Ποταμοί άρθρων έχουν γραφτεί για τα πανέμορφα χωριά του Ζαγορίου, τα οποία βρίσκονται στην «καρδιά» της Ηπείρου, βορειοανατολικά των Ιωαννίνων, μοιάζοντας σαν να ξεπροβάλλουν ανάμεσα από ορεινούς όγκους, ποτάμια και καταπράσινα δάση γεμάτα με έλατα και με πεύκα.
Μοιάζει πλεονασμός, λοιπόν, να πεις τα ίδια και τα γνωστά γι’ αυτές τις πανέμορφες σειρές πετρόχτιστων χωριών με τα μοναδικά καλντερίμια, που περιτριγυρίζονται από τα νερά του Αώου, του Βοϊδομάτη και του Σαραντάπορου, αλλά και από άγριες, κακοτράχαλες πλαγιές και σκιερά φαράγγια, τα οποία μερικές φορές φαντάζουν λες και είναι απύθμενα.
Αυτή τη φορά, όμως, με αφορμή την τελευταία μας επίσκεψη στα Ζαγοροχώρια, ασχοληθήκαμε με διαδρομές και με οικισμούς που είτε βρίσκονται εκτός της εμβέλειας των πιο διάσημων προορισμών, είτε στις παρυφές αυτών. Τόπους, δηλαδή, που «φυλάσσουν Θερμοπύλες» –δείχνοντας χαμένοι δίπλα στα ποτάμια ή σκαρφαλωμένοι στα συγκλονιστικά ύψη της Τύμφης– οι οποίοι στέκουν μάλλον ξεχασμένοι, έχοντας απομείνει με ελάχιστους μόνιμους κατοίκους, μετρημένους στα δάχτυλα των δύο χεριών (ή και του ενός).
Από Κόνιτσα προς Βρυσοχώρι, Λαΐστα, Βωβούσα και Τσεπέλοβο
Όταν φτάσει κανείς στην Κόνιτσα και ανέβει στην κεντρική πλατεία, η οποία βρίσκεται στο (σχεδόν) ψηλότερο σημείο της κωμόπολης, θα βρει μια ταμπέλα προς Δίστρατο και Σαμαρίνα. Μια διαδρομή που δεν ακολουθούν πολλοί, όπως θα καταλάβετε γρήγορα αν την ξεκινήσετε, λόγω της σπάνιας συνάντησής σας με άλλο αυτοκίνητο. Ωστόσο είναι ιδιαίτερου κάλλους, καθώς περνάει από βουνά και λόφους άλλοτε ελατοσκεπή κι άλλοτε με λιγότερο πράσινο, που μία βουτάνε σε σκιερές χαράδρες και μία υψώνονται δίπλα σε κορυφές σχεδόν ουράνιες.
Επιπλέον, η διαδρομή αυτή είναι σπαρμένη με ξωκλήσια και κιόσκια, από όπου η θέα είναι μοναδική και αποτελεί λόγο για στάση, αλλά και για λίγη ξεκούραση και χάζι στις κορυφές του Εθνικού Δρυμού Βίκου-Αώου. Ακολούθως φτάνει στο Δίστρατο και μετά στην περίφημη Σαμαρίνα, ξεπερνώντας τα 1.000 μέτρα υψόμετρο. Από εκεί, τώρα, εάν θέλετε, μπορείτε σιγά-σιγά να γυρίσετε στην Κόνιτσα κινούμενοι προς τα δυτικά, περνώντας από τη Φούρκα, το Μοναστήρι και την Εξοχή. Εμείς, πάλι, αποφασισμένοι να ακολουθήσουμε την περιπέτεια, καταφύγαμε στο «ρωτώντας πας στην πόλη» φτάνοντας στο Παλιοσέλι. Κι έτσι βρήκαμε έναν δρόμο ο οποίος σε περνάει στην άλλη πλευρά της οροσειράς.
