους καταστροφικούς σεισμούς του 1829 και του 1870. Ο δεύτερος, μάλιστα, κατέστρεψε τη Γενισέα κι έτσι το διοικητικό κέντρο μεταφέρθηκε από εκεί στην πόλη της Ξάνθης. Η σιδηροδρομική σύνδεση Θεσσαλονίκης -Αλεξανδρούπολης το 1896 συνέτεινε στη μεταφορά μεγάλων ποσοτήτων καπνών και η πόλη ευημέρησε. Από τότε κατασκευάστηκαν εντός του εμπορικού κέντρου σχολεία, αρχοντικά σπίτια χριστιανών μαζί με εκκλησίες και παρεκκλήσια, χάνια, μεγάλα μουσουλμανικά σπίτια και τζαμιά, όπως και οι επιβλητικές καπναποθήκες. Στοιχεία της μακεδονικής αρχιτεκτονικής, πρότυπα από τη Θράκη, το οθωμανικό στυλ και οι επιρροές από τη δυτική Ευρώπη ενσωματώθηκαν στο πολύμορφο σύνολο που αντικρίζουμε και σήμερα κατά τη διάρκεια των περιηγήσεών μας στις διάφορες γειτονιές.
Χαρακτηριστικά κτίρια και μουσεία
Από το 1984 μέχρι σήμερα 600 κτίρια της παλιάς πόλης έχουν χαρακτηριστεί ως διατηρητέα. Μεταξύ αυτών δύο ξεχωρίζουν. Το πρώτο είναι το Grand Maison -Οικία γέννησης του Μάνου Χατζηδάκι, το εντυπωσιακό κτίριο στην οδό Βενιζέλου 15 με την περίτεχνη πρόσοψη από κόκκινα τούβλα. Βρίσκεται απέναντι από τον ναό του Αγίου Βλασίου και έχει τις πόρτες του ανοιχτές κάθε μέρα για τους κατοίκους και τους επισκέπτες της πόλης.
Κατασκευάστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα, με νεοκλασικά και μπαρόκ στοιχεία, κατά παραγγελία του πάμπλουτου Εβραίου επιχειρηματία Isaac Daniel. Όταν αργότερα μισθώθηκαν οι όροφοι, ο δεύτερος έγινε κατοικία του δικηγόρου Γιώργου Χατζηδάκι. Το 1925 εκεί γεννήθηκε και έζησε ως τα 7 του χρόνια ο Μάνος και τα μαθήματα πιάνου που έκανε με την Αρμένισσα δασκάλα Άννα Αλτουνιάν θεωρείται ότι συνετέλεσαν στην αρχική ανάδειξη της μουσικής του ιδιοφυίας.
Αποκατεστημένο πλήρως εξωτερικά και εσωτερικά βάσει των σχεδίων με τα οποία κτίστηκε, το μνημειώδες οικοδόμημα έχει πάρει την αρχική μορφή του η οποία εντυπωσιάζει -ειδικά όταν μπείτε μέσα και δείτε τις εξαιρετικές τοιχογραφίες και τις λαμπερές αναπαραστάσεις. Έχει μετατραπεί σε ένα ολοζώντανο κύτταρο πολιτισμού όπου φιλοξενούνται όλων των ειδών οι εκδηλώσεις.
Στρίβοντας από την οδό Ορφέως στην Αντίκα θα σταθείτε μπροστά στα εντυπωσιακά δίδυμα κτίρια των μεγαλοαστών αδερφών Κουγιουμτζόγλου, κτισμένα το 1860. Στεγάζουν το καταπληκτικό Λαογραφικό και Ιστορικό Μουσείο Ξάνθης, δημιούργημα της δραστήριας Φιλοπροόδου Ένωσης Ξάνθης. Διαθέτει μεγαλοπρεπείς αίθουσες με τοιχογραφίες Βαυαρών και Γερμανών καλλιτεχνών του 1880 που αναδεικνύουν το οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο των αρχικών του ιδιοκτητών και πολυτελή σαλόνια με πλήρη οικοσκευή, πιστά αντίγραφα εκείνων που υπήρχαν. Τα εκθέματα είναι αμέτρητα -μεταξύ αυτών κασέλες, υφαντά, γεωργικά εργαλεία κάθε είδους, ασημικά, κοσμήματα, φορεσιές Σαρακτσάνων, Ποντίων και Θρακιωτών, τσεβρέδες κ.ά.
