Τη Θεσσαλονίκη την αγαπάς περισσότερο από οποιαδήποτε πόλη όχι για τους λόγους που νομίζουν οι Αθηναίοι, ούτε γιατί είναι ερωτική, ούτε γιατί είναι χαλαρή ή έντονη: αλλά γιατί σου αντιστέκεται σθεναρά προτού σου ανοιχτεί για να ανακαλύψεις τα κρυμμένα μυστικά της στις γωνιές της Άνω Πόλης, μέσα σε σκοτεινές στοές, σε μακρινές παραλίες, στα έγκατα των Αρχαίων ερειπίων που μένουν ακόμα να αποκαλυφθούν ακριβώς στην καρδιά της.
Αντιφατική, όπως τα μαγαζιά με τα σέξι εσώρουχα και τα εκκλησιαστικά βιβλία που συνυπάρχουν δίπλα δίπλα στην Εγνατία, πανέμορφη σαν τα ατελείωτα δειλινά της, γεμάτη μυρωδιές σαν τα πολύχρωμα μπαχαρικά της αγοράς στο Καπάνι και με τον πιο ανοιχτό ορίζοντα στην Ελλάδα που αποκαλύπτει το ‘βυζαντινό φως’, για το οποίο μιλούσε ο δικός της, Νίκος-Γαβριήλ Πεντζίκης. Άλλωστε, οι μεγάλοι της συγγραφείς μας έκαναν να την αγαπήσουμε επειδή ακριβώς δεν προσπάθησε ποτέ να μοιάσει με καμιά: θα είναι για πάντα η ρεαλιστική Σαλόνικα του Ιωάννου, η σεβάσμια αρχόντισσα του Πεντζίκη, η πλανεύτρα του Σκαμπαρδώνη, η σχεδόν αλήτισσα του Κοροβίνη. Και κάπου εκεί γυρνοβολώντας στα μυστικά σοκάκια της, όπως τα αποκάλυπτε μαζί με λυρικές περιγραφές και ιστορίες για φαντάσματα ο αγαπημένος μου Θεσσαλονικιός Μαρίνος Χαραλάμπους στις “Συνομιλίες με τους Ανέμους”, δεν μπορείς, σηκώνοντας το κεφάλι ψηλά προς τον ανοιχτό ουρανό, να μην μείνεις με το στόμα ανοιχτό με τα πολύχρωμα, αρ νουβό κτήρια που στολίζουν κάθε, σχεδόν, δρομάκι στα Άνω Λαδάδικα ενώ είναι αδύνατον να μην φωτογραφίζεις ξανά και ξανά τους γλάρους που «χώνονται» ανάμεσα στους ψηλούς, αγέρωχους γερανούς στο παλιό λιμάνι. Δεν ξέρω καμία άλλη πόλη στην Ελλάδα που να την περιβάλλει τόσο στοργικά η θάλασσα απαλύνοντας τις γωνίες της, οι οποίες δεν είναι ποτέ αυστηρές και δεν ξέρω πουθενά αλλού το σκηνικό να αλλάζει ανάλογα με τα χρώματα του ουρανού. Σαν τη Θεσσαλονίκη δεν έχει -και αυτό είναι δεδομένο- αφού κάθε φορά θα βρεις την ίδια ζεστασιά των ανθρώπων που ξέρουν πώς να σου σερβίρουν ένα πιάτο φαΐ, να σε φροντίσουν και να σε γλυκάνουν όπως πρέπει. Γι’ αυτό και οι λόγοι που αγαπώ τη Θεσσαλονίκη είναι άπειροι-ιδού μερικοί:
Τα εντυπωσιακά μουσεία της
Το «Αρχαιολογικό μουσείο» της Θεσσαλονίκης έχει απίστευτα ευρήματα που ξεκινούν από την πρώιμη αρχαιότητα και φτάνουν μέχρι τους ρωμαϊκούς χρόνους, όπως μια σειρά από απίστευτης ομορφιάς χρυσά στεφάνια ή τον περίφημο Κρατήρα του Δερβενίου. Επίσης, σε εκπληκτικό σημείο, στην έξοδο της πόλης και σε ένα ξεχωριστής αρχιτεκτονικής κτήριο στεγάζεται το «Βυζαντινό Μουσείο» με εντυπωσιακά ψηφιδωτά από διαφορετικά μέρη της Ελλάδας, από την Αίγυπτο και αλλού καθώς και περίοπτα κειμήλια όπως η σφραγίδα του Καλλίνικου του Ε’. Υπέροχο είναι και το καφέ-εστιατόριο που στεγάζεται στους κήπους του μουσείου.
