Με το που ανεβαίνεις τη μαρμάρινη σκάλα του On Residence, που διατήρησε τον αυθεντικό χαρακτήρα του νεοκλασικού που κοσμούσε την πόλη την περίοδο της Μπελ Επόκ, νιώθεις με ηρωίδα του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ, μία αίσθηση που επιβεβαιώνεται ακόμα περισσότερο όταν ακούς από τα Marshall ηχεία τη χαρακτηριστική τζαζ μουσική που γεμίζει το δωμάτιο. Τίποτα, άλλωστε, εδώ δεν δείχνει να περισσεύει, δεν συνιστά παραφωνία στην Αισθητική, που γράφεται με κεφαλαία γράμματα για να παραπέμψει σε όλη την κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα που διαμόρφωσε τη φήμη και την αίγλη αυτού του κτιρίου αλλά με πολυτελή και σύγχρονα υλικά.
Το ξενοδοχείο On Residence είναι από τα παραδείγματα μίας υποδειγματικής ανακαίνισης που ανέδειξε όλα τα κεντρικά σημεία της παλιάς αρχιτεκτονικής, αυτό το εξαίσιο δείγμα του Εκλεκτικισμού, που ουσιαστικά ξεδιπλώνει ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας της πόλης, από τη μακρινή εποχή της Μπελ Επόκ, ακολουθώντας ωστόσο όλες τις μοντέρνες τάσεις της σύγχρονης αρχιτεκτονικής, της διακόσμησης και του ντιζάιν. Ίσως να μην υπάρχει καλύτερος τρόπος για να συνομιλήσει το παρόν με το μέλλον, να αναδειχθεί η ιστορική συνέχεια και ο σύγχρονος χαρακτήρας που υπαγορεύουν οι τελευταίες τάσεις (βλέπε ξύλο και βελούδο, μοντέρνα ταπετσαρία στον τοίχο κ.λπ.) με απόλυτο σεβασμό στο κλασικό παρελθόν.
Αξίζει να σημειωθεί πως η λιτή χρυσή λεπτομέρεια στη art deco διακόσμηση μοιάζει με την πολύτιμη χάραξη σε ένα κόσμημα διαχρονικής αξίας που εναρμονίζεται απόλυτα με το περιβάλλον και την ιστορία. Σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν, επίσης, οι φωτισμοί που μπορούν να προσδώσουν θεατρικό χαρακτήρα στο περιβάλλον ή να γίνουν πιο ρομαντικοί και έντονοι, ανάλογα με τις ανάγκες. Αλλά επειδή τα amenities είναι μία λεπτομέρεια που δεν προσπερνάς ποτέ, είναι από τις ελάχιστες φορές που εκτός από τη nespresso καφετιέρα που συνόδευσε την ωραία μου παραμονή στο επιβλητικό μπαλκόνι, μαζί με το μαλακό κιμονό και τις παντόφλες που προσφέρονται, με τράβηξαν τα βιολογικά προϊόντα του μπάνιου: ίσως είναι η πρώτη φορά που ένιωσα ότι η κρέμα σώματος είναι καλύτερη από τη δική μου (και επιτέλους, σωστός φωτισμός στο μπάνιο και σωστός μεγεθυντικός καθρέφτης!).