Κοντά στο Λαογραφικό μουσείο βρίσκεται η πλατεία όπου κυριαρχεί το μεγάλο κτίριο της Μητρόπολης του 1897 με τα νεοκλασικά χαρακτηριστικά και τα αετώματα. Εκεί βρίσκεται και ο ναός του Τιμίου Προδρόμου, για τον οποίο μαρτυρίες υπάρχουν από τον 16ο αιώνα. Η τότε εκκλησία καταστράφηκε και η σημερινή, τρίκλιτη, τρισυπόστατη βασιλική, κτίστηκε το 1839. Με την πλατεία Μητροπόλεως συνορεύουν μερικά από τα πιο εμβληματικά νεοκλασικά οικήματα της παλιάς πόλης της Ξάνθης.
Στην οδό Ορφέως, σε ένα πολύ χαρακτηριστικό και πολυφωτογραφημένο σημείο μετά τα καφέ, βρίσκεται το κτίριο της Πινακοθήκης. Είναι από τα παλαιότερα της πόλης, χαρακτηριστικό δείγμα παραδοσιακής κατοικίας των μέσων του 19ου αιώνα, με μακεδονική αρχιτεκτονική. Εξωτερικά δεσπόζουν τα σαχνισιά του ορόφου και στο εσωτερικό υπάρχει πλούσιος ξυλόγλυπτος διάκοσμος.
Αξίζει να πάτε και στην οδό Μπότσαρη, καθώς στο νούμερο 46 υψώνεται το αλλοτινό κονάκι του Μουζαφέρ Μπέη, ένα από τα πιο παλιά κτίρια το οποίο σύμφωνα με τις πηγές, χρονολογείται στο 1848 και ανήκε σε μουσουλμάνο κτηματία της περιοχής. Έχει στοιχεία λαϊκής αρχιτεκτονικής της περιοχής, αποτελείται από ισόγειο και δύο ορόφους και σχηματίζει «Π».
Πολύ χαρακτηριστικό είναι το κτίριο του παλαιού δημαρχείου στην οδό Φιλίππου Αμοιρίδη, που κτίστηκε ή αγοράστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα από τον εβραϊκής καταγωγής καπνέμπορο Ααρών Μωυσή. Από το 1926 κατέληξε να πουληθεί στον Δήμο Ξάνθης και στέγασε το δημαρχείο μέχρι το 2013, οπότε μεταφέρθηκε στην κεντρική πλατεία της Ξάνθης. Το παλαιό κτίριο αποκαταστάθηκε και έγινε πολιτιστικός χώρος του Δήμου. Η εσωτερική του διακόσμηση με τις γύψινες διακοσμήσεις και τα σκαλιστά ταβάνια είναι εντυπωσιακή.
Οι καπναποθήκες της Ξάνθης
Αποτελούν ένα από τα καλύτερα σύνολα βιομηχανικής αρχιτεκτονικής στη χώρα μας και έχουν συνδεθεί με την οικονομική ανάπτυξη της πόλης χάρη στην παραγωγή και εμπορία καπνού. Δημιουργήθηκαν στα τέλη του 19ου-αρχές 20ου αιώνα, στην περιοχή νοτιοανατολικά της Παλιάς Πόλης όπου υπήρχαν κάμποι. Αποτέλεσαν μια διακριτή συνοικία, διαχωρισμένη από αυτήν του εμπορικού κέντρου και των αστών. Κοντά τους υπήρχαν οδικοί και σιδηροδρομικοί άξονες για τη μεταφορά των καπνών.