Οι κρυφοί Αρχαιολογικοί θησαυροί
Ανάμεσα στα μυστικά που συνοδεύουν τον μύθο της πόλης είναι και οι κρυμμένες, χαμένες της αρχαιότητες όπως η βυζαντινή Κινστέρνα της οδού Ολυμπιάδος, δίπλα από το βυζαντινό Λουτρό, στις παρυφές του οικισμού της Άνω Πόλης. Πρόκειται για ένα από τα ερμητικά κλεισμένα, εδώ και 14 χρόνια, μυστικά αφού έχει γνωστοποιηθεί ο εντοπισμός της, ως μια σπάνια αρχαιολογική ανακάλυψη, αλλά ακόμα δεν έχει παραδοθεί στο κοινό. Δεν σταματούν οι ιστορίες για αυτόν τον πλούσιο σε αρχαιολογικούς θησαυρούς υπόγειο κόσμο της Θεσσαλονίκης, αδιάρρηκτα συνδεδεμένο με το παλίμψηστο της ιστορίας της. Άλλος κρυφός θησαυρός της είναι επίσης ο ναός της Αφροδίτης ή αλλιώς Παρθενώνας της Θεσσαλονίκης, στην πλατεία Αντιγονιών, ένας ναός του 6ου αιώνα που ακόμα δεν έχει αναδειχθεί (και αυτός) όπως αρμόζει σε ένα τέτοιο ξεχωριστό θησαυρό.
Το λιμάνι
Κάθε πλευρά του λιμανιού στη Θεσσαλονίκη είναι μια αποκάλυψη και ενδείκνυται -σε αντίθεση με άλλες πόλεις- για βόλτα: από τα παλιά ντέκια μέχρι την αναμορφωμένη πλευρά, στην προβλήτα, όπου στεγάζονται τα κτήρια του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης -άλλος ένας λόγος που αγαπάμε αυτή την πόλη!- φτάνοντας, καθώς διασχίζεις την γεωμετρική ευθεία της παραλίας, στην πιο ωραία πλευρά της πόλης, στο τεράστιο άνοιγμα κάτω από τη σκιά του Λευκού Πύργου, εκεί όπου δεσπόζουν οι ομπρέλες του Ζογγολόπουλου. Τα πιο ωραία ηλιοβασιλέματα της ζωής μου δεν τα έχω δει στη Σαντορίνη αλλά εδώ.
Η περίφημη Ροτόντα
Μετά από πολλά χρόνια εργασιών η περίφημη Ροτόντα, ένα σύμβολο της βυζαντινής ιστορίας της πόλης, απομεινάρι της ρωμαϊκής της εκδοχής αφού μοιάζει με το Πάνθεον της Ρώμης, δεσπόζει και πάλι στην καρδιά της πόλης. Εκεί στην αψίδα του Γαλέριου, στην Καμάρα όπως τη λένε οι φοιτητές οι οποίοι προτιμούν να δίνουν πάντα εδώ τα ραντεβού τους, μπορεί κανείς να δει την Ιστορία να κυριαρχεί στην πιο ένδοξη αλλά ταυτόχρονα «αποσυνάγωγη» έως και αναρχική πλευρά της πόλης.
Το παραδοσιακό καφενείο του Μήτσου
Πολλές φορές, όταν προσπαθούμε να θυμηθούμε με διάφορους φίλους στιγμές απόλυτης ευτυχίας ανατρέχουμε στις αξέχαστες τσιπουροποσίες, μας Σάββατο μεσημέρι, στο απίστευτο καφενείο του Μήτσου: σε ένα μικρό καφέ-ουζερί σε μια γωνία μέσα στην αγορά, στο Καπάνι, ανάμεσα σε μαγαζιά με μπαχάρια, μαϊμού μπλουζάκια, κάλτσες και αλλαντικά μπορεί κανείς να φάει γευστικούς μεζέδες με επιρροές από το μικρασιατικό παρελθόν της πόλης. Η διακόσμηση είναι τουλάχιστον ντανταϊστική και τα πιάτα υπέροχα: αρκεί να δοκιμάσει κανείς το τραγανιστό, τηγανητό κόκκαλο ψαριού -ναι, κόκκαλο ψαριού!- για να δει τι σημαίνει να φτιάχνεις γευστικούς θησαυρούς από το τίποτα. Εμπειρία.