Η γοητευτική, βέβαια, αχλή που περιτυλίγει το κτίριο δεν ανακύπτει τυχαία, ούτε παραπέμπει χωρίς λόγο σε διάφορες μυθιστορηματικές αναφορές για τη Θεσσαλονίκη με πιο πρόσφατες εκείνες του Γιώργου Σκαμπαρδώνη ο οποίος με το μυθιστόρημα του «Ήλιος με Ξιφολόγχες» ξαναζωντανεύει τον αστικό βίο της πόλης που στη μπελ επόκ εποχή έχαιρε ξεχωριστές στιγμές με τις διάφορες χοροεσπερίδες, τους εκπροσώπους της ανώτερης τάξης που συναντιόνταν σε αυτό το σκηνικό, το οποίο νοερά επαναφέρει αυτό το υπέροχο κτίριο της οδού Νίκης, όπου στεγάζεται τώρα το On residence. Σε αυτό το κόσμημα του 1926, που δεσπόζει τώρα και πάλι στην παραλιακή και ξεχωρίζει ακόμα και στον ανυποψίαστο περαστικό, επανέρχονται στο νου εικόνες του αστικού βίου της πόλης όπως ξεδιπλώθηκε όχι μόνο στις επιβλητικές του αίθουσες αλλά και στο θρυλικό εστιατόριο «Olympos-Naoussa» που ανακτά τη χαμένη του αίγλη.
Ήταν εκείνη η εποχή που η ζυθοποιία Όλυμπος και η παγοποιία Νάουσα ένωσαν τις δυνάμεις τους για να δημιουργήσουν για πρώτη φορά ένα μουσείο-δοκιμαστήριο μπύρας, κάτι ανήκουστο και πρωτόγνωρο τότε, σερβίροντας το χρυσό αυτό μείγμα σε εντυπωσιακά ποτήρια, συνοδευόμενα από εκλεκτά ελληνικά εδέσματα. Και η ανταπόκριση ήταν μεγάλη. Άλλωστε στο άκουσμα «Olympos-Naoussa» οι αναμνήσεις είναι πολλές και γι’ αυτό όλοι έσπευσαν να υποδεχτούν με θέρμη την πρόσφατη ανακαίνιση-επαναλειτουργία του.
Για τον Κωνσταντίνο Τορνιβούκα, CEO του Tor Hotel Group, το ΟΝ Residence αποτελεί ένα κομβικό έργο για την εταιρεία αλλά και την ίδια τη Θεσσαλονίκη. «Μετά τη βίαιη διακοπή της λειτουργίας του Μεντιτερανέ λόγω του σεισμού το 1978, το όνειρό μου ήταν πάντα να μπορέσω να επιστρέψω στην παραλία με ένα πρότζεκτ που να διαθέτει τη δυναμική του θρυλικού ξενοδοχείου που είχε ιδρύσει ο συνονόματος παππούς μου το 1925. Όταν λοιπόν βγήκε σε δημοπρασία το ακίνητο του «Olympos-Naoussa», το οποίο ήταν και συνδεδεμένο με το Μεντιτερανέ λόγω της άμεσης γειτνίασής τους αλλά και της παρόμοιας ιστορίας τους, θεώρησα ότι είναι μια ευκαιρία, αλλά και χρέος της οικογένειάς μας προς την πόλη, να επαναφέρουμε το ιστορικό εστιατόριο, και ταυτόχρονα να δημιουργήσουμε ένα ξενοδοχείο υψηλών προδιαγραφών που θα έπιανε το νήμα της πολυτελούς φιλοξενίας στη Θεσσαλονίκη από εκεί που το αφήσαμε μετά το κλείσιμο του Μεντιτερανέ. Η σύμπραξη της Tor Hotel Group με τη Grivalia Hospitality μας επίτρεψε να πραγματοποιήσουμε αυτό το όνειρο.», αναφέρει.
Όσο για τον Γιώργο Χρυσικό, τον CEO της Grivalia, με τον οποίο προχώρησαν σε αυτή τη σύμπραξη-όραμα για ένα τέτοιο ιστορικό μέρος η λέξη όραμα είναι η πρώτη που έρχεται στο νου σχετικά με το «Olympos-Naoussa», επίκεντρο της κοσμικής Θεσσαλονίκης επί δεκαετίες και αγαπημένο στέκι για επιφανείς προσωπικότητες και πολιτικούς όπως ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Ζισκάρ ντ’ Εστέν και πολλοί ακόμη, μέχρι το κλείσιμό του στα μέσα του ’90. «Ήταν το όραμά μας να αναβιώσουμε το ιστορικό εστιατόριο, αλλά και να δημιουργήσουμε μαζί με την οικογένεια Τορνιβούκα ένα ξενοδοχειακό προορισμό απαράμιλλης ομορφιάς και υψηλού επιπέδου υπηρεσιών. Η Grivalia Hospitality αυτήν τη στιγμή υλοποιεί ένα επενδυτικό πρόγραμμα άνω των €500 εκατ. το οποίο θα συμβάλει στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της χώρας μας στη διεθνή αρένα ποιοτικού τουρισμού».