Οι πρώτες καπναποθήκες κτίστηκαν μετά το 1860, ήταν μονώροφες και είχαν τετράριχτες στέγες. Προς το τέλος του 19ου αιώνα έγιναν πολύ μεγαλύτερες και ψηλότερες, με ημικυκλικά ή τριγωνικά αετώματα στις δίριχτες, πλέον, στέγες. Μεγάλα παράθυρα επέτρεπαν στο εσωτερικό να φωτίζεται και να αερίζεται. Οι καπναποθήκες συμβόλιζαν τον κύρος των ιδιοκτητών τους. Συνδύαζαν παραδοσιακά στοιχεία με την αρχιτεκτονική των κτιρίων που κατασκευάστηκαν μετά τη βιομηχανική επανάσταση στην Αγγλία και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Είχαν επίσης επιρροές από το ρεύμα του νεοκλασικισμού και του νεορομαντισμού.
Η σύγχρονη πόλη της Ξάνθης
ο Πανεπιστήμιο τροφοδοτεί την πόλη με τη ζωντάνια των νέων ανθρώπων που ζουν, σπουδάζουν και διασκεδάζουν εκεί. Υπάρχουν πολλά καταστήματα, καφέ και πολύ καλά εστιατόρια όπου θα απολαύσετε παραδοσιακές θρακιώτικες γεύσεις, αλλά και σύγχρονη κουζίνα. Στα παλιά και ιστορικά ζαχαροπλαστεία θα αγοράσετε τις περίφημες καριόκες και γλυκά ταψιού. Τα all day restaurants-bars είναι γεμάτα όλη την ημέρα και το βράδυ γίνεται το αδιαχώρητο. Το επίκεντρο της σύγχρονης πόλης είναι η μεγάλη πλατεία Δημοκρατίας που σχεδιάστηκε αρχικά το 1870 και έχει υποστεί παρεμβάσεις αρκετές φορές. Έμβλημά της είναι ο πύργος-ρολόι που κατασκευάστηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1880. Το Παζάρι της Ξάνθης είναι γνωστό στη βόρεια Ελλάδα και η ιστορία του έχει ρίζες στην οθωμανική περίοδο. Διοργανώνεται Σάββατο και περιλαμβάνει δεκάδες πάγκους με όλων των ειδών τα εμπορεύματα.
Ένας ωραίος χώρος αναψυχής είναι το Λιμνίο, ένα θεματικό πάρκο που απλώνεται σε 11 στρέμματα, διαθέτει ποδηλατόδρομο και διάφορα μονοπάτια. Η περιοχή των καπναποθηκών βρίσκεται κοντά στην πλατεία Ελευθερίας, μεταξύ των οδών Δημοκρίτου, Μιχαήλ Καραολή, Ελπίδος, Μπροκούμη, Γεωργίου Κονδύλη, Ναυαρίνου, Έλλης και Λευκίππου. Εκεί λειτουργεί το Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης, σημαντικό παράδειγμα επανάχρησης των εμβληματικών αυτών βιομηχανικών μνημείων. Ιδρύθηκε το 1998 με πρωτοβουλία της Βιργινίας Τσουδερού και αποτελεί έναν μη κυβερνητικό και μη κερδοσκοπικό φορέα που δραστηριοποιείται στο χώρο του πολιτισμού και της εκπαίδευσης. Έχει αναλάβει την αναστήλωση και διαχείριση βιομηχανικών διατηρητέων μνημείων και μεταξύ των στόχων του είναι η διάδοση της πολιτισμικής μνήμης και των τοπικών παραδόσεων και του πολιτισμού σε όλη τη Θράκη. Φιλοξενείται σε δύο μεγάλες καπναποθήκες -μάλιστα η μια από αυτές, η επιβλητική καπναποθήκη «Π», ήταν η πρώην Καπναποθήκη Οθωμανικού Μονοπωλίου «Ρεζή» που χρονολογείται από τα τέλη του 19ου αιώνα. Διοργανώνονται εκθέσεις, διαλέξεις, συναυλίες, σεμινάρια κ.ά.
