Η ακριβής ονομασία δημιουργεί συχνά μια σύγχυση, αφού θα δείτε και αναφορές που γράφουν «ο Βάστας» ή «η Βάστα». Ωστόσο για τους ντόπιους δεν υπάρχει κανένα τέτοιο θέμα –το μικρό, ορεινό χωριό της Αρκαδίας που έφτασε μέχρι το βιβλίο των Ρεκόρ Γκίνες είναι «το Βάστα». Άλλωστε έτσι θα δείτε να το αναφέρει σε συνεντεύξεις του και το πιο διάσημο τέκνο του: ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, ο οποίος γεννήθηκε και μεγάλωσε εκεί.
Το Βάστα βρίσκεται σκαρφαλωμένο σε υψόμετρο 860 μέτρων στις νότιες πλαγιές του Λύκαιου όρους, κοντά στα σύνορα της Αρκαδίας με τη Μεσσηνία. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011 έχει 62 μόνιμους κατοίκους. Πλησιέστερη πόλη είναι η Μεγαλόπολη (απέχει γύρω στα 26 χιλιόμετρα), από την οποία και προσεγγίζουν οι περισσότεροι. Υπάρχουν όμως και διαδρομές για όσους έρχονται από τη νότια Πελοπόννησο, είτε από την Καλαμάτα (από την έξοδο Παραδείσια του αυτοκινητοδρόμου που οδηγεί στη Μεγαλόπολη), είτε από το Διαβολίτσι.
Οι ρίζες του Βάστα είναι χαμένες στην ιστορία. Δεν είμαστε σίγουροι για το πότε ιδρύθηκε, πάντως δεν δείχνει βυζαντινό. Άλλωστε η πρώτη αναφορά που έχει εντοπιστεί στις πηγές προέρχεται από τις απογραφές τις οποίες έκαναν στην Πελοπόννησο οι Βενετοί το 1700 –όπου αναγράφεται με το όνομα Μπάστα. Το οποίο φαίνεται να προέρχεται από τη γαλλική λέξη «bastion», που ίσως απηχεί την εντύπωση που έκανε στους Φράγκους του Πριγκηπάτου της Αχαΐας η φυσικά απρόσιτη και οχυρωμένη θέση όπου είχε χτιστεί το χωριό. Ακόμα και στα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης οι κάτοικοί του ήταν γνωστοί ως «Μπασταίοι» και ήταν περίφημοι για την ανδρεία τους, αφού είχαν ήδη ξεσηκωθεί δύο φορές κατά των Τούρκων ως τότε, με αποτέλεσμα τη συχνή πυρπόληση των σπιτιών τους.
Το Βάστα στα Ρεκόρ Γκίνες
Σε αντίθεση με πολλά άλλα μέρη της ορεινής Αρκαδίας τα οποία έχουν αναδειχθεί σε δημοφιλείς προορισμούς κατά τα τελευταία χρόνια (παραδίπλα βρίσκεται ο Ίσαρης, λ.χ.), το Βάστα δεν διαθέτει τουριστικές υποδομές. Παρά ταύτα, προσελκύει πλήθος επισκεπτών –ειδικά όταν ανοίγει ο καιρός και πρασινίζει η γύρω φύση– λόγω της μικρής εκκλησίας της Αγίας Θεοδώρας. Η οποία μπήκε στο περίφημο βιβλίο των Ρεκόρ Γκίνες ως «θαυμαστό ναΰδριο», γενόμενη έτσι διεθνώς γνωστή ως ένα από τα πιο παράξενα εκκλησάκια του κόσμου.
Το θαυμαστό και εντελώς αξιοπερίεργο με την Αγία Θεοδώρα είναι ότι, αν και πρόκειται για έναν μικρού μεγέθους πέτρινο ναό, έχει 17 βελανιδιές να ξεπηδούν από τη στέγη της. Οι δε ρίζες τους δεν φαίνονται πουθενά: ο επισκέπτης βλέπει μόνο κορμούς και κλαδιά.
