Μπορεί να μην αποτελεί την πιο στερεοτυπική εικόνα να περπατάς στην Ολλανδία και να βλέπεις τους ντόπιους να απολαμβάνουν τον φρέντο κάφε τους, όμως, είναι πέρα για πέρα αληθινή. Η εξήγηση για το πως συνέβη κάτι τέτοιο είναι απλή. Όλα ξεκίνησαν το 2013 όταν ο κ. Κώστας Γιαννόπουλος, ακολουθώντας την καριέρα του ως αθλητής του χάντμπολ, έφυγε απο την Ελλάδα και την ΑΕΚ με μεταγραφή στο H.B Kaerjeng στο Λουξεμβούργο.
Μία μετέπειτα επιχειρηματική δραστηριότητα, τον οδήγησε στη σύλληψη της εμπνευσμένης ιδέας. Ο ίδιος μας διηγείται: «Αρχικά, το TSU δημιουργήθηκε από εμένα και την συνεργάτη, σύζυγο και πλέον μαμά της κόρης μας, Βίκυ Ιωαννίδου. Το TSU υπήρχε στο μυαλό μας για αρκετό καιρό ως project. Όντας στο εξωτερικό για περίπου δέκα χρόνια και μετά από την εμπειρία μας στην δημιουργία δύο άλλων επιχειρήσεων (πάνω στο ελληνικό σουβλάκι), νιώσαμε την ανάγκη του κόσμου για ένα μαγαζί παρόμοιο με το TSU όπως το βλέπουμε τώρα. Το όνομα προέρχεται από τη λέξη tsureki και ήρθε σε μια στιγμή που κάναμε με την Βίκυ αλλαγές στη ζωή μας. Στην αρχή, επιζητούσαμε ένα όνομα αστείο αλλά και εύκολο να το προφέρουν όλοι. Αυτό το όνομα σε συνδυασμό με το πολύχρωμο branding, μας έκανε να χαμογελάμε τις πρώτες δύσκολες εβδομάδες λανσαρίσματος που συνέπεσαν με την περίοδο του κόβιντ.»
Οι δυο τους μένουν μόνιμα στην Ολλανδία τα τελευταία δύο χρόνια. Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό η δημιουργία μιας επιχείρησης, σε μία ξένη αγορά εν μέσω κόβιντ δεν συνιστά και την πιο εύκολη συνθήκη. Οι δυσκολίες ήταν αρκετές, όμως, η τελική έκβαση τους δικαίωσε. Όπως μας λέει ο ίδιος: «Στην αρχή η Βίκυ και εγώ δουλέψαμε ατέλειωτες ώρες. Βέβαια, ήμουν τυχερός γιατί η Βίκυ είναι τελειομανής, με επιμονή και όραμα και έτσι σύντομα καταφέραμε να δημιουργήσουμε καθημερινούς πελάτες και ένα δικό μας community, που σήμαινε πως θα αντέχαμε σε μια τουριστική αγορά όπως το Μάρκτχαλ, γιατί φέρναμε τους locals μέσα, πέρα από τους τουρίστες αλλά και τους Έλληνες που μας στήριξαν από την πρώτη στιγμή.»
Τον ρωτάμε τι θυμάται πιο έντονα από τις πρώτες ημέρες λειτουργίας του TSU και ενθουσιασμένος μας αναφέρει: «Θυμάμαι τα πολλά όμορφα σχόλια, το ψήσιμο, το άγχος να φύγουν όλοι ικανοποιημένοι αλλά και λίγο την ανασφάλεια για το αν ο κόσμος θα έρθει ξανά να δοκιμάσει. Θυμάμαι, επίσης, την πρώτη φορά που ξεπουλήσαμε τα πάντα, είχαμε βγει με τη Βίκυ για βόλτα και από τη χαρά μας πέσαμε από το μηχανάκι. Ποιο σχόλιο ξεχωρίζω; Από έναν Ολλανδό -που είναι καχύποπτος στην αρχή- το καλύτερο σχόλιο που μπορείς να ακούσεις είναι πως όταν δοκίμασε για παράδειγμα την σπανακόπιτα μας, επέστρεψε πίσω στο νησί που πάει κάθε καλοκαίρι. Ακούμε συνεχώς πολλά ευχαριστώ και μπράβο από τους Ολλανδούς και αυτό είναι πανέμορφο. Οι Έλληνες, από την άλλη, το σχόλιο που σταθερά μας χαρίζουν είναι ότι «είναι σαν της μαμάς μου». Αυτό το σχόλιο δεν χάνει από κανένα άλλο!»