Οι μονές Παναγίας Αρχαγγελιώτισσας και Καλαμιώτισσας
Η μονή της Αρχαγγελιώτισσας είναι κτισμένη επάνω από τη συνοικία Σαμακώβ η οποία χωρίζεται από την υπόλοιπη Ξάνθη μέσω του ποταμού Κόσυνθου. Η μορφή που έχει σήμερα χρονολογείται από το 1840. Το ανδρικό μοναστήρι πήρε το όνομά του από την θαυματουργή, όπως θεωρείται, εικόνα που απεικονίζει τη Θεοτόκο πλαισιωμένη από τους Αρχαγγέλους Γαβριήλ και Μιχαήλ. Φιλοξενεί το εκκλησιαστικό μουσείο της Μητρόπολης Ξάνθης. Στα βορειοδυτικά της βρίσκεται το γυναικείο μοναστήρι της Παναγίας Καλαμιώτισσας, ή Καλαμούς, η οποία -κατά πάσα πιθανότητα- ιδρύθηκε τον 11ο αιώνα. Ονομάστηκε έτσι λόγω της εφέστιας εικόνας της Παναγίας που ανακαλύφθηκε σε καλαμιώνα στις όχθες του Κόσυνθου.
Τα αρχαία Άβδηρα
Η πόλη κτίστηκε σε προνομιακή θέση με δύο φυσικά λιμάνια, στα παράλια της Θράκης και υπήρξε μια από τις πιο σημαντικές στο βόρειο Αιγαίο. Ιδρύθηκε στα μέσα του 7ου π.Χ. αιώνα (656-652 π.Χ.) από κατοίκους των Κλαζομενών -μιας από τις ελληνικές πόλεις της Ιωνικής Αμφικτιονίας- που ήρθαν από τη χερσόνησο της Ερυθραίας, στη Μικρά Ασία. Από τον αρχαϊκό αυτό οικισμό έχει ανασκαφεί μόνο τμήμα του τείχους και μία οικία.
Η πόλη εκείνη παρήκμασε, αλλά το 545 π.Χ. η περιοχή εποικίστηκε για δεύτερη φορά από κατοίκους της Τέω, επίσης ελληνικής πόλης στα νότια των Κλαζομενών, που συγκατοίκησαν με τους Κλαζομένιους. Χάρη στη γεωργία, την κτηνοτροφία και τη μεγάλη εμπορική σύνδεση με τις περιοχές της υπόλοιπης Θράκης, η πόλη άκμασε -γι’ αυτό άλλωστε δημιουργήθηκε και Βασιλικό Νομισματοκοπείο όπου κόπηκαν νομίσματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Η εύρεση των ασημένιων οκτάδραχμων και τετράδραχμων των Αβδήρων, με έμβλημα τον γρύπα, σε απομακρυσμένες περιοχές όπως η Αίγυπτος, η Συρία και η Μεσοποταμία, μαρτυρούν το εύρος και τη δυναμική του εμπορίου της. Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο είναι πως η ιστορία της συνδέεται με την παρουσία και τη δράση μεγάλων πνευματικών ανδρών, όπως είναι ο Λεύκιππος, ο Δημόκριτος, ο Πρωταγόρας και ο Ιπποκράτης.
Στους βυζαντινούς και μεταβυζαντινούς χρόνους, τα Άβδηρα πήραν το όνομα Πολύστυλο, από τους πολλούς στύλους-κίονες που είχαν τα κτίριά της και εξαπλώθηκαν στο ακρωτήριο επάνω από το αρχαίο λιμάνι. O αρχαιολογικός χώρος των Αβδήρων, στο ακρωτήριο Μπουλούστρα, περιλαμβάνει το βόρειο και τον νότιο περίβολο, την ακρόπολη της αρχαίας πόλης και τα νεκροταφεία της, που χρονολογούνται στην αρχαϊκή, κλασική και ελληνιστική περίοδο. Στην περιοχή του βόρειου περιβόλου διασώζονται τμήματα του τείχους και κτίσματα της πόλης των Κλαζομενίων, του 7ου αι. π.Χ., μέρος του τείχους των Τηίων, ερείπια ιερού της Δήμητρας και της Κόρης (6ος -4ος π.Χ. αι.) και το ελληνιστικό νεκροταφείο.
