Με όλο και περισσότερη έμφαση στο εξαιρετικό φαγητό και το καλό ποτό αλλά και στην αισθητική του χώρου, νέα μαγαζιά κάθε λογής –από fine dining εστιατόρια και μπιστρό σε γαστροταβέρνες, μπαρ και comfort food– κερδίζουν την προσοχή μας.
Μαγαζιά με χαρακτήρα και ταυτότητα κάνουν εντυπωσιακές εισόδους στην γαστρονομική σκηνή της πόλης και μας καλούν να δοκιμάσουμε τις προτάσεις τους. Εμείς βρεθήκαμε σε δύο από αυτά τα μαγαζιά –σε ένα μοναδικό μπαρ για θαλασσινά και οστρακοειδή στο κέντρο της Αθήνας και σε ένα εστιατόριο με χαλαρή ατμόσφαιρα και fine dining στοιχεία στη Δάφνη –και σας προτείνουμε ανεπιφύλακτα να ακούσετε τι έχουν να σας πουν και να σας προσφέρουν.
Blue Oyster
Χαμηλά στην Κολοκοτρώνη, στην καρδιά της Αθήνας, έχει ανοίξει τις μπλε πόρτες του εδώ και δυο περίπου βδομάδες, το Blue Oyster, ένα ξεχωριστό για την πόλη εγχείρημα των ταλαντούχων δημιουργών του ΦΙΤΑ, Φώτη Φωτεινόγλου και Θοδωρή Κασαβέτη, και του Noel, Φανής Σπυριδάκη και Άρη Δούκα.
Ένα κυριακάτικο μεσημεριανό, εν μέσω πανδημίας, στο σπίτι της Φανής εξελίχθηκε σε ολονύκτιο φαγοπότι με κέφι και καταπληκτική παρέα και έγινε η αφορμή της δημιουργίας του Blue Oyster αλλά και το blueprint του μαγαζιού. Το Blue Oyster, λοιπόν, δεν είναι μόνο ένα πρωτοποριακό μπαρ για εξαιρετικά θαλασσινά, οστρακοειδή, σαμπάνια και φολκόρ κοκτέιλ αλλά και ένα, μικρό σε μέγεθος και τεράστιο σε προσωπικότητα, μέρος που καλεί φίλους, θαμώνες και επισκέπτες να γλεντήσουν, γράφοντας κάθε μέρα νέα κεφάλαια στην ιστορία της παρέας του καθώς και σε αυτή του μαγαζιού.
Το μέγεθος του χώρου δεν είναι τυχαίο, ούτε η διακόσμηση και η αισθητική του. Ο μικρός χώρος προωθεί το δέσιμο των ανθρώπων ενώ τα μοτίβα Γερμανικής Αναγέννησης στο ισόγειο και οι τοιχογραφίες με τα τατουάζ των ναυτικών στο πατάρι είναι αποτέλεσμα της εφαρμοσμένης αισθητικής που συναντάμε στα μαγαζιά της Φανής Σπυριδάκη.
«Η Γερμανική Αναγέννηση έχει πολύ ιδιαίτερα και πομπώδη μοτίβα αλλά και ένα γκροτέσκο στοιχείο που με ενδιαφέρει και μας επιτρέπει να ξεφύγουμε από τα όρια ενός minimal bar» λέει η Φανή, ενώ η έμπνευση για τα τατουάζ των ναυτικών, τα οποία έχουν ζωγραφίσει απόφοιτοι της σχολής Καλών Τεχνών, «ξεκινάει από τους στίχους του Καββαδία για τον κόσμο των ναυτικών, ο οποίος είναι ιδιαίτερα ελκυστικός στα μάτια όσων αγαπούν τους ταξιδευτές και θέλουν και οι ίδιοι να είναι ταξιδευτές. Οπότε ξεκινώντας από εκεί οδηγήθηκα μέσω της έρευνάς μου στο ναυτικό μουσείο της Κοπεγχάγης, το οποίο είναι ένα αριστούργημα τέχνης διότι δεν μεταφέρει απλώς εικονοποιημένα θαλασσινά στοιχεία αλλά την αίσθηση των ανθρώπων που ζούνε πάνω στα καράβια.» Στη συνέχεια θα προσθέτουν σύμβολα που θα μαρτυρούν τις ιστορίες που γράφονται στο Blue Oyster.
