Όταν ο Κώστας Χατζηχρήστος πρωταγωνιστούσε στην πασίγνωστη ταινία «Της Κακομοίρας», μάλλον δεν φανταζόταν ποτέ πως το πολύ χαρακτηριστικό σκηνικό με το κλασικό ελληνικό παντοπωλείο, μέσα στο οποίο διαδραματιζόταν η ταινία και αποτελούσε σήμα κατατεθέν της απλής ελληνικής καθημερινότητας, θα έσβηνε σχεδόν οριστικά από την ζωή μας τα επόμενα χρόνια χάρη στην γρήγορη άνοδο του βιοτικού επιπέδου και τον καταναλωτισμό.
Μικρά, βγαλμένα σαν από ελληνική ταινία, τα μικρά παντοπωλεία της Νάξου είναι μια ταξιδιωτική εμπειρία από μόνα τους. Κι αυτό, γιατί έχουν συνδέσει την ύπαρξη τους όσο λίγα πράγματα -συμπεριλαμβανομένης της γραβιέρας και της πατάτας- με την ταυτότητα της Νάξου.
Γεμάτα μυρωδιές, χρώματα, αρώματα και γεύσεις τα μικρά παντοπωλεία της Νάξου συμπυκνώνουν την αισθητική, τις συνήθειες και την καθημερινότητα μιας άλλης εποχής. Μυρωδιές φρέσκων μπαχαρικών και μυρωδικών με ζωηρά έντονα χρώματα, που δύσκολα θα βρει κάποιος στα μεγάλα σούπερ μάρκετ των πόλεων, τραβούν αμέσως τον εκάστοτε επισκέπτη να μπει, έστω και για λίγο, και να ψάξει μήπως βρει κανένα μικρό ζαρζαβατικό ή λίγο τυρί να αγοράσει.
Εδώ, τσάι και μπαχαρικά σε τσουβάλια, τοπικά τυριά μακράς ωρίμανσης, αλατισμένες ελιές από διάφορα χωριά της Νάξου, σπιτικά πράσινα σαπούνια, πολύχρωμα αποξηραμένα φρούτα σε σακουλάκια και λογιών λογιών πήλινα -και όχι μόνο- σκεύη σε ξύλινα πράσινα ράφια καρφωμένα στους άσπρους τοίχους συνθέτουν ένα σκηνικό που δύσκολα περνάει απαρατήρητο, πόσο μάλλον αφήνει κάποιον ασυγκίνητο. Ανάμεσα στα ανοίγματα των τοίχων κορνιζομένη καμιά παλιά διαφήμιση εποχής με κάποιο «πονηρό» υπονοούμενο ή απλώς κολλημένοι ευφάνταστοι συνδυασμοί από οτιδήποτε με το οποίο κανείς μπορεί να φτιάξει ένα κολάζ, δημιουργούν μια εικόνα που παραπέμπει σε εποχές παλαιότερες. Μα πάντα, κύριο ρόλο έχει η σκονισμένη κορνίζα του «πρωτομάστορα» που θεμελίωσε το μπακάλικο ανοίγοντας έτσι σήμερα ένα κεφάλαιο στην ιστορία του τόπου.
Εικόνα εποχής που συμπληρώνει ταιριαστά και αρμονικά μια πολύ χαρακτηριστική μυρωδιά, αυτή του κίτρινου τυριού που ωριμάζει. Ακολουθώντας την παράδοση που θέλει τα παντοπωλεία να πουλούν τα τοπικά τυριά για δεκαετίες, έτσι κι εδώ τα τοπικά τυριά επιλέγονται προσεκτικά από ντόπιους παραγωγούς, ωριμάζουν με τον χρόνο τους μέσα στα παντοπωλεία μπολιάζοντας με την μυρωδιά τους ολόκληρο τον χώρο.
Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο πως τα περισσότερα από τα ναξιώτικα μπακάλικα είναι οικογενειακές επιχειρήσεις που έχουν αντέξει στην αργόσυρτη φθορά του χρόνου ανάγοντας τις ρίζες τους κάπου μεταξύ 1900 και 1950. Εμπορικό δαιμόνιο, επιχειρηματικό μυαλό ή απλώς ιστορική τύχη έχουν κρατήσει ζωντανά μικρά κομμάτια της ιστορίας του νησιού που υπό άλλες συνθήκες η αστικοποίηση, η άσφαλτος, το τσιμέντο και ο μαζικός τουρισμός θα κατέπιναν μια για πάντα.
Μπαίνοντας, όμως, μέσα στα παντοπωλεία ένα πράγμα τραβά γρήγορα το βλέμμα και αυτό δεν είναι άλλο από τις βαριές ζυγαριές εποχής με τα σκουρόχοντρα βαρίδια παραδίπλα έτοιμα να δώσουν την δική τους «ετυμηγορία» για τις περιβόητες οκάδες. Είναι σαν να ζείτε μια στιγμή από την παλιά Ελλάδα και ο μπακάλης ετοιμάζεται να σας χρεώσει την οκά. Βέβαια, αν και η εποχή των οκάδων και των ζυγαριών προφανώς κι έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί, φαίνεται πως στην Νάξο, ένα παλιό παντοπωλείο ακόμη και σήμερα δεν μπορεί να επιβιώσει, έστω και συμβολικά, χωρίς να έχει σε μια άκρη την κάποτε πανίσχυρη ζυγαριά. Τόσο οξύμωρο σήμερα πως ακριβώς δίπλα στην ιστορική ζυγαριά του μπακάλη δεσπόζει μια ηλεκτρική ταμειακή, ενώ ούτε λόγος για το τερματικό POS που με την αναμμένη οθόνη του σηματοδοτεί το νήμα της εξέλιξης του εμπορίου, αλλά και μιας ολόκληρης εποχής κι ενός νησιού που διαρκώς αλλάζει.
Διαβάστε ακόμα:
5 στάσεις για απολαυστικό brunch στη Νάξο
Νάξος: Στην εύφορη Γη των Κυκλάδων