O βυζαντινός οικισμός του Πολυστύλου καταλαμβάνει τμήμα της αρχαίας πόλης των Αβδήρων και η οχύρωσή του ακολουθεί σε γενικές γραμμές το περίγραμμα του λόφου. Βρίσκεται στο παραθαλάσσιο μέτωπο, όπου ήταν η ακρόπολη της αρχαίας πόλης. Εκεί ανασκάφηκαν τα τείχη (7ος και 14ος αι.), επισκοπικός ναός (9ος-12ος αιώνας), λουτρώνας, νεκροταφείο. Σε αυτό το τμήμα έχει βρεθεί κατοικία που ονομάστηκε «Σπίτι των Δελφινιών», επειδή στην αυλή της ήρθε στο φως ψηφιδωτό δάπεδο με δελφίνια που χρονολογείται στο β΄ μισό του 3ου αι. π.Χ.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Αβδήρων
Φιλοξενεί ευρήματα από τις ανασκαφές στην πόλη και τα νεκροταφεία των αρχαίων Αβδήρων. Η έκθεση καλύπτει τη χρονική περίοδο από τον 7ο αι. π.Χ. μέχρι τον 13ο αι. μ.Χ. Οι συλλογές έχουν χωριστεί με βάση τρεις ενότητες που αφορούν τον δημόσιο και τον ιδιωτικό βίο, καθώς και ταφικά έθιμα: εκεί υπάρχει αναπαράσταση τάφων με τους αυθεντικούς σκελετούς και τα προσωπικά αντικείμενα των νεκρών.
Η λίμνη Βιστωνίδα
Αρκεί να σταθείτε ακίνητοι στις γέφυρες ή στις όχθες της λίμνης για να παρατηρήσετε φλαμίνγκο, κορμοράνους, ερωδιούς, χαλκόκοτες και πολλά άλλα από τα περίπου 300 είδη πουλιών φωλιάζουν ή περνούν από εκεί. Μεταξύ αυτών υπάρχουν και αρκετά σπάνια, όπως ο αργυροπελεκάνος, η καστανόπαπια, ο ροδοπελεκάνος, ο αργυροτσικνιάς, ο χρυσαετός, ο σταυραετός και η αετογερακίνα. Η έκταση της Βιστωνίδας είναι 42.400 στρέμματα και το μέγιστο βάθος της κυμαίνεται από 2,5 μ. έως 3,5 μ. Είναι ένας από τους 11 υγρότοπους διεθνούς σημασίας της Ελλάδας που προστατεύονται από τη Συνθήκη Ramsar και αποτελεί «Περιοχή Ειδικής Προστασίας».. Χιλιάδες προσκυνητές περνούν από εδώ κάθε χρόνο για να επισκεφθούν τη μονή του Αγίου Νικολάου με το παρεκκλήσι της Παντάνασσας, που βρίσκονται στα δυο λιλιπούτεια νησάκια, ενωμένα με τη στεριά μέσω ξύλινων γεφυρών.
Η Σταυρούπολη Ξάνθης
Απέχει 27 χλμ. από την Ξάνθη και είναι κτισμένη στην άκρη της κοιλάδας του Νέστου. Λιθόστρωτα σοκάκια, περιποιημένες αυλές, πέτρινα σπίτια λαϊκής αρχιτεκτονικής και διώροφα με νεοκλασικές επιρροές αποκαλύπτονται ακόμη και με έναν σύντομο περίπατο. Το επίκεντρο του οικισμού είναι η πλατεία με το δημαρχείο και τα γύρω καφενεία και ζαχαροπλαστεία όπου μαζεύεται όλος ο κόσμος. Στο διώροφο κτίριο της παλιάς Εφορίας Καπνού στεγάζεται το Λαογραφικό Μουσείο της κωμόπολης όπου έχουν συγκεντρωθεί χιλιάδες παλιά αντικείμενα που αφορούν τα επαγγέλματα και την ιστορία του τόπου.