Όπως είναι φυσικό, αυτό το μοναδικό θέαμα έχει τροφοδοτήσει μια ιδιαίτερη σύμπλευση της λαϊκής και της θρησκευτικής παράδοσης. Οι ιστορίες που λέγονται είναι πολλές, αλλά μία από τις πιο διαδεδομένες ανάμεσά τους θέλει τη Θεοδώρα κόρη μιας φτωχής και θρήσκας οικογένειας, στα χρόνια που το χωριό όφειλε να συνεισφέρει οικονομικά στο βενετικό σύστημα αμυντικής προστασίας.
Καθώς ο πατέρας της ήταν άρρωστος και ανήμπορος, η Θεοδώρα υποδύθηκε τον άνδρα και στα 17 της βρέθηκε σε στρατιωτικό σώμα, με το οποίο διακρίθηκε. Χάρη σε αυτές τις διακρίσεις, ωστόσο, προκάλεσε τον σφοδρό έρωτα μιας άλλης κοπέλας, η οποία αποφάσισε να εκδικηθεί τις αλλεπάλληλες αρνήσεις που εισέπραξε με το να τη συκοφαντήσει ότι τάχα την ατίμωσε. Το αποτέλεσμα ήταν να καταδικαστεί σε θάνατο –με την εκτέλεση να λαμβάνει χώρα στην τοποθεσία όπου σήμερα βρίσκεται το εκκλησάκι. Ξεψυχώντας, παρακάλεσε τον Θεό τα χρόνια της να γίνουν δέντρα και το αίμα της νερό που θα τα ποτίζει. Έτσι, η παράδοση αποδίδει σε θεϊκό θαύμα τις 17 βελανιδιές (όσα και τα έτη της αδικοχαμένης Θεοδώρας), αλλά και τα νερά που αναβλύζουν από τα θεμέλια του μικρού ναού, σχηματίζοντας έναν γάργαρο τοπικό χείμαρρο, ο οποίος ενώνεται στη συνέχεια με τον ποταμό Χάραδρο.
Η Αγία Θεοδώρα του Βάστα έγινε ασφαλώς και αντικείμενο επιστημονικών ερευνών, χάρη στις οποίες μπορέσαμε και προσδιορίσαμε ότι κατά πάσα πιθανότητα είναι κτίσμα των βυζαντινών χρόνων –άρα προγενέστερο του 1205, μα και προγενέστερο του ίδιου του χωριού. Μάλιστα, λόγω της πίεσης που του ασκούν τα δέντρα, έχει γνωρίσει κάμποσες επεμβάσεις ανακατασκευής κατά τη διάρκεια της ζωής του, που ως μη επαγγελματικές επέφεραν σημαντική φθορά στην αρχιτεκτονική του. Με χρήση γεωραντάρ, ειδικοί από το Πανεπιστήμιο Πάτρας είδαν ότι οι ρίζες ακολουθούν τα διάκενα που υπάρχουν στους πλευρικούς τοίχους, καταλήγοντας στο έδαφος. Οπότε βοηθάνε το εκκλησάκι να στέκεται, μα φθείρουν τα τοιχώματά του, προς τα οποία και πρέπει να κατευθύνονται οι εργασίες συντήρησης.
Έτσι, η επιστημονική άποψη θέλει την αρχική εκκλησία να χτίστηκε σε μέρος με αρκετή περιεκτικότητα σε χώμα, όπου φύτρωσε αρχικά ένα πουρνάρι. Από τους σπόρους του, κατόπιν, φύτρωσαν στη στέγη της κι άλλα πουρνάρια, έπειτα σφεντάμια και κοκορεβιθιές και τέλος οι 17 βελανιδιές που δίνουν το σημερινό και τόσο ιδιαίτερο θέαμα. Το οποίο κερδίζει ασφαλώς ακόμα περισσότερο στα μάτια των επισκεπτών από το πυκνό δάσος με βελανιδιές που περιστοιχίζει το εκκλησάκι και την ειδυλλιακή ρεματιά που διαμορφώνεται γύρω από τα θεμέλιά του, καταλήγοντας στον Χάραδρο.
