Ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά που κατέληξε σε μακρόχρονη σχέση. Γνώρισα κι αγάπησα τη Ναύπακτο με τον πιο ασυνήθιστο τρόπο. Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ο αείμνηστος καθηγητής του Πανεπιστημίου του Χάουαρντ στην Ουάσιγκτον, Νικόλαος Σταύρου, με προσκάλεσε με την κάμερα του ΑΝΤΕΝΝΑ για να καταγράψουμε το πρώτο κύμα των Αλβανών προσφύγων, που θα έφτανε στην Ελλάδα. Το ελικόπτερο που είχε μισθώσει πέταξε με το πρώτο φως από το αεροδρόμιο του Ελληνικού. Έχοντας ξεκινήσει ξημερώματα από το σπίτι και ξενυχτισμένος, όταν απογειωθήκαμε, άλλαξα δυο κουβέντες με τον Καθηγητή κι αποκοιμήθηκα.
Ξύπνησα πάνω από ένα ονειρεμένο τοπίο. Μια πόλη με παραδοσιακές στέγες αγκαλιασμένη από ένα παραμυθένιο κάστρο που ένωνε τον λόφο με το λιμάνι, με τέσσερα παράλληλα τείχη. Το ελλειπτικό σχήμα του ενετικού λιμανιού κύκλωνε τα γαλαζοπράσινα νερά προστατεύοντας τις μικρές ψαρόβαρκες. Η ρυμοτομία του κέντρου της πόλης έμοιαζε με ιδανική κάτοψη με δύο οριζόντιους άξονες και συμμετρικά κάθετα στενά, ενώ πολύχρωμα λουλούδια ξεχείλιζαν από τις πλακόστρωτες αυλές.
Αγουροξυπνημένος και χωρίς να είμαι απόλυτα σίγουρος ότι έχω ξυπνήσει και δεν είναι όνειρο, ρώτησα τον πιλότο:
-Καλά, μέσω Ιταλίας θα πάμε;
-Αυτό που βλέπεις είναι η Ναύπακτος, απάντησε.
Από τότε, η Ναύπακτος είναι ο συχνότερος προορισμός μου στις διακοπές.
Το λιμάνι είναι το πιο ζωντανό κομμάτι της πόλης. Δίπλα από τον πλακόστρωτο δρόμο είναι το τοιχίο του λιμανιού, που οι ντόπιοι ονομάζουν μεντένι. Το καλοκαίρι γεμίζει από παιδιά και νέους που κάθονται πάνω στο μεντένι και απολαμβάνουν το ποτό που προμηθεύονται από τα απέναντι μπαρ, ενώ η μουσική δίνει τόνο γιορτής όλες τις ημέρες και νύχτες.
Το παραδοσιακό καφενείο «Το Άρωμα» είναι το πιο παλιό στέκι του λιμανιού, όπου είσαι τυχερός αν εξασφαλίσεις τραπεζάκι για να απολαύσεις τον καφέ ή το ούζο σου με θέα τα ενετικά τείχη και το άγαλμα του πυρπολητή Ανεμογιάννη, στην άλλη άκρη του λιμανιού. Αξίζει τον κόπο μια μικρή βόλτα στην απέναντι πλευρά του λιμανιού, όπου στο δυτικό κομμάτι υπάρχει και το άγαλμα του Μιγκέλ ντε Θερβάντες, του σημαντικότερου Ισπανού συγγραφέα, που έχασε το χέρι του στη ναυμαχία της Ναυπάκτου το 1571, όταν οι Ευρωπαίοι ενώθηκαν για να ανακόψουν την οθωμανική κυριαρχία στις θάλασσες και τις επεκτατικές βλέψεις του Σουλτάνου προς την Ευρώπη.
