Είναι το πιο γραφικό σημείο της Κέρκυρας, ένα γοητευτικό κουβάρι από δαιδαλώδη σοκάκια και «σκαλινάδες», αδιέξοδα και «βόλτα» και φυσικά -όπως υποδηλώνει το όνομά του- από μικροσκοπικές πλατείες.
Στο Καμπιέλο τα μεγέθη αλλάζουν: τα δρομάκια στενεύουν ακόμη περισσότερο, τα κτήρια ψηλώνουν κι ακουμπούν το ένα στο άλλο, τα σχοινιά των μπουγάδων πληθαίνουν, οι ήχοι χαμηλώνουν σε ένταση. Όλα όμως συντείνουν σε μια μοναδική εμπειρία για όλες τις αισθήσεις.
Εδώ δεν απολαμβάνεις μόνο γραφικές εικόνες τέλειων κάδρων. Σαφώς το βλέμμα εντυπωσιάζεται από την αλληλουχία των παστέλ χρωμάτων που εναλλάσσονται στα κτήρια. Ροζ, σομόν, κεραμιδί, κίτρινο της ώχρας και κόκκινο στους τοίχους, γαλάζιο και σκούρο πράσινο στις πόρτες και τα παραθυρόφυλλα, όλα γλυκαίνουν το μάτι και υπενθυμίζουν ότι στην παλιά πόλη της Κέρκυρας, που από το 2007 έχει συμπεριληφθεί στη λίστα Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, υπάρχει συγκεκριμένη παλέτα χρωμάτων που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τις όψεις των κτηρίων. Θα διαπιστώσετε όμως, ακόμη και σε μια σύντομη βόλτα, ότι και η όσφρηση ξεμυαλίζεται από τις μυρωδιές που ξεχύνονται από τις κουζίνες των σπιτιών, αλλά και η ακοή πολύ συχνά ευφραίνεται από τις μελωδίες που προβάρονται πίσω από κάποιο μισάνοιχτο παράθυρο. Δεν είναι δε καθόλου ασυνήθιστο σε πολλές από τις μικρές πλατείες της περιοχής, που δίνουν και στη συνοικία το όνομά της (Campiello=πλατειούλα στα Ιταλικά), να συναντήσετε και αυτοσχέδιες χορωδίες που διασκεδάζουν τους περαστικούς με τα τραγούδια τους.
Απολαύστε κι αφεθείτε. Διαλέξτε ένα από τα ατμοσφαιρικά σοκάκια που ξεκινούν από το κέντρο της παλιάς πόλης κι αρχίστε να ανηφορίζετε. Χαμογελάστε με τα πολύχρωμα ζιγκ ζαγκ των μπουγάδων που κρέμονται από πάνω σας, χαϊδέψτε τις γάτες που χουζουρεύουν και κυρίως αφήστε τα κτήρια να σας μιλήσουν για την ιστορία των Ενετών κατοίκων τους, που έμειναν στην Κέρκυρα για 400 χρόνια. Εκείνων που διάλεξαν να εγκατασταθούν στο λόφο αυτό, καθώς, ως ένα από τα ψηλότερα σημεία της πόλης, ευνοούνταν από το καθαρό θαλασσινό αεράκι και προσέφερε καλύτερες συνθήκες υγιεινής.
Μια ιδανική αφετηρία για την εξερεύνησή σας μπορεί να αποτελέσει η οδός Μανιαρίζη-Αρλιώτη, κάθετη στην πολυσύχναστη εμπορική οδό Νικηφόρου Θεοτόκη. Με το απαλό ροδακινί χρώμα των κτηρίων της, τα εξαιρετικά αλλά και διακριτικά καφέ, εστιάτορια και εργαστήρια τέχνης της, είναι από τα γραφικότερα δρομάκια του Καμπιέλο. Το γεγονός δε, ότι έχει κρατήσει και την παλιά της ονομασία, Καντούνι του Μπίζη, αμέσως μας δίνει και το ιστορικό της στίγμα: H ονομασία προέρχεται από την ομώνυμη αρχοντική οικογένεια που ζούσε στον αριθμό 22.
Σήμερα, μπορούμε ακόμη να δούμε ξεκάθαρα το πέτρινο βόλτο που διασώζεται και εξωτερικά διακοσμείται από μία σκαλιστή κεφαλή, ενώ στο εσωτερικό του σώζεται και το ανάγλυφο οικόσημο της οικογένειας. Λίγο πιο πάνω υπήρχε και το δεύτερο αρχοντικό της οικογένειας, το οποίο δυστυχώς καταστράφηκε κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τι είναι όμως και τι μας δείχνουν τα «βόλτα»; Πρόκειται για μία ακόμη Ιταλική λέξη που έχει ενσωματωθεί στο κερκυραϊκό λεξιλόγιο και περιγράφει τις θολωτές καμάρες -μεγαλύτερου ή μικρότερου μήκους- που είναι διάσπαρτες στην παλιά πόλη. Για τις αριστοκρατικές οικογένειες της εποχής που χρηματοδοτούσαν το χτίσιμό τους, αποτελούσαν μια ένδειξη ισχύος και μια ευκαιρία επίδειξης του πλούτου τους.