Πού μπορείτε να κάτσετε για φαγητό και καφέ, αν έρθετε στο Βάστα
Μπορεί να μην υπάρχουν καταλύματα διαμονής στο Βάστα, αλλά όσοι έρθουν ως εδώ για να θαυμάσουν την Αγία Θεοδώρα από κοντά θα βρουν μέρη να κάτσουν για καφέ και φαγητό, ολοκληρώνοντας έτσι την εμπειρία μιας μοναδικής εκδρομής στην ανοιξιάτικη (ή θερινή) ορεινή Αρκαδία.
Αν και το εκκλησάκι βρίσκεται πιο έξω από το ίδιο το Βάστα (θα φτάσετε εκεί ακολουθώντας την επαρχιακή οδό Σύρτζι-Μεγαλόπολης), αξίζει να πάτε και στο χωριό και να κάτσετε στο οινοκαφεπαντοπωλείον του Τζίκου.
Το κατάστημα έχει τη δική του ιστορία, καθώς στέκει εκεί από το 1913. Μάλιστα, στα γύρω από την ίδρυσή του εμπλέκεται και το όνομα του διαβόητου ληστή Καράμπελα, ο οποίος έγινε μέχρι και αντικείμενο δημοτικού τραγουδιού (ήταν άσπονδος εχθρός του Αντρίκου «Τζίκου» Παπανδρέου, που άνοιξε το πρώτο μαγαζί). Στα παλιότερα χρόνια το καφενείο εκτελούσε και χρέη ταχυδρομείου, ιατρείου, αργότερα και τηλεφωνείου, σε εποχές που το Βάστα είχε μόνο δύο τηλέφωνα όλα κι όλα (το άλλο βρισκόταν στο κοινοτικό γραφείο). Βέβαια, το οίκημα δεν είναι το ίδιο με του 1913, καθώς κρίθηκε σεισμόπληκτο μετά τον σεισμό του 1966, οπότε το καφενείο ανοικοδομήθηκε στην ίδια θέση το 1974.
Στην περιοχή της Αγίας Θεοδώρας, τώρα, θα βρείτε δύο εξαιρετικές επιλογές για φαγητό, τον «Κήπο της Αγιάς» και τον «Νερόμυλο του Νικόλα».
Ο «Κήπος της Αγιάς» βρίσκεται λίγα μέτρα από το εκκλησάκι και λειτουργεί από το 2013, ανοίγοντας νωρίς το πρωί και κλείνοντας αργά το απόγευμα. Ρωτήστε για τη σπεσιαλιτέ ημέρας και γευτείτε ζυμωτό ψωμί, χειροποίητες πίτες και σπιτικά γλυκά.
Ο «Νερόμυλος του Νικόλα» συνδυάζει την εστίαση με έναν παραδοσιακό μύλο, που στέκει στην περιοχή ήδη από τον 19ο αιώνα. Λειτουργεί ως παραδοσιακή ταβέρνα από το 1986 και θα τον βρείτε ανοιχτό και τον χειμώνα, με τα τραπέζια να μαζεύονται γύρω από το υπέροχο τζάκι. Πολλά από τα υλικά προέρχονται από τον κήπο και τη φάρμα του ιδιοκτήτη του, ενώ το ψήσιμο γίνεται όπως παλιά, σε ξυλόφουρνο. Εδώ θα απολαύσετε (ντόπιο) κουνέλι στιφάδο ή λαδορίγανη, γίδα κοκκινιστή, κόκορα χωριάτικο και αρνί στον φούρνο να λιώνει στο στόμα.
Διαβάστε ακόμα:
Ανοιξιάτικη περιήγηση στην Αρκαδία -H εμπειρία της εξερεύνησης ενός μυθώδους τόπου
Ελληνικό: Το ησυχαστήριο της ορεινής Πελοποννήσου
Λιμποβίσι: Το χωριό του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στην πανέμορφη «καρδιά» της ορεινής Αρκαδίας