Εν τέλει ενώνει το Παλιοσέλι με το Βρυσοχώρι, πραγματοποιώντας μια κατάβαση μέχρι τις όχθες του ποταμού Αώου, που τις περνάς από μία καινούρια γέφυρα. Πρόκειται για ασφαλτοστρωμένο δρόμο, που όμως φαίνεται να μη χρησιμοποιείται παρά σπανιότατα. Πιθανότατα λόγω των αρκετών κατολισθήσεων (οι περισσότερες, ωστόσο, δεν είναι επικίνδυνες), αλλά και των διαφόρων φυτών που έχουν αρχίσει να φύονται κατά μήκος του, λόγω της μη συχνής χρήσης. Σε κάθε περίπτωση, είναι μια καταπληκτική διαδρομή, σπάνιας ομορφιάς και ηρεμίας. Σε κάνει να αισθάνεσαι ότι βρίσκεσαι στο πουθενά –εσύ, τα βουνά και ο Θεός.
Από το Βρυσοχώρι, τώρα, ο δρόμος συνεχίζει: περνά από το Ηλιοχώρι και σε μία διασταύρωση δείχνει αριστερά, για τη Λαΐστα –ένα κλασικό χωριό της περιοχής, που ανήκει στο ανατολικό Ζαγόρι. Την εποχή που πήγαμε εμείς ήταν Φεβρουάριος, οπότε το βρήκαμε σχεδόν έρημο, με μόλις δύο κυρίες, τις οποίες συναντήσαμε στο έμπα του. Η μία, μάλιστα, ήταν η ιδιοκτήτρια του μοναδικού καφενείου που υπάρχει και όταν φτάνει επισκέπτης το ανοίγει για να τον φιλοξενήσει. Εμάς, όμως, εκείνη την ημέρα, μας φίλεψε καφεδάκι η άλλη κυρία στο σπίτι της, ώστε να μη φύγουμε από τη Λαΐστα χωρίς να μας έχουν τρατάρει κάτι.
Λίγο πριν την είσοδο του χωριού υπάρχει διασταύρωση που οδηγεί στη Βοβούσα. Δεν την ακολουθήσαμε, όμως, διότι μας είπαν ότι αυτή την περίοδο είναι μάλλον κλειστή –και γενικά ο δρόμος είναι χωματόδρομος και λίγο δύσβατος. Γυρίσαμε πίσω, λοιπόν, στη διασταύρωση που έρχεται από το Βρυσοχώρι και πήραμε τον δρόμο για το Τσεπέλοβο. Λίγα χιλιόμετρα μετά, βέβαια, συναντήσαμε άλλη μία επιλογή προς Βοβούσα. Ωστόσο ο δρόμος έδειχνε ακόμα χειρότερος και μάλλον δεν περνιέται, παρά μόνο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες: τον έχω κάνει παλαιότερα, η διαδρομή είναι πραγματικά συγκλονιστική.
Εδώ, εντωμεταξύ, σε μια σηματοδοτημένη στροφή, θα βρείτε και την επισκέψιμη (δωρεάν) Σαρακατσάνικη Στάνη, δίπλα στον δρόμο Σκαμνέλι – Λαΐστα, στη θέση Γυφτόκαμπος. Είναι μια πιστή αναπαράσταση παλιού, σαρακατσάνικου οικισμού, φτιαγμένη μέσα σε 16 στρέμματα. Περιλαμβάνει, σε φυσικό μέγεθος, τα λεγόμενα «κονάκια» (αχυρένιες καλύβες στις οποίες έμεναν οι κάτοικοι), τον «οβορό» (αυλή) και το «γρέκι» (στάβλο), με όλα τα αντικείμενα της καθημερινής ζωής των Σαρακατσαναίων: από κρεβάτια, μέχρι σκεύη μαγειρικής, αργαλειούς και τυροκομικά εργαλεία. Είναι δύσκολα προσεγγίσιμη όταν έχει χιόνια, μένει όμως ανοιχτή όλο τον χρόνο μιας και διαθέτει και ταβέρνα. Είναι αξιολάτρευτη, αρέσει ιδιαίτερα στα παιδιά και συντηρείται από την Αδελφότητα Σαρακατσαναίων Ηπείρου.