Η Grada Nuevo
Επειδή η Θεσσαλονίκη δεν γουστάρει τα ημίμετρα, έχει χωρίσει τον βίο της στην υψηλή γαστρονομία και την απόλυτη μεζεδοκατάσταση. Και το καλύτερο είναι ότι, σε αντίθεση με τον Αθηναίο, ο Θεσσαλονικιός δεν ξοδεύει τα λεφτά του σε μαγαζιά που δεν θα του προσφέρουν ακριβώς αυτό που υπόσχονται. Η Grada Nuevo είναι ένα εστιατόριο υψηλών προδιαγραφών με λευκά τραπεζομάντηλα, ξεχωριστή εξυπηρέτηση και τα καλύτερα πιάτα ψαρικών που μπορεί να προσφέρει ένα εστιατόριο με χρυσούς σκούφους που σέβεται πάντα τον εαυτό του. Στην Καλαποθάκη 14.
Μια «Μούργα» σώζει
Ξέρω πολλούς φίλους και φίλες -και σίγουρα είμαι μια από αυτές- που ταξιδεύουν στη Θεσσαλονίκη για να φάνε από τα χέρια του γνήσιου επαναστάτη της κουζίνας, του Γιάννη Λουκάκη, δηλαδή του πιο έντιμου, ανυπόκριτου και άμεσου σεφ στην Ελλάδα (εχθρικού προς τη δημοσιότητα, αφοσιωμένου στην κουζίνα). Σε μια εποχή που άλλα εστιατόρια ακόμα δοκιμάζονταν σε πολύπλοκες γαστρονομικές «δημιουργίες», εκείνος ακολουθώντας τα σημεία των καιρών, επέστρεψε στις απλές γεύσεις και τα πρώτα υλικά του ελληνικού Βορρά: έχοντας ως υπόδειγμα εκείνον τον Άγιο προστάτη των μοναχών του Αγίου Όρους που κοσμεί την είσοδο της κουζίνας στη «Μούργα», με την ίδια ακριβώς αδιαμεσολάβητη και σεβαστική τάση, έσκυψε στον τρόπο μαγειρικής των μοναχών και έφτιαξε γευστικούς «παπάδες». Εκτός από τα ψαρικά, που αποτελούν την κεντρική βάση της κουζίνας της «Μούργας» ενίοτε υπάρχουν και εκπλήξεις όπως εκείνη η αυτοσχέδια, θεϊκή μακαρονάδα από κιμά τόνου, που τη θυμάμαι ακόμα ως ένα από τα ωραιότερα φαγητά που έχω γευτεί ποτέ στον ενήλικο βίο μου. Εξαιρετική και η λίστα κρασιών και είναι σίγουρα αξέχαστη η επίσκεψη σε ένα περιβάλλον που δεν κραυγάζει τίποτα, στην πιο άγνωστη περιοχή της πόλης, σε ένα μικρό δρομάκι, στη Χριστοπούλου 12.
+Τροφή
Επειδή η εμπειρία του φαγητού ως απόλυτη ένδειξη σεβασμού στα υλικά και στις επιθυμίες του πελάτη δεν τελειώνει στη «Μούργα», η σφραγίδα του Λουκάκη συνοδεύει πλέον και την κρεατοφαγική εκδοχή που είναι το νέο πρότζεκτ των δημιουργών της «Μούργας» με τον τίτλο «+Τροφή». Βιολογικά προϊόντα, περίτεχνα υλικά σε συνδυασμούς που εκπλήσσουν -όπως πίτα με παστουρμά μπακαλιάρου, αρσενικό Νάξου και μελάτο αυγό! ή χόρτα στη γάστρα αλλά και χειροποίητα ζυμαρικά με θαλασσινά και μαύρο χοίρο (!) -συνοδεύονται από μια εξαιρετική λίστα με βιολογικά κρασιά- η τελευταία τάση στη σύγχρονη οινική κουλτούρα. Πραγματικά σε αυτό το μέρος που δεν έχει εσωτερικό χώρο, σε μια μικρή πλατειούλα στα Λαδάδικα, στην Δόξης, προτίθεμαι να περάσω ακόμα και τις κρύες βραδιές του χειμώνα (χαλάλι τα δυο παλτά).