Την ασυνήθιστη και γεμάτη χαρακτήρα αισθητική του χώρου συμπληρώνει η γυάλινη μπάρα του μπαρ, που επιτρέπει σε λογής θαλασσινά και οστρακοειδή αλλά και σε σαμπάνιες να φιγουράρουν. Το ανοιχτό, δε, μπαρ κάνει τους μαέστρους της κουζίνες και τους θαμώνες μια παρέα. «Τα παιδιά δουλεύουν μπροστά στη μπαρ και είναι αυτοί οι host. Τα πάντα φτιάχνονται μπροστά στον πελάτη για να υπάρχει και το αίσθημα της ασφάλειας που απαιτεί το συγκεκριμένο προϊόν».
Το μενού φέρει την υπογραφή του Φώτη και του Θοδωρή. Έτσι, όπως μας έχουν μάθει και στο ΦΙΤΑ, η πρώτη ύλη είναι πάντα υψηλής ποιότητας και φρέσκια. Κατά συνέπεια, ιδιαίτερα σημαντικός είναι ο ρόλος της εποχικότητας. «Είμαστε κοντά στην Βαρβάκειο και την ψαραγορά και είναι κρίμα να μην εκμεταλλευόμαστε την εποχικότητα των ελληνικών προϊόντων που είναι τόσο πλούσια και τόσο γενναιόδωρη» τονίζει η Φανή.
Ο κατάλογος συμπεριλαμβάνει άκρως γευστικά πιάτα, ανάμεσά τους και sushi rice με μυρωδικά, σαλάτα με κολοκύθι καθώς και σαλάτα με σολομό, nigiri με ψάρι ημέρας, carpaccio μυλοκόπι και χτένι, γαρίδα και χτένι με αρωματικό βούτυρο, ημίπαστο σκουμπρί με πίκλα παντζαριού, gunkan τόνου, και δροσερό ρολό ψαριού ημέρας σε φύλλο ρυζιού. Τα edamame στο Blue Oyster παίρνουν καινούργια ταυτότητα – βουτηγμένα σε σάλτσα από κόκκινο miso με ταραμά, έχουν μια ιδιαίτερα πικάντικη αλλά συνάμα γλυκιά γεύση. Το tartare καραβίδας που συνδυάζεται άψογα με σταμναγκάθι και αυγοτάραχο και το πικάντικo, όξινο και αρωματικό ceviche τσιπούρα και γαρίδα είναι πιάτα που σίγουρα θα πρέπει να δοκιμάσετε. Οι λάτρεις των αστακών δεν θα απογοητευθούν αφού περίοπτη θέση στο μενού κατέχει ο αστακός Blue Oyster. Επιπλέον προσφέρονται και δυο πλατό (για 2 και 4 άτομα) με οστρακοειδή και ωμά – μύδια, στρείδια, γαρίδες, καβούρι, sashimi και ότι άλλο υπάρχει φρέσκο.
Υπεύθυνοι για την εκτέλεση του μενού είναι ο Γιάννης Αμπελιώτης και ο Αντώνης Λίτινας, οι οποίοι προσθέτουν και τις δικές τους πινελιές στα πιάτα. «Στο μενού έχουμε παντρέψει στοιχεία από την Ελληνική, την Ιαπωνική, την Περουβιανή και την Πορτογαλική κουζίνα. Προσωπικά μου αρέσουν πολύ οι συνδυασμοί διάφορων γεύσεων και θέλω να υπάρχουν αρώματα και εντάσεις στα πιάτα μου» λέει ο Γιάννης ο οποίος είναι και ο δημιουργός του oyster shot –σφηνάκι με τζιν, χυμό από αγγούρι και ξινόμηλο, τσίλι, δυόσμο και λάιμ, με ένα γαλλικό στρείδι να βρίσκεται στην κορυφή του ποτηριού.