Συνεχίζοντας τον περίπατο, τα σημάδια των Ενετικών καταβολών της περιοχής είναι παντού γύρω μας. Μαρμάρινοι θυρεοί, οικόσημα και σκαλιστά γείσα πάνω ή γύρω από τις εξώπορτες, όπως συνηθίζονταν στα βενετσιάνικα αρχοντικά της εποχής στην Ιταλία. Ακόμη και μαρμάρινα, σκαλιστά μπαλκόνια μπορεί κανείς να παρατηρήσει κοιτώντας ψηλά. Και σίγουρα το βλέμμα σηκώνεται ψηλά, αφού εδώ το ύψος των κτηρίων και το πλήθος των ορόφων αυξάνονται, για να καλύψουν τις ανάγκες στέγασης του διαρκώς αυξανόμενου από τον 15ο αιώνα πληθυσμού. Άλλη μια ιστορική πληροφορία που μας σιγομαρτυρά η αρχιτεκτονική των κτηρίων, αφορά την εσωτερική διαρρύθμιση αυτή τη φορά: αν κοιτάζοντας μέσα από κάποιο ανοιχτό παράθυρο διακρίνετε δοκάρια στα ξύλινα ταβάνια, αυτό υποδεικνύει ότι το σπίτι ανήκε σε πλούσια οικογένεια, αφού στα πιο φτωχικά σπίτια το ξύλινο ταβάνι ήταν επίπεδο, χωρίς διακοσμητικές λεπτομέρειες.
Λίγα βήματα παραπέρα, περνώντας ένα ακόμη πέτρινο βόλτο, με σημερινές αρχιτεκτονικές επιρροές, το καντούνι οδηγεί σε μια από τις ομορφότερες πλατείες ολόκληρης της Κέρκυρας, αυτή της Παναγιάς Κρεμαστής. Μια πανδαισία χρωμάτων από τα γύρω κτήρια και τους ιβίσκους που ξεπροβάλλουν από παντού, πλαισιώνοντας την περίτεχνη, μαρμάρινη στέρνα της Κρεμαστής ή αλλιώς, βενετσιάνικο πηγάδι, όπως έχει επικρατήσει να λέγεται σήμερα, που κοσμεί το κέντρο της πλατείας. Αυτό που τραβά όμως την προσοχή είναι ο κοκκινωπός τοίχος με ένα μοναδικό καντήλι που παλιότερα ανήκε στο ναό και αποτελούσε τον εξωνάρθηκά του. Έτσι εξηγείται και το όνομα της πλατείας, αφού η εκκλησία που την οριοθετεί ήταν αφιερωμένη στην Υπεραγία Θεοτόκο Κρεμαστή. Όσο για την ίδια την εκκλησία, εικάζεται ότι πήρε το όνομά της είτε από την εικόνα της Παναγίας, η οποία βρισκόταν κρεμασμένη στον τοίχο που βλέπετε από την πλατεία, είτε λόγω της θέσης του ναού σε σχέση με τη μορφολογία του εδάφους, καθώς δίνει την εντύπωση (ειδικά ανεβαίνοντας κάποια από τις «σκαλινάδες» που οδηγούν στην πλατεία) ότι κρέμεται στον αέρα.
Μέσα από τις αρχοντικές αυλές του Καμπιέλο, με την κερκυραίικη χρωματική παλέτα να μας εντυπωσιάζει σε κάθε βήμα, τα μπλεγμένα σοκάκια καταλήγουν σε μια από τις σημαντικότερες εκκλησίες της περιοχής, τον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου των Γερόντων, San Nicolo dei Vecchi. Πρόκειται για την εκκλησία όπου βαφτίστηκε ο Ιωάννης Καποδίστριας, μια μονόκλιτη βασιλική με ξύλινη κεραμοσκεπή και εξωνάρθηκα, που χτίστηκε στις αρχές του 16ου αιώνα. Υπήρξε ο καθεδρικός ναός των Μεγάλων Πρωτοπαπάδων μέχρι το έτος 1712 και χρωστά το όνομά του είτε στο ότι ήταν ο παλιότερος ναός Αγίου Νικολάου της συνοικίας, είτε γιατί συνεδρίαζε εκεί η Γεροντία. Στο εσωτερικό του, σώζεται ένα από τα παλαιότερα, σκαλιστά πέτρινα τέμπλα, όπως και η αγιογραφία της Αγίας Κέρκυρας, έργο του Εμμανουήλ Μπιουναλή Τζάννε.
