Με τους νέους δρόμους που φτιάχτηκαν τα τελευταία χρόνια μετά την Τρίπολη, επιτυγχάνοντας γρήγορες οδικές συνδέσεις με πόλεις σαν την Καλαμάτα και τη Σπάρτη, η νότια Πελοπόννησος γνώρισε ιδιαίτερη άνοδο ως δημοφιλής ταξιδιωτικός προορισμός.
Η μεγάλη κορύφωση της κίνησης, βέβαια, εξακολουθεί να είναι συνδεδεμένη με το ελληνικό καλοκαίρι και με την περίοδο όπου οι περισσότεροι προγραμματίζουν διακοπές (μέσα Ιουλίου με μέσα Αυγούστου), ενώ ο κυρίως προσανατολισμός δείχνει σταθερά στραμμένος προς τα πιο διάσημα μέρη και αξιοθέατα. Η Λακωνία, ωστόσο, παραμένει αρκετά ανεξερεύνητη, κυρίως γιατί διαθέτει μπόλικες ομορφιές στο εσωτερικό της, όπου δεν κατευθύνονται παρά ελάχιστοι κατά τη θερινή σεζόν.
Οι περισσότεροι, δηλαδή, πάνε προς τη Μονεμβασιά και την καστροπολιτεία του Μυστρά, προς το Γύθειο ή προς τα παράκτια τοπία της λακωνικής Μάνης, με αποτέλεσμα μέρη της ενδοχώρας σαν το φαράγγι του ποταμού Κάστορα να είναι γνώριμα κυρίως σε φυσιολάτρες που απολαμβάνουν τους ορεινούς προορισμούς και τις πεζοπορίες στη φύση, πλάι σε υπέροχα, τρεχούμενα νερά. Στοιχεία που χαρακτηρίζουν και το τοπίο που απλώνεται γύρω από το χωριό Καστόρειο, κάνοντάς το προορισμό ιδανικό για όσους ψάχνουν για λίγη χαλάρωση και ηρεμία ή για όμορφες φθινοπωρινές και ανοιξιάτικες εκδρομές.
Υπέροχη φύση και πλούσια, τρεχούμενα νερά
Το φαράγγι του Κάστορα λαμβάνει το όνομά του από το ομώνυμο, μικρό ποτάμι του βορειοανατολικού Ταϋγέτου, που όπως κι άλλα ανάλογα της περιοχής κατεβάζει τα νερά του στον Ευρώτα, τον μεγάλο ποταμό της Λακωνίας. Με τη σειρά του, το όνομα αυτό απηχεί τον μυθικό Κάστορα –ο οποίος, μαζί με τον αδερφό του Πολυδεύκη, λογίζονταν ως «οι Διόσκουροι» της αρχαιότητας. Εκτός δε από το φαράγγι, ο ποταμός ονοματίζει και το χωριό Καστόρειο που στέκει εδώ (είναι γνωστό και ως «Καστόρι»), όντας κατ’ εξοχήν προορισμός για τους επισκέπτες που επιθυμούν να πεζοπορήσουν στις γύρω φυσικές ομορφιές.
Το Καστόρειο, βέβαια, δεν λεγόταν πάντα έτσι –ως το 1921 που μετονομάστηκε επισήμως, ήταν γνωστό σαν Καστανιά, λόγω του πλήθους καστανιών που υπήρχαν γύρω του. Πρόκειται για χωριό χτισμένο σε υψόμετρο 485 μέτρων στις παρυφές του Ταϋγέτου, με τις απώτερες ρίζες του να χάνονται στον ιστορικό χρόνο. Δεν αποκλείεται, δηλαδή, να ξεκίνησε ως οικισμός που διαδέχθηκε μια παλιά, βυζαντινή κωμόπολη. Πάντως, όταν έφτασαν οι Τούρκοι εδώ το 1463 το χωριό όχι μόνο υπήρχε, αλλά πρόβαλλε και τόσο σθεναρή αντίσταση, ώστε χρειάστηκε να έρθει αυτοπροσώπως ο σουλτάνος Μωάμεθ Β’ ο Πορθητής για να συντονίσει τις επιχειρήσεις κατάληψης του τοπικού κάστρου, που ακόμα στέκει ερειπωμένο γύρω στο 1 χιλιόμετρο από το σύγχρονο Καστόρειο.