Στη Σταυρούπολη έσμιγαν οι δρόμοι που συνέδεαν την Ανατολική Μακεδονία με την Θράκη -εξού και το όνομά της. Ήταν η η χώρα των αρχαίων Διών και μέχρι το 1920 είχε το τούρκικο όνομα Γενίκιοϊ. Από τον 16ο αιώνα κατοικούσαν εδώ πετράδες προερχόμενοι από την Δυτική Μακεδονία και την Ήπειρο. Η σύνθεση του πληθυσμού άλλαξε με την πάροδο των χρόνων με αποτέλεσμα της συμβίωση Ελλήνων, Βούλγαρων και Τούρκων. Μετά από το 1922 εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες από την Μικρά Ασία, τον Πόντο, την Καππαδοκία, την Πάφρα και άρχισε η καλλιέργεια του καπνού στην περιοχή. Το εμπόριο της εκλεκτής ποικιλίας, που ονομάστηκε «πασμάς Σου Γιαλεσί» (δηλαδή πασμάς από την κοιλάδα του Νέστου), έφερε ευημερία. Η Σταυρούπολη παρέμεινε σημαντικό κέντρο καπνοκαλλιέργειας μέχρι το 1960.
Ο Μακεδονικός Τάφος κοντά στα Κομνηνά
Βρίσκεται στη θέση Μύτικας Κομνηνών στην περιοχή της Σταυρούπολης και είναι ο μεγαλύτερος, πιο καλοδιατηρημένος και πιο εντυπωσιακός μακεδονικός τάφος της Θράκης. Χρονολογείται στο πρώτο μισό του 2ου αι. π.Χ., είναι υπόγειος, κτιστός, κατασκευασμένος από μάρμαρο της περιοχής. Διαθέτει προθάλαμο, θάλαμο, νεκρικές κλίνες με προσκέφαλα και ίχνη ζωγραφικού διακόσμου. Ανακαλύφθηκε από τους αρχαιολόγους το 1953, άλλα όπως αποδείχθηκε ήταν συλημένος. Σε ανασκαφή που έγινε κοντά στον τάφο ήρθε στο φως οικισμός που άκμασε από την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου (9ος – 8ος αι. π.Χ.) μέχρι τους βυζαντινούς χρόνους.
Ο ποταμός Νέστος και το Δέλτα
Είναι ένας από τους μεγαλύτερους ποταμούς της χώρας μας στα νότια σύνορα των νομών Ξάνθης και Καβάλας. Πηγάζει από την οροσειρά της Ρίλα στη Βουλγαρία και εκβάλλει στο Θρακικό Πέλαγος απέναντι από τη Θάσο. Έχει συνολικό μήκος 234 χλμ. -από τα οποία τα 130 χλμ. είναι στο ελληνικό έδαφος. Ξεχωρίζει για την πολύ πλούσια βλάστηση και το φαράγγι του αποτελεί καταφύγιο για σπάνια αρπακτικά πτηνά και θηλαστικά. Ο Νέστος είναι ενταγμένος στο Εθνικό Πάρκο Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και αποτελεί έναν από τους πιο σηµαντικούς υγρότοπους στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Το Δέλτα του ανήκει στο δίκτυο Natura 2000 και είναι ενταγµένο στον κατάλογο «Υγροτόπων Διεθνούς Σηµασίας» και στις «Περιοχές Ειδικής Προστασίας της Ορνιθοπανίδας» της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προστατεύεται επίσης από τη συνθήκη Ραμσάρ. Στο υγροτοπικό σύµπλεγµα του Δέλτα περιλαµβάνονται επτά µικρές λίµνες και οκτώ λιµνοθάλασσες. Σε µια έκταση 4.500 στρεµµάτων απλώνεται το σημαντικής οικολογικής αξίας παραποτάμιο υδροχαρές «Μέγα Δάσος» (Κοτζά Ορµάν), με ψηλές λεύκες, σφενδάμια και τις σπάνιες αγριοπασχαλιές.
Τα Στενά του Νέστου
Ανάμεσα στο χωριό Τοξότες και τη Σταυρούπολη, στο σημείο όπου ο Νέστος χωρίζει τους ορεινούς όγκους του νότιου τμήματος της Ροδόπης, βρίσκονται τα Στενά με το πανέμορφο Αισθητικό Δάσος, μία λωρίδα γης παράλληλη με την κοίτη του ποταμού με έκταση περίπου 23.000 στρέμματα. Εδώ, αλλά και γενικότερα στα Στενά, συναντώνται περίπου 150 από τα 200 και πλέον είδη πουλιών που έχουν παρατηρηθεί στο Νέστο. Περιλαμβάνεται στις περιοχές της Ευρώπης που έχουν χαρακτηριστεί «Σημαντικές για τα Πουλιά» και στις «Ζώνες Ειδικής Προστασίας».