Τα sold out προϊόντα του TSU είναι η σπανακόπιτα του, ο μπακλαβάς και φυσικά το τσουρέκι. Επίσης, ο καφές φρέντο έχει μεγάλη ζήτηση. Εκτός από τους Έλληνες, που ήταν αναμενόμενο ότι θα τον επιζητούσαν, τον προτιμούν και πολλοί ξένοι ενώ και τα γλυκά τους που αρχικά τα θεωρούσαν «συμπληρωματικά προϊόντα» έχουν σημαντική απήχηση. Ο κ. Γιαννόπουλος υπογραμμίζει πως: «Οι πίτες και τα γλυκά της Ελλάδας όταν είναι ποιοτικά σου λύνουν τα χεριά διότι ταξιδεύουν τον πελάτη πίσω στις διακοπές του ή στην γειτονιά που μεγάλωσε. Μία από τις ευκολίες μας ήταν πως ενώ αρχικά παλεύαμε οικονομικά να τα καταφέρουμε, ο κόσμος δεν έβλεπε τις όποιες ατέλειες, γιατί του δίναμε κάτι πολύ νόστιμο, ποιοτικό και πάντα με χαμόγελο. Δεν υπάρχει τίποτα πιο ωραίο από το να βλέπεις ανθρώπους να τρώνε τη μπουγάτσα μας και να λένε «παιδιά είναι σαν αυτή που παίρνω δίπλα από το σπίτι μου». Ο φρέντο στο μαγαζί μας ήταν από την πρώτη στιγμή κάτι παραπάνω από ένας καφές, ήταν αφορμή για ένα πολύ ειλικρινές socializing μεταξύ μας.»
Εκτός από την «από στόμα σε στόμα διαφήμιση» που ίσως είναι και η καλύτερη, οι ίδιοι επένδυσαν από την πρώτη στιγμή και σε πολύ ενεργά social media για την επικοινωνία του εγχειρήματος τους. Γι’ αυτό, προσέγγισαν και τον κ. Αλέξανδρο Βρυωνάκη ο οποίος είναι το τρίτο μέλος που ολοκληρώνει την ομάδα τους. Τον αποκαλούν τον «μπαμπά» της ομάδας και τον λόγο που έγιναν ένα άρτιο Greek Pies and Pastries Shop.
Η επιτυχία του TSU τους οδήγησε πριν λίγο καιρό στην απόφαση να ανοίξουν ένα ακόμα μαγαζί, αυτή την φορά στο γνώριμο τους, Λουξεμβούργο. «Το Λουξεμβούργο ήταν το δεύτερο σπίτι μας για πολύ καιρό και γνωρίζουμε πολύ κόσμο αλλά και την αγορά. Στόχος μας είναι να γίνουμε αλυσίδα και όλοι να πάρουν μια γεύση της εμπειρίας που προσφέρουμε. Με την προτροπή ενός φίλου που μένει εκεί -και στην πραγματικότητα του πρώτου επενδυτή και συνεργάτη- μας Ονίκ και της γυναίκας του Ιωάννας, κάναμε το πρώτο βήμα ανάπτυξης μας. Νιώθουμε υπέροχα για αυτό, το Λουξεμβούργο μας έχει αγκαλιάσει. Στα μελλοντικά μας σχέδια περιλαμβάνεται και ένα τρίτο μαγαζί ενώ μέσω της holding μας θέλουμε να ολοκληρώσουμε τις ιδέες μας και να κάνουμε grow. Έχουμε πολλά να μάθουμε ακόμα και δεν θέλουμε να τρέχουμε πιο γρηγορά από όσο πρέπει. Αν είμαστε υγιείς όλα θα έρθουν στην ώρα τους.»
Διαβάστε ακόμα:
Ένα νησάκι με καρτ-ποσταλική ομορφιά που αξίζει να επισκεφθείτε αν ταξιδέψετε στο Άμστερνταμ
Gouda και Edam: Οι γραφικές πόλεις που δεν είναι απλά γαστρονομικοί προορισμοί
Ναϊμέχεν, μια πόλη-πρότυπο της βιωσιμότητας στην Ολλανδία -Οι πράσινες πρακτικές που ακολουθεί