Βρέθηκα στο Όσλο αρχές Οκτώβριου για τέσσερις ημέρες, προκειμένου να παρακολουθήσω μια εκπαίδευση πάνω στην προάσπιση των δικαιωμάτων ευάλωτων ομάδων. Τέσσερις πολύτιμες μέρες που δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ.
Είχα τόση μεγάλη λαχτάρα για αυτό το ταξίδι που δεν με πείραξε καθόλου όταν βρέθηκα στο αεροδρόμιο του Όσλο και η βαλίτσα μου ήταν ακόμα στη Ζυρίχη, έχοντας μέσα μέχρι και το μπουφάν μου. Ακάθεκτη, από το αεροδρόμιο πήρα αμέσως το γρήγορο τρένο για τον κεντρικό σταθμό.
Από προηγούμενα ταξίδια μου στην Ευρώπη είχα συνηθίσει να περιμένω ότι οι περιοχές γύρω από τους σταθμούς του τρένου – τουλάχιστον στις μεγάλες πόλεις – είναι υποβαθμισμένες. Όχι εδώ. Εδώ βγαίνεις από το αθόρυβο τρένο με τον χαμηλό φωτισμό κι όλα μοιάζουν να λάμπουν. Τα κτίρια είναι είτε καινούρια, είτε αναπαλαιωμένα και στο άπλετο φως -τις μέρες με ήλιο- φαίνονται με τέτοια εντυπωσιακή ευκρίνεια, σα να ήσουν μύωπας και να ήταν το πρώτο πράγμα που είδες με τα καινούρια σου γυαλιά.
Δεν έχω υπάρξει ξανά σε πόλη με τόσο χαμηλή, σχεδόν ανύπαρκτη, οπτική ρύπανση. Είναι μια πόλη ξεκούραστη για τα μάτια, δεν έχει ταμπέλες, αφίσες, καλώδια, να σε εμποδίζουν να δεις. Δεν έχει πολύ ψηλά κτίρια κοντά μεταξύ τους που να κόβουν τη θέα και να περιορίζουν τον ουρανό. Δεν έχει ούτε καν ηχορύπανση, σχεδόν όλα τα οχήματα είναι ηλεκτρικά και φυσικά είναι πολύ καθαρή κι η ατμόσφαιρα. Δεν το είχα συνειδητοποιήσει στην αρχή, αλλά αυτά συνδυαστικά συντελούν σε μια αίσθηση ευεξίας, ηρεμίας και ασφάλειας.
Ένας φίλος Νορβηγός μου εξήγησε ότι το Όσλο έχει γίνει αγνώριστο μετά από αλλαγές που ξεκίνησαν πριν από δέκα χρόνια και κορυφώθηκαν τα τελευταία πέντε. Η Bjørvika, όπως λέγεται η περιοχή πίσω από τον σταθμό του τρένου, μέχρι προσφάτως φιλοξενούσε ναυπηγία και αποθήκες του λιμανιού. Τώρα, δίπλα στο φιορδ έχουν χτιστεί τρία εμβληματικά κτίρια: το Μουσείο Munch, η Όπερα και η Δημοτική Βιβλιοθήκη και πίσω από αυτά, υψώνονται 12 σύγχρονες, πολυτελείς πολυκατοικίες, με εστιατόρια και καφετέριες, που λόγω της εικόνας που δίνουν συνολικά, έχουν ονομαστεί Barcode.
Κατά μήκος του φιορδ υπάρχουν οι λεγόμενες σάουνες, ξύλινα δωμάτια που επιπλέουν στη θάλασσα. Η ιδέα εδώ είναι η εξής: κάνεις σάουνα, βγαίνεις, βουτάς στο φιορδ, ξαναμπαίνεις. Κι αυτό, λένε, είναι πολύ αναζωογονητικό. Για την ιστορία, εγώ έκανα σάουνα, βγήκα έξω με το μαγιό -και πραγματικά δεν κατάλαβα τίποτα από κρύο- αλλά στο φιορδ δε βούτηξα. Δεσμεύομαι εδώ, όμως, δημόσια, ότι άμα βρεθεί χρηματοδότης να καλύπτει το ενοίκιο της βιβλιοθήκης μας στην Κυψέλη, θα ξαναπάω, θα βουτήξω και θα πω κι ένα τραγούδι.
Από την άλλη μεριά του σταθμού απλώνεται το παλαιότερο Όσλο, με εμπορικά καταστήματα, εστιατόρια, μπαρ και με το Παλάτι, το Κοινοβούλιο, το Δημαρχείο, το Εθνικό Μουσείο και το Nobel Peace Center σε απόσταση πολύ κοντινή το ένα από το άλλο. Στα ανατολικά περνάει ο ποταμός Akerseva, κατά μήκος του οποίου διαμορφώνεται ένα πάρκο με ωραίες ποδηλατικές και περιπατητικές διαδρομές.
