Παραφράζοντας το ελληνικό ρητό «Ρουμανία δεν είναι μόνο το Βουκουρέστι», υπάρχει μια πόλη που ταιριάζει στις προδιαγραφές. Στη δυτική πλευρά της χώρας, η Τιμισοάρα, με το ιδιαίτερο πολιτιστικό και ιστορικό της κληροδότημα, ανάγλυφο σε ένα πλούσιο φυσικό περιβάλλον όπου το μεσαιωνικό παρελθόν συνδυάζεται με τις σύγχρονες ταχύτητες, προβάλλει ως το αντίπαλο δέος.
Bρίσκεται σε απόσταση 545 χιλιομέτρων από το Βουκουρέστι και κάμποσα λιγότερα από τη Σόφια και στις «πλάτες» της κουβαλάει μια ιστορία σχεδόν δύο χιλιετιών. Συστήνεται στους επισκέπτες ως ένας κόμβος πολλαπλών πολιτιστικών επικαλύψεων και επιρροών, αποτελώντας παράλληλα μια σύνοψη όλων των διάδοχων μορφών της Ρουμανίας.
Η πόλη είναι γνωστή κι ως η «μικρή Βιέννη», λόγω του ότι βρισκόταν υπό την αυτοκρατορία των Αψβούργων για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ στο ιστορικό κέντρο της πόλης κυριαρχούν κτήρια της εποχής της Αυστριακής Αυτοκρατορίας.
Τόπος διασταύρωσης πολιτισμών
«Tοποθετημένη» στο κέντρο της Παννονικής πεδιάδας η Τιμισοάρα, κοντά στα σύνορα με τη Σερβία και την Ουγγαρία, σε κάνει με την πρώτη ματιά να καταλάβεις γιατί κρύβει μέσα της πολλές, μικρές εκδοχές της. Η πρώτη στάση στην άφιξη σας είναι η Piața Unirii, που εκτός από τον σημαντικότερο τόπο συνάντησης και διάδρασης των ανθρώπων της πόλης φιλοξενεί τα πολυτιμότερα στολίδια της μπαρόκ αρχιτεκτονικής.
Χαρακτηριστικό δείγμα, οι δύο εμβληματικότεροι ναοί της πόλης, o Καθεδρικός Ναός της Ανάληψης, κοινώς γνωστός ως Σερβικός Ορθόδοξος Καθεδρικός Ναός και ο Ρωμαιοκαθολικός Ναός του Αγίου Γεωργίου σε παραλλαγή ροκοκό, που βρίσκονται νότια και βόρεια του κέντρου της πλατείας. H επίσκεψη σε αμφότερους επιβάλλεται για όποιον θέλει να ασκηθεί στις δύο κύριες θρησκευτικές επιρροές της πόλης και της ευρύτερης περιοχής αλλά και να έρθει σε επαφή με τους δύο πόλους (βαλκανικό και κεντροευρωπαϊκό) που διαμορφώνουν την πόλη.
Στην πίσω πλευρά της πλατείας βρίσκεται το εξαιρετικά ενδιαφέρον Μουσείο Τέχνης της Τιμισοάρα, που στεγάζεται στο Μπαρόκ Ανάκτορο και φιλοξενεί χιλιάδες εκθέματα ρουμανικής και ευρωπαϊκής τέχνης, μεταξύ των οποίων, τους πίνακες των «εθνικών» ζωγράφων Nicolae Grigorescu, Theodor Aman και Gheorghe Petrascu.
Στον προαύλιο χώρο του μουσείου, λαμβάνουν χώρα ποικίλες πολιτιστικές εκδηλώσεις από συναυλίες και διαλέξεις μέχρι θεατρικά workshops. Σε απόσταση ενός δεκαλέπτου με τα πόδια, θα έχετε την ευκαιρία να επισκεφθείτε το Εθνικό Μουσείο του Μπανάτ, που στεγάζεται στο ιστορικό κάστρο των Ουνυάδων (Castelul Huniade) και στεγάζει αρχαιολογικά και γενικότερα ιστορικά ευρήματα από την παλαιολιθική περίοδο ως τον 20ο αιώνα. Ξεχωρίζει επίσης το νεολιθικό ιερό της Parta, ένα ανεκτίμητο αρχαιολογικό εύρημα ηλικίας άνω των 6000 ετών.
Μην χάσετε επίσης την ευκαιρία να περιηγηθείτε στο Πάρκο των Ρόδων δίπλα στο κανάλι του ποταμού Μπέγκα, όπου απλώνεται μια πολύχρωμη όαση λουλουδιών με κυρίαρχα τα τριαντάφυλλα. Χαρακτηριστικό είναι ότι στο πάρκο, που δημιουργήθηκε το 1928, σήμερα φιλοξενούνται περισσότερα από 1200 είδη τριαντάφυλλων απ’ όλο τον κόσμο. Το μέρος προσφέρεται για μια ρομαντική βόλτα ή κάποια από τις πολιτιστικές εκδηλώσεις που φιλοξενεί στην υπαίθρια σκηνή του.