Αντίστοιχη προσοχή έχει δοθεί και στις επιλογές για κρασί και σαμπάνια. Στη λίστα βρίσκουμε εξαιρετικούς λευκούς και ροζέ οίνους, prosecco αλλά και αρκετές ενδιαφέρουσες σαμπάνιες σε άκρως προσιτές τιμές (γύρω στα 70 ευρώ). «Συνεργαστήκαμε με φίλους σομελιέ, τεχνικούς, αντιπροσώπους εταιριών που εξειδικεύονται σε αυτό που προσφέρουμε και φέραμε ετικέτες που αγκαλιάζουν και αναδεικνύουν το προϊόν μας». Στο Blue Oyster θέλουν να κάνουν τα οστρακοειδή και την σαμπάνια «μέρος της καθημερινότητας των ανθρώπων και όχι ενός ελιτίστικου κυριακάτικου μεσημεριανού που θα πιείς πανάκριβα κρασιά και πανάκριβες σαμπάνιες. Θέλουμε να βρίσκουμε πολλές αφορμές για να γιορτάσουμε καθημερινά και η σαμπάνια είναι επιστέγασμα της χαράς».
Όσο για τα κοκτέιλ, περιορίζονται σε αυτά που τονίζουν τον φολκόρ χαρακτήρα του μαγαζιού, όπως τα κοκτέιλ με τσίπουρο και τις ελληνικές μαστίχες. «Όταν κλείνει η κουζίνα μαζευόμαστε φίλοι και μένουμε και ξενυχτάμε και χαιρόμαστε. Νομίζω, λοιπόν, ότι μακροπρόθεσμα μπορεί να ενδώσουμε σε περιορισμένους πειρασμούς κοκτέιλ. Σίγουρα όμως δεν θέλουμε να γίνουμε ένα κοκτέιλ μπαρ» μας εκμυστηρεύθηκε η Φανή. Tην χαρά, το κέφι και τη διασκέδαση εκφράζει άλλωστε και το όνομα του μαγαζιού που προέρχεται από το ομώνυμο gay bar των ταινιών «Η Μεγάλη των Μπάτσων Σχολή». Η μουσική ακολουθεί και αυτή τους ρυθμούς του μαγαζιού με πιο μελωδικά κομμάτια όταν είναι νωρίς και ότι θέλει η παρέα μετά τις 11 το βράδυ που τα πιάτα μπαίνουν στα ράφια και το ποτήρια έχουν την τιμητική τους.
Με τρομερό ταπεραμέντο, εξαιρετικό φαγητό και μοναδικές προτάσεις για ποτό, δεν είναι παράξενο που το Blue Oyster γνώρισε επιτυχία από την πρώτα κιόλας μέρα λειτουργίας του. Σίγουρα ένας αξιόλογος προορισμός στο κέντρο της πόλης που υπόσχεται να σας χαρίζει αξέχαστες στιγμές και – ποιος ξέρει; – ίσως γίνει η ιστορία που θα ζήσετε εσείς στο μαγαζί η επόμενη τοιχογραφία που θα διακοσμήσει τους τοίχους στο πατάρι.
Κολοκοτρώνη 62, Αθήνα, 210 3221 448
Jerár
Με αέρα γαλλικού μπιστρό αλλά γερές βάσεις στην ελληνική κουζίνα, το Jerár, το αξιόλογο γαστρονομικό εγχείρημα του σεφ και συνιδιοκτήτη Χάρη Νικολούζου (2 Μαζί, Σελήνη) και του Γιώργου Καβακλή (Spoiled, Barro Negro), στρέφει τα φώτα της εστιατορικής σκηνής της πόλης στη Δάφνη.
Οι δυο τους γνωρίστηκαν στο Spoiled, όταν είχε πρωτοανοίξει το μπαρ πριν 9 χρόνια. Ο Χάρης είναι κάτοικος Δάφνης και επισκεπτόταν συχνά το μαγαζί, όπου bartender και συνιδιοκτήτης είναι ο Γιώργος. Η φιλία εξελίχθηκε και σε συνεργασία όταν ο Χάρης δημιούργησε κάποια μικρά, street style μενού για το Spoiled. Και κάπως έτσι ο αμοιβαίος σεβασμός και αλληλοθαυμασμός αλλά και η φιλία οδήγησαν στην ένωση των δυνάμεών τους και την δημιουργία του Jerár.