Οι γειτονιές πέρα από το ποτάμι είναι πιο μποέμ, με μαγαζάκια που εμπορεύονται δημιουργίες ντόπιων καλλιτεχνών και σχεδιαστών μόδας, vintage ρούχα και αντικείμενα, μαλλί για πλέξιμο, ακριβό αλλά καλό δώρο για όσους και όσες πλέκουν και συμπαθητικές καφετέριες. Λίγο πιο βόρεια υπάρχουν δυο δρόμοι, ο Damstredet και ο Telthusbakken, όπου έχουν διατηρηθεί παραδοσιακά, ξύλινα σπίτια που δίνουν μια εικόνα για το πώς ήταν το Όσλο πριν από 250 χρόνια. Περνώντας, ήθελα να κολλήσω τη μύτη μου στα τζάμια και να δω πώς είναι μέσα, αλλά κατοικούνται κανονικά οπότε αναγκάστηκα να συγκρατηθώ.
Αρχικά, υπέθεσα ότι το Όσλο έχει υποστεί gentrification, όμως κάνοντας λίγη έρευνα και συζητώντας με ντόπιους έχω την εντύπωση, με κάθε επιφύλαξη, ότι οι καινούριες γειτονιές δεν χτίστηκαν πάνω σε παλαιότερες. Οι ανακαινίσεις των κτιρίων θα έχουν αναγκάσει κάποιους κατοίκους να μετακομίσουν σε πιο φθηνές περιοχές, αλλά σίγουρα η λύση σε αυτό δεν είναι να αφήνονται τα κτίρια να μαραζώνουν και να γίνονται επικίνδυνα. Η λύση ή μέρος αυτής, ίσως να είναι οι κάτοικοι να έχουν ευκαιρίες να ανεβάσουν το βιοτικό τους επίπεδο, να έχουν πρόσβαση σε επιμορφωτικά προγράμματα, να προστατεύονται τα εργασιακά τους δικαιώματα, να έχουν κοινωνικές παροχές και ποιοτικά σπίτια. Εδώ φαίνεται ότι οι άνθρωποι τα διεκδικούν αυτά τα πράγματα.
Το Όσλο είναι μικρό, αλλά από το 2000 ο πληθυσμός του έχει αυξηθεί κατά 38% και συνεχίζει να αυξάνεται και να αποκτά ποικιλομορφία. Περίπου το 25% των κατοίκων του Όσλο έχουν μεταναστευτικό υπόβαθρο. Πράγματι, σε όποιο εστιατόριο πήγαμε να φάμε μας σέρβιραν Έλληνες, νεαροί και νεαρές που δοκιμάζουν την τύχη τους στην άλλη άκρη της Ευρώπης. Ένας από αυτούς, ο Σωτήρης, μας είπε πως ένα ζευγάρι που εργάζονται και οι δύο, ακόμα και ως σερβιτόροι, μπορούν μέσα σε λίγα χρόνια να έχουν αποταμιεύσει την προκαταβολή για στεγαστικό δάνειο, το οποίο αποπληρώνεται σε πολλά χρόνια κι έχει χαμηλό επιτόκιο. Αυτό μου φάνηκε ουτοπικό, αλλά μου το επιβεβαίωσε ο Νορβηγός φίλος. Πρόσθεσε μάλιστα ότι ενώ το Όσλο είναι από τις πιο ακριβές πόλεις της Ευρώπης, ένας άνθρωπος που εργάζεται μπορεί να ζήσει αξιοπρεπώς από τον μισθό του. Σοκαρίστηκα, όταν πηγαίνοντας στο σούπερ μάρκετ, είδα ότι αρκετά προϊόντα έχουν ίδιες τιμές με την Αθήνα.
Την νεοαποκτηθείσα πολυπολιτισμικότητά του το Όσλο την αγκαλιάζει και την εκφράζει. Στο Διαπολιτισμικό Μουσείο, το οποίο στεγάζεται σε ένα παλιό αστυνομικό τμήμα και λειτουργεί από το 2006, παρουσιάζεται η ιστορία της μετανάστευσης, οι διαφορετικές κουλτούρες που συνυπάρχουν αλλά και το πώς δημιουργούνται και διαιωνίζονται οι προκαταλήψεις και τα στερεότυπα που τροφοδοτούν την ξενοφοβία και τον ρατσισμό.