Πρωινό καφέ στο Ύψιλον
Σε αυτό το (κατα)λευκό, μίνιμαλ καφέ-μπαρ, που έχει ψηφιστεί ως ένα από τα καλύτερα της Ευρώπης, μπορείς να χαρείς τον πιο ωραίο ήλιο της ημέρας με θέα, ακριβώς απέναντι, ένα κατάστημα με ωραίες ανθοσυνθέσεις και με τις μυρωδιές από τα μαγαζιά με τα αρώματα να σου τρυπούν τη μύτη. Στην παλιά πλευρά της πόλης, σε αυτό το παλιό χάνι που μεταμορφώθηκε σε σούπερ μοντέρνο πολυχώρο έχουμε απολαύσει πολύωρους καφέδες (το πρωί) και έξαλλες μπιροποσίες (το βράδυ).
Τα βιβλιοπωλεία ξενυχτάνε (και μετά τις 12!)
Η Θεσσαλονίκη δεν είναι μόνο η πόλη που ξενυχτάει διασκεδάζοντας αλλά και διαβάζοντας. Στην περιοχή της Καμάρας, υπάρχουν μια σειρά από βιβλιοπωλεία που μένουν ανοιχτά μέχρι πολύ αργά το βράδυ -ειδικά την Παρασκευή ξημερώνοντας Σάββατο- για να ικανοποιήσουν τις άγριες ορέξεις του αναγνωστικού κοινού όπως τις δικές μου καθώς έτυχε να αγοράσω μια χαμένη συλλογή του Ντίλαν Τόμας στις 12.37 τη νύχτα. Αγαπημένα μου βιβλιοπωλεία: οι κλασικές «Ακυβέρνητες Πολιτείες», Το «Κεντρί» και φυσικά το «Σαιξπηρικόν» με τον ομώνυμο εκδοτικό οίκο να έχει κυκλοφορήσει μερικές από τις καλύτερες ποιητικές συλλογές και μεταφράσεις.
Surfer Maya
Γνωρίζοντας τι σημαίνει το εξαίρετο σαλονικιό δημιούργημα που λέγεται «Μπουγατσάν» είπα να κάνω ένα πέρασμα από το νεοσύστατο surfer maya, τη νέα άφιξη στην πόλη από τους δημιουργούς του Estrella που αυτοσυστήνεται ως ένα μοντέρνο, fast casual εστιατόριο. Αλλά είναι πολύ, μα πολύ πέρα από αυτό. Εδώ έφαγα τα πιο ωραία τάκος -μάλλον τα πιο ωραία- στη ζωή μου με χειροποίητο μεξικανικό γύρο σε καλαμποκίσιες πίτες που ανοίγονται σε ειδική μαντεμένια πρέσα μπροστά στον πελάτη, όπως και τα άλλα τα υβριδικά τάκος (τάκος από χειροποίητη ζύμη κρουσάν). Πιστεύω ότι αδικούνται αυτά τα υψηλών γαστρονομικών απαιτήσεων πιάτα στα χάρτινα περιτυλίγματα -πολύ ωραίας αισθητικής ωστόσο- τα οποία ενδεχομένως να βοηθούν το τελετουργικής υφής ξετύλιγμα του πιο ζουμερού μπέργκερ που έχω γευτεί ποτέ, το οποίο με έκανε να θέλω να αναστήσω τον Μπουκόφσκι για να του πω τι θα πει απόλυτη ηδονή. Και όλα αυτά τα αγαθά του σύμπαντος συνοδεύονται κάλλιστα από ένα house negroni in a bottle με ροζ πιπέρι και πεπόνι ή μια margarita mama mia με πικραμύγδαλο, ροδάκινο και απαλές νότες καπνού (τα σημείωσα σε χαρτοπετσέτα που έχει πάνω ακόμα ίχνη από τον σίελο). Απαραίτητη σημείωση: κάναμε παράκαμψη φεύγοντας για αεροδρόμιο για να πάρουμε μαζί μας αυτές τις αδιανόητες γαλατόπιτες που φάγαμε για επιδόρπιο, ένα γλυκό θεϊκής έμπνευσης και εκτέλεσης. Αν ο θεός υπάρχει είναι σίγουρα είναι θεός του έθνικ σύμπαντος και λέγεται surfer maya. Στη Σκρα 8.