Όλοι οι Θεσσαλονικείς έχουν διάφορες ιστορίες να αφηγηθούν από το εστιατόριο που είναι συνώνυμο με τον αστικό βίο της πόλης, με διάφορους πολιτικούς και καλλιτέχνες που το επισκέφτηκαν, κεφάλαια που έλαβαν σοβαρά υπόψη και που γνωρίζει καλά η οικογένεια Τορνιβούκα, η οποία το περιέβαλε με ιδιαίτερη αγάπη και φρόντισε για το καλύτερο αποτέλεσμα ενώνοντας το τότε με το σήμερα. Άλλωστε το θρυλικό πεντάστερο της παραλιακής Mediterranee ανήκε στην οικογένεια, η οποία τώρα επανέρχεται ξαναδίνοντας ζωή στο σημείο.
Κάθε λεπτομέρεια από το παρελθόν ελήφθη σοβαρά υπόψη αλλά προσδόθηκε σε αυτή μια πιο elevee πινελιά διατηρώντας ωστόσο ακέραιο τον χαρακτήρα της ελληνικότητας: γι’ αυτό και μπορείς ακόμα και σήμερα να διακρίνεις το χυτό πλακάκι με τις χαρακτηριστικές κεραμιδί πλεκτές γραμμές, πιστή κόπια του παλιού πατώματος, τις παλιές ψάθινες καρέκλες που πλέον επανέρχονται με τις μαύρες εξαίσιες bodystuhl με την ψάθινη πλάτη, σε απόλυτη πολυτελή επαναφορά και συνομιλία του παλιού με το νέο. Για να μην μιλήσουμε για το εκλεκτό βελούδο, το πολύχρωμο ζακάρ, την εξαίσια διακόσμηση που διακρίνει κάθε γωνιά τόσο του Olympos-Naoussa όσο και του Tiger Loop, του μπαρ με το οποίο επικοινωνεί άμεσα. Ήταν εδώ που το 1961 τοποθετήθηκε περήφανα στον τοίχο μια πινακίδα βράβευσης της διεθνούς γαστρονομικής εταιρείας Dreicers De Luxe Dining League, ενώ το 1968 η Daily Telegraph την ανέφερε σε άρθρο με τίτλο «Το καλύτερο φαγητό στην Ελλάδα» επιβεβαιώνοντας τη φήμη ενός εστιατορίου που ξεπέρασε τα σύνορα της χώρας.
Ακόμα και το ευγενέστατο προσωπικό στο Olympos Naoussa είναι ντυμένο με ρούχα που παραπέμπουν άμεσα σε ταινίες εποχής, έτοιμες να ικανοποιήσουν κάθε απορία για το μενού που παραπέμπει σε πολλά από τα πιάτα του παλιού εστιατορίου. Μπορεί το fine dining να μην έχει στενή σχέση με τη Θεσσαλονίκη αλλά εδώ δικαιώνει το χαρακτήρα του μέσα από το εμπνευσμένο μενού που επιμελήθηκε ο διακεκριμένος και βραβευμένος σεφ Δημήτρης Τασιούλας συνδυάζοντας τα βιολογικά υλικά με την υψηλή κουζίνα. Ικανοποιητικά ενημερωμένη η λίστα με τα κρασιά ενώ είναι συγκινητικό που επιστρέφει η ζυθοποιία με τοπικές μπύρες και τοπικές γεύσεις που σερβίρονται σαν κοσμήματα παραπέμποντας άμεσα στην ιστορία του μέρους.