Στην υπέροχη, γεμάτη κόσμο καινούρια Δημοτική Βιβλιοθήκη -για να μην μπερδευτούμε με τα 20 παραρτήματα που υπάρχουν σε έναν δήμο 800.000 κατοίκων, μεταξύ των οποίων μια εξαιρετική βιβλιοθήκη για εφήβους στο Tøyen, μια από τις φτωχότερες περιοχές και με την μεγαλύτερη συγκέντρωση μεταναστών- υπάρχει μεγάλο πολυγλωσσικό τμήμα για μεγάλους και μικρούς αναγνώστες. Στο Oslo Street Food, μια κλειστή αγορά γεμάτη ζωντάνια, συνυπάρχουν 16 κουζίνες από όλο τον κόσμο. Ναι, το Όσλο προσπαθεί με πολιτικές και στοχευμένες δράσεις να είναι συμπεριληπτικό. Φέτος η Νορβηγία γιορτάζει τα 50 χρόνια από την αποποινικοποίηση της ομοφυλοφιλίας, με έκθεση στο Εθνικό Μουσείο, με δημόσια “συγγνώμη” του Πρωθυπουργού για τα όσα υπέφεραν οι ομοφυλόφιλοι λόγω του άδικου νόμου, με έργα τέχνης, δράσεις, φεστιβάλ, ομιλίες και συζητήσεις. Μα πώς γίνονται αυτά τα πράγματα;
Ο πληθυσμός της Νορβηγίας είναι περίπου 4,6 εκατομμύρια. Κάθε κάτοικος ανήκει σε τουλάχιστον δύο από τις 34.000 ΜΚΟ που λειτουργούν στη χώρα. Ίσως να μην είναι τελείως αυθαίρετη η υπόθεση ότι οι άνθρωποι αυτοί είναι ενεργοί πολίτες για τα θέματα που τους αφορούν. Και μέσω των οργανώσεων μπορούν κι ασκούν πιέσεις και οι πιέσεις, σε μη αυταρχικές χώρες, όπως για παράδειγμα σε χώρες που η αστυνομία δεν οπλοφορεί και δεν επιτίθεται στους ενεργούς πολίτες, πολλές φορές έχουν αποτέλεσμα, η ποιότητα ζωής να βελτιώνεται για όλους.
Ίσως βοηθάει που οι πολιτικοί τους δεν είναι απόμακροι. Στα πλαίσια της εκπαίδευσης που διοργάνωνε το Active Citizens Fund και τα EEA Grants, παρακολούθησα μια ομιλία της δημάρχου Marianne Borgen και μετά την προσέγγισα με κάποιες ερωτήσεις για τις βιβλιοθήκες τους. Ένιωσα τόσο οικεία, σα να μιλούσα με μαμά φίλης, και προσπάθησε να με εξυπηρετήσει. Αργότερα, η εκπρόσωπος μιας οργάνωσης, μας είπε ότι ο πρωθυπουργός Jonas Gahr Støre συχνά επισκέπτεται το τζαμί, πίνει τσάι με μέλη της μουσουλμανικής κοινότητας και συζητάει τα θέματα που τους απασχολούν. Ένας υπάλληλος άλλου δήμου, μας είπε πως έχουν ξεκινήσει να αναζητούν λύσεις για τους υπερήλικους μετανάστες δημότες, ώστε να μην πέφτει το βάρος στις κόρες τους να τους γηροκομούν, και να μην εγκλωβίζονται σε αυτούς τους ρόλους. Ίσως να βοηθάει και που από το 2012, η Νορβηγία δεν έχει πια επίσημη θρησκεία, όλες οι θρησκείες και τρόποι ζωής προστατεύονται εξίσου από το Σύνταγμα.
Συμπερασματικά, το Όσλο δεν είναι τουριστικός προορισμός με την κλασική έννοια που έχουμε συνηθίσει. Δεν είναι η διασκέδαση το δυνατό του χαρτί. Όλα είναι πανάκριβα, τα εστιατόρια κλείνουν νωρίς, κάνει κρύο, βρέχει, χιονίζει και τον χειμώνα οι άνθρωποι υποφέρουν χωρίς ήλιο. Αυτό που έχει το Όσλο για να προσελκύσει τουρίστες (έστω αυτούς που μπορούν να αντέξουν το κόστος ενός τέτοιου ταξιδιού) είναι οι επενδύσεις που έχουν γίνει στον πολιτισμό. Τα μουσεία υπερσύγχρονα και εντυπωσιακά, ομορφαίνουν την πόλη και προσφέρουν πλούσιες εμπειρίες. Οι βιβλιοθήκες, συμπεριληπτικές, ζωντανές, καλύπτουν ανάγκες ενός μεγάλου εύρους πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένων ακόμα και των μωρών. Η Όπερα, σε περίοπτη θέση, εμπνέει και προσκαλεί να ανέβεις στην σκεπή της και να σε ανταμείψει με μια μοναδική θέα της πόλης. Στους δημόσιους χώρους, γλυπτά σύγχρονων καλλιτεχνών αφορούν προβληματισμούς και αντανακλούν την εμπειρία του σύγχρονου ανθρώπου.
Για μένα αυτές οι μέρες ήταν πολύτιμες, για την εκπαίδευση, για τις εικόνες του πώς μπορούν να είναι διαφορετικά τα πράγματα, για την συντροφικότητα που δημιουργήθηκε με τις εκπροσώπους των άλλων οργανώσεων που συνταξιδέψαμε, και γιατί επιτέλους, μετά από πολύ, πολύ καιρό, είχα χρόνο να περιηγηθώ, να παρατηρήσω και να αναρωτηθώ.
Η Ιωάννα Νισυρίου είναι συν-ιδρύτρια της «We Need Books», της πρώτης πολυγλωσσικής βιβλιοθήκης της Αθήνας.
Διαβάστε ακόμα:
Από την Αλβανία έως την Νορβηγία – 10 πανέμορφες ευρωπαϊκές διαδρομές με μοτοσικλέτα
Κοπεγχάγη: Design, εκλεπτυσμένο street style και υψηλή γαστρονομία στην καρδιά της Bόρειας Θάλασσας