Εμείς δεν ξαναπεράσαμε αυτή τη φορά, αλλά συνεχίσαμε στον εύκολο κεντρικό δρόμο και φτάσαμε στο χωριό Σκαμνέλι, με την πλακόστρωτη πλατεία όπου στέκει περήφανα ένας αιωνόβιος πλάτανος. Περιδιαβείτε τα αρχοντικά, τα λιθόστρωτα καλντερίμια και τις εκκλησίες, όπως λ.χ. αυτή της Αγίας Παρασκευής (η οποία έχει και ετήσιο πανηγύρι, κάθε 26 Ιουλίου) κι εκείνη της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Εδώ, αν θέλετε να κάνετε στάση, υπάρχουν και υποδομές για διαμονή και φαγητό.
Επόμενη στάση το Τσεπέλοβο: κεφαλοχώρι σπουδαίο και περήφανο, κουκλίστικο, πεντακάθαρο, με αισθητική ταιριαστή στο γύρω τοπίο. Κι εδώ υπάρχει πλακόστρωτη, τεράστια πλατεία με πλατάνια, η οποία στη μία μεριά της έχει τη «Μικρή Άρκτο» –ένα καλοφτιαγμένο εστιατόριο με μαγειρευτά και ψητά– και στην άλλη το παραδοσιακό καφενείο και μεζεδοπωλείο «Ο Τηλέμαχος», που σε στέλνει σε περασμένες εποχές. Θα δείτε όμως και το λεγόμενο Βικάκι, το φαράγγι δηλαδή με τη βυζαντινή Μονή Ρογκοβού, χτισμένη από πέτρα γύρω στο 1030. Μέσα φιλοξενούνται καλοδιατηρημένες αγιογραφίες και ξυλόγλυπτα.
Λίγο μετά το Τσεπέλοβο συναντάμε τους Κήπους, που είναι όνομα και πράμα. Παλιά πρωτεύουσα του Ζαγορίου, το χωριό έχει ζήσει μεγάλες δόξες, εξακολουθώντας όμως και τώρα να παραμένει ένα λίαν αξιόλογο κέντρο. Λίγο έξω από τα όριά του, εντωμεταξύ, εντοπίζεται και το τρίτοξο γεφύρι του Μύλου –στο Μπαγιώτικο ρέμα– με έναν παλιό νερόμυλο που εντυπωσιάζει.
Προς το κεντρικό Ζαγόρι
Από τους Κήπους, πήραμε κατόπιν τον δρόμο για τους Φραγκάδες: ένα Ζαγοροχώρι με εμφανή τα ίχνη της παλαιότερης αίγλης, το οποίο απολαμβάνει μοναδική θέα στο όρος Μιτσικέλι και στα γύρω γιοφύρια, όπως π.χ. στο μονότοξο της Ρουστιάρας, σε αυτό του Ζαγορίτικου ποταμού, στο μονότοξο του Πετσιώνη, στο τρίτοξο του Άη-Γιάννη και σε εκείνο του Μπογδάνη, που βρίσκεται σε δύσβατο μέρος.
Συνεχίζοντας, φτάνουμε σε ένα από τα πιο απομακρυσμένα χωριά του κεντρικού Ζαγορίου –τη Λεπτοκαρυά. Ρωτήστε στο καφενείο να σας πουν για τα πέτρινα γεφύρια της περιοχής, ώστε να κάνετε μερικές ακόμα μοναδικές βόλτες. Ακολούθως, ανεβαίνουμε προς τα 1.000 μέτρα υψόμετρο, μέσα σε πυκνά δάση, όπου ενδέχεται να συναντήσετε και κάποια από τις αρκούδες της Πίνδου. Είναι η διαδρομή που οδηγεί στη Δολιανή, αλλά και στην περιοχή του Μετσόβου και της λίμνης των πηγών του ποταμού Αώου. Το χωριό, όπως και τα περισσότερα εδώ, είναι ταλαιπωρημένο καθώς κάηκε από τους Γερμανούς στη διάρκεια της Κατοχής. Συνάμα, όμως, διατηρεί και την παλιά του αίγλη, καθώς σώζονται παραδοσιακά πετρόχτιστα σπίτια, όπως και τα ωραία του λιθόστρωτα καλντερίμια, με τις πέτρινες κρήνες.