Πάντως, εδώ ικανοποιούνται όλα τα εξωτικά γούστα καθώς με χαρά συνειδητοποιήσαμε ότι δεν έλειπε από το μενού η αγαπημένη μας τεκίλα μεσκάλ. Και ίσως να μην είναι υπερβολή να πούμε ότι ικανοποιούνται όλες οι αισθήσεις: αρκεί να απολαύσεις το ηλιοβασίλεμα με ένα ποτήρι σαμπάνια στo prive bar του roof top και μετά να κατέβεις στο εστιατόριο του Olympos Naoussa για να ανιχνεύσεις ξανά τα ίχνη ενός εκλεκτού βίου που χάθηκε στα χρόνια: Σαν να προσγειώθηκε ξαφνικά ο Όσκαρ Ουάιλντ στη Θεσσαλονίκη για να συναντήσει τις σύγχρονες φιγούρες των ντόπιων και των τουριστών που σπεύδουν να ξαναδώσουν ζωή στο μέρος.
Μερικές φορές νομίζεις ότι ζεις σε κινηματογραφικό πλάνο που διατρέχει τον χρόνο, σαν τις σεκάνς που ένωναν το παρελθόν με το μέλλον στις ταινίες του Αγγελόπουλου-και ίσως να μην είναι τυχαίο ότι εδώ, στο ίδιο κτήριο γυρίστηκαν πλάνα από τη θρυλική του ταινία. Πολλά στοιχεία που συναντάς στον χώρο ανασύρουν μια κινηματογραφική υπόμνηση ενώ κάθε γωνία και ένα κινηματογραφικό στιγμιότυπο κατευθείαν βγαλμένο από τη ζωή: θαρρείς πως οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες των παλιών μελών των αστικών οικογενειών της Θεσσαλονίκης που κοσμούν τους τοίχους, από όπου εμπνέονται και τα σουβέρ στα τραπέζια, νομίζεις ότι συνομιλούν απόλυτα με αυτή την τρυφηλή αίσθηση που σου δίνει κάθε λεπτό που περνάς μέσα στο δωμάτιο: από τα αφράτα μαξιλάρια και παπλώματα μέχρι τη θέα στον Θερμαϊκό που μπορείς να απολαμβάνεις ακόμα και ξαπλωμένη στο κρεβάτι σου.
Η μαγεία του Αιγαίου σε απόλυτη συνομιλία με το αστικό σύμπαν της πρωτεύουσας του Βορρά: αρκούν δέκα λεπτά στο μπαλκόνι από όπου μπορείς να χαζέψεις όλο το μαγικό άνοιγμα της θάλασσας, που ύμνησε με αυτό τον τρόπο ο Καββαδίας και όλη την περατζάδα της παραλίας για να νιώσεις τι σημαίνει η λέξη αποτοξίνωση. Χωρίς υπερβολή, η διαμονή στο On Residence είναι αρκετή για να επαναπροσδιοριστεί μέσα σου η σχέση σου με την ίδια την πόλη, την ιστορία της αλλά και το παρόν της. Ίσως να είναι κάτι περισσότερο από ξενοδοχείο, ένα μέρος που αποκαλύπτει τη δύναμη της κλασικής πολυτέλειας που δεν φωνάζει αλλά συμφιλιώνει όλες τις πιθανές όψεις της ιστορίας και του χρόνου.
Διαβάστε ακόμα:
Θεσσαλονίκη: Αυτά είναι τα σημεία που επισκέπτονται περισσότερο οι ταξιδιώτες
Θεσσαλονίκη: Τα καλύτερα σημεία και οι νέες αφίξεις στην πόλη των αντιθέσεων