Τα άπειρα μικρά θαύματα του Αιγαίου, συναρμολογούν το μεγαλειώδες παλίμψηστο που μας συναρπάζει, ήδη, από την προϊστορία του τρόπου ζωής μας, από την χρυσή Εποχή του Χαλκού, την Νεολιθική, τη Μεσολιθική, και ακόμη πιο παλιά, από την Παλαιολιθική Εποχή. Τελικά, ποιο είναι το λίκνο του πολιτισμού μας, οι μικρές στεριές ή η μεγάλη θάλασσα; Αδύνατον να τα διαχωρίσουμε, γιατί ο κανόνας του μεγαλειώδους ελάχιστου, δανείζεται άπλετο ζωτικό χώρο και ενέργεια από το πέλαγος, έτσι που τα όρια των μικρών, φαινομενικά περίκλειστων στεριών να φαντάζουν απέραντα. Δέστε τη Σχοινούσα, τη μία από τις μικρές των Μικρών Κυκλάδων.

12

Μια μικρή στεριά –που τα μάτια σου μπορούν να την αγκαλιάσουν ολόκληρη από τη ψηλότερη κορυφή του λόφου με τον παλιό ανεμόμυλο και τα πόδια σου έχουν την ευχέρεια να την εξερευνήσουν απ’ άκρη σ’ άκρη– μπορεί να παράγει και να εφοδιάζει τους ανθρώπους για να τακτοποιήσουν στέρεα τα βασικά της ζωής τους και να μπουν χωρίς αυτές τις έγνοιες στη θάλασσα, για να ψαρέψουν ή να ταξιδέψουν διευρύνοντας τους ορίζοντές τους. Πριν πας εκεί, δυσκολεύεσαι να πιστέψεις ότι σε έναν τόσο περιορισμένο χώρο παράγεται περισσότερη φάβα απ’ οπουδήποτε αλλού. Κι όταν το βλέπεις δεν πιστεύεις στα μάτια σου. Σχεδόν όλο το νησί, κάθε γωνιά του που κρατά εύφορο χώμα, σπέρνεται το φθινόπωρο και θερίζεται τον Μάιο.

Βέβαια, μένει χώρος και για ωραίες παραλίες, αλλά και ιδιαίτερες, όπως η κρυφή –βραβείο που απονέμεται στους επισκέπτες που εκτιμούν τη Σχοινούσα–, τα Βότσαλα, απέναντι από το λίκνο των κυκλαδικών ειδωλίων, τη μυθική Κέρο, όπου τα κύματα επιμένουν να λειαίνουν τις μεγάλες θαλασσόπετρες. Μοιάζουν πολύ με ειδώλια, αλλά και με πέτρινα τριβεία που έσπαζαν τους ξερούς καρπούς σε εποχές πρωτόγονα χειροποίητες. Έτσι, θα έσπαγαν και τη φάβα από την Παλαιολιθική Εποχή, πριν προχωρήσουν στην εξέλιξη του αλέσματος με τις μυλόπετρες. Αυτός ο τρόπος κοπής της φάβας –πάνω πέτρα που γυρίζει περασμένη στον στερεωμένο στη μέση της άλλης πέτρας άξονα και διαχωρίζει στους δύο λοβούς τον καρπό που περνά ανάμεσά τους– έχει βίο πολλών χιλιάδων χρόνων, και χρησιμοποιείται ακόμη σε κάποια νησιά του Αιγαίου.

Εδώ στη Σχοινούσα, όμως, που έχουν αναπτύξει πολύ την παραγωγή της φάβας «κατσούνι» που κατάγεται από την Αμοργό, όπως και οι κάτοικοί της, χρησιμοποιούν σημερινές μηχανές για το άλεσμα και το καθάρισμα. Έξω στα χωράφια, αν και έκανε την εμφάνισή της η σύγχρονη αλωνιστική, τα ξερά φυτά με τους λοβούς του καρπού τα θερίζουν ακόμη σε δύσκολα σημεία με τη χειροκίνητη «κοσσά», και τα σωριάζουν σε γραμμές με τις πιρούνες, για να περάσει μετά η μηχανή και να τα αλέσει. Πηγαινοέρχεσαι στις εποχές καθώς παρακολουθείς την Ειρήνη να σωριάζει με την πιρούνα τα ξερά φυτά της φάβας, ακούγοντας μουσική με ακουστικά από το κινητό τηλέφωνό της.

