Σε ένα τόσο τουριστικό μέρος, υπάρχουν εστιατόρια που προσφέρουν όλες τα σύγχρονα είδη γαστρονομίας στο πιο υψηλό επίπεδο. Παράλληλα, όμως, οι τοπικές σπεσιαλιτέ κατέχουν εξέχουσα θέση σε πολλά μενού αξιώσεων, τόσο στα fine dining εστιατόρια και στα έθνικ εστιατόρια όσο και στις ταβέρνες με μαγειρευτά και στις ψαροταβέρνες.
Αν και η Ρόδος έχει μεγάλη ναυτική ιστορία, η κουζίνα των κατοίκων στηρίζεται στα αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα. Στη βάση της ροδίτικης παραδοσιακής κουζίνας βρίσκεται η ελιά και το σιτάρι και ό, τι παράγεται από αυτά. Το ελαιόλαδο είναι η βασική λιπαρή ύλη για το μαγείρεμα των φαγητών ενώ οι ελιές ετοιμάζονται με πολλούς τρόπους και συνοδεύουν ακόμα και σήμερα σχεδόν κάθε γεύμα: ελιές «ζούπες» δηλαδή μαύρες ώριμες ελιές αλατισμένες και αρωματισμένες με σκίνο και θυμάρι, ελιές τσακιστές ή μαχαιράτες, δηλαδή πράσινες ελιές σπασμένες με την πέτρα ή χαραγμένες με ξυράφι, και αρτυμένες με νεράντζι, λεμόνι και μάραθο, ελιές κουλουμπιστές, δηλαδή πράσινες ελιές που διατηρούνται σε άλμη μαζί χυμό νερατζιού ή λεμονιού και αρτυσμένες με μάραθο η θρούμπι, οι αποξηραμένες ελιές.
Τα παράγωγα του σιταριού είναι η άλλη μεγάλη κατηγορία παραδοσιακών τροφίμων με το πλιγούρι (σιτάρι βρασμένο σε νερό, στεγνωμένο και χοντροαλεσμένο) να παίζει κυρίαρχο ρόλο. Κατόπιν είναι ο, τραχανάς ο χόντρος (χοντροαλεσμένο σιτάρι) και μια πολύ μεγάλη ποικιλία από ζυμαρικά που είναι η βάση για πάρα πολλά φαγητά: το μάτσι ή κουλουρία ή κουλουριά (σαν κοντές χυλοπίτες όπως και το “λουκούμι”), το κριθαράκι κομμένο στο χέρι, οι μακαρούνες (λεπτά μακαρόνια) τα στριφτά (σαν βίδες), τα “τριφτά” αραιή ζύμη που τριβόταν στο χέρι να γίνει σαν τρίμμα, οι χυλοπίτες αν η ζύμη περιέχει αυγά. Ένα άλλο δημητριακό που παίζει ρόλο στην τοπική κουζίνα είναι το σουσάμι. Το ταχίνι συμμετέχει σε μια πλειάδα πιάτων όπως ταχινόσουπες, ταχινόπιτες και σάλτσες.
Τα όσπρια, κυρίως τα ρεβίθια και τα πολύ νόστιμα τοπικά φασόλια “λόπια Κατταβιάς” (ΠΓΕ), τα λαχανικά, το τυρί, λίγο κρέας, αλλά αρκετά σπιτικά αλλαντικά από το χοίρο που έσφαζαν τα Χριστούγεννα (καβουρμάς), παστά ψάρια αλλά ελάχιστο φρέσκο ψάρι φτιάχνουν την εικόνα της τοπικής κουζίνας.
Τα αρωματικά βότανα και τα μπαχαρικά αρτύζουν με αφθονία σχεδόν όλα τα φαγητά. Κανέλα, μπαχάρι, μαυροπίπερο και πάνω από όλα το κύμινο, η «μακριά μυρωδιά» στη ροδίτικη ντοπολαλιά, αρωματίζει σχεδόν τα πάντα και ιδιαίτερο ό, τι περιέχει ντομάτα. Κορυφαία έκφραση της χρήσης των αρωματικών βοτάνων είναι το «χαιρεπαίδι» (τοπικό ρόφημα από 19 βότανα που προσφερόταν όταν γεννιόταν ένα παιδί ενώ η «αλιφασκιά» δηλαδή το φασκόμηλο χρησιμοποιείται ευρέως για να αρωματίζει το κρέας και ως ρόφημα.