Βγαίνοντας στην αυλή με το απλό, σιδερένιο, διπλό καμπαναριό, άλλη μια χαρακτηριστική εικόνα του Καμπιέλο ξεδιπλώνεται μπροστά σας. Πλατιές, πετρόχτιστες σκαλινάδες (άλλη μια ιταλική λέξη, scalinata= σκάλα), σπίτια με περίκλειστους, ιδιωτικούς κήπους και σφυρήλατα κιγκλιδώματα στα μπαλκόνια, άφθονες γλάστρες δίπλα στις εξώπορτες κι ευτυχώς ένας χάρτης έξω από τον περίβολο της εκκλησίας για να σας καθοδηγήσει στα επόμενα βήματά σας. Ανηφορίζοντας προς την Πλατεία Ταξιάρχη, θα περάσετε κι άλλες μικροσκοπικές πλατείες που ουσιαστικά είναι οι αυλές που σχηματίζουν τα αντικρυστά σπίτια, με τις ηλικιωμένες κυρίες να ανταλλάσσουν τα νέα της ημέρας. Οι αρχοντικές οικογένειες Θεοτόκη, Καποδίστρια και Κοκκίνη που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή τον 14ο αιώνα, τη στόλισαν με πανέμορφα αρχοντικά, όμως έλειπε μόνο μια εκκλησία. Δυστυχώς, ο ναός του Ταξιάρχη Μιχαήλ που έχτισαν, καταστράφηκε ολοσχερώς κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ είχε ήδη πληγεί από μία πυρκαγιά το 1545. Στη θέση εκείνης της εκκλησίας που αποτελούσε το πιο αντιπροσωπευτικό δείγμα ορθόδοξου ναού της Ενετικής περιόδου, σήμερα βρίσκουμε τον ιερό ναό Παντοκράτορος, σε τυπικό επτανησιακό ρυθμό. Ο ανάγλυφος άγγελος στην κορυφή της κατασκευάστηκε από τον Ιταλό γλύπτη Τορέτι, των 18ο αιώνα και είναι ένα από τα χαρακτηριστικά της, σαν άλλος φόρος τιμής στον Ταξιάρχη -σημερινό Αρχάγγελο- Μιχαήλ.
Ξεμακραίνοντας λίγο, το βόλτο Κοκκίνη σας περιμένει πιο κάτω. Γιατί Κοκκίνη; Μα γιατί η αρχοντική οικογένεια Κοκκίνη, με καταγωγή από το Βυζάντιο, ζούσε εκεί. Μέρος του βόλτου διασώζεται, ακριβώς όπως ήταν τότε. Ο Αντώνης Κοκκίνης ήταν εκείνος που δώρισε στην πόλη το βενετσιάνικο πηγάδι που συναντήσαμε νωρίτερα, ενώ από την ίδια οικογένεια έχει πάρει το όνομα του το χωριό που συναντάμε στον δρόμο για Έρμονες-Γλυφάδα.
Σε πολύ κοντινή απόσταση, μια ακόμη στάση που αξίζει να κάνετε είναι στην εκκλησία της Παναγίας Αντιβουνιώτισσας, ένα από τα παλαιότερα και πιο σημαντικά θρησκευτικά μνημεία της Κέρκυρας, όπου σήμερα στεγάζεται το Βυζαντινό Μουσείο. Σώζεται ο εξωνάρθηκας που περιβάλει τις τρεις πλευρές της εκκλησίας, σχηματίζοντας ένα απλό και γαλήνιο αίθριο, ενώ υπάρχουν και οικογενειακοί τάφοι πλούσιων Κερκυραίων και ανώτατων κληρικών. Αναζητήστε τις σκαλιστές ταφικές πλάκες στο δάπεδο, τόσο του εξωνάρθηκα όσο και του κυρίως ναού, κάποιες με ανάγλυφα εμβλήματα ευγενών, και θα συνειδητοποιήσετε πώς η ιστορία του ναού είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ίδια την ιστορία του νησιού. Το μουσείο καλύπτει πέντε αιώνες θρησκευτικής καλλιτεχνικής έκφρασης και αποτελεί μέρος όπου μπορεί κανείς να θαυμάσει σημαντικά έργα τέχνης αλλά και να διαπιστώσει πώς παρά την προώθηση του Καθολικού δόγματος, η Βυζαντινή παράδοση παρέμεινε ζωντανή.
Κάπως έτσι, βγαίνοντας από την εκκλησία, αν κοντοσταθείτε στην κορυφή της δικής της σκαλινάδας, θα διαπιστώσετε ότι έχετε καταλήξει στα Μουράγια. Μια ακόμη ιταλική λέξη -muraglia- που περιγράφει τα βόρεια, παραλιακά, ενετικά τείχη που χτίστηκαν μεταξύ 1577-1588. Η θέα του Ιονίου με το καταπράσινο νησάκι Βίδο που απλώνεται μπροστά σας είναι ειδυλλιακή και προσφέρεται για μια ακόμη υπέροχη βόλτα, επιστρέφοντας αυτή τη φορά στην ανοιχτωσιά της Σπιανάδας και του Λιστόν.