Η παλιά Καστανιά ήταν ένα πολύ ανθηρό κεφαλοχώρι, με τους ανθρώπους της να παίρνουν ενεργό μέρος στην Επανάσταση το 1821. Μετά τη συγκρότηση ελληνικού κράτους, μάλιστα, διατέλεσε και έδρα του Δήμου Πελλάνας, φτάνοντας να έχει πληθυσμό 1.630 ψυχών το 1940. Από τη δεκαετία του 1970 και μετά, όμως, ακολούθησε τη μοίρα όλης της παλιάς ελληνικής επαρχίας. Σήμερα, ωστόσο, το χωριό εξακολουθεί να καλύπτει τις ανάγκες της ευρύτερης περιοχής σε υπηρεσίες και καταστήματα, διατηρώντας 466 μόνιμους κατοίκους σύμφωνα με την απογραφή του 2011 (τα στοιχεία της νεότερης απογραφής του 2021 εκκρεμούν). Παραμένει, επίσης, μέρος με εκθαμβωτικό φυσικό κάλλος, «πνιγμένο» στο πράσινο, στις βουνίσιες πηγές και στα κελαρυστά, τρεχούμενα ύδατα.
Αυτό που κάνει την περιοχή τόσο ιδανική για τους φυσιολάτρες, είναι ότι εδώ βρίσκονται πολλά όμορφα και άμεσα προσβάσιμα φαράγγια. Το φαράγγι του Κάστορα, ας πούμε, προσφέρει μια ειδυλλιακή διαδρομή ανάμεσα σε πλατάνια, καστανιές και καρυδιές, η οποία είναι εύκολη (και για παιδιά), απευθυνόμενη ακόμα και στον πιο αρχάριο πεζοπόρο. Η όλη πορεία διαρκεί 35 λεπτά, με τα πρώτα 20 να διανύονται σε δρόμο αριστερά του ποταμού και τα υπόλοιπα 15 να γίνονται σε χαραγμένο μονοπάτι, έως το λεγόμενο Μαρμαρογέφυρο. Εκεί γύρω, μάλιστα, έχουν φτιαχτεί και δύο πέτρινα καθιστικά, όπου μπορείτε να ξαποστάσετε, πριν πάρετε τον δρόμο του γυρισμού. Αν αντέχετε 10 λεπτά ανηφόρας ακόμα, πάντως, αξίζει να συνεχίσετε, ώστε να επισκεφθείτε το ασκηταριό του Λουκά, όπου θα δείτε ένα μικρό εκκλησάκι φτιαγμένο μέσα σε σπήλαιο.
Από εκεί και πέρα, είναι πολλές οι διαδρομές που μπορείτε να ακολουθήσετε, εάν είστε πιο έμπειροι και ανθεκτικοί πεζοπόροι. Κατευθυνόμενοι βορειοδυτικά, ας πούμε, θα δείτε ότι ξεκινάει μια εντυπωσιακή ανάβαση με γέφυρες και εναλλασσόμενα ξύλινα σκαλοπάτια. Εκεί δε που θα ατενίζετε πανοραμικά το Καστόρειο, θα συνειδητοποιήσετε ότι το τέλος της ανηφόρας είναι απλά η έναρξη του κυρίου μέρους του Φαραγγιού των Μύλων (ή Βρυσιωτικό), το οποίο εκκινεί από το προαναφερθέν Μαρμαρογέφυρο και φτάνει μέχρι το ορεινό χωριό Γεωργίτσι, καλύπτοντας μια σημαντική απόσταση, που απαιτεί 4,5 ώρες περπάτημα. Συνεχίζοντας προς τα δυτικά, λοιπόν, θα δείτε έναν χείμαρρο εάν έρθετε χειμώνα ή άνοιξη και τελικά τα ερείπια των παλιών μύλων του Γεωργιτσίου.