Αν συνεχίσουμε φτάνουμε στο Γρεβενίτι, ένα από τα βλαχοχώρια του Ζαγορίου χτισμένο στα 980 μέτρα υψόμετρο. Καμένο 4 φορές από τους Γερμανούς, δεν διατηρεί πια κανένα από τα παλιά του σπίτια, έχοντας έτσι πιο σύγχρονη όψη. Από εδώ, πάντως, η θέα είναι τρομερή, ενώ το τοπίο είναι καταπράσινο, με νερά να τρέχουν από παντού, θρέφοντας, μεταξύ άλλων, και διάφορες καλόγουστες κρήνες. Η μεγάλη πλατεία με τον πλάτανο και το παλαιό σχολείο σε καλούν να ξαποστάσεις, πριν τραβήξεις για νέες επισκέψεις, έξω από τα όρια του χωριού, όπου θα δεις π.χ. τη λεγόμενη «λίμνη με τα νούφαρα», αλλά και τον ποταμό Βάρδα, το ρέμα της Ζουρίκας και (χαμηλότερα) το ιστορικό μοναστήρι της Βουτσάς.
Κανονικά, τώρα, γυρίζεις πίσω μετά το Γρεβενίτι. Όμως, αφού έφτασες ως εδώ, να μην πας μέχρι τη Λίμνη των Πηγών του Αώου; Είναι τεχνητή λίμνη (κατασκευάστηκε το 1987, στο οροπέδιο Πολιτσές), θεωρείται ως η πιο ορεινή της Ελλάδας, αλλά και μία από τις ομορφότερες, καθώς βρίσκεται ανάμεσα σε δύο Εθνικά Πάρκα, αυτό της Βάλια Κάλντα κι εκείνο του Βίκου-Αώου. Η ακτογραμμή της είναι μεγάλη και δαντελωτή, με καταπράσινα φιόρδ, νησάκια, μεγάλα λιβάδια, μικρά ρυάκια, όπως κι ένα από τα ευρύτερα δάση οξιάς της χώρας μας, δίπλα σε άλλα δάση, γεμάτα με μαύρη πεύκη και ρόμπολα.
Στην παραλίμνια διαδρομή, που απαιτεί σεβασμό στο περιβάλλον, μα και προσοχή στα τσοπανόσκυλα των ντόπιων (πολλές φορές τα βάζουν ακόμα και με τις αρκούδες), θα βρείτε σπάνιες ορχιδέες, άγριους ναρκίσσους, γεράνια και τουλίπες (αναλόγως της εποχής, φυσικά). Θα συναντήσετε όμως και ελεύθερα άλογα να καλπάζουν σε μικρά κοπάδια, λύκους, ζαρκάδια, αλεπούδες, ασβούς, κουνάβια, λαγούς, μπορεί και αρκούδες. Τέλος, θα απολαύσετε θεόρατους αετούς σε αγέρωχες πτήσεις, αλλά θα δείτε και μαύρους πελαργούς, μαύρους δρυοκολάπτες, αλκυόνες, μπεκάτσες ή κούκους, καθώς και πάπιες, βουτηχτάρες και φάσες να τσαλαβουτάνε στα καθάρια νερά.
Χρήσιμα tips
Το τουριστικό προϊόν που προσφέρουν τα Ζαγοροχώρια, καλά κρατεί. Τα τελευταία χρόνια πολλοί Ισραηλινοί επιλέγουν τα χωριά της Ηπείρου για διακοπές, προτιμώντας, μάλιστα, να έρχονται άνοιξη και φθινόπωρο.
Στο Πάπιγκο, ο εξαιρετικός ξενώνας «Παπαευαγγέλου» ετοιμάζει μια νέα επέκταση, η οποία έχει ξεκινήσει ήδη να χτίζεται, με σκοπό να λειτουργήσει στις αρχές της επομένης σεζόν. Μας άρεσε πολύ και το ατμοσφαιρικό, καλοβαλμένο και προσεγμένο μπαράκι του Ιωαννίδη, η «Στέρνα», ένα καφέ που πουλάει και ντόπια προϊόντα, καθώς και διάφορα δωράκια, αλλά και η ταβέρνα «Aris Journeys Of Flavors», με καταπληκτικό λουκάνικο και ψητά.