Η γεύση ολάκερου του χρονικού της τροφής των νησιωτών του Αιγαίου αναδύεται μέσα από τον συνδυασμό της στεριάς με τη θάλασσα, το πιάτο με την «βελουδένια» φάβα και το ορεκτικό πλοκάμι του χταποδιού από πάνω. Δεν έχει σημασία πως είναι το σκεύος. Μια πελεκημένη γούβα στην πέτρα, ένα πήλινο πινάκιο, ένα ασημένιο βυζαντινό τάσι ή μια πιατέλα από φίνα πορσελάνη. Ο χρόνος, που συνήθως έρχεται με δύναμη από τα αποσκιερά βάθη της ιστορίας, μοιάζει να μένει μετέωρος κοιτάζοντας μια προς το παρελθόν και μια προς το μέλλον. Ναι, σίγουρα οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να μένουν δικτυωμένοι με τις απαρχές τους, σίγουρα οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να τρώνε χταπόδι όσο η θάλασσα είναι ζωντανή, και φάβα όσο υπάρχει χώμα πάνω στο σώμα των νησιών γύρω από την ιερή Δήλο. Κι αυτά θα είναι πολύτιμο κομμάτι της γευστικής φυσιογνωμίας τους. Σε τόπους, όπως η Σκύρος, υπήρχε ειδικό κυλινδρικό, πήλινο σκεύος σαν κανάτι, το «φαβοτσούκαλο», όπου έβραζε η φάβα, πρωτόγονα, μόνο με αλάτι και νερό, δίπλα στο αναμμένο τζάκι.

Στη Σχοινούσα λένε ότι αν η φάβα δεν πιει λάδι, δεν αξίζει τίποτε. Παραμένει όμως το μαγείρεμά της τόσο απλό, όσο και την εποχή των απαρχών του ανθρώπου. Τουλάχιστον στο Αιγαίο της εποχής του Χαλκού υπήρχε. Εικονίζεται πάνω σε αγγείο του 17ου π.Χ. αιώνα, μαζί και με άλλα καλλιεργούμενα φυτά όπως το κλήμα, που βρέθηκε στον θαυμαστό οικισμό του Ακρωτηρίου. Και βεβαίως υπήρχε το θαλασσινό αλάτι που ήταν απαραίτητο για τη φάβα και τα συνοδευτικά της, τα «αλμυρά». Τα παστά ψάρια, που εδώ στη Σχοινούσα ήταν παραδοσιακά η μένουλα, η γόπα, η σάρπα και η φρίσσα. Και το κρεμμύδι που είναι σήμερα το καλύτερο ταίρι της φάβας, μπορεί να υπήρχε και τότε. Οι βολβοί, σαν μικρά κρεμμύδια, που στην Κρήτη τους λένε ασκορδουλάκους, στην Σκύρο κρεμμύδες και αλλού αγριοκρέμμυδα, είναι αυτοφυή. Όπως και η κάπαρη, σε κάθε φάση της εξέλιξης της, τουρσί, που ταιριάζει πολύ με τη φάβα.

Στο εστιατόριο Deli στο χωριό της Σχοινούσας, ο Δημήτρης μας έφερε το χταπόδι λιόκαυτο –άλλος ένας αρχέγονος τρόπος διατήρησης της τροφής– και μετά ελαφρώς βρασμένο, συνοδεία ρόκας, που το κάνει πιο δροσερό και πιο καλοκαιρινό. Του πάνε όμως και τα κρίθαμα τουρσί, αφού έχουν μεγάλη οικειότητα με το θαλάσσιο περιβάλλον του. Πηγαίνουν όμως και τη φάβα, σε χιλιόχρονα ταιριάσματα γεύσεων, τόπων και τοπίων.

Ο Νίκος Γ. Μαστροπαύλος είναι δημοσιογράφος, δημιουργός της eudemonia.gr, ιστοσελίδας αφιερωμένης στον πολιτισμό των καθημερινών απολαύσεων στην Ελλάδα και στην Κύπρο.

Διαβάστε ακόμα:

Η λειτουργία του ούζου με τα όστρακα στην άμμο της Σκάλας Πολιχνίτου

Τι γεύση έχουν τα θερινά ξεφαντώματα στην Ικαρία

H Τέχνη του ωραίου στρωμένου τραπεζιού στην Αίγινα