Το όνομα του εστιατορίου είναι γέννημα του επεισοδίου «Γαλλική Κουλτούρα» των «Απαράδεκτων». Η τηλεοπτική παρέα ετοιμαζόταν να υποδεχθεί τον φίλο του Γιάννη, το Ζεράρ, και ενώ περίμεναν την επιτομή της παριζιάνικης φινέτσας, παρέλαβαν κάτι αναπάντεχα διαφορετικό. «Κρύψτε τη φέτα και το γαλοτύρι, μόνο ροκφόρ και camembert για το Ζεράρ» αναφωνεί ο Μπέζος, άλλο που ο Γάλλος τους βγήκε να ζητάει κανταΐφι και μπακλαβά.
Με χιουμοριστική διάθεση έγινε, λοιπόν, η επιλογή αλλά και η παραλλαγή στη γραφή του ονόματος μιας και ο σεφ, ενώ είναι αρκετά γαλλοτραφής στην μαγειρική του, έχει την ελληνική κουζίνα ως βάση στα πιάτα του. Θα φτιάξει, δηλαδή, την βελούδινη béchamel αλλά θα την βάλει στο tartare μουσακά.
Στον ήσυχο πεζόδρομο της Αγίας Βαρβάρας, οι δύο ηθικοί αυτουργοί, βρήκαν μια παλιά φαρμακαποθήκη και τη μετέτρεψαν σε ένα χώρο μίνιμαλ αισθητικής με industrial και urban στοιχεία. Το μπετόν στις γυμνές κολόνες, τα τούβλα και οι πέτρες σε ορισμένα σημεία του τοίχου, το ατσάλι στους αεραγωγούς και το απαλό ξύλο στα τραπεζοκαθίσματα δένουν με απόλυτη αρμονία και μας καλούν να χαλαρώσουμε.
«Θέλουμε ο χώρος να μην τρομάζει τον επισκέπτη. Να έρθει και να πάρει ένα ποτήρι κρασί και ένα-δύο snack, να νιώσει άνετα και να περάσει καλά. Έχουμε απλότητα, αλλά όχι απλοϊκότητα. Είμαστε δηλαδή ένα casual εστιατόριο στη Δάφνη αλλά με finedining φιλοσοφία» λέει ο Χάρης. «Με το Jerár θέλουμε να περάσουμε στον κόσμο ότι μπορεί να απολαύσει ένα πολύ καλό φαγητό σε ένα πολύ χαλαρό χώρο χωρίς την αυστηρότητα ενός βαρύ εστιατορίου» συμπληρώνει ο Γιώργος.
Η κουζίνα, πιο ανοιχτή δεν γίνεται, σε σημείο που σου έρχεται αν χρειαστείς κάτι, να πας να το πάρεις μόνος σου. Ντυμένη με λευκά πλακάκια είναι σα να φωτίζει το χώρο και να στρέφει τους προβολείς πάνω στο σεφ και την ομάδα του που λειτουργούν με απόλυτη αρμονία. Πρωταρχικής σημασίας, οι υψηλής ποιότητας πρώτες ύλες αλλά και τα διαθέσιμα προϊόντα της κάθε εποχής. Τα στοιχεία αυτά δίνουν και το στίγμα στο πως θα κινηθεί το μενού, το οποίο κατά τ’ άλλα είναι εντελώς ελεύθερο. «Δε μου αρέσουν οι όροι κάνω ελληνική, γαλλική, δημιουργική κουζίνα. Νιώθω ότι μπαίνω σε ένα καλούπι και δεν το θέλω» δηλώνει ο Χάρης.
Στο εστιατόριο κάνουν το δικό τους προζυμένιο ψωμί 48ωρης ωρίμασης, με προζύμι 4 ετών που το λένε Καποδίστρια – ένα από τα πρώτα στοιχεία που φανερώνουν την Κερκυραϊκή καταγωγή του σεφ. Το βούτυρο από ξινή κρέμα – πραγματικά μεγάλη νοστιμιά – που έρχεται συνοδεία του ψωμιού, είναι επίσης δικό τους, ενώ σε ένα μικρό dip φέρνουν και ένα εξαιρετικό αγουρέλαιο από τη Μάνη. Σειρά στον κατάλογο θα πάρουν σε λίγο καιρό και τα χειροποίητα αλλαντικά. Τα μικρά χρυσαφένια σπανακοπιτάκια σε σχήμα ραβιόλι με την πληθωρική γέμιση έρχονται παρέα με ένα δροσερό και μεστό γιαούρτι, που παράγεται και αυτό στο εστιατόριο. Τα τραγανά bites κουνελιού, από μια μικρή βιολογική φάρμα στο Ρέθυμνο, σερβίρονται με μαγιονέζα σπετσιερικό – ένα μείγμα 12 μπαχαρικών, με γλυκές και καπνιστές νότες, που χρησιμοποιούν για την παστιτσάδα στην Κέρκυρα, καθώς και χειροποίητες πίκλες λαχανικών που προσθέτουν ένα όξινο στοιχείο στο πιάτο.