Τα δέκα τραπέζια
Πολλοί μου είχαν πει για τα «Δέκα Τραπέζια» του δημιουργού του κρητικού «Χαρουπιού» και είναι το πρώτο μαγαζί που επισκεφθήκαμε ακριβώς μετά την καραντίνα. Δεν ξέρω αν ήταν το δροσερό αεράκι που ερχόταν από τη θάλασσα, στην Καλάρη 4, ο ενθουσιασμός που ήμασταν και πάλι στην αγαπημένη μας πόλη ή οι εξαίσιες γεύσεις του γνωστού από το κρητικών επιλογών «Χαρούπι», Μανώλη Παπουτσάκη. Ο,τι φάγαμε, όμως, ήταν υπέροχα και σε πολύ λογικές τιμές για πιάτα που κάλλιστα θα κοσμούσαν ένα ακριβό γκουρμέ εστιατόριο της Αθήνας: δεν θα ξεχάσω αυτές τις αδιανόητες τηγανητές πατάτες με τη στάκα, το αυγοτάραχο και το σχοινόπρασο, το εξαίσιο συκωτάκι με το θυμάρι και τα κόκκινα φρούτα ή τα κεφτεδάκια με τη ρεβυθόκρεμα -για να αναφέρω απλώς μερικά.
Street artists
Κορυφαία βραβευμένα γραφιστικά γραφεία, εξαίρετοι εικαστικοί όπως οι Kalos & Klio προέρχονται από εδώ. Θα ξεχώριζα τον Θεσσαλονικιό Argiris Ser για τα ονειρικά του σχέδια που τα είχαμε δει και στο Μπενάκη, τη Simoni Fontana ή τον Hayate που σχεδίασε σε τεράστιο τοίχο τη μορφή του Αντετοκούμπο.
Piece of cake
Αξίζει να κάνει κρύο, να βρέχει και εσύ να είσαι κλεισμένος/η σε αυτό το πολύ ζεστό, μικρό πλην όμως πανέμορφο μαγαζάκι στην Χρυσοστόμου Σμύρνης 19, να πίνεις ωραία τσάγια με αφράτα κέικ και μετά να ξεκινάς τα κοκτέιλ χαζεύοντας τα έξυπνα ρητά στον τεράστιο μαυροπίνακα που είναι κρεμασμένος πάνω από το μπαρ. Μαγεία.
Moby Dick or the Whale
Καθότι η φάλαινα του «Μόμπι Ντικ» κοσμεί ως τατουάζ το δεξί μου χέρι, δεν θα μπορούσα να μην αγαπήσω αυτή την εξαιρετική κάβα που λειτουργεί και ως χώρος δοκιμής εξαίσιων κρασιών και ουίσκι από διαφορετικά μέρη του κόσμου. Κατεβαίνοντας τη Λώρη Μαργαρίτη και στρίβοντας αριστερά στη Μορκεντάου, θα πέσεις πάνω της.
Τα ξενοδοχεία είναι εμπειρία
Τα τελευταία χρόνια η Θεσσαλονίκη έχει να «διδάξει» πολλά όσον αφορά τους χώρους διαμονής αφού δεν είναι απλά ξενοδοχεία για να μείνεις αλλά για να καταγράψεις μερικά από τα πιο αξέχαστα βράδια και πρωινά της χρονιάς. Το πρωινό στο ανακαινισμένο Electra Palace, στην πιο ωραία ταράτσα της πόλης με θέα όλο τον Θερμαϊκό μπορεί να σε γεμίσει δύναμη και αισιοδοξία καθώς θα βλέπεις τα πανέμορφα κτήρια που κοσμούν την πλατεία Αριστοτέλους και τη θάλασσα να ανοίγεται μπροστά σου. Αλλά αυτό που μου έχει κλέψει την καρδιά είναι το νέο urban πεντάστερο της πόλης, το «Onoma Hotel», ένα ξενοδοχείο γεμάτο εκπλήξεις με άξονα την τεχνολογία, φτιαγμένο για να ξυπνήσει μέσα σου την πιο ανάλαφρη, ωραία εκδοχή του εαυτού σου (μπορείς μάλιστα να μετατρέψεις τη διαμονή σε DIY εμπειρία). Και όλα αυτά με ζεστούς ανθρώπους, ένα πολύ ωραίο εστιατόριο, φοβερή ταράτσα με θέα το λιμάνι -ακόμα και γήπεδο μπάσκετ. Στη Μοναστηρίου 24, στην πιο πραγματική και ανεκμετάλλευτη ακόμα περιοχή της Θεσσαλονίκης.