Στα Στενά ο ποταμός φιδογυρίζει χαρίζοντας μοναδικές εικόνες που θα απολαύσετε καλύτερα αν ανέβετε ψηλά, στο Παρατηρητήριο, περίπου 10 χλμ. έξω από τους Τοξότες. Από το χωριό αυτό μπορείτε να πάρετε το τρένο που κινείται επάνω στη σιδηροδρομική χάραξη του 1891. Ταξιδεύοντας μέχρι τη Σταυρούπολη πλάι στον Νέστο θα απολαύσετε τα εκπληκτικά τοπία. Στα 17 χλμ. που θα διανύσετε υπάρχουν περισσότερα από 15 πέτρινα τούνελ. Η διαδρομή διαρκεί περίπου 30’. Πολλές είναι οι δραστηριότητες που μπορεί κανείς να κάνει στα Στενά του Νέστου όπως ράφτινγκ, zip line (εναέρια περάσματα), τοξοβολία, trekking, καγιάκ κ.ά.
Ροδόπη, δάσος Χαϊντούς και καταρράκτης του Λειβαδίτη
Φυσικό σύνορο μεταξύ Ελλάδας -Βουλγαρίας, η οροσειρά της Ροδόπης απλώνεται βόρεια των Νομών Δράμας, Ξάνθης και Ροδόπης, χωρισμένη σε ανατολική, κεντρική και δυτική. Στο ελληνικό τμήμα υπάρχει μεγάλη ποικιλία οικοσυστημάτων με ψυχρόφιλα δάση και πολλά είδη της χλωρίδας και πανίδας που συναντάμε στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη. Εκτιμάται ότι ο αριθμός των φυτικών ειδών στην περιοχή φτάνει τα 1.200 είδη τα οποία περιλαμβάνουν σχεδόν το 60% των ειδών της ευρωπαϊκής χλωρίδας. Από αυτά, περίπου 211 είδη είναι σπάνια ή απειλούμενα είδη. Εξίσου εντυπωσιακή είναι και η πανίδα.
Το Εθνικό Πάρκο της Οροσειράς της Ροδόπης, το πιο πλούσιο σε βιοποικιλότητα στη χώρα μας, δημιουργήθηκε το 2009 και απλώνεται σε 1,73 εκατομμύρια στρέμματα, ανάμεσα στους νομούς Δράμας και Ξάνθης. Μέσα στο όρια του Εθνικού Πάρκου βρίσκεται το δάσος του Φρακτού, ένα από τα πέντε πιο σημαντικά παρθένα δάση στην Ευρώπη. Η Χαϊντού ή όρος Ερύμανθος ανήκει στην Κεντρική Ροδόπη. Το χαρακτηρίζουν οι αιωνόβιες οξιές ύψους άνω των 30 μέτρων με διάμετρο κορμού έως 1,5 μέτρο. Υπάρχει επίσης το μοναδικό σε ομορφιά και σπάνιο πενταβέλονο πεύκο, αρκετά φυτά ενδημικά της Ροδόπης όπως ο μενεξές και ο κίτρινος κρίνος της Ροδόπης (Lilium rhodopaeum), καθώς και άλλα σπάνια είδη χλωρίδας του ελλαδικού χώρου.