Τα τελευταία χρόνια, η ναυμαχία αναβιώνει τον Οκτώβριο, μετά την απόφαση του αείμνηστου Τάσου Μπιρσίμ να σκηνοθετήσει τις εκδηλώσεις, με αυθεντικά τρικάταρτα πλοία εποχής, με κανόνια και στολές που θυμίζουν κινηματογραφική υπερπαραγωγή. Οι επίγονοι του μεγάλου Έλληνα σκηνοθέτη προσπαθούν να αποδώσουν όσο πιο πιστά την εντυπωσιακή αναπαράσταση. Ένα από τα πιο θεαματικά έθιμα με επίκεντρο το λιμάνι, που λειτουργεί ως μαγνήτης για τους επισκέπτες, είναι επίσης ο εορτασμός της Μεγάλης Παρασκευής, όπου οι επιτάφιοι των εκκλησιών της πόλης, συγκλίνουν προς το λιμάνι. Ανάμεσα στους δύο πυργίσκους στη μπασιά του λιμανιού, αναρτάται ένας φλεγόμενος σταυρός, που μοιάζει να αιωρείται. Μικρά πλωτά φώτα αναπτύσσονται διάστικτα σε όλη τη θαλάσσια έκταση εντός των τειχών, τα οποία φωταγωγούνται με πυρσούς και μετά την ολοκλήρωση της θρησκευτικής τελετής, ακολουθεί ένα καλειδοσκοπικό πανόραμα, μια πανδαισία βεγγαλικών, που κόβει την ανάσα. Μια χρονιά που κατάφερα να κλείσω θέση στο μπαλκόνι ενός από τα ωραιότερα καφέ του λιμανιού, το Centro Porto, εισέπραξα στο έπακρο το απίστευτο θέαμα και ακρόαμα.
Το πλακόστρωτο στο λιμάνι προσφέρεται επίσης και για φαγητό και ποτό το βραδάκι με τη δροσιά. To παλιό ταβερνάκι του Πάπουλη και το καινούργιο του Μόρτη σερβίρουν «πειραγμένες» και παραδοσιακές συνταγές της ελληνικής κουζίνας σε λογικές τιμές. Για τους λάτρεις του σούσι, των καλών κοκτέιλ και της πανοραμικής θέας του λιμανιού, προσφέρεται η ταράτσα του ξενοδοχείου «Αμαρυλλίς». Η «Κουζίνα», που δημιούργησε στο κέντρο του λιμανιού η φίλη μου η Μαρία Λόη, έγινε μια εποχή το επίκεντρο της κοσμικής ζωής της Ναυπάκτου. Τώρα που η Μαρία μεγαλουργεί στη Νέα Υόρκη, την έχουν διαδεχθεί τα ξαδέρφια της.
Στην προέκταση του ανατολικού λιμενοβραχίονα είναι το Φετιχιέ Τζαμί, ένας ωραιότατος χώρος πολιτισμού, με τακτικές εκθέσεις, που αξίζει να τις επισκεφθείτε. Ανεξίτηλη στη μνήμη μου θα μείνει η έκθεση ενός διάσημου στο Βέλγιο Ναυπάκτιου ζωγράφου, του Γιάννη Αρτινόπουλου, το σπίτι του οποίου βρίσκεται ακριβώς δίπλα από το τζαμί, και με τα καφέ και κίτρινα παράθυρά του αποτελεί σήμα κατατεθέν του λιμανιού. Το βιβλιοπωλείο Αντάτζιο, είναι ίσως το μοναδικό στην Ελλάδα, όπου εκτός από βιβλία βρίσκει κανείς καλό καφέ και ποτά το βράδυ.
Για τους περιπατητές, αξίζει τον κόπο μια βόλτα από το λιμάνι προς τα τείχη μέσα από τα Μποτσαρέικα, όπου θα δουν καθ’οδόν και το περίφημο ρολόι του 1914. Το Κάστρο Καφέ, όταν περάσετε την μπασιά του κάστρου, προσφέρει εκτός από το αμίμητο εκμέκ παγωτό και την παραδοσιακή καρυδόπιτα, μια θέα του Κορινθιακού που εντυπωσιάζει. Αν δεν σας αρέσει το περπάτημα, φθάνετε εκεί και με αυτοκίνητο.