Σε απόσταση ενός τετάρτου, θα έχετε την ευκαιρία να επιβεβαιώσετε για ακόμη μια φορά το πλήθος των προσλαμβανουσών που δέχεται η πόλη σε επίπεδο κουλτούρας, καθώς θα έρθετε σε επαφή με την εκθαμβωτική εβραϊκή συναγωγή της συνοικίας Fabric, η οποία συνοψίζει εν πολλοίς την πλούσια εβραϊκή ιστορία της πόλης. Το κτήριο της συναγωγής εκτός από τεκμήριο της θρησκευτικής και εθνολογικής ανεκτικότητας της Τιμισοάρα -η οποία αριθμεί 18 θρησκευτικές κοινότητες- αποτελεί και μοναδικής ποιότητας αρχιτεκτόνημα που συνδυάζει την τεχνοτροπία Art Nouveau με γοτθικά στοιχεία.
Αν σας το επιτρέπει ο χρόνος, απαραίτητες ακόμη θα κρίναμε τις στάσεις σε δύο από τα πλέον χαρακτηριστικά πολιτιστικά τοπόσημα, την Εθνική Όπερα και το υπαίθριο μουσείο Banat Village Museum. Στο κτήριο της Όπερας λαμβάνουν χώρα εκτός από οπερατικές παραστάσεις, μια πληθώρα μουσικών και θεατρικών πράξεων, ενώ στο υπαίθριο μουσείο οι επισκέπτες έχουν ευκαιρία να ταξιδέψουν στην αγροτική ζωή του 19ου αιώνα.
Τόπος πλήρης γεύσεων
Η Τιμισοάρα, ωστόσο, δεν είναι μόνο πεδίο σύγκλισης θρησκειών και πολιτισμών, αλλά και σύνθεσης γεύσεων. Εδώ είναι διαθέσιμες οι κλασικές συνταγές της εγχώριας κουζίνας, το ποιοτικό street food δίνει το παρών του και δεν απουσιάζουν οι άξιοι εκπρόσωποι του fine dining.
Έτσι, στα παραδοσιακής λογικής Restaurant Dinar και Casa Bunicii θα βρείτε εμβληματικά πιάτα της Ρουμανίας, όπως την αλμυρή, ξινή σούπα shorba, που περιλαμβάνει κοτόπουλο και καυτές πιπεριές, ενώ θα πιείτε το αλκοολούχο μπράντι από δαμάσκηνο. Από την άλλη πλευρά, εστιατόρια όπως το γαλλικού στίγματος Merlot ή το σοφιστικέ κρεατοφαγικό Posh δίνουν με τη δέουσα επάρκεια αυτό που χρειάζονται οι πρόθυμοι για μεγαλύτερες περιπέτειες ουρανίσκοι.
Σε ό,τι αφορά τον πιο επίσημο κόσμο της υψηλής γαστρονομίας, ξεχωρίζει το Caruso, το μενού του οποίου περιλαμβάνει γεύσεις όπως φουα-γκρα με κακάο και αρνάκι με πουρέ από μπέικον και σάλτσα μανιταριών. Για τους φίλους του burger, συστήνεται το Homemade, ενώ όσοι ταξιδέψουν την άνοιξη θα έχουν την ευκαιρία να παρευρεθούν στο χορταστικό, τριήμερο Street Food Festival.
Η Ρουμανία, όμως, αγαπά και τη μπίρα: η παραμονή σας στην πόλη δεν μπορεί να μην συνοδευτεί από την Timisoreana Brewery, παράγωγο της ομώνυμης ζυθοποιίας που είναι και η πρώτη της Ρουμανίας, αφού ιδρύθηκε το 1718 στην συνοικία Fabric. Εκτός από την μπίρα, που μπορείτε να την απολαύσετε σε κάθε εστιατόριο της πόλης, αξίζει μια επίσκεψη και σε ιστορικές εγκαταστάσεις και το θεματικό μουσείο που εξιστορεί τα μυστικά της.
Πού να μείνετε
Σε ό,τι αφορά τη διαμονή, πλήθος πανσιόν και διαμερισμάτων διατίθενται στις γνωστές πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης για όσους δεν επιθυμούν να ξοδέψουν πολλά χρήματα για δύο ή τρεις ημέρες ταξιδιού.
Για όσους πάλι δεν προτεραιοποιούν ως ύψιστη ανάγκη το χαμηλό κόστος, επιλογές όπως τα τετράστερα Hotel Branco, Opera, Hotel Boutique Casa del Sole αποτελούν επιλογές εξαιρετικά αξιοπρεπείς και διαχειρίσιμες με οικονομικούς όρους συνάμα.
Διαβάστε ακόμα:
5 ανοιξιάτικοι, οικονομικοί προορισμοί στα Βαλκάνια – Από τη Σόφια μέχρι το Βουκουρέστι