Στο Μικρό Πάπιγκο, η διαμονή στον ξενώνα «Μικρό Πάπιγκο 1700», στα ψηλά του χωριού, αποδείχθηκε καταπληκτική: τρομερή θέα, ντιζαϊνάτα δωμάτια, ολοήμερο spa και εστιατόριο, σε μια συστάδα κτιρίων απλωμένων στην πλαγιά του βράχου, σε πλήρη αρμονία με το γύρω περιβάλλον. Στην ταβέρνα «Ο Δίας», επίσης, βρήκαμε απολαυστική φασολάδα, νοστιμότατη κρεατόσουπα και ωραίες, ντόπιες πίτες.
Μία από τις ομορφότερες πεζοπορίες είναι αυτή που ξεκινά από τη συνάντηση του δρόμου Αρίστης-Πάπιγκου με τον ποταμό Βοϊδομάτη ή από το Πάπιγκο για Άνω Κλειδωνιά: μετά από φανταστική παραποτάμια διαδρομή περίπου 2,5 ωρών, αφού συναντήσετε και μια λιμνούλα με κρυστάλλινα νερά όπου μπορείτε να κολυμπήσετε αν το επιτρέπει ο καιρός, θα φτάσετε στην Άνω Κλειδωνιά. Εκεί εδρεύουν όλες οι εταιρείες που ασχολούνται με τα σπορ στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και θαυμάσιες ταβέρνες, όπως π.χ. ο «Βοϊδομάτης», όπου θα φάτε ποταμίσια πέστροφα, πριν καλέσετε ταξί για επιστροφή στον τόπο εκκίνησης.
Μετά από την Αρίστη, στρίβοντας προς Βίκο (όπου τελειώνει και ο δρόμος), φθάνεις στο ομώνυμο μικρό χωριουδάκι. Έχει πολύ λίγα σπίτια κι ένα μαγαζάκι με ντόπια βότανα και προϊόντα, αλλά, μετά από σύντομο περπάτημα, θα αντικρίσετε τη συνέχεια του φαραγγιού του Βίκου, με τον ποταμό Βοϊδομάτη να τρέχει ανάμεσα σε ελατόσκεπες βουνοπλαγιές.
Στο τουριστικό Μονοδένδρι, εξακολουθεί να αξίζει τον κόπο να δοκιμάσεις τη διάσημη αλευρόπιτα της «Κικίτσας»: κρατά ψηλά την ποιότητά της και τη φτιάχνει πάντα σαν αφρό. Εδώ, άλλωστε, βρίσκονται και δύο σημεία που όλοι αξίζει να πάτε, αν επισκεφθείτε τα Ζαγοροχώρια: παρότι πολύ γνωστά, τα αναφέρουμε και στο πλαίσιο του συγκεκριμένου άρθρου γιατί είναι αποκαλυπτικά της απλόχερης φυσικής ομορφιάς που σου προσφέρει αυτός ο τόπος. Πρόκειται, πρώτον, για το σημείο στο τέλος του δρόμου μετά το Μονοδένδρι στην Οξιά, με το Πέτρινο Δάσος και, δεύτερον, για το μικρό μονοπάτι που βγαίνει πάνω από το φαράγγι του Βίκου (το βαθύτερο φαράγγι παγκοσμίως, σε αναλογία μήκους-πλάτους-ύψους). Αν αντέχετε τα ύψη, κάντε τον κόπο να το προχωρήσετε μέχρι τέρμα, είναι μια εμπειρία που θα θυμάστε.
Διαβάστε επίσης:
Κήποι: Το Ζαγοροχώρι με τις όμορφες αυλές και το δικό του ποτάμι
Ασπράγγελοι, ένας κατάφυτος προορισμός για τις εκδρομές της άνοιξης
Νεγάδες: Ένα πέτρινο, πράσινο και low profile Ζαγοροχώρι στα 1.060 μέτρα