Και υπάρχουν πολλά ακόμα στη γύρω περιοχή, που αξίζουν τα δικά τους, ξεχωριστά κείμενα –ίσως και μια οργανωμένη αποστολή για ταξιδιωτικό ρεπορτάζ. Πριν το Καστόρειο, ας πούμε, ανάμεσα στις κορυφές της Ξεροβούνας (Άγιος Ιωάννης) και του Πυργακίου, βρίσκεται η είσοδος για ένα ακόμα φαράγγι, στα 1.000 μέτρα υψόμετρο. Είναι το φαράγγι Λουκά, στο οποίο θα κάνετε κατάβαση 5 με 6 ωρών. Το καλοκαίρι, βέβαια, μένει άνυδρο, οπότε καλύτερη περίοδος επίσκεψης είναι η άνοιξη. Πιο κοντά στο Καστόρειο, επίσης, σας περιμένει το γραφικό εκκλησάκι της Παναγιάς της Μισοσπορίτισσας, χωμένο μέσα στα βράχια, με εκπληκτική θέα. Στην είσοδο του χωριού, πάλι, θα δείτε ένα εκπληκτικό τοπίο με σκιερά, αιωνόβια πλατάνια και πηγές: είναι οι Πηγές του Αγίου Μάμα, με μία από αυτές, μάλιστα, τη λεγόμενη «της Βάγιας» να παρέχει φυσικό ύδωρ υψηλότατης ποιότητας. Λίγο πιο κάτω, επίσης, θα αντικρίσετε κι έναν νερόμυλο του 19ου αιώνα που εξακολουθεί να λειτουργεί.
Πώς θα έρθετε εδώ
Το Καστόρειο βρίσκεται πολύ κοντά στη Σπάρτη, από την οποία απέχει μόλις 17 χιλιόμετρα: η οδική πρόσβαση είναι εύκολη, οπότε υπολογίστε ότι θα φτάσετε στο χωριό μέσα σε 20 λεπτά. Εύκολα, πάντως, μπορείτε να έρθετε πλέον και ξεκινώντας από την Αθήνα, καθώς οι νέοι δρόμοι μετά την Τρίπολη έχουν μειώσει πολύ τις παλιές αποστάσεις, όπως ειπώθηκε και στην εισαγωγή. Μπορεί, δηλαδή, να μεσολαβούν 225 χιλιόμετρα, όμως δεν θα σας πάρει πάνω από 2,5-3 ώρες για να προσεγγίσετε στην περιοχή του ποταμού Κάστορα.
Αν και πολλοί από τους φυσιολάτρες και τους πεζοπόρους που επισκέπτονται το φαράγγι έρχονται εδώ για ημερήσια εκδρομή, έχοντας τη βάση τους στη Σπάρτη, το Καστόρειο δεν έχει αδιαφορήσει για την ήπια τουριστική ανάπτυξη. Διαθέτει λοιπόν ξενώνες, αλλά και ωραία ταβερνάκια με ψητά κι ελληνική, παραδοσιακή κουζίνα. Οπότε αν θελήσετε να περάσετε λίγες ημέρες εδώ, δεν θα σας λείψει τίποτα.
Αξίζει, δε, να γνωρίσετε και τη ντόπια ιχθυοπαραγωγή (πέστροφες και σολωμοί), από την οποία βγαίνει και το πρώτο χαβιάρι στην Ελλάδα, το λεγόμενο «χαβιάρι του Ταΰγετου». Το οποίο ταξίδεψε και διεθνώς, μέσω του κινηματογράφου, καθώς ο Γιάννης Γεροντίδης (από την οικογένεια που έστησε την επιχείρηση το 1969) έλαβε μέρος και στα γυρίσματα της ταινίας του Γιάννη Σμαραγδή «Ο Θεός Αγαπούσε το Χαβιάρι» (2013).
Διαβάστε ακόμα:
Κρεμαστή: Ένα γραφικό χωριό μέσα στα πεύκα και στα έλατα της ορεινής Λακωνίας
Φλομοχώρι: Πανύψηλοι πύργοι και θέα στον Λακωνικό Κόλπο
Το Βατικιώτικο Κρεμμύδι: To πικάντικο προϊόν της νότιας Λακωνίας