Απέναντι από το λιμάνι, είναι το λεγόμενο στενοπάζαρο, ένα πλακόστρωτο που σφύζει από ζωή στα μπαράκια, τα καφέ και τα εστιατόριά του, θυμίζοντας αιγαιοπελαγίτικο νησί. Στην αναβίωση του στενοπάζαρου, πρωταγωνίστησε η ταβέρνα Ευ-οίνος, ένα λογοπαίγνιο με τον Εύηνο ποταμό, που βρέχει την ευρύτερη περιοχή. Τώρα, πλέον, έχει γεμίσει με μαγαζάκια με αναμνηστικά για τον διαρκώς αυξανόμενο τουρισμό.
Με δύο πανέμορφες παραλίες, την Ψανή και το Γρίμποβο, η Ναύπακτος προσφέρει εναλλακτικά απάγκιο στους κολυμβητές από τους αέρηδες. Η παχιά σκιά από τα δεκάδες αιωνόβια πλατάνια της παραλίας δίπλα στο κύμα, μοναδικό φαινόμενο στην Ελλάδα, προσφέρει την καλύτερη σκιά και φυσική δροσιά τους καλοκαιρινούς μήνες. Στην Ψανή, η «Αύρα» και το «Σούσουρο» και στο Γρίμποβο «Το Σπιτικό» και «Το Πέτρινο», είναι εστιατόρια με ταυτότητα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα δεκάδες άλλα στέκια δεν τα επισκέπτομαι συχνά-πυκνά.
Η μεγάλη δύναμη της Ναυπάκτου, όμως, δεν είναι απαραίτητα μόνο μέσα στην πόλη, αλλά και στην περιφέρειά της, που προσφέρει πολλές εναλλακτικές. Μια από τις ωραιότερες παραλίες της περιοχής είναι στο Σκάλωμα, όπου κυριολεκτικά σκαλώνεις τις ατέλειωτες μέρες και νύχτες του βοριά. Αγαπημένα μου στέκια είναι η «Αποικία», όπου ο φίλος μου ο Πάνος βάζει ελληνική ροκ και ρέγκε, καθώς ανάμεσα στους διάφορους καλλιτέχνες που έχουν δώσει παραστάσεις εδώ είναι και ο Μανού, ο γιος του πατέρα της ρέγκε, Μπομπ Μάρλεϊ. Πολλές φορές, έχουμε αποχαιρετίσει το μοναδικό ηλιοβασίλεμα του Σκαλώματος με σφηνάκια, κιθάρες και τραγούδι. Ακριβώς δίπλα, βρίσκεται η «Στίλβη», ένα ωραίο καφέ-μπαρ για όλες τις ώρες, καταλληλότερο για οικογένειες με παιδιά. Όταν φυσάει Μαΐστρος, προτιμώ την παραλία του Μαραθιά, όπου συνήθως κάθομαι στο «Βότσαλο» του Βασίλη. Κάποια βράδια η παραδοσιακή ταβέρνα του «Μελίστα» σερβίρει τίμιο ελληνικό φαγητό από τον σεφ Γεωργακόπουλο. Το Μοναστηράκι είναι ένα από τα ωραιότερα χωριά της περιοχής. Εκεί, αν δεν έχετε επισκεφθεί την ψαροταβέρνα του Ηλιοπούλου, δεν έχετε δει τίποτε. Είμαι πελάτης τα τελευταία τριάντα χρόνια και ποτέ δεν έχω φύγει δυσαρεστημένος. Φρέσκο ποιοτικό ψάρι και τοπικές λιχουδιές με τιμές ανάλογες με την εξαιρετική ποιότητα. Στη δυτική πλευρά του χωριού, βρίσκεται η παραλία του Παραθάλασσου, ή Blue Lake, για όσους αναζητούν μια Μύκονο στη Δωρίδα. Είναι το μοναδικό μέρος που χρεώνει την ξαπλώστρα και βάζει τη μουσική στη διαπασών. Σε όλα τα άλλα στέκια, οι ξαπλώστρες είναι δωρεάν, υπό την προϋπόθεση ότι θα πάρετε τουλάχιστον έναν καφέ.