Το δάσος είναι ένας από τους σημαντικούς βιότοπους της αρκούδας στην Ελλάδα, ενώ για τον αγριόγαλο το νοτιότερο σημείο εξάπλωσης του. Το αγριογούρουνο, το ζαρκάδι, το ελάφι, ο λύκος, η αλεπού, η αγριόγατα, η βίδρα, ο δρυοκολάπτης, ο χρυσαετός, ο κραυγαετός και ο γύπας είναι μερικά από τα σημαντικότερα θηλαστικά και πτηνά που συναντώνται σε αυτό το σπάνιο οικοσύστημα. Από το 1980 ένα τμήμα του δάσους αμιγώς με αιωνόβιες οξιές έχει χαρακτηριστεί ως «Μνημείο της Φύσης». Στον δρυμό, κοντά στο χωριό του Λειβαδίτη που βρίσκεται σε υψόμετρο 1300 βρίσκεται ο πολύ εντυπωσιακός καταρράκτης Τραχωνίου (ή Λειβαδίτη). Θεωρείται ο μεγαλύτερος στα Βαλκάνια και μπορείτε να πλησιάσετε σε απόσταση μερικών μέτρων μέσω χωματόδρομου που διασχίζει τοπία εκπληκτικής ομορφιάς. Το νερό πέφτει με τρομακτικό πάταγο, κατακόρυφα από ύψος 60 μ. Ο καταρράκτης είναι συνδεδεμένος με πολλούς τοπικούς θρύλους.
Τα Πομακοχώρια της Ξάνθης
Τα χωριά αυτά στις πλαγιές της Ροδόπης κατοικούνται από μια συμπαγή μουσουλμανική ομάδα της Θράκης, με δική της ντοπιολαλιά, κουλτούρα και έθιμα. Φιλότιμοι, υπερήφανοι και φιλόξενοι οι Πομάκοι ασχολούνται κυρίως με την κτηνοτροφία, την καλλιέργεια καπνού και τη δασική εκμετάλλευση. Κάποιες ηλικιωμένες γυναίκες συνεχίζουν να φορούν τις παλιές φορεσιές και πολλοί άνδρες τα πλεκτά σκουφάκια προσευχής. Από την Ξάνθη το Πομακοχώρι της Σμίνθης με το χαρακτηριστικό πέτρινο γεφύρι στον Κόσυνθο απέχει 14 χλμ. Είναι ένα χωριό-πέρασμα με αρκετά καταστήματα, ταβέρνες, καφενεία και στο κέντρο του υπάρχει ένα μεγάλο τέμενος. Οι φυσιολάτρες από εκεί μπορούν να περπατήσουν προς το χωριό Ωραίον μέσα σε υπέροχη φύση. Στα 3,5 χλμ. υπάρχει το πέτρινο γεφύρι του Σταμάτη.
Ο Εχίνος είναι ένα ακόμη κοντινό χωριό και στην είσοδό του υπάρχει το μνημείο που έχει αφιερωθεί στους πεσόντες κατά τη γερμανική επίθεση στο οχυρό της Γραμμής Μεταξά στα νοτιοανατολικά υψώματά του. Υπάρχουν δυο τεμένη και ο μικρός ναός του Αγίου Γεωργίου. Πολύ γνωστός προορισμός στη Μακεδονία και τη Θράκη είναι οι Θερμές Πηγές Λουτρών Ξάνθης, 45 χλμ. από την Ξάνθη. Στην περιοχή υπάρχουν τέσσερις οικισμοί των Πομάκων -Άνω, Μέσες, Κάτω Θέρμες και τα Λουτρά- κτισμένοι μέσα σε όμορφη φύση κατά μήκος ρεμάτων από όπου βγαίνει ζεστό νερό. Στις Θερμές Πηγές οι ανοιχτές μικρές πισίνες έχουν οξυανθρακικά νερά με θερμοκρασία από 29°C-53°C που ενδείκνυνται για δερματικές, γαστρεντερικές και άλλες παθήσεις. Στον οικισμό υπάρχει κλειστό υδροθεραπευτήριο, ξενώνες και ταβέρνες. Επόμενο χωριό είναι η Μέδουσα με σήμα κατατεθέν το δίτοξο πέτρινο γεφύρι επάνω από τον ποταμό Κομψάτο.
Διαβάστε ακόμα:
Η Ξάνθη ως city-break προορισμός: Ιστορία, αρχιτεκτονική, πολιτισμός
Σταυρούπολη: Ο κρυμμένος θησαυρός της Ξάνθης
Καταρράκτης του Λειβαδίτη: Ένα εντυπωσιακό δημιούργημα της φύσης στην Ξάνθη