Ένα μοναδικής νοστιμιάς ιδιοσκεύασμα είναι το «πόψημα» δηλαδή η «κορφή», το καϊμάκι του γάλακτος σιγοβρασμένο μέχρι να πήξει που αλείφεται στο ψωμί ενώ η τυροκομική παράδοση της Ρόδου που έρχεται από την ανεπτυγμένη κτηνοτροφία, δίνει πολλά τυριά: τυρομυζήθρα, ανθότυρο, γραβιέρα Ρόδου, γιδοτύρι, και το πολύ ξεχωριστό «σύνορο», που μοιάζει με τη μυζήθρα.
Χαρακτηριστικά εδέσματα της τοπικής κουζίνας είναι η μεγάλη ποικιλία από «γιαπράκια» (ντολμαδάκια) ανάμεσα στα οποία μοναδικά είναι το γιαπράκια με «καμηλάκια», δηλαδή με φύλλα κυκλάμινου (του οποίου ο βολβοί γίνονται και γλυκό του κουταλιού), αλλά και τα γιαπράκια με κουκιά, και με μανιτάρια. Πολύ αγαπητά είναι τα «πιταράκια» σαν ψευτοκεφτέδες με ρεβύθια και δυόσμο. Από τα κυρίως πιάτα ξεχωρίζουν το κατσικάκι στον πυδιακό (στενό και ψηλό πήλινο τσουκάλι), η «λακάνη», κατσίκα με ντομάτα, χόντρο και ρεβύθια ψημένη στο πήλινο σκεύος «λακάνη» στο φούρνο, οι καράβολοι (σαλιγκάρια) κοκκινιστοί με κρεμμύδια και πλιγούρι αρωματισμένοι με κύμινο, το κοτόπουλο με πλιγούρι, η όρνιθα με λουκούμι (είδος ζυμαρικού), το κατσικίσιο κρέας με «λόπια» (τοπικά φασόλια) τα βλίτα με γλιστρίδες γιαχνί, τα ρουζέτια (ψάρια σαν τα μπαρμπούνια) τηγανητά με σκορδαλιά, τα «πουγκιά» (χορτόπιτες), η κόκκινη κολοκύθα -ένα πολύ αγαπητό κηπευτικό-, κοκκινιστή διάφορα λαχανικά.
Από τα γλυκά, στην πρωτοκαθεδρία βρίσκεται το «μελεκούνι», μαλακό παστέλι με αρωματικό μέλι που η Ρόδος παράγει σε αφθονία και με άριστη ποιότητα και σουσάμι και ακολουθούν τα αμυγδαλωτά, τα ξεροτήγανα, τα «τακάκια» (τηγανητά γλυκά γεμιστά με καρύδια, σουσάμι και μπαχαρικά και σιροπιασμένα), οι τηγανίτες, οι «μαντινάδες», ένα ξεροτήγανο περιχυμένο με μέλι και ανθότυρο και πασπαλισμένο με τριμμένο αμύγδαλο και ο πελτές από καΐσι (βερίκοκο).
Οινική ταυτότητα
Γύρω στα 6.000 στρ. είναι οι αμπελώνες της Ρόδου με δύο ζώνες Ονομασίας Προέλευσης: τη ΡΟΔΟΣ ΟΠΕ (Ονομασία Προελεύσεως Ελεγχόμενη) που περιλαμβάνει τις περιοχές που καλλιεργείται η ποικιλία Μοσχάτο Λευκό και τη ΡΟΔΟΣ ΟΠΑΠ (Ονομασία Προελεύσεως Ανωτέρας Ποιότητας) που περιλαμβάνει τη ζώνη της λευκής ποικιλίας Αθήρι, και τη ζώνη της ερυθρής ποικιλίας Αμοργιανό (κοινότητες Κρητηνίας, Σιάνων, Μονόλιθου, Αγίου Ισιδώρου, Απολλώνων, Έμπωνα, Σαλάκου, Μανδρικού, Καλαβάρδων, Φανών, Σορωνής, Θεολόγου, Δαματρίας και Μαριτσών). Οι ποικιλίες που καλλιεργούνται είναι το Λευκό Μοσχάτο, το Αθήρι, η Μανδηλαριά (Αμοργιανό),το Μοσχάτο Trani, το Ασύρτικο και το Mοσχάτο Άσπρο (για την παραγωγή γλυκού κρασιού).
Εκτός από κρασί, στη Ρόδο παράγεται και σούμα, ένα απόσταγμα από τα στέμφυλα του σταφυλιού που μοιάζει με τη ρακή.. Ονομαστή είναι η σούμα του ορεινού χωριού της Έμπωνα και του χωριού Σιάννα.