Δυτικά της Ναυπάκτου, η παραλία της Μακύνειας προσφέρει μια ακόμη λύση. Για φαγητό προσφέρεται η παλιά ταβέρνα του Λάππα, μπροστά στη θάλασσα και η ψαροταβέρνα του Βασίλη.
Η ευρύτερη περιοχή φημίζεται για τα ωραία ρουμελιώτικα ψητά, οπότε όλοι οι δρόμοι οδηγούν στο Λυγιά. Ο πιο γνωστός «ναός της χοληστερίνης» είναι η ταβέρνα του Θωμά Θωμόπουλου, όπου από τη δύση του ηλίου και μετά θα βρείτε κοκορέτσι, κοντοσούβλι, ματιές, πίτες, και φυσικά αρνάκι σούβλας. Το νοστιμότερο μπιφτέκι της περιοχής το βρίσκετε στην ταβέρνα του Καραδήμα, στη Μανάγουλη, μαζί με παραδοσιακές πίτες και ψητά της περιοχής από το διπλανό κρεοπωλείο.
Οι ορεινοί προορισμοί της Ναυπακτίας είναι πολύ κοντά στην πόλη της Ναυπάκτου και προσφέρουν εξαιρετικής ποιότητας εναλλακτικό τουρισμό. Στο Χάνι του Μπανιά, που βρίσκεται στον δρόμο προς το Θέρμο, μπορείτε να κάνετε ράφτινγκ και κανόε καγιάκ στον Εύηνο ποταμό, μάουντεν μπάικ, ραπέλ, αναρρίχηση, τοξοβολία, ιππασία και φυσικά, πεζοπορία στα καταπληκτικά μονοπάτια της περιοχής. Κατά διαστήματα οργανώνονται αγώνες από οργανωμένες ομάδες.
Ανατολικά του Μόρνου, βρίσκονται εκπληκτικά ορεινά χωριά, όπως η Τερψιθέα, η Ελατού και η Άνω Χώρα. H πλατεία της Τερψιθέας σφύζει από ζωή τα καλοκαίρια και αποτελεί το επίκεντρο της κοινωνικής ζωής του χωριού. Στην Άνω Χώρα, εκτός από το ξενοδοχείο Κρυστάλ, υπάρχουν ωραίες παραδοσιακές ταβέρνες. Αν βρεθείτε στον ξενώνα της Ελατούς, αξίζει να καθίσετε στο γκαζόν, αγναντεύοντας το τοπίο που θυμίζει Ελβετικές Άλπεις. Οι παραδοσιακές λιχουδιές του Πολύκαρπου με τις μεγάλες μερίδες θα σας αποζημιώσουν και οι τιμές του θα σας εκπλήξουν ευχάριστα. Πανέμορφο χωριό είναι και ο Πλάτανος, η πατρίδα του Αμερικανού πρέσβη, Γιώργου Τσούνη. Το εκπληκτικό είναι ότι κάθε εποχή η περιοχή προσφέρει πληθώρα επιλογών.
Αυτοί είναι μερικοί από τους χιλιάδες λόγους που με οδηγούν στη Ναύπακτο, μια πόλη που τη νύχτα αλλάζει όψη, βάζει τα καλά της και διασκεδάζει με όλη της την ψυχή. Στην πόλη και την γύρω περιοχή υπάρχει, θαρρείς, κάποια αστείρευτη πηγή νεολαίας, που συνωστίζεται στο λιμάνι και υπό τη σκιά του καλοφωτισμένου κάστρου, γράφει κάθε βράδυ τη δική της ιστορία εντός των τειχών.
Ο Νικόλας Βαφειάδης είναι δημοσιογράφος.
Διαβάστε ακόμα:
Ναύπακτος: Ένας ιδανικός προορισμός για οικογένειες με παιδιά
Αιτωλικό-Ναύπακτος: Τρεις μέρες γεμάτες διασκέδαση και χαλάρωση