Για pasta σερβίρουν την εμβληματική του cacio e pepe «Γαρίδες Μικρολίμανο». Η κλασική μακαρονάδα έρχεται με bisque και tartare γαρίδας, δημιουργώντας έναν πολύ ιδιαίτερο συνδυασμό ανάμεσα στο ζεστό και το κρύο. Σε λίγο θα προστεθεί και μια pasta ονόματι «μακαρόνια με κιμά» που παραπέμπει σε παιδικά χρόνια.
Στο μενού, επίσης, φιγουράρουν ρεβυθάδα με μπακαλιάρο ή πεσκανδρίτσα (ανάλογα με τα διαθέσιμα ψάρια), αρνί με κανκιόφολες (αγκινάρες Ιερουσαλήμ) και λουκάνικο αρνίσιο, καθώς και μια λαχταριστή côte de bœuf (ribeye bone-in) αφού, όπως λέει ο σεφ, πρέπει να υπάρχει ένα πολύ καλό κρέας σε ένα τέτοιο εστιατόριο για να μπορείς να το συνδυάζεις με πολύ μεγάλα κόκκινα κρασιά.
Στα sides, προς το παρόν, συναντάμε μόνο τη σαλάτα σπανακόπιτα, ένα πιάτο που ακολουθεί το σεφ από το 2013. Σύντομα, όμως, θα προστεθούν και τρία ακόμα πιάτα – μια polenta, ένας πουρές πατάτας με κόκκινη σάλτσα και crepes με τρούφα και φουντούκια.
Στο παιχνίδι θα μπει και ο μεγάλος μαυροπίνακας, στον οποίο θα γράφονται πιάτα ημέρας, όπως το ονειρικό Pâté en Croûte με foie gras και χοιρινό, ορτύκι ή περιστέρι. «Τα πιάτα που θα γράφονται στο μαυροπίνακα θα τα επικοινωνώ εγώ στον κόσμο μας» δηλώνει ο Χάρης.
Το κρασί στο Jerár έχει πρωταρχική σημασία. Την επιμέλεια της λίστας έχει ο Γιάννης Επιτροπάκης, που, μαζί με τους δύο ιδιοκτήτες, έχουν στήσει μια κάρτα με επιλογές από εκλεκτά οινοποιεία του Ελληνικού και το Γαλλικού αμπελώνα, που αναδεικνύουν τα πιάτα αλλά και τον χαρακτήρα του μενού, με τις ελληνικές βάσεις του και τα στοιχεία από τη γαλλική κουζίνα. Πολλές ετικέτες προσφέρονται και σε ποτήρι, δίνοντας έτσι την δυνατότητα στους επισκέπτες να συνδυάσουν το πιο σωστό, για το κάθε πιάτο, κρασί. «Αν και η βάση μας είναι το κρασί, έχουμε 4 επιλογές σε κοκτέιλ γιατί θέλουμε κάποιος που το επιθυμεί να έχει τη δυνατότητα να αρχίσει ή να τελειώσει το γεύμα του με ένα ποτό» λέει ο Γιώργος.
Με νόστιμα, δοκιμασμένα καθώς και καινούργια, πιάτα, φίνα κρασιά και χαλαρή διάθεση, το Jerár και η Δάφνη θέτουν σοβαρή υποψηφιότητα για τη θέση του νέου hot spot της πρωτεύουσας.
Aγίας Βαρβάρας 55, Δάφνη, 697 3039 276
Διαβάστε ακόμα:
8 κορυφαία εστιατόρια της Αθήνας με ιαπωνική κουζίνα -Μοντέρνα, κοσμοπολίτικα, με συναρπαστικά πιάτα
4 κορυφαίοι προορισμοί με μοναδικό συνδυασμό κρασιού-φαγητού